Ο Σαξωνικός στρατός του βασιλιά Ερρίκου του Ορνιθοθήρα, υπό τις διαταγές του μαργράβου (μαρκησίου) Μπέρνχαρντ κατανικά τον στρατό των Σλάβων Ρενταρίων και Λινονών στο οχυρό των τελευταίων, στο Λένζεν. Πρόκειται για μια αποφασιστική σύγκρουση που μαζί με την μάχη του Μερσεμβούργου το 933, θα καθιερώσουν τη μεσαιωνική επικράτεια της Γερμανίας και ο Ερρίκος για τη δράση του θα θεωρηθεί αργότερα ως ο πατριάρχης του γερμανικού έθνους.
Αρχιτέκτονας των δύο αυτών νικών, ο Ερρίκος, ένας δυναμικός και πολυμήχανος χαρακτήρας, ξεκίνησε την ηγεμονία του αναλαμβάνοντας τις τύχες του δουκάτου της Σαξωνίας από τον πατέρα του, σε μια περίοδο που τα Φραγκικά βασίλεια και δουκάτα δέχονταν διαρκείς επιδρομές από φυλές ντόπιων ή μετακινουμένων στην ευρύτερη κεντρική Ευρώπη. Αμέσως, ο Ερρίκος επαναστάτησε κατά του βασιλιά της Ανατολικής Φραγκίας, του Κονράνδου του πρώτου. Τόση ήταν η ένταση και το πάθος της εξέγερσης, που ο Κονράνδος πεθαίνοντας έξι χρόνια μετά, τον πρότεινε για διάδοχό του θεωρώντας τον ως το μόνο που είχε το θάρρος και την ικανότητα να κρατήσει το βασίλειο ενωμένο. Ο Ερρίκος, παθιασμένος με το κυνήγι, έμαθε τα νέα ενώ διόρθωνε δίχτυα για αγριόκοτες, κερδίζοντας ειρωνικά το προσωνύμιο “ορνιθοθήρας”.
Η συνέχεια στο Military History