«Είτε θα γίνουμε μέρος της νατοϊκής συμμαχίας…είτε δεν μας μένει άλλη εκδοχή παρά να εξοπλιστούμε» δήλωσε ο πρεσβευτής της Ουκρανίας Andriy Melnyk στη Γερμανία, στο γερμανικό ραδιόφωνο Deutschlandfunk, με την ερώτηση να ακολουθεί αν εννοεί και πυρηνικά όπλα για να απαντήσει «πως αλλιώς μπορούμε να εγγυηθούμε την ασφάλεια μας;»
Η δήλωση αυτή άνετα μπορεί να χαρακτηρισθεί μνημειώδης στην ανοησία της, καθώς κανείς δεν επιθυμεί την εμφάνιση μιας ακόμη πυρηνικής δύναμης στον κόσμο, ειδικά αν αυτή είναι η ασταθής πολιτικά Ουκρανία με εμφανείς μάλιστα τα τελευταία χρόνια τις ακραίες πολιτικά θέσεις της. Και φυσικά καλύτερος τρόπος για να ανάψεις το ρωσικό «φυτίλι» δεν υπάρχει από το να πεις πως η Ουκρανία θα έχει δικά της πυρηνικά όπλα.
Είναι προφανές πως ατάκες σαν και αυτή είναι μέρος μιας τελείως άτεχνης προσπάθειας του Κιέβου να εκβιάσει την ένταξη του στο ΝΑΤΟ ή έστω την διαβεβαίωση πως θα έχει την υποστήριξη του έναντι μιας ρωσικής επίθεσης. Η πίεση για αποδοχή από το ΝΑΤΟ βέβαια είναι ακόμη μια συνταγή για να ερεθιστεί η Μόσχα, καθώς και ιστορικά θεωρεί την Ουκρανία ως μέρος της δικής της σφαίρας επιρροής (όπου μέχρι πριν λίγα χρόνια πράγματι ήταν τέτοια, με φιλορωσικές κυβερνήσεις, έως την «πορτοκαλί επανάσταση» του 2004).
Παρενθετικά η Ουκρανία είναι από τα λίγα κράτη στον κόσμο που πράγματι μπορεί σε σύντομο χρονικό διάστημα να αποκτήσει πυρηνικά καθώς διαθέτει την απαραίτητη τεχνογνωσία από τη σοβιετική εποχή, ενώ στη χώρα λειτουργούν και πυρηνικοί σταθμοί που μπορεί να παράγουν τα απαιτούμενα υλικά. Άλλωστε όταν η Ουκρανία ανεξαρτητοποιήθηκε με τη διάλυση της ΕΣΣΔ, βρέθηκε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα να έχει στην κατοχή της 140 διηπειρωτικούς πυραύλους με πυρηνικές κεφαλές (το σοβιετικό οπλοστάσιο που ήταν εγκατεστημένο στα εδάφη της). Τα όπλα αυτά όμως με την υπογραφή του Μνημονίου της Βουδαπέστης μεταξύ Ουκρανίας, Ρωσίας, ΗΠΑ, Βρετανίας καταστράφηκαν ή επιστράφηκαν στη Ρωσία, με τις άλλες χώρες να παρέχουν διαβεβαιώσεις διαφύλαξης της ουκρανικής κυριαρχίας και ασφάλειας. Μέρος της συμφωνίας ήταν να ενταχθεί η Ουκρανία και στην διεθνή Συνθήκη περί μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων, ενώ αντίστοιχες διασφαλίσεις πήρε το Κίεβο και από Γαλλία και Κίνα. Έτσι μια πιθανή προμήθεια πυρηνικών όπλων όχι μόνο θα παραβιάσει ακριβώς αυτή τη συμφωνία που της προσφέρει διεθνές κύρος και προστασία, αλλά και θα αποσταθεροποιήσει τελείως την περιοχή με άγνωστες συνέπειες.
Το ζήτημα είναι πως ο συγκεκριμένος πρέσβης είναι δύσκολο να έκανε μια τόσο εξωφρενική δήλωση από μόνος του. Καθώς έχει διδακτορικό Νομικής, έχει κάνει μεταπτυχιακά στο διεθνές Δίκαιο στη Σουηδία, μετείχε στην ουκρανική αντιπροσωπεία στον ΟΑΣΕ και έχει σημαντική διεθνή εμπειρία. Ένα βιογραφικό δηλαδή που δείχνει έντονα πως η δήλωση του ήταν κατευθυνόμενη, ακριβώς για να προκαλέσει την παγκόσμια αίσθηση. Ενώ “πακέτο” μαζί με αυτή του την ατάκα πάει η χθεσινή δήλωση του υπουργού Άμυνας της Ουκρανίας, Andrii Taran, πως η Ρωσία “ετοιμάζεται να αποθηκεύσει πυρηνικά όπλα στην Κριμαία”, στην περιοχή δηλαδή που απέσπασε από την Ουκρανία από το 2014. Οι δηλώσεις αυτές έγιναν σε συνάντηση με την υποεπιτροπή Άμυνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πάλι σε μια διπλωματική προσπάθεια να περιγραφεί η ρωσική κινητοποίηση στην περιοχή ως άμεση απειλή. Μόνο που και εδώ χρησιμοποιείται η πυρηνική απειλή αλλά από την ανάποδη, ότι δηλαδή είναι η Μόσχα που επιθυμεί να συσσωρεύσει πυρηνικά όπλα σε ουκρανικό έδαφος (έστω τέως ουκρανικό), ένα επιχειρήμα δηλαδή που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αιτιολογία για την απόκτηση ανάλογων όπλων από το Κίεβο.