Στο βιβλίο του «Ο Μαύρος Κύκνος. Οι Επιπτώσεις του Άκρως Απίθανου», ο Νασίμ Νίκολας Ταλέμπ γράφει για μια γαλοπούλα που την παχαίνουν ενόψει των Ευχαριστιών. Κάθε μέρα, ο αγρότης την ταΐζει και το ζωντανό φτάνει να πιστέψει (λογικά) ότι ο αγρότης είναι ένας καλός άνθρωπος που αγαπάει τις γαλοπούλες. Ώσπου την Ημέρα των Ευχαριστιών αντιλαμβάνεται τη φρικτή αλήθεια. Αυτό, ο Ταλέμπ το ονομάζει «αντιστροφή των προσδοκιών».
Όταν μιλάμε για τον πυρηνικό πόλεμο, φοβάμαι ότι είμαστε οι γαλοπούλες. Τα τελευταία εβδομήντα χρόνια, είχαμε πειστεί ότι το πυρηνικό οπλοστάσιο του πλανήτη έχει συμβάλει στην ειρήνη μέσω της απαραβίαστης λογικής της αμοιβαίας καταστροφής: κανείς λογικός άνθρωπος δεν θα ξεκινήσει πυρηνικό πόλεμο, αφού αυτό θα οδηγήσει και στη δική του καταστροφή. Κι έτσι φτάσαμε να πάψουμε να ενδιαφερόμαστε για τον έλεγχο των εξοπλισμών. Σήμερα, ορισμένοι ειδικοί θεωρούν ότι υπάρχουν αρκετά όπλα για να εξαλείψουν το ανθρώπινο είδος -η έσχατη αντιστροφή των προσδοκιών.
Το βασικό πρόβλημα δεν είναι άνθρωποι σαν τον Πούτιν: ακόμη κι εκείνος θα το σκεφτόταν δύο φορές προτού προκαλέσει μια σύγκρουση που θα εξαφανίσει τη γη, και αν δεν το σκεφτεί εκείνος θα υπάρξουν άνθρωποι που θα τον σταματήσουν. Όχι, το σοβαρότερο πρόβλημα είναι ένας πόλεμος από λάθος: μια περίεργη ένδειξη στην οθόνη ενός ραντάρ που θα οδηγήσει σε άμεση αντεπίθεση και, προτού καλά-καλά το καταλάβουμε, πύραυλοι θα αρχίσουν να διασχίζουν τον πλανήτη.
Το BBC υπολόγισε πρόσφατα ότι σε 22 περιπτώσεις ο κόσμος έφτασε στο χείλος της καταστροφής. Σε μια από αυτές, ο Μπόρις Γιέλτσιν έσφιγγε το πυρηνικό βαλιτσάκι, προσπαθώντας να αποφασίσει κατά πόσον θα απαντούσε σε έναν μυστηριώδη πύραυλο που κατευθυνόταν στον ρωσικό εναέριο χώρο. Ευτυχώς δεν το έκανε. Όπως αποδείχθηκε, επρόκειτο για μια νορβηγική επιστημονική αποστολή.
Η νορβηγική κυβέρνηση έμεινε έκπληκτη όταν έμαθε το γεγονός, καθώς είχε ανακοινώσει την αποστολή έναν μήνα νωρίτερα. Αλλά ο Γιέλτσιν και οι στρατηγοί του ήταν τόσο απορροφημένοι από τον πύραυλο, που δεν σκέφτηκαν να κοιτάξουν τα αρχεία.
Παραδείγματα σαν κι αυτό πρέπει να μας προβληματίσουν. Σε περίπτωση επίθεσης (πραγματικής ή φανταστικής), μια χώρα έχει λίγα μόνο λεπτά να αποφασίσει, γιατί αν περιμένει περισσότερο μπορεί να εξαλειφθεί.
Ένα άλλο κλασικό παράδειγμα είναι η κρίση των πυραύλων, στην Κούβα, όταν το αμερικανικό Ναυτικό προσπάθησε να αναγκάσει ένα ρωσικό πυρηνικό υποβρύχιο να βγει στην επιφάνεια. Ο ρώσος πλοίαρχος είχε την εξουσιοδότηση να εξαπολύσει ένα πυρηνικό πλήγμα. Επειδή όμως δεν είχε επαφή με τη Μόσχα για μέρες, δεν γνώριζε αν ο πόλεμος έχει ξεκινήσει. Τελικά τον έπεισε να μην κάνει τίποτα ο αξιωματικός του, ο Βασίλι Αρχίποφ, που έμεινε στην ιστορία ως «ο άνθρωπος που έσωσε τον πλανήτη».
Συμπέρασμα: η απουσία του πυρηνικού πολέμου δεν συνιστά δικαίωση του δόγματος της αμοιβαίας καταστροφής, αλλά προϊόν καθαρής τύχης. Ο Μαξ Ρόουζερ από τον ιστότοπο World in Data έχει αποδείξει ότι ακόμη κι αν ο ετήσιος κίνδυνος πυρηνικού πολέμου είναι 1%, η σύγκρουση είναι πιθανή σε μια περίοδο 70 ετών. Και προσωπικά θεωρώ ότι το 1% είναι μικρό.
Ό,τι κι αν συμβεί λοιπόν στην Ουκρανία, πρέπει να επαναφέρουμε ως ύψιστη προτεραιότητα τον έλεγχο των εξοπλισμών. Δεν μπορούμε να σχεδιάσουμε ένα απολύτως ασφαλές σύστημα, μπορούμε όμως τουλάχιστον να μειώσουμε την πιθανότητα μιας καταστροφής. Ένα οπλοστάσιο που θα αντιστοιχεί στο 15% του σημερινού θα εξακολουθεί να μπορεί να αποτρέπει έναν πόλεμο (αφού θα σκοτώνονταν εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι), δεν θα οδηγούσε όμως σε εξάλειψη του ανθρωπίνου είδους.
Μάθιου Σιέντ, αρθρογράφος των Times