Αν κάθε κυβέρνηση δεν τηρεί ένα συστηματικό πρόγραμμα αμυντικών εξοπλισμών, σίγουρα έχουμε δικαίωμα οι κάθε ενδιαφερόμενοι και σχολιαστές της επικαιρότητας να διαμαρτυρόμαστε. Αν τηρείται ένα πλάνο εξοπλισμών, πάλι έχουμε δικαίωμα να το κρίνουμε και να ζητάμε διορθωτικές κινήσεις, επιτάχυνση, επαύξηση κ.ο.κ. Αν το πλάνο εμφανίζεται “εκτάκτως” ή με κινήσεις που δεν συναρμολογούνται εύκολα και εδώ υπάρχει μεγάλο πεδίο κριτικής.
Αυτό που δεν είναι όμως ούτε λογικό ούτε πρέπον, είναι κάθε φορά που εμφανίζεται μια εξοπλιστική ελληνική προσπάθεια, με όλες τις γνωστές μας προβληματικές “παραδόσεις” και γραφειοκρατικές και πολιτικές και οικονομικές υστερήσεις, να ξεκινά ένα “κυνήγι κεφαλών”. Όπου αντί για κριτική ανάλυση, στοχοποιούνται επώνυμως συγκεκριμένα πρόσωπα, τόσο της πολιτικής όσο και της στρατιωτικής ηγεσίας, ενώ επιστρατεύονται και κάθε λογής άσχετα γεγονότα ή παραπολιτικοί ψίθυροι για να αποκαθηλωθούν. Και παραμένει υπό διερεύνηση πως ξεσπά ξαφνικά “επί προσωπικού” επίθεση και με -υποτίθεται ζουμερές- λεπτομέρειες (τις περισσότερες φορές ένα λασπώδες ανασκάλεμα ανοησιών), σε συγκεκριμένες αμυντικές προμήθειες.
Δυστυχώς αυτά είναι ευδιάκριτα έως και αναμενόμενα, τουλάχιστον για όποιον παρακολουθεί για πολλά χρόνια τα τεκταινόμενα στον αμυντικό χώρο, αλλά για τους περισσότερους πολίτες δεν γίνονται αντιληπτά του τι “κρύβουν” από πίσω τους.
Για την τρέχουσα λοιπόν κατάσταση να πούμε πως συνεχίζεται η προσπάθεια εξοπλισμού της χώρας. Με σίγουρα πιο αργό βηματισμό, με προβληματισμούς, με καθυστερήσεις, σε ένα πιο περιορισμένο οικονομικό περιθώριο, εντός ενός πολύ πιο ρευστού διεθνούς κλίματος και με αυξανόμενη ένταση, από ότι τα προηγούμενα χρόνια. Ενώ κάποιο “μαγικό πουγκί” δεν υπάρχει – και ποτέ δεν υπήρξε κιόλας- που να ρέει χρήμα (οπότε να ικανοποιεί κάθε αμυντική ανάγκη αλλά και να καθυσηχάζει κάθε κριτική, είτε αυτή είναι παραγωγική είτε απλά “εσκεμμένου θορύβου”).
Οπότε, έστω ως αντιστάθμισμα αρκετής φρέσκιας “λάσπης”, πρέπει να αναγνωριστεί η προσπάθεια που κάνει ο υπουργός Νίκος Δένδιας να προωθήσει μια ριζική αναθεώρηση της αμυντικής μας οργάνωσης (με μακροπρόθεσμη ματιά που άλλοι θα την περιγράψουν ως “υπεραισιόδοξη”, άλλοι όμως θα αναγνωρίσουν πως κάποτε οφείλει “να γίνει κάτι τέτοιο”). Να καταγράψουμε επίσης το ρόλο του υφυπουργού Γιάννη Κεφαλογιάννη, που τρέχει τις σχετικές εξοπλιστικές διαδικασίες εντός Βουλής. Ακόμη προσφέρει η εμπειρία του γενικού γραμματέα του υπουργείου Αντώνη Οικονόμου και η πολύχρονη παρέμβαση του επικεφαλής της ΓΔΑΕΕ, Ναυάρχου ε.α. Αριστείδη Αλεξόπουλου. Ενώ ρόλο συνδετικό διαδραματίζει ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας, Θάνος Ντοκος, με σχετική πρωθυπουργική εντολή. Όλοι οι παραπάνω όπως και η στρατιωτική ηγεσία, υπό την καθοδήγηση του Α/ΓΕΕΘΑ, Στρατηγού Δημητρίου Χούπη, προσπαθούν, χωρίς να είναι απαραίτητη η δημοσιότητα.
Σαφώς όλοι κρίνονται και ακόμη σαφέστερα και τώρα υπάρχουν ελλείψεις και υστερήσεις στις επιθυμητές εξελίξεις. Και η κριτική ανάλυση αυτών, πρέπει να γίνεται μεθοδικά και σε πολιτικό/αμυντικό πλαίσιο, όπως και για όποια επόμενη κυβέρνηση και διοίκηση. Αλλά όχι εντός πλαισίου “εσύ ειδικά δεν έκανες αυτό που μου αρέσει, εξυπηρετεί, βολεύει”. Το τελευταίο πάντα θα βγάζει “ενόχους” και τους κριτές “υπεράνω”. Εύκολο και για αυτό φθηνό.