Το μαχητικό J.21, όπως και το J.29 Tunnan, αποτέλεσαν προϊόντα της ανησυχίας των Σουηδών περί της ασφαλείας τους κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η οποία εντάθηκε μετά τη γερμανική εισβολή στη Νορβηγία και τη Δανία το 1940, αν και τα δύο κράτη είχαν κρατήσει στάση ουδετερότητος. Κρίνοντας ότι τα υπάρχοντα αεροπορικά της μέσα δεν ήταν επαρκή για τη διασφάλιση της επιτυχούς αμύνης της, η Σουηδία θεώρησε ότι ο εκσυγχρονισμός και η ενίσχυση του στόλου της ήταν μονόδρομος.
Όπως ακριβώς και με το J.29, η Σουηδία αντιμετώπισε προβλήματα επιθυμώντας να αποκτήσει πρόσβαση στην γερμανική τεχνολογία, λόγω των περιορισμών που προέκυψαν μετά το ξέσπασμα του πολέμου. Από καθαρή τύχη μπόρεσε να λάβει τους κινητήρες Daimler-Benz DB 605B, καθώς η Γερμανία προσπαθούσε να εμποδίσει την παράδοσή τους. Αυτές οι συνθήκες οδήγησαν στην απόφαση ενός εγχωρίου προγράμματος επανεξοπλισμού ώστε να επιτύχει μια πολιτική «ενόπλου ουδετερότητος».
Οι ίδιες ανησυχίες επικρατούσαν και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς και στις πολύ πρώτες ημέρες του Ψυχρού Πολέμου. Γι’αυτό κατέληξε στην απόφαση αξιοποιήσεως και ενσωματώσεως των τεχνολογικών επιτευμάτων που είχαν προκύψει, ειδικά όσα αφορούσαν την πρόωση. Το Saab J.21 αποτέλεσε το έναυσμα της μετάβασης από τον εμβολοφόρο στον jet κινητήρα.
Η χρησιμοποίηση του J.21 ως βάση δημιουργίας ενός νέου μαχητικού, υπήρξε προϊόν της καινοτόμου σκέψεως της Σουηδίας. Αν και το J.29 Tunnan ήταν το πρώτο αεριωθούμενο που κατασκευάστηκε εξ αρχής για αυτόν τον σκοπό, το J.21 υπήρξε το πρώτο μαχητικό της χώρας με jet κινητήρα. Και ενώ το J.29 Tunnan εκτόπισε το J.21, το τελευταίο κατόρθωσε να καθιερωθεί ως ένα πολύ καλό αεροσκάφος προσβολής χερσαίων στόχων μέχρι το 1956, καθιστώντας το έναν πρώϊμο ψυχροπολεμικό μαχητή. Αυτό ήταν ένα τεράστιο βήμα για τη σουηδική αεροναυπηγική και κατ’επέκταση την Πολεμική Αεροπορία της χώρας.
H συνέχεια στο Military History