Υπάρχει μια διάχυτη πεποίθηση τα τελευταία χρόνια πως τα αμερικανικά οπλικά συστήματα είναι σαφώς ακριβότερα σε σύγκριση με τα ευρωπαϊκά. Αυτή προκύπτει τόσο από τις κατά καιρούς ανακοινώσεις προμηθειών που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, όσο και από την συστηματική δημοσιοποίηση που ακολουθουν ο ΗΠΑ για ζητήματα κόστους, σε σύγκριση πάντα με την Ευρώπη. Που πολύ σπανιότερα ανακοινώνονται ακριβή κόστη προμήθειας, πόσο μάλλον ανάλυση τους.
Ένας επιπλέον παράγοντας που συμβάλλει στην πεποίθηση αυτή, είναι η άγνοια του πως συντάσσεται μια τυπική αμερικανική Επιστολή Αποδοχής σε Αίτημα Απόκτησης (LOA σε LOR), ενός οπλικού συστήματος. Όπου το σύνηθες είναι να περιλαμβάνει το μέγιστο δυνατό όπλων, υπηρεσιών και παροχών που μπορεί να ζητηθούν, άρα το συνολικό κόστος εμφανίζεται υψηλό, ενώ το τελικό μπορεί να είναι και σημαντικά μικρότερο.
Δένδιας για F-35: Πολύ πρώιμα όσα ακούγονται για το κόστος τους
Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το πρόγραμμα αγοράς πυραύλων JASSM για την Πολωνική Αεροπορία. Στο Letter Of Acceptance που ανακοινώθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 2014, το εκτιμώμενο κόστος για 40 βλήματα, συναφή εξοπλισμό και αναβάθμιση λογισμικού σε αεροσκάφη F-16, ήταν 500 εκατομμύρια δολάρια. Τρεις μήνες μετά, στην υπογραφή του συμβολαίου, το τελικό κόστος έφτασε τα 250 εκατομμύρια δολάρια και το 33% αφορούσε την αναβάθμιση λογισμικού (σε επίπεδο M6.5) των πολωνικών F-16.
Είναι λοιπόν χρήσιμο, να δούμε ορισμένα στοιχεία, όπως αυτά προέκυψαν από τη διαφωτιστική μελέτη που δημοσίευσε το αμερικανικό ίδρυμα μελετών CSIS (Center for Strategic & International Studies). Με βασικό τον παρακάτω πίνακα, κόστους προμήθειας όπλων ανά μονάδα (σε δολάρια), για κάθε κλάδο των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων, για το διάστημα 2020-2024.
Βλέπουμε λοιπόν στον πίνακα ότι π.χ. ο πύραυλος αέρος-αέρος AMRAAM στοιχίζει 708 χιλιάδες δολάρια και ο αντιαεροπορικός Patriot Pac3, 3,9 εκατομμύρια. Αντίστοιχα σε όπλα του Ναυτικού, που έχουν και ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ένας αντιαεροπορικός πύραυλος ESSM κοστίζει 1,6 εκ. ο μεγάλου βεληνεκούς SM-2 αγγίζει τα 2,2 εκ. και ο πολύ σύγχρονος SM-6 τα 4,3 εκατομμύρια.
Στα αεροπορικά που έχουν και μεγαλύτερο ενδιαφέρον εν αναμονή της LOA για τα όπλα των F-16, βλέπουμε πως το κόστος ενός πυραύλου αντιραντάρ AARGM είναι 1,6 εκ. και ενός JASSM 1,3 εκατ. ενώ οι πύραυλοι κατά σκαφών επιφανείας νέας γενιάς, έχουν μεταξύ τους παρεμφερές κόστος με τον JSM να φτάνει τα 3 εκατ. και τον LRASM τα 3,1. Εντύπωση προκαλεί πως το κόστος του πυραύλου NSM (επιφανείας-επιφανείας), φτάνει τα 1,7 εκατ., δηλαδή σημαντικά χαμηλότερος από τον JSM, που όμως είναι το ίδιο όπλο αλλά σε έκδοση που εκτοξεύεται από αεροσκάφη.
Στα αντιαρματικά όπλα τώρα ο fire and forget και επιπλέον με ικανότητες top attack, πύραυλος Javelin στοιχίζει 168 χιλιάδες δολάρια ανά μονάδα, όταν ο Tow-2 φτάνει τις 104 χιλιάδες, ενώ ο Hellfire κοστίζει το ”ταπεινό” ποσό των 85 χιλιάδων δολαρίων.
Στο πυραυλικό πυροβολικό, στα όπλα που φορτώνονται στους εκτοξευτές MLRS και HIMARS, μια κατευθυνόμενη ρουκέτα GMLRS στοιχίζει 223 χιλιάδες δολάρια, ενώ τα προηγμένα βλήματα μεγάλης εμβέλειας ATACMS και PrSM 1,1 και 2,4 εκατομμύρια αντίστοιχα. Να σχολιάσουμε εδώ πως η κατευθυνόμενη GMRLS πράγματι είναι ακριβή αλλά μπορεί να πλήξει μόνη της στόχο υψηλής αξίας, π.χ. ένα άρμα μάχης, έναν εκτοξευτή, ένα αυτοκινούμενο ραντάρ, οπότε αιτιολογεί το μεγάλο κόστος προμήθειας.
Τα κόστη πέφτουν αντί να αυξάνονται
Μείωση κόστους σε βάθος χρόνου προκύπτει από τον δεύτερο πίνακα, που αποτυπώνει την μεταβολή τιμής στα βασικά αντιαεροπορικά βλήματα του Αμερικανικού Ναυτικού, τα ESSM, SM-2, SM-6 και τις προηγμένες εκδόσεις τους, από το 2013 έως σήμερα. Η μόνη αξιόλογη διαφορά και μάλιστα αρκετά προς τα πάνω, αφορά τον πύραυλο SM-6 Block IB, ο οποίος εμφανίστηκε πολύ ακριβός, λόγω νέου κινητήρα δευτέρου σταδίου για την αύξηση της εμβέλειας. Καίριοι, αλλά όχι μόνοι, παράγοντες που ερμηνεύουν αυτή την σταδιακή μείωση τιμής -παρά την ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών- είναι η αμερικανική τακτική πολυετών συμβάσεων που διασφαλίζουν τον πωλητή ότι θα έχει έργο για πολύ καιρό και φυσικά οι μεγάλοι αριθμοί παραγωγής, που πετυχαίνουν οικονομία κλίμακος.
Σε κάθε μία των περιπτώσεων θα είχε εξαιρετικό ενδιαφέρον η δημοσίευση μιας αντίστοιχης μελέτης που θα αφορά την αποτύπωση του κόστους των ευρωπαικών όπλων σε βάθος ετών, ώστε να υπάρχει πραγματική σύγκριση. Ενώ πάντα υπάρχει και ένα παράλληλο κόστος, που αφορά την συντήρηση των όπλων (επιθεωρήσεις, επαναπιστοποιήσεις, μετασκευές), το οποίο μπορεί να μεταβάλλει σημαντικά το “τι πληρώνει ο τελικός χρήστης”.
Τελικά ποιά όπλα είναι ακριβότερα; Τα αμερικανικά ή τα ευρωπαϊκά; Η απάντηση δεν είναι απλή αλλά τα αμερικανικά έχουν τα εξής σημεία υπέρ τους: Πρώτον η μεγάλη παραγωγή που όπως είπαμε προσφέρει οικονομία κλίμακας. Στη συνέχεια η δυνατότητα των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ να τα αγοράσουν σε σχεδόν ίδιες τιμές με εκείνες που τα προμηθεύονται οι Ένοπλές Δυνάμεις των ΗΠΑ, μέσω συμβάσεων FMS, δηλαδή διακρατικών συμφωνιών. Τέτοιες γίνονται και με ευρωπαϊκά κράτη, αλλά σπανιότερα και όχι με μεγάλη ευελιξία. Τρίτον οι ΗΠΑ έχουν πετύχει σε αρκετά όπλα (όχι σε όλα) να τυποποιήσουν το σύστημα υποστήριξης τους και να το απλοποιήσουν όσο γίνεται, κάτι που επίσης μειώνει το κόστος “μετά την αγορά”.
Τι έχουν να αντιπροτείνουν οι Ευρωπαίοι; Σε κάποιες περιπτώσεις ποιοτική τεχνολογία, όπώς π.χ. ο πύραυλος NSM που γίνεται τώρα βασικό βλήμα κατά πλοίων και στο Αμερικανικό Ναυτικό, αλλά είναι νορβηγικής προέλευσης. Επίσης απλούστερη διαδικασία προμήθειας αν και αυτό αφορά κυρίως τρίτες χώρες (εκτός ΝΑΤΟ), ενώ κατά περιόδους “τρέχουν” συνεργατικά προγράμματα παραγωγής-σχεδίασης οπλικών συστημάτων, π.χ. όπως οι πύραυλοι Aster. Εκεί βέβαια είναι σημαντικό να μετέχεις από την αρχή, επιμεριζόμενος και το κόστος εξέλιξης, ώστε να απολαύσεις το όφελος συμπαραγωγής στο τέλος και τα όποια έσοδα απο διεθνείς πωλήσεις.