Η κατάρριψη ενός μαχητικού Rafale της Ινδίας από πακιστανικό -κινεζικής κατασκευής- J-10CE που αξιοποίησε τον πύραυλο αέρος-αέρος μεγάλου βεληνεκούς PL-15, αποτελεί ένα γεγονός που έχει προκαλέσει προβληματισμό όχι μόνο στην Ινδία, αλλά και σε κάθε χώρα, και βέβαια την Ελλάδα, για το μέλλον των αεροπορικών συγκρούσεων.
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: J-10C, το κινεζικό μαχητικό που κοιτά στα μάτια τα δυτικά
Όπως αναφέρει σε εκτενές άρθρο του, το Reuters, έχοντας μιλήσει με αξιωματούχους και από τις δύο πλευρές, η κρίσιμη σύγκρουση ξεκίνησε μετά τα μεσάνυχτα, καθώς άρχιζε η 7η Μαϊου 2025, όταν στο αρχηγείο επιχειρήσεων της Πακιστανικής Αεροπορίας οι οθόνες γέμισαν με ενδείξεις, δείχνοντας την εμφάνιση δεκάδων ινδικών αεροσκαφών στην δική τους πλευρά των συνόρων, στο Κασμίρ. Ο Αρχηγός της Πακιστανικής Αεροπορίας, Πτέραρχος Zaheer Sidhu, είχε περάσει ήδη μέρες κοιμώμενος σε ένα στρώμα κοντά στην αίθουσα επιχειρήσεων, αναμένοντας μια ινδική επίθεση.
Η ένταση μεταξύ των δύο χωρών είχε κλιμακωθεί μετά από μια πολύνεκρη επίθεση κατά τουριστών σε ινδικό έδαφος στο Κασμίρ, την οποία το Νέο Δελχί απέδωσε σε ομάδα τρομοκρατών που υποστηρίζεται από το Πακιστάν. Έτσι η Ινδία υποσχέθηκε αντίποινα, τα οποία εκδηλώθηκαν με αεροπορικές επιδρομές τις πρώτες πρωινές ώρες της 7ης Μαΐου. Από την πλευρά του, ο Sidhu διέταξε τα πακιστανικά αεροσκάφη, ανάμεσα τους τα κινεζικής κατασκευής J-10C, γνωστά και ως Vigorous Dragons, να απογειωθούν.
Η μάχη, που διήρκεσε περίπου μία ώρα και διεξήχθη μέσα στη νύχτα, περιλάμβανε περίπου 110 αεροσκάφη και από τις δύο πλευρές, καθιστώντας τη, τη μεγαλύτερη αεροπορική σύγκρουση των τελευταίων δεκαετιών. Και είναι αξιοσημείωτο ότι καμμία από τις δύο πλευρές δεν διέσχισε τα σύνορα, οπότε όλη έγινε από μεγάλη απόσταση, δηλαδή άλλη μια πρωτοτυπία. Εκεί καταγράφηκε και η κατάρριψη ενός Rafale από J-10C, με πύραυλο PL-15.
H πακιστανική αυτή επιτυχία όμως οφείλεται και σε έναν συνδυασμό παραγόντων, με κυριότερο την αποτυχία της ινδικής υπηρεσίας πληροφοριών να εκτιμήσει σωστά τις ικανότητες του συγκεκριμένου όπλου. Οι Ινδοί πιλότοι πίστευαν ότι βρίσκονταν εκτός της εμβέλειας των πακιστανικών πυραύλων, που θεωρούσαν ότι έφθανε στα 150 χιλιόμετρα, με βάση τις έως τότε γνωστές προδιαγραφές της εξαγώγιμης έκδοσης του PL-15.
Μετά τις “δάφνες” στο Πακιστάν, η Κίνα προτείνει το μαχητικό J-10 στην Κολομβία
Ωστόσο, ο πύραυλος που έπληξε το Rafale αναφέρεται πως εκτοξεύτηκε από απόσταση περίπου 200 χιλιομέτρων, σύμφωνα με Πακιστανούς αξιωματούχους, ή ακόμα μεγαλύτερη, σύμφωνα με Ινδούς. Κάτι που δείχνει και την τεχνολογική πρόοδο της Κίνας στον τομέα (σ.σ. αλλά και πιθανά πως στο Πακιστάν είχαν δοθεί από τους Κινέζους οι πιο εξελιγμένες εκδόσεις του PL-15, που υποτίθεται δεν ήταν προς εξαγωγή).
Η κατάσταση επιδεινώθηκε από την επιτυχημένη ηλεκτρονική επίθεση του Πακιστάν, η οποία φαίνεται ότι “μπλόκαρε” τα ινδικά συστήματα του πλέγματος αεράμυνας. Πακιστανοί αξιωματούχοι ανέφεραν ότι χρησιμοποίησαν προηγμένο σύστημα ηλεκτρονικού πολέμου για να διαταράξουν τις ινδικές επικοινωνίες και τα ραντάρ, μειώνοντας την επίγνωση της κατάστασης των Ινδών πιλότων. Πάντως Ινδοί αξιωματούχοι αρνούνται πως κάτι τέτοιο συνέβη, τουλάχιστον στα Rafale, αλλά παραδέχονται ότι υπήρξαν προβλήματα με τα συστήματα των ρωσικής κατασκευής Sukhoi Su-30 της Ινδικής Αεροπορίας, τα οποία τώρα αναβαθμίζονται.
Ακόμη, κρίσιμη ήταν η ικανότητα του Πακιστάν να δημιουργήσει ένα αποτελεσματικό “kill chain”, δηλαδή ένα δίκτυο που συνδέει αισθητήρες αέρος, εδάφους και διαστήματος, οπότε έδωσε στα J-10C του απαραίτητο κρίσιμο πλεονέκτημα. Εδώ το σύστημα τακτικών επικοινωνιών Link 17, που έχει αναπτύξει το Πακιστάν, προσέφερε στα J-10C λήψη πληροφοριών από ιπτάμενα ραντάρ Saab 2000 Erieye, επιτρέποντας τους να πετούν χωρίς να ενεργοποιούν τα ραντάρ τους, καθιστώντας τα μη εντοπίσιμα από τα ινδικά συστήματα ESM και τους δέκτες RWR των Rafale. Ενώ ο πύραυλος μπορεί να έλαβε πληροφορίες κατά την πτήση του, με δεδομένα ανανέωσης στόχων, και πάλι χωρίς να χρειαστεί να ενεργοποιηθούν τα ραντάρ των J-10 που έκαναν την άφεση.
Την επίθεση ευνόησε ακόμη το ότι η Ινδία είχε συγκεντρώσει πολλά αεροσκάφη της σε ένα σχετικά περιορισμένο εναέριο χώρο, οπότε υπήρχε “αφθονία στόχων” για τους Πακιστανούς (άλλο ένα μάθημα τακτικής).
Η Ινδία ανέκτησε πύραυλο αέρος-αέρος PL-15, ίδιον με αυτό που θεωρητικά κατέρριψε το Rafale
Ένα επιπλέον στοιχείο της σύγκρουσης, το ανέφερε ο αναπληρωτής αρχηγός του ινδικού Στρατού, Υποστράτηγος Rahul Singh, ο οποίος κατηγόρησε το Πακιστάν ότι έλαβε “πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο” από την Κίνα κατά τη διάρκεια της μάχης, υπονοώντας ότι το Πεκίνο παρείχε δεδομένα από δικά της ραντάρ και δορυφορική επισκόπηση.
Το Πακιστάν αρνείται αυτές τις κατηγορίες, ενώ η Κίνα χαρακτήρισε τη γενικότερη στρατιωτική συνεργασία της με το Ισλαμαμπάντ ως “φυσιολογική”. Πάντως ακολούθησε τον Ιούλιο επίσκεψη του Κινέζου αρχηγού της Αεροπορίας, Υποστράτηγου Wang Gang, στο Πακιστάν, ώστε να συζητήσει την τακτική που χρησιμοποιήθηκε για την κατάρριψη του Rafale, άρα και την απόδοση του κινέζικου εξοπλισμού σε πραγματικές συνθήκες μάχης.
Η εξέλιξη του πολέμου
Πάντως η Ινδία συνέχισε τις επιχειρήσεις της κατά πακιστανικών στόχων, τόσο στρατιωτικών υποδομών όσο και εγκαταστάσεων, όπου εκτιμούσε πως ήταν κέντρα εκπαίδευσης τρομοκρατών ή τοποθεσίες συνάθροισης τους. Οι υπερηχητικοί πύραυλοι κρουζ BrahMos, ινδικής κατασκευής, διαπέρασαν τις πακιστανικές αεράμυνες, όπως και οι γαλλικοί SCALP, ενώ οι ανταλλαγές επιθέσεων και με συμμετοχή πυροβολικού και μη επανδρωμένων, συνεχίστηκαν έως τις 10 Μαΐου. Η σύγκρουση έληξε με κατάπαυση του πυρός αργότερα την ίδια ημέρα, μετά από διαπραγματεύσεις, με τη μεσολάβηση των Ηνωμένων Πολιτειών.
Όπως γράφει το Reuters, αναφέροντας σχόλιο του βρετανού Πτεράρχου ε.α. Γκρεγκ Μπάγκγουελ (τέως επικεφαλής της RAF), η σύγκρουση δεν ανέδειξε σαφή υπεροχή του δυτικών ή των κινεζικών όπλων, αλλά τόνισε πόσο σημαντική είναι η διαχείριση της πληροφορίας, όπου όποια πλευρά έχει τη καλύτερη εποπτεία και αντίληψη του περιβάλλοντος, θα είναι και ο νικητής.
Πύραυλος αέρος-αέρος PL-15, η κινεζική απάντηση σε Meteor και AIM-120D για βολές στα 200 χιλιόμετρα
Ο αντίκτυπος σε Δύση αλλά και Ελλάδα
Πέρα από το ρεπορτάζ του Reuters, σε ότι αφορά τις δυτικές αεροπορίες και δόγματα μάχης, η σύγκρουση Ινδίας-Πακιστάν έδειξε πως η Κίνα έχει εξελιχθεί σημαντικά τεχνολογικά και μπορεί να προσφέρει ολοκληρωμένες λύσεις εναέριας μάχης, με συνδυασμό νέων αεροσκαφών και όπλων όπως ο PL-15, ενώ ήδη αναπτύσσει ακόμη πιο εξελιγμένα συστήματα όπως τα stealth μαχητικά J-20, J-35 και άλλα. Οπότε η κατάρριψη ενός Rafale δεν είναι απλώς ένα μεμονωμένο περιστατικό, αλλά και σημάδι ότι η παγκόσμια στρατιωτική ισορροπία ίσως μετατοπίζεται.
Για την Ελλάδα, το ίδιο συμβάν αποτελεί επίσης σοβαρό θέμα προβληματισμού. Η Τουρκία έχει στενές σχέσεις με το Πακιστάν, με μεγάλη στρατιωτική συνεργασία και πωλήσεις όπλων, οπότε αργά ή γρήγορα θα ενσωματώσει τις διδαχές της σύγκρουσης, και ίσως και θα καταφέρει και σχετική μεταφορά τεχνογνωσίας. Πολύ πρόσφατα, τουρκικές εταιρείες ανακοίνωσαν όχι έναν, αλλά δύο διαφορετικούς πυραύλους αέρος-αέρος με κινητήρα ramjet μεγάλης εμβελείας, που σε κάποια χρόνια θα λάβουν και επιχειρησιακή πιστοποίηση.
Επίσης η Άγκυρα είχε στο παρελθόν συνεργαστεί με την Κίνα για αγορά στρατιωτικής τεχνογνωσίας βαλλιστικών πυραύλων (με το σύστημα εκτοξευτών B-611) το οποίο αποτέλεσε τη βάση εξέλιξης για τα μετέπειτα ανάπτυξης τουρκικά αντίστοιχα όπλα, όπως οι πύραυλοι Bora/Tayfun. Άρα δεν μπορούμε να αποκλείσουμε κάτι αντίστοιχο να ξανασυμβεί σε κάθε τομέα αμυντικής τεχνολογίας, είτε ευθέως, είτε έμμεσα μέσω Πακιστάν, ή Αζερμπαϊτζάν.
Gökhan, παρουσιάστηκε και 2ος τουρκικός πύραυλος αέρος-αέρος μεγάλης εμβελείας
Ακόμη η Τουρκία έχει ήδη ξεκινήσει την επένδυση σε αεροσκάφη ηλεκτρονικού πολέμου, έχει νέας τεχνολογίας ιπτάμενα ραντάρ E-7 Wedgetail, ενώ συγκροτεί μια δική της πολυστρωματική αεράμυνα με εγχώριας παραγωγής ραντάρ, αντιαεροπορικά όπως και σύστημα διοίκησης-ελέγχου του εναέριου χώρου. Άρα σε μεγάλο βαθμό “βαδίζει” στα βήματα του Πακιστάν, δημιουργώντας και αναζητώντας δικούς της πολλαπλασιαστές ισχύος της Αεροπορίας της.
Το 2028 σε υπηρεσία τα τουρκικά αεροσκάφη ηλεκτρονικού πολέμου
Συμπερασματικά, η κατάρριψη του Rafale από το J-10CE και τον PL-15 αποτελεί ένα σημείο καμπής στη σύγχρονη εναέρια μάχη. Σαφώς μια μόνο πτώση αεροσκάφους δεν απαξιώνει το Rafale, που παραμένει ένα από τα πιο αξιόλογα δυτικά μαχητικά. Αλλά φανερώνει την ανάγκη για μεθοδική αξιοποίηση του, με σωστές τακτικές και νέα δόγματα, με διαρκή αναζήτηση πληροφοριών για τη δράση του δυνητικού αντιπάλου του, με προσεκτικό προγραμματισμό αποστολών και με ενίσχυση του (όπως και κάθε μαχητικού), με ένα πλέγμα ψηφιακής ανάλυσης, συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων και οπωσδήποτε εντός ενός δικτυοκεντρικού συστήματος διαχείρισης. Πλέον το μέλλον της αεροπορικής μάχης θα εξαρτηθεί από την ικανότητα των κρατών να προσαρμοστούν σε ένα περιβάλλον όπου η τεχνολογική υπεροχή δεν θα είναι εγγυημένη.