Το κυρίαρχο θέμα στη συνεδρίαση της Επιτροπής Εξοπλιστικών της 4ης Δεκεμβρίου είναι η εισαγωγή προς ενημέρωση του μεγάλου προγράμματος προμήθειας των 36 ισραηλινών συστημάτων πολλαπλών εκτοξευτών ακριβείας PULS, συνολικού ύψους περίπου 700 εκατομμυρίων ευρώ. Πρόκειται αναμφισβήτητα για ένα από τα πιο σημαντικά και πιο ουσιαστικά εξοπλιστικά βήματα της τελευταίας δεκαετίας, καθώς η σύμβαση περιλαμβάνει εξαιρετικά μεγάλες ποσότητες πυρομαχικών όλων των κατηγοριών, που μεταμορφώνουν πλέον πλήρως τις δυνατότητες του Ελληνικού Πυροβολικού Μάχης σε όλα τα επίπεδα εμβέλειας και ακριβείας.
Τα συγκεκριμένα συστήματα είναι πλήρως συμβατά και θα μπορούν να εκτοξεύουν ρουκέτες Accular 122 mm με βεληνεκές έως 35 χιλιόμετρα, Accular 160 mm που φτάνουν τα 40 χιλιόμετρα, κατευθυνόμενους πυραύλους EXTRA με μέγιστη ακτίνα δράσης 150 χιλιομέτρων, καθώς και τους πολύ ισχυρούς πυραύλους Predator Hawk που αγγίζουν σχεδόν τα 300 χιλιόμετρα. Επιπλέον, τα PULS δίνουν τη δυνατότητα πλήρους ενσωμάτωσης και χρήσης περιφερόμενων πυρομαχικών όπως το SkyStriker, επεκτείνοντας ακόμη περισσότερο το φάσμα των αποστολών που μπορεί να αναλάβει το Πυροβολικό.
PULS για την Ελλάδα: οι τελευταίες εξελίξεις και τι προσφέρεται στη χώρα μας
Με την απόκτηση αυτών των μέσων, το Ελληνικό Πυροβολικό αποκτά για πρώτη φορά την ικανότητα να πλήττει στόχους σε πραγματικό βάθος εκατοντάδων χιλιομέτρων πίσω από τις εχθρικές γραμμές, αλλάζοντας ολοκληρωτικά την ισορροπία πυρός στο Αιγαίο και δημιουργώντας έναν εξαιρετικά ισχυρό και πειστικό αποτρεπτικό παράγοντα απέναντι σε οποιοδήποτε ενδεχόμενο αντίπαλο.
Το πρόγραμμα ήταν πλήρως ολοκληρωμένο τόσο τεχνικά όσο και οικονομικά εδώ και σχεδόν έναν ολόκληρο χρόνο, ωστόσο η εισαγωγή του στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή καθυστέρησε σημαντικά, με την ανεπίσημη –αλλά ευρέως διακινούμενη– εξήγηση ότι ο πόλεμος στη Γάζα δημιούργησε πολιτικές συνθήκες που επέβαλλαν ιδιαίτερη προσοχή στις κινήσεις της ελληνικής πλευράς. Η παρατεταμένη αυτή αναμονή είχε προκαλέσει εμφανή δυσαρέσκεια στην ισραηλινή πλευρά, η οποία θεωρούσε πλέον ότι οι καθυστερήσεις είχαν ξεπεράσει κάθε λογικό και αποδεκτό όριο.
Η Elbit Systems σε επαφές για παραγωγή εντός Γερμανίας πυρομαχικών του εκτοξευτή PULS
Το πρόγραμμα εισάγεται τελικά πολύ αργότερα από ό,τι αρχικά είχε προγραμματιστεί, αλλά αναμένεται πλέον να προχωρήσει άμεσα προς υπογραφή και υλοποίηση. Παραμένει ωστόσο αδιευκρίνιστο τι ακριβώς σχεδιάζει ο Ελληνικός Στρατός για τα υφιστάμενα συστήματα MLRS M270, τα οποία είτε θα πρέπει να εκσυγχρονιστούν είτε θα χρειαστεί επανακαθορισμός του ρόλου τους μέσα στη νέα, πολύ πιο ισχυρή δομή πυρός του Πυροβολικού.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι επίσης η ταυτόχρονη εισαγωγή τεσσάρων κρίσιμων προγραμμάτων του Πολεμικού Ναυτικού, τα οποία όλα είχαν βρεθεί αντιμέτωπα με ανάλογες ή και μεγαλύτερες καθυστερήσεις. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η προμήθεια των 52 πυραύλων RIM-116 RAM Block 2A, που προορίζονται για την ολοκλήρωση του αντιαεροπορικού οπλισμού των δύο τελευταίων πυραυλακάτων Super Vita της κλάσης Ρουσσέν.
ΑΝΑΛΥΣΗ: Γιατί αγοράσαμε πυραύλους RAM Block 2A για τις “Ρουσσέν” και τι γίνεται με τις FDI
Η σύμβαση ήταν έτοιμη από πέρσι, ωστόσο για ανεξήγητους λόγους δεν είχε φτάσει ποτέ στη Βουλή, με αποτέλεσμα τα δύο αυτά πλοία να επιχειρούν μέχρι σήμερα χωρίς το κρίσιμο σύστημα εγγύς αντιαεροπορικής και αντιπυραυλικής άμυνας. Με την έγκριση της 4ης Δεκεμβρίου, η διαδικασία περνά στο τελικό στάδιο, ώστε να υπογραφεί άμεσα από τη ΓΔΑΕΕ και να κλείσει οριστικά μια πολύ σοβαρή εκκρεμότητα που επιβάρυνε σημαντικά την επιχειρησιακή ετοιμότητα του Στόλου.
Παρόμοια καθυστέρηση είχε παρατηρηθεί και στο πρόγραμμα προμήθειας των VTOL UAV S-100 Camcopter της Schiebel, που έχουν σχεδιαστεί ειδικά για να εξοπλίσουν τις τρεις πρώτες ελληνικές φρεγάτες FDI HN (Κίμων, Νέαρχος, Φορμίων). Παρόλο που ο τύπος είχε προβλεφθεί ρητά μέσα στην αρχική σύμβαση των FDI, η ξεχωριστή συμβασιοποίησή του δεν προχώρησε καθόλου το 2023. Χαρακτηριστικό της κατάστασης ήταν ότι στις 28 Οκτωβρίου, κατά την παρέλαση της Θεσσαλονίκης, παρουσιάστηκε δημόσια ομοίωμα S-100, δημιουργώντας την παράδοξη εικόνα ενός οπλικού συστήματος που επιδεικνύεται ενώ δεν έχει ακόμη συμβασιοποιηθεί.
Ο Ν. Δένδιας στο εργοστάσιο των UAV S-100, που θα μπουν στις φρεγάτες FDI
Η επιτροπή θα ενημερωθεί επίσης για τη σκοπιμότητα και τις λεπτομέρειες του προγράμματος μεσοπρόθεσμου εκσυγχρονισμού των υφιστάμενων ναρκοθηρευτικών του ΠΝ, επιλογή που προέκυψε μετά το πλήρες «στέγνωμα» της διεθνούς αγοράς μεταχειρισμένων σκαφών. Το ελληνικό ενδιαφέρον είχε στραφεί αρχικά προς τα βελγικά Tripartite-class, που αποτέλεσαν τη ραχοκοκαλιά της βελγικής ναρκαλιείας, αλλά η βελγική κυβέρνηση δεν προχώρησε στην αποδέσμευσή τους. Αντίστοιχα, το Ηνωμένο Βασίλειο διέθετε τις πολύ αξιόλογες κλάσεις Hunt και Sandown, αλλά η βρετανική πλευρά καθυστέρησε σημαντικά την αποδέσμευση λόγω της μετάβασής της σε νεότερα –κυρίως μη επανδρωμένα– συστήματα, ενώ οι αυξημένες ανάγκες στη Μαύρη Θάλασσα μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία περιόρισαν περαιτέρω τη διαθεσιμότητα. Έτσι, ο εκσυγχρονισμός των ελληνικών ναρκοθηρευτικών με νέα σόναρ, τηλεχειριζόμενα υποβρύχια οχήματα ROV και σύγχρονα συστήματα εντοπισμού και ταξινόμησης ναρκών εμφανίζεται ως η πιο άμεση και ρεαλιστική λύση.
Τέλος, εισάγεται προς ενημέρωση το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των κύριων πυροβόλων Mk45 Mod 2 των φρεγατών ΜΕΚΟ200ΗΝ στη διαμόρφωση Mod 2 CCS από την BAE Systems. Πρόκειται για μια σημαντική τεχνική αναβάθμιση που περιλαμβάνει πλήρη ψηφιοποίηση των συστημάτων ελέγχου πυρός, βελτιώσεις στην ακρίβεια βολής, στη σταθεροποίηση, στην αξιοπιστία και στη διασύνδεση με τα υπόλοιπα ηλεκτρονικά του πλοίου. Παρόλο που η νέα διαμόρφωση δεν περιλαμβάνει τη μεγαλύτερη κάννη του Mod 4, η συνολική επιχειρησιακή απόδοση μετά τον εκσυγχρονισμό προσεγγίζει σε μεγάλο βαθμό εκείνη της νεότερης έκδοσης. Τα συγκεκριμένα πυροβόλα έχουν αποδειχθεί εξαιρετικά αποτελεσματικά, με την πρόσφατη συμμετοχή τους σε επιχειρήσεις στην Ερυθρά Θάλασσα να επιβεβαιώνει την αξία τους σε πραγματικές συνθήκες υψηλής απειλής.
ΕΞΕΛΙΞΗ: Το νέο “επεισόδιο” εκσυγχρονισμού των ΜΕΚΟ200ΗΝ, αναβάθμιση σε στάδια και με χορηγίες
Η ταυτόχρονη εισαγωγή όλων αυτών των προγραμμάτων σηματοδοτεί μια κρίσιμη και συντονισμένη προσπάθεια ουσιαστικής ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων, ενώ αναδεικνύει την ανάγκη για ταχύτερη, πιο αποτελεσματική και πιο προβλέψιμη διαχείριση των εξοπλιστικών στο μέλλον. Παρά τις σημαντικές καθυστερήσεις που είχαν προηγηθεί, τα προγράμματα κινούνται πλέον με σαφώς μεγαλύτερη ταχύτητα και αποφασιστικότητα, προσδίδοντας κρίσιμες και μακροχρόνιες επιχειρησιακές δυνατότητες σε Στρατό και Ναυτικό για όλη την επόμενη δεκαετία και πέραν αυτής.









