«Αδιανόητες βιαιότητες» υπέστη μερίδα του αμάχου πληθυσμού στο Νότιο Σουδάν κατά τη διάρκεια συγκρούσεων ανάμεσα σε ένοπλες φιλοκυβερνητικές ομάδες και σε υποστηρικτές της αντιπολίτευσης, καταγγέλλει σε έκθεσή της η Διεθνής Αμνηστία.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες που συγκέντρωσε η ΜΚΟ, δολοφονήθηκαν και ακρωτηριάστηκαν άμαχοι αδιακρίτως, ενώ ολόκληρα χωριά έγιναν στάχτη μεταξύ του Ιουνίου και του Οκτωβρίου, καθώς μαίνονταν μάχες στην περιφέρεια Δυτική Εκουατόρια (νοτιοδυτικά).
Συγκρούσεις μεταξύ φυλών ξέσπασαν γύρω από την πόλη Ταμπούρα, υποκινούμενες από τοπικούς πολιτικούς που παρότρυναν νέους να πάρουν τα όπλα, τονίζει η Διεθνής Αμνηστία στην έκθεσή της.
Ωστόσο, «οι θάνατοι και οι καταστροφές» που ακολούθησαν σημαδεύτηκαν από την εμπλοκή μαχητών αντίπαλων πολιτικών δυνάμεων στην Τζούμπα, την πρωτεύουσα, κάτι που αφήνει να εννοηθεί πως ενορχηστρώθηκαν σε υψηλότερο επίπεδο, συνεχίζει το κείμενο.
«Οι μαρτυρίες που συγκεντρώσαμε κάνουν λόγο για αδιανόητες βιαιότητες, για αμάχους που δολοφονήθηκαν καθώς προσπαθούσαν να φύγουν για να σωθούν, για ακρωτηριασμένα και καμένα πτώματα», τόνισε ο Ντεπρόζ Μουτσένα, ο διευθυντής του τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας που είναι αρμόδιο για την περιοχή.
Το γεγονός ότι στις επιθέσεις «δεν ενεπλάκησαν μόνο τοπικές ομάδες, αλλά και μαχητές που συνδέονται με τις κυβερνητικές δυνάμεις και με την αντιπολίτευση, δείχνει πως επρόκειτο για κάτι περισσότερο από συγκρούσεις μεταξύ κοινοτήτων», πρόσθεσε.
Αυτόπτες μάρτυρες αφηγήθηκαν στη ΜΚΟ ότι μαχητές «σκότωναν με συνοπτικές διαδικασίες αμάχους», αρκετές φορές μπροστά στα μάτια των παιδιών τους και άλλων μελών των οικογενειών τους.
Το ότι «μπήκαν εσκεμμένα στο στόχαστρο άμαχοι» και το ότι «δολοφονήθηκαν αιχμάλωτοι» είναι «εγκλήματα πολέμου», τόνισε η Διεθνής Αμνηστία.