Οι φιλόδοξες απαιτήσεις του Πολωνικού Τμήματος Αεροναυπηγικής για ένα διθέσιο, δικινητήριο μαχητικό-βομβαρδιστικό καθέτου εφορμήσεως βρήκαν ανταπόκριση στο P.Z.L. P.38 Wilk («Λύκος»), που όμως δεν πέρασε το στάδιο του πρωτοτύπου έως την έναρξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Το αεροσκάφος επρόκειτο να αντικαταστήσει το πεπαλαιωμένο P.Z.L. P.11 των αρχών του 1930 και να πρωταγωνιστήσει με πολλαπλές ιδιότητες, όπως αυτή των επιθέσεων εναντίον κινητών ή ακινήτων εδαφικών στόχων. Ο συνδυασμός τέτοιων ρόλων – που θεωρήθηκε κάπως υπερβολικός για την εποχή –ήταν αυτός που θα αναδείκνυε, μερικά χρόνια αργότερα, αεροπλάνα όπως το P-47 Thunderbolt, το Focke-Wulf Fw 190 και το Hawker Typhoon. Υπεύθυνος του προγράμματος ήταν ο Franciszek Misztal, ο οποίος βασίστηκε στο δικινητήριο P.Z.L. P.37 Los του Jerzy Dabrowski, αλλά με διαστάσεις μικρότερες κατά 1/3.
Τεχνικά χαρακτηριστικά
Το νέο αεροσκάφος, όπως και το P.37, ήταν εξ ολοκλήρου κατασκευασμένο από μέταλλο, έχοντας λεπτή άτρακτο οβάλ διατομής. Οι πτέρυγες, τοποθετημένες στο χαμηλό τμήμα της, κατέληγαν σε στρογγυλεμένες άκρες. Ο οπλισμός του θα ήταν ένα ρυγχαίο πυροβόλο FK-A των 20 χιλιοστών με δύο ακόμη σταθερά πολυβόλα PWU wz.36 των 7,62. Για την άμυνά του θα έφερε στο οπίσθιο τμήμα του κόκπιτ δύο κινητά PWU wz.37 των 7,62, ώστε να βάλλουν μεταξύ του διπλού καθέτου ουραίου. Είχε επίσης τη δυνατότητα μεταφοράς μίας βόμβας των 661 λιβρών κάτω από την άτρακτο. Το μήκος του ήταν 8,35 μέτρα ενώ το άνοιγμα πτερύγων έφτανε τα 11,05 μέτρα. Τα σχέδια προέβλεπαν δύο οκτακύλινδρους αερόψυκτους κινητήρες P.Z.L. Foka, οι οποίοι βρίσκονταν στη διαδικασία κατασκευής από το Stanislaw Nowkunski. Οι δωδεκάλιτροι Hispano-Suiza προτάθηκαν ως μια πιθανή εναλλακτική λύση.
Αρχικά πλάνα
Οι Πολωνοί σκόπευαν να κατασκευάσουν δύο διαφορετικές εκδόσεις: Το P.Z.L. P.39, αποτελεσματικό σε χαμηλό υψόμετρο, καθέτου εφορμήσεως ελαφρύ βομβαρδιστικό και αναχαιτιστικό, το οποίο θα αντικαθιστούσε τα P.11 δεκαπέντε αεροπορικών μονάδων το 1939, ενώ θα στελέχωνε δύο ακόμη καινούριες το 1940. Το δεύτερο θα ήταν το P.Z.L. P.38, ικανό για υψόμετρο έως 30.000 πόδια και συνοδευτικό αποστολών. Θα εντασσόταν σε δέκα μονάδες μαχητικών το 1939. Συνολικά 32 Μοίρες θα ενισχύονταν με P.38, ενώ το 1941 θα αντικαθιστούσε και τα P.Z.L. P.23 Karas των μονάδων πρώτης γραμμής.
Το αρχικό πλάνο χρήσεως των P.38 και P.39 ως κατ΄εξοχήν μαχητικά διακόπηκε νωρίς (κατά τα τέλη του 1936), όταν ξεκίνησαν τα σχέδια για το μονοθέσιο μονοκινητήριο P.Z.L. P.50 Jastrzab, ενώ η όλη ιδέα για το P.39 εγκαταλείφθηκε πλήρως. Τον Οκτώβριο του ιδίου έτους αποφασίστηκε ο σχηματισμός δέκα μονάδων με P.38, στελεχωμένες με δέκα αεροσκάφη πρώτης γραμμής και δέκα ακόμη ως εφεδρείες. Αυτές θα ήταν Μοίρες καθέτου εφορμήσεως, αλλά θα χρησιμοποιούνταν και ως Μοίρες μαχητικών εκτάκτου ανάγκης, εάν οι συνθήκες το απαιτούσαν.
Οι εργασίες για πιο ενδελεχή σχέδια του νέου μαχητικού είχαν ήδη ξεκινήσει από τις αρχές του 1936, ενώ οι στατικές δοκιμές δύο πρωτοτύπων πραγματοποιήθηκαν κατά την άνοιξη. Η οριστική απόφαση περί των κινητήρων επρόκειτο να ληφθεί εντός του ιδίου έτους, σκοπεύοντας στην επίσημη έναρξη της παραγωγής μέσα στο 1937.
Κινητήρες και προβλήματα
Ο πολωνικής κατασκευής P.Z.L. Foka βασιζόταν σε έναν παλαιότερο τετρακύλινδρο, ο οποίος όμως είχε μείνει στα σχέδια. Τα πράγματα πήραν άλλη τροπή με το θάνατο του μηχανικού αεροσκαφών Nowkunski (σκοτώθηκε σε κάποιο αναρριχητικό ατύχημα το 1936), όπου ο κινητήρας του ήταν ακόμα σε πολύ πρώϊμο στάδιο. Όταν δοκιμάστηκε μολαταύτα, προβλημάτισε αρκετά, καθότι σχετικά μικρός για τις ανάγκες ισχύος του νέου αεροσκάφους. Οι περιπτώσεις του αμερικανικού Ranger όπως και του γαλλικού δεκατετρακύλινδρου αερόψυκτου αστεροειδούς διπλής σειράς Gnome-Rhone άρχισαν τότε να εξετάζονται σοβαρά. Υπόψιν, τα δύο πρωτότυπα είχαν ήδη κατασκευαστεί από τα μέσα του 1937 και εκκρεμούσε το θέμα των κινητήρων τους. Τελικά αποφασίστηκε η χρησιμοποίηση και των δύο, αλλά για διαφορετικούς σκοπούς. Ο Gnome-Rhône επιλέχθηκε για το P.Z.L. P.48 (Lampart), ενώ ο Ranger προοριζόταν για τις δοκιμές του δευτέρου πρωτότυπου, του P.38/II.
H δημόσια εμφάνιση του πρωτοτύπου P.38/I έλαβε χώρα στο Σαλόνι Αεροναυπηγικής του Παρισιού προς τα τέλη του 1938. Σε αυτό είχαν τοποθετηθεί δύο Foka I, μη πτητικής δυνατότητας όμως. Μετά την επιστροφή του στην Πολωνία, εφοδιάστηκε με τον Foka II, των 420 ίππων (και 620 κατά την απογείωση), ο οποίος είχε δείξει αρκετά αξιόπιστος. Οι πτητικές δοκιμές ξεκίνησαν τον Ιανουάριο του 1939. Ωστόσο, ο συγκεκριμένος κινητήρας δεν μπήκε σε μαζική παραγωγή, κάτι που οδήγησε σε νέο αδιέξοδο. Το δεύτερο πρωτότυπο, P.38/II, τροφοδοτούμενο με δύο Rangers SGV-770B ανάστροφης διάταξης V12, 450 ίππων, πραγματοποίησε την παρθενική του πτήση το Μάιο του 1938. Η συγκεκριμένη έκδοση ήταν αυτή που χρησιμοποιήθηκε εκτενώς για τις δοκιμές του νέου αεροσκάφους.
Άδοξη κατάληξη
Με την Γερμανική εισβολή, τα δύο αυτά πρωτότυπα ήταν τα μόνα δείγματα του P.38 που είχαν καταφέρει οι Πολωνοί να κατασκευάσουν. Πέρασαν σε γερμανικά χέρια και αγνοείται ολοσχερώς το τι απέγιναν. Την ίδια περίπου τύχη είχε και το P.48 Lambert, όπου το πρώτο πρωτότυπο δεν είχε καν ολοκληρωθεί. Οι δοκιμές του καθυστέρησαν λόγω του Foka που επρόκειτο να δεχτεί, μέχρι να αποφασιστεί τελικώς από τη διοίκηση Αεροπορίας ο Gnome-Rhône των 700 ίππων. Έτσι, έμεινε απλώς στα σχέδια, αφού ο Σεπτέμβριος του 1939 άλλαξε τη μοίρα της χώρας και ακύρωσε τους αμυντικούς σχεδιασμούς των Πολωνών.