Από την έντυπη ΠΤΗΣΗ τεύχος 11, Απριλίου 2021
Η κλάση φρεγατών La Fayette, μια σχεδίαση των ναυπηγείων της DCNS (Direction des Constructions Navales, σήμερα Naval Group) στη Λοριάντ με χαρακτηριστικά χαμηλής παρατηρησιμότητας σε ευρύ φάσμα, τάραξε τα νερά όταν εμφανίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 90. Αποτελούσε το μεταψυχροπολεμικό όραμα του Γαλλικού Πολεμικού Ναυτικού, το οποίο όμως ποτέ δεν ολοκληρώθηκε, ακριβώς λόγω των περικοπών της περιόδου.
Κείμενο–φωτογραφίες: Henri-Pierre Grolleau. Επιπλέον στοιχεία «Πτήση»/Φαίδων Γ. Καραϊωσηφίδης
Για να κατανοήσει κάποιος το κλίμα μέσα στο οποίο σχεδιάστηκαν, κατασκευάστηκαν και τελικά εντάχθηκαν σε χρήση οι Φ/Γ κλάσης La Fayette, θα πρέπει να ανατρέξει στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 80, λίγο πριν από τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου, αλλά και στα πρώτα χρόνια του 90, όταν οι ένοπλες δυνάμεις των περισσότερων χωρών-μελών του ΝΑΤΟ βρέθηκαν στις συμπληγάδες ραγδαίων και μεγάλων περικοπών των αμυντικών προϋπολογισμών, κατακόρυφων μειώσεων οροφών κύριων οπλικών συστημάτων και σαρωτικών αλλαγών δογμάτων και αναγκών των πρώτων μεταψυχροπολεμικών ετών.
Η Γαλλία με την ειδική «ημιανεξάρτητη» σχέση που διατήρησε με τη Συμμαχία όλη την προηγούμενη περίοδο δεν επηρεάστηκε με τον ίδιο τρόπο από τις ΝΑΤΟϊκές επιταγές και προτεραιότητες. Έτσι η θέση της και αυτή των ενόπλων της δυνάμεων ήταν εντελώς διαφορετική από άλλων μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών στην αντιμετώπιση και διαχείριση των διπλωματικοπολιτικών και γεωστρατηγικών αλλαγών.
Ειδικά για το Marine Nationale οι γαλλικές εθνικές προτεραιότητες διαμόρφωσαν στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου ικανότητες ευρέως φάσματος, από αεροπλανοφόρα και πυρηνοκίνητα υποβρύχια διηπειρωτικών πυραύλων και κρούσης έως ισχυρές μονάδες επιφανείας και δυνατότητες αποβατικών επιχειρήσεων και προβολής ισχύος σε μεγάλες αποστάσεις. Η γαλλική ναυτική ισχύς εισήλθε έτσι στην πρώτη δεκαετία μετά τον Ψυχρό Πόλεμο με αρκετά ισορροπημένες δυνάμεις που ήταν ευκολότερο να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα σε σχέση με άλλα ευρωπαϊκά ναυτικά.
Η γαλλική φρεγάτα «Languedoc» στον Πειραιά για την 25η Μαρτίου
(Παράδειγμα στον αντίποδα του Marine Nationale αποτελεί το Βασιλικό Ναυτικό, το οποίο τις τρεις και περισσότερες προηγούμενες δεκαετίες είχε εστιάσει σχεδόν αποκλειστικά στον ανθυποβρυχιακό πόλεμο στον Ατλαντικό και για τον λόγο αυτό έγινε σχεδόν «μονοδιάστατο».)
Παρ’ όλα αυτά, η γαλλική Λευκή Χάρτα για την Άμυνα του 1994, την οποία υλοποίησε η κυβέρνηση Σιράκ, περιλάμβανε υποχρεωτικά σημαντικές αποσύρσεις μεγάλων μονάδων και περικοπές προγραμμάτων. Ανάμεσά τους περιλαμβάνονταν η διακοπή εργασιών σχεδόν για πέντε χρόνια (1991-1995) της ναυπήγησης του αεροπλανοφόρου Charles de Gaulle, η ακύρωση της παραγγελίας των δυο τελευταίων SSN κλάσης Rubis και η συρρίκνωση της κλάσης La Fayette, όπως θα δούμε παρακάτω.
Fregate Legere Furtive
Οι καταβολές της FL-3000 (Fregate Legere de 3.000 tonnes, Ελαφρά Φρεγάτα των 3.000 τόνων) ή FLF (Fregate Legere Furtive, Ελαφρά Στελθ Φρεγάτα) πηγαίνουν πίσω στη δεκαετία του 80, όταν το Γαλλικό Ναυτικό διενεργούσε μελέτες για πλοία μεγέθους φρεγάτας προσαρμοσμένα όχι πλέον σε ψυχροπολεμικές ανάγκες, αλλά απαιτήσεις συρράξεων χαμηλής έντασης και αποστολών επιτήρησης ή υποστήριξης ειρηνευτικών επιχειρήσεων/παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας.
Οι νέες σχεδιάσεις επρόκειτο να αντικαταστήσουν τις ελαφρές κορβέτες κλάσης D’Estienne d’Orves τύπου A69 Avisos, οι οποίες αρχικά είχαν ανθυποβρυχιακά καθήκοντα σε παράκτιο περιβάλλον, αλλά σταδιακά μετέπεσαν σε ρόλο μεγάλων περιπολικών, αν και ο περιορισμένος εξοπλισμός και οπλισμός τους δεν άφηνε περιθώρια για να υπηρετήσουν πολλαπλούς ρόλους. Αυτός ήταν και ο στόχος που οριοθέτησε τις απαιτήσεις του Γαλλικού Ναυτικού, δηλαδή η δημιουργία κλάσεων που θα μπορούσαν να υπηρετήσουν γενικά καθήκοντα με κόστος χαμηλότερων των μονάδων μάχης πρώτης γραμμής, η ισχύς και η δυνατότητα των οποίων όμως δεν ήταν απαραίτητη σε πολλά σενάρια της μεταψυχροπολεμικής πραγματικότητας.
Οι γαλλικές αυτές ανάγκες δεν ήταν μοναδικές ανάμεσα στις ευρωπαϊκές χώρες. H Ιταλία, για παράδειγμα, προχώρησε μέσα στη δεκαετία του 80 στην εξέλιξη δύο τύπων κορβετών για την ικανοποίηση αντίστοιχων αναγκών του Marina Militare: την καλύτερα εξοπλισμένη και οπλισμένη κλάση Minerva των 1.500 τόνων με 8 πλοία και την απλούστερη σε εξοπλισμό και οπλισμό (αν και έφερε ελικοδρόμιο και υπόστεγο) κλάση Cassiopea, η οποία επρόκειτο και αυτή να αριθμεί 8 πλοία, αλλά περικόπηκε αργότερα σε τέσσερα. [Σήμερα η κλάση Minerva έχει αποσυρθεί από την ιταλική υπηρεσία, αν και τέσσερις μονάδες πουλήθηκαν και υπηρετούν με το Ναυτικό του Μπαγκλαντές. Τα πλοία της κλάσης Cassiopea αντικαθίστανται από τα πολύ μεγάλα περιπολικά πλοία πολλαπλών ρόλων κλάσης Thaon di Revel class (γνωστά και ως PPA: Pattugliatore Polivalente d’Altura).]
Το Γαλλικό Ναυτικό με την εμπειρία που είχε ήδη από τα A69 Avisos και τις αυξημένες ανάγκες που δεν περιορίζονταν μόνο σε παράκτιο ή μεσογειακό περιβάλλον κοντά στο μητροπολιτικό έδαφος, αλλά επεκτείνονταν και σε επιχειρήσεις πέριξ υπερπόντιων κτήσεων στην Καραϊβική, την Πολυνησία και τη Νέα Καληδονία, χρειαζόταν μεγαλύτερα πλοία, σε μέγεθος μεγάλης κορβέτας ή ελαφράς φρεγάτας. To εκτόπισμα προσδιορίστηκε στους 2.500-3.000 τόνους και η πρώτη σχεδίαση που υιοθετήθηκε με όλες τις παραπάνω προδιαγραφές ήταν η κλάση Floreal.
Εκτόπιζε 2.950 τόνους με πλήρες φορτίο, είχε μέγιστη ταχύτητα 20 κόμβων, περιορισμένο πλήρωμα 90 ατόμων και μπορούσε να φιλοξενήσει για μεγάλα χρονικά διαστήματα 24 πεζοναύτες. Ο οπλισμός, εκτός του κυρίως και δευτερευόντων πυροβόλων, περιλάμβανε δύο Exocet ΜΜ30 (αργότερα αφαιρέθηκαν) και ελικοδρόμιο/υπόστεγο για τη φιλοξενία ενός Ε/Π Panther. Ναυπηγήθηκαν έξι μονάδες για το Γαλλικό Ναυτικό την περίοδο 1990-1993, οι οποίες υπηρετούν ακόμη με προοπτική αντικατάστασης από μεγάλα περιπολικά και δυο για το Βασιλικό Ναυτικό του Μαρόκου.
Για περισσότερο απαιτητικά καθήκοντα σε περιβάλλοντα με αυξημένες απειλές επιδιώχθηκε μια καλύτερα εξοπλισμένη και οπλισμένη σχεδίαση μεγέθους φρεγάτας, που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε ένα ευρύ φάσμα αποστολών. Η οριοθέτηση των προδιαγραφών του πλοίου βασίστηκε σε πρότερη εμπειρία, αλλά έκανε και αρκετά βήματα περαιτέρω προς την κατεύθυνση δημιουργίας μιας πλατφόρμας που θα γεφύρωνε δυο κόσμους: θα εξυπηρετούσε ανάγκες ρουτίνας με οικονομικό τρόπο, όπως η προστασία των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών που είχαν αρχίσει να αναδύονται αποδεσμεύοντας κύριες μονάδες για τα πρωτεύοντα καθήκοντά τους, ενώ παράλληλα θα διατηρούσε δυνατότητα να επιχειρεί με τις τελευταίες ως συνιστώσα ομάδων μάχης ή συνεπικουρώντας σε άλλα καθήκοντα όπως η συλλογή πληροφοριών.
Η Γαλλία θα μπορούσε να πουλήσει στην Ελλάδα δύο φρεγάτες La Fayette, σύμφωνα με τη “La Tribune”
Το εγχείρημα δεν ήταν εύκολο και θα μπορούσε να καταλήξει σε αποτυχία με ένα πλοίο που θα προσπαθούσε να κάνει τα πάντα και… τίποτε. Το ρίσκο αυξήθηκε ακόμη περισσότερο μετά την απόφαση η σχεδίαση να ενσωματώσει καινοτόμες τεχνολογίες «Furtivite», (στελθ) τις οποίες η (τότε) DCN είχε εξελίξει τη δεκαετία του 80. Θα χρειάζονταν όμως…
Η ενδιαφέρουσα συνέχεια του άρθρο στο navaldefence.gr