Το Sea Vixen αποτελεί ένα από τα πιο ενδιαφέροντα και πρωτοποριακά στρατιωτικά τζετ της βρετανικής αεροπορικής ιστορίας. Η ιστορία του ξεκινά στα μέσα της δεκαετίας του 1940, όταν η ανάγκη για ένα νέο μαχητικό αεροπορικής υπεροχής, με κινητήρα τζετ (τότε ήταν στα πρώτα του στάδια), που θα δρούσε από τα βρετανικά αεροπλανοφόρα, είχε γίνει ορατή. Η αρχική σχεδίαση προήλθε από την εταιρεία de Havilland Aircraft Company, η οποία το 1960 συγχωνεύτηκε με την Hawker Siddeley, οπότε το αεροσκάφος μετονομάστηκε σε Hawker Siddeley Sea Vixen.
Το πρώτο πρωτότυπο πέταξε το 1955 ως μοντέλο XF828, το 1957 η σχεδίαση είχε οριστικοποιηθεί και από το 1959 το αεροσκάφος είχε πλέον μπει σε υπηρεσία.
Οι κινητήρες του Sea Vixen ήταν δύο Rolls-Royce Avon 208 με ώση 49 κN ο καθένας, που παρείχαν την απαραίτητη ισχύ για υπερηχητική πτήση, αν και μόνο σε κάθοδο. Η κατασκευή συμπεριλάμβανε την χρήση αλουμινίου και κυψελωτών δομών για χαμηλό βάρος και την αντοχή, ενώ η άτρακτος είχε σχεδιαστεί για να ενσωματώσει τον οπλισμό και τα καύσιμα στο εσωτερικό της, βελτιστοποιώντας την αεροδυναμική. Το αεροσκάφος ήταν διθέσιο, με μέγιστο βάρος απογείωσης τους 19 τόνους (ιδιαίτερα βαρύ για την εποχή του), είχε μήκος 16,9 μέτρα, εκπέτασμα 15,5 και ύψος 3,28.
Τα δύο κάθετα ουραία πτερύγια συνδέονταν με ένα οριζόντιο πλήρως κινούμενο, για την βελτιστοποίηση του ελέγχου του αεροσκάφους (σχέδιο που είχε χρησιμοποιηθεί ήδη στο μοντέλο Sea Venom της ίδιας εταιρείας, που είχε μπει σε υπηρεσία με το Ναυτικό από το 1950). Αυτό βοήθησε στην αντιμετώπιση των ιδιαίτερων απαιτήσεων των προσνηώσεων και απονηώσεων από τα μικρού μεγέθους βρετανικά αεροπλανοφόρα, καθώς και στην πτητική συμπεριφορά σε ακραίες καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν στον Βόρειο Ατλαντικό.
Ο οπλισμός του Sea Vixen ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακός για την εποχή. Το αεροσκάφος μπορούσε να φέρει μέχρι και τέσσερις πυραύλους αέρος-αέρος Firestreak ή Red Top, που ήταν από τους πρώτους με καθοδήγηση, υποστηριζόμενους από ένα σύγχρονο ραντάρ, τύπου General Electric Company AI.18 με πρακτική εμβέλεια κάπου 40 ναυτικά μίλια για εντοπισμό μεγάλων βομβαρδιστικών. Επιπλέον, μετέφερε έως τέσσερις εκτοξευτές ρουκετών με 18 μη κατευθυνόμενες ρουκέτες Matra SNEB έκαστος, και διάφορες βόμβες, συμπεριλαμβανομένων και πυρηνικών τύπου Red Beard. Η απουσία εσωτερικών πυροβόλων (για πρώτη φορά στη Βρετανία), σήμαινε ότι το Sea Vixen βασιζόταν αποκλειστικά σε πυραύλους για να καταρρίπτει τα εχθρικά αεροσκάφη.
Συνολικά, κατασκευάστηκαν 145 μαχητικά, με 119 από αυτά να είναι της έκδοσης FAW.1 και 29 της βελτιωμένης FAW.2. Το Sea Vixen είχε πλούσια δράση με το Βρετανικό Ναυτικό, σε επιχειρήσεις όπως η Beira Patrol για το ναυτικό αποκλεισμό της Ροδεσίας, ενώ συμμετείχε σε επιχειρήσεις στην Ανατολική Αφρική και τον Περσικό Κόλπο, όπως και στην Άπω Ανατολή τη δεκαετία του 60. Χρησιμοποιήθηκε από αεροπλανοφόρα όπως τα HMS Ark Royal, HMS Centaur, HMS Victorious, HMS Hermes και HMS Eagle, προσφέροντας αεροπορική κάλυψη στο βρετανικό στόλο.
Ωστόσο, το Sea Vixen είχε και την “σκοτεινή” του πλευρά με πολλά ατυχήματα. Από τα 145 αεροσκάφη που κατασκευάστηκαν, 55 χάθηκαν, με 30 από αυτά να είναι θανατηφόρα συμβάντα. Αιτίες των απωλειών περιλάμβαναν τις ακραίες συνθήκες των πτήσεων από τα βρετανικά αεροπλανοφόρα, προβλήματα με τα συστήματα ελέγχου, ενώ αναφέρεται και η πολυπλοκότητα της διαχείρισης και της συντήρησης των συστημάτων του αεροσκάφους ειδικά εν πλω.

Η απόσυρση του μαχητικού έγινε το 1972, εποχή που τα περισσότερα μεταπολεμικά βρετανικά αεροπλανοφόρα σταδιακά έβγαιναν από υπηρεσία. Οπότε η καριέρα του ήταν σχετικά μικρή, αλλά χαρακτηρίστηκε από τη σχεδιαστική του καινοτομία, την υψηλή του ευελιξία, την ικανότητα του για μεταφορά μεγάλου φόρτου όπλων, όπως και το ότι ήταν από τα πρώτα διεθνώς “νέα ναυτικά τζέτ”, με εξελιγμένα ηλεκτρονικά. Ενώ το ιδιαίτερο του σχήμα παραμένει έως και σήμερα χαρακτηριστικό μιας τολμηρής αεροπορικής σχεδίασης.
Ακόμη, μετά το Sea Vixen, δεν ξαναεμφανίστηκε στο Βρετανικό Ναυτικό εγχώριας παραγωγής “βαρύ” μαχητικό, μιας και το διαδέχθηκε το αμερικανικό Phantom, το ιδιαίτερο κάθετης απογείωσης Harrier, και σήμερα πλέον, το αμερικανικό F-35B.