Παρίσι, 29 Ιανουαρίου 1940: Εδώ και πέντε μήνες, η Γαλλία έχει κηρύξει τον πόλεμο στη Γερμανία. Τίποτα θεαματικό δεν έχει συμβεί από τότε, εκτός βέβαια από την κατάρρευση της αβοήθητης Πολωνίας. Σε ένα από τα παριζιάνικα Bistrot, μια παρέα νεαρών που δεν έχουν επιστρατευθεί αφού είναι φοιτητές, συγκεντρώνεται γύρω από το ραδιόφωνο. Η ομιλία του πρωθυπουργού Edouard Daladier προς τον γαλλικό λαό με τίτλο “Ο στόχος των Ναζί είναι η σκλαβιά” ξεκινά:
«Θα κάνουμε κάτι πολύ περισσότερο από το να νικήσουμε τον πόλεμο!» διακηρύσσει ο Γάλλος πρωθυπουργός. «…αυτοί οι τρελοί που διοικούν στο Βερολίνο», συνεχίζει, «θέλουν να πλάσουν έναν κόσμο με αφέντες και σκλάβους! Η Γαλλία θα νικήσει στο όνομα της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας!».
Οι νεαροί φίλοι εμπνέονται από τον λόγο του Daladier. Προχτές η εφημερίδα Le Parisien εξηγούσε σε άρθρο της τη στρατιωτική υπεροχή της Γαλλίας, απαριθμώντας οπλικά συστήματα και μεραρχίες. Η Le Figaro είχε ρεπορτάζ από την πανίσχυρη γραμμή Μαζινό. «Δεν έμαθαν το μάθημά τους την προηγούμενη φορά» λέει ο ένας από τους φίλους. «Αύριο θα διακόψω τις σπουδές μου και θα καταταγώ!» λέει ένας άλλος και οι υπόλοιποι πείθονται αμέσως να κάνουν το ίδιο. Θέλουν και αυτοί μερίδιο από τον θρίαμβο – άλλωστε, θρίαμβος θα είναι! Κανείς τους δεν έχει ακούσει τον όρο Blitzkrieg. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί την ταπεινωτική ήττα που πρόκειται να επακολουθήσει.
Μαθαίνοντας από το παρελθόν
Συρία, Ναγκόρνο Καραμπάχ, Ουκρανία… Οι στρατιωτικοί αναλυτές και οι σχολές πολέμου πρέπει συνεχώς να μελετούν τα διδάγματα των πιο πρόσφατων συρράξεων. Οι ένοπλες δυνάμεις πρέπει να αφομοιώνουν τα διδάγματα αυτά και να προσαρμόζονται όσο το δυνατόν γρηγορότερα, πράγμα καθόλου εύκολο, ειδικά στη σύγχρονη εποχή όπου η ταχύτητα των τεχνολογικών εξελίξεων είναι αμείλικτη. Τί γίνεται όμως με την όχι και τόσο πρόσφατη, πιο συμβατική σοφία; Η ιστορία, δυστυχώς για όσους την αγνοούν ή ευτυχώς για όσους την μελετούν, έχει την τάση να επαναλαμβάνεται. Κατά την άποψή μας, ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος – αυτή η τεράστια δεξαμενή γνώσης για τη σύγχρονη στρατιωτική τέχνη – παραμένει εξαιρετικά επίκαιρος στη μελέτη ενός αναθεωρητικού γείτονα όπως η Τουρκία. Και το παρόν άρθρο σκοπό έχει να αντιπαραβάλλει ομοιότητες και διδάγματα από τον Β’ Παγκόσμιο με τον σύγχρονο συγκρουσιακό συσχετισμό Ελλάδας-Τουρκίας.
Blitzkrieg: Ούτε νέο δόγμα, ούτε νέα όπλα. Τότε τι;
Aκόμα και όσοι δεν ενδιαφέρονται για τα αμυντικά θέματα, έχουν ακούσει τον όρο Blitzkrieg, δηλαδή τον κεραυνοβόλο πόλεμο, με τον οποίο η Γερμανία σάρωσε Ολλανδία, Βέλγιο και Γαλλία στις αρχές του Β’ Π.Π. Ένα τελείως απροσδόκητο αποτέλεσμα, αφού η Γαλλία μόνη της (χωρίς τη βρετανική βοήθεια), είχε στα χαρτιά την υπεροχή: 3.254 άρματα, μεταξύ τους το βαρύ Char B1, έναντι 2.439 γερμανικών Panzer III και IV. 4.360 μαχητικά αεροσκάφη εναντίον 3.270 γερμανικών. Περισσότερα πυροβόλα. Περισσότερους άνδρες. την ανυπέρβλητη γραμμή οχυρών Μαζινό.
Από πλευράς δόγματος, το Blitzkrieg δεν ήταν στην πραγματικότητα κάτι καινούργιο. Τα χαρακώματα του Α’ Π.Π. ήταν ένα ιστορικό διάλειμμα. Αν κάποιος μελετούσε λίγο πιο πίσω (πχ. το Γαλλοπρωσικό πόλεμο του 1870), θα παρατηρούσε ότι η Πρωσική στρατιωτική παράδοση, εξαναγκασμένη να βρει λύσεις απέναντι σε πολυαριθμότερους αντιπάλους, είχε αφομοιώσει πολύ νωρίτερα αυτή την ιδέα. Ο Carl Von Clausewitz, άλλωστε, την είχε περιγράψει με άλλο όνομα, αυτό του Schwerpunkt (κέντρο βάρους/ισχύος), παρατηρώντας ότι οι στρατιωτικοί διοικητές συχνά διασπείρουν την ισχύ τους αντί να την συγκεντρώνουν σημειακά. Οπότε το δόγμα του Blitzkrieg δεν ήταν κάτι νέο, αλλά η εφαρμογή μιας παλιάς ιδέας σε σύγχρονα όπλα και τακτικές.
Από πλευράς οπλικών συστημάτων, οι Γερμανοί στήριξαν τον κεραυνοβόλο πόλεμο του 1940 σε μεγάλο βαθμό στα αεροσκάφη Stuka και Me-109, όπως και στα άρματα Panzer ΙΙΙ και ΙV, και στο μηχανοκίνητο πυροβολικό. Κανένα από τα παραπάνω δεν αποτελούσε ριζοσπαστική καινοτομία (disruption) στην εποχή του. Τo γαλλικό μαχητικό D.520, για παράδειγμα, θεωρείτο εφάμιλλο, αν όχι ανώτερο, του γερμανικού Me-109. Τα γερμανικά Panzer ήταν λιγότερο ισχυρά σε θωράκιση και οπλισμό από αυτά των συμμάχων. Ήταν όμως ευκίνητα και χρησιμοποιήθηκαν σε σημειακή συγκέντρωση, αντί να διασπείρονται σε μεγάλο μέτωπο σε ρόλο υποστήριξης πεζικού, όπως των συμμάχων. Ούτε από πλευράς τεχνολογικής καινοτομίας, λοιπόν, υπάρχει κάποια προφανής εξήγηση για το απροσδόκητο αποτέλεσμα.
Το σύγχρονο τουρκικό δόγμα
Πριν προχωρήσουμε στην εξήγηση της επιτυχίας του Βlitzkrieg το 1940, ας ρίξουμε μια ματιά στη σημερινή Τουρκία. Η επένδυση στην αμυντική βιομηχανία έχει εστιαστεί σε δύο τομείς: Τα μη-επανδρωμένα (παντός είδους) και τον ηλεκτρονικό πόλεμο. Αυτά τα δύο – συνδυασμένα – φαίνεται πως αποτελούν μέρος ενός νέου δόγματος, που περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο σκέφτεται να πολεμήσει η Τουρκία αν και όταν θα το επιλέξει.
Πτήση επίδειξης τουρκικών μη επανδρωμένων, Kizilelma και Akinci σε σχηματισμό
Τα συστήματα με τα οποία πρόκειται να το κάνει δεν αποτελούν ούτε στηρίζονται σε καμία παγκόσμια καινοτομία. Ο ηλεκτρονικός πόλεμος, για παράδειγμα, αποτελεί επιχειρησιακό σκέλος ήδη από τον Β’ Π.Π. Όμως η Τουρκία έχει επενδύσει σε συστήματα που θα της επιτρέψουν να παρακολουθήσει ή και να παρεμβάλει από κοντά τον αντίπαλο (πχ. Koral, TCG Ufuk, κ.α.). Και στη συνέχεια, να τον πλήξει εκ του ασφαλούς με κάποιο φτηνό ή αναλώσιμο μη-επανδρωμένο, όπως σε αυτό εδώ το βίντεο από την Συρία, όπου ένα ικανότατο ΑΑ σύστημα Pantsir, προφανώς τυφλωμένο, πλήττεται ανυποψίαστο από ένα κατά τα άλλα καθόλου δύσκολο να αναχαιτιστεί ΜΕΑ.
Ούτε τα ΤΒ2 ή τα Akinci παρουσιάζουν κάποια ιδιαίτερη τεχνολογική καινοτομία, άλλωστε, υπάρχουν πολύ ικανότερα ΜΕΑ στη διεθνή αμυντική αγορά. Όμως το σχετικά χαμηλό κόστος και η μαζική εγχώρια παραγωγή αυτών των οπλοσυστημάτων αποτελεί μέρος του νέου τουρκικού δόγματος που θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε στο απλοϊκό: “Πολλές φτηνές μηχανές εναντίον ανθρώπων με κεραυνοβόλα επίθεση”.
1ο δίδαγμα: Προετοιμασία – η διαφορά από το ξεκίνημα
Όπως αποδεικνύεται εκ των υστέρων, αυτό που έκανε μεγάλη διαφορά υπέρ των Γερμανών το 1940, δεν ήταν η καινοτομία των όπλων ή του δόγματος – αλλά η μεθοδική προετοιμασία με βάση αυτό το δόγμα. Από τη στιγμή που το υιοθέτησαν, οι Γερμανοί αναδιοργάνωσαν τους σχηματισμούς τους, εκπαιδεύτηκαν ώστε να πολεμήσουν με αυτό τον τρόπο, προσάρμοσαν την επιμελητεία, τις επικοινωνίες, την επιστράτευση, τα εγχειρίδια, τα πάντα.
Οι σύμμαχοι, αντίθετα, μπήκαν στον πόλεμο όντας προσκολλημένοι στις αρχές του Α’ Παγκοσμίου – είχαν περάσει, άλλωστε, μόλις 22 χρόνια από τη λήξη του. Με χαρακτηριστικά παραδείγματα το απαρχαιωμένο σύστημα επιστράτευσης των Γάλλων, την έλλειψη υλικών και ανταλλακτικών στις μάχιμες μονάδες, την αργή προώθηση στο μέτωπο υλικών και ανθρώπων, τους νεοσύστατους και ακόμα ανεκπαίδευτους μηχανοκίνητους σχηματισμούς και άλλα πολλά. Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι το πραγματικά μεγάλο επίτευγμα των Γερμανών ήταν στην πραγματικότητα η πολεμική προετοιμασία για κεραυνοβόλα δράση, περισσότερο από τον ίδιο τον κεραυνοβόλο πόλεμο στο πεδίο.
Στα δικά μας τώρα, η Τουρκία στα (επίσης 22) χρόνια διακυβέρνησης Ερντογάν, έχει πραγματοποιήσει αλματώδη πρόοδο στην αμυντική βιομηχανία, αλλά και στην αφομοίωση νέων τεχνολογιών, οπλικών συστημάτων και τακτικών από τις ένοπλες δυνάμεις της.
2ο δίδαγμα: Δοκιμή, βελτίωση, εφαρμογή – Guernica, Βαρσοβία, Παρίσι
Η Γερμανία του μεσοπολέμου δοκίμασε για πρώτη φορά τις νέες μεθόδους μάχης κατά τη διάρκεια του Ισπανικού εμφυλίου. Ακολούθησε μια δεύτερη, μεγαλύτερης έκτασης δοκιμή το 1939 στην Πολωνία. Πριν ξεχυθούν δηλαδή κατά των συμμάχων, οι γερμανικές ΕΔ είχαν την ευκαιρία να εντοπίσουν αστοχίες και να τις διορθώσουν, εκεί όπου η ένταση των επιχειρήσεων και το διακύβευμα ήταν μικρότερα. Αντίστοιχα, η Τουρκία έχει δοκιμάσει σε πραγματικές επιχειρήσεις στη Λιβύη, τη Συρία και το Ναγκόρνο Καραμπάχ τα νέα όπλα και το δόγμα της. Σαν, δηλαδή, να έχει τελειώσει με τα πιλοτικά projects και να νιώθει έτοιμη να εφαρμόσει το νέο δόγμα απέναντι σε έναν ισχυρό αντίπαλο.
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 1 Σεπτεμβρίου 1939: Η γερμανική εισβολή στην Πολωνία, ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ξεκινά
3ο Δίδαγμα: Έγκαιρη προειδοποίηση, Η Μάχη της Αγγλίας
Σε πολλούς από εμάς, η πρώτη εικόνα που φέρνει στον νου η Μάχη της Αγγλίας είναι το Supermarine Spitfire. Κι’ αυτό διότι, ήδη από την εποχή εκείνη, το εμβληματικό αυτό αεροσκάφος προβλήθηκε σκόπιμα ως σύμβολο νίκης. Η αλήθεια είναι βέβαια πως η συνεισφορά του στη Βρετανική νίκη ήταν πολύ μικρότερη. Περισσότερο σημαντικοί παράγοντες ήταν η οργάνωση του Fighter Command (δηλαδή της Διοίκησης Αναχαίτισης), τα πολυπληθέστερα Hurricanes που σήκωναν το βάρος των αναχαιτίσεων, η ανθεκτικότητα του πληθυσμού στους βομβαρδισμούς, οι ακούραστοι spotters στις παραλίες και κυρίως το… Ραντάρ. Η έγκαιρη προειδοποίηση που προσέφερε στους Βρετανούς, ώστε να απογειώσουν έγκαιρα και να κατευθύνουν σωστά τα σμήνη αναχαίτισης, αλλά και η αδυναμία των Γερμανών να το εξουδετερώσουν, ήταν ίσως ο πιο καταλυτικός παράγοντας αυτής της μάχης.
Στην ελληνοτουρκική αναλογία βλέπουμε την Τουρκία να έχει επενδύσει στην πλέον εξελιγμένη πλατφόρμα εναέριας παρατήρησης, το Ε-7 Wedgetail (4 αεροσκάφη), να διαθέτει πάνω από 190 μαχητικά F-16 με Link-16, να επενδύει διαρκώς στο επίγειο δίκτυο αεράμυνάς της, να ανακοινώνει ακόμα και δίκτυο ραντάρ χαμηλών συχνοτήτων, ενώ και στο διάστημα επενδύει σε δυνατότητες τηλεπισκόπησης. Στην Ελλάδα, αντίθετα, δεν έχουμε αναβαθμίσει ούτε τα 4 ιπτάμενα ραντάρ Erieye, ούτε κανέναν από τους επίγειους σταθμούς ραντάρ, ούτε καν τα παρωχημένα ραντάρ των μονάδων του στόλου, ενώ στο διάστημα οι δυνατότητές μας περιορίζονται σε τηλεπικοινωνιακή εξυπηρέτηση και αυτή περιορισμένου εύρους. Μοναδική αξιοσημείωτη προσθήκη της τελευταίας εικοσαετίας είναι τα τρία ραντάρ SeaFire των φρεγατών κλάσης Κίμων (από το 2026).
Το περιφερόμενο πυρομαχικό Kemankes παρουσίασε η τουρκική Baykar
4ο Δίδαγμα: Κατάληψη ισχυρής νήσου – Η Μάχη της Κρήτης
Είναι διαδεδομένη η πεποίθηση πως η Μάχη της Κρήτης αποτέλεσε την ταφόπλακα του Γερμανικού Blitzkrieg, λόγω των δυσβάσταχτων απωλειών που υπέστησαν οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές. Αυτό δεν είναι ακριβές, αφού οι Γερμανοί συνέχισαν να εφαρμόζουν τις γενικές αρχές του δόγματός τους, στη Βόρεια Αφρική, στο Arnem και αλλού. Στην πραγματικότητα, μόνο το σκέλος της ρίψης αλεξιπτωτιστών δεν ξαναχρησιμοποιήθηκε σε ευρεία κλίμακα, και αυτό θα μπορούσε να οφείλεται περισσότερο σε έλλειψη αντίστοιχων στρατηγικών στόχων, σαν αυτόν της Κρήτης, παρά στις απώλειες των Fallschirmjäger. Το αποτέλεσμα πάντως ήταν πως, παρά την τεράστια δυσκολία του εγχειρήματος, η απόλυτη αεροπορική υπεροχή τους επέτρεψε στους Γερμανούς να κερδίσουν μια, έστω, πύρρειο νίκη και να καταλάβουν τον ΑΝΣΚ.
Στα δικά μας, τώρα, η δυσκολία μιας επιχείρησης κατάληψης μεγάλης νήσου, ακόμα και με τοπική αεροπορική υπεροχή, δεν είναι κάτι που μας επιτρέπει εφησυχασμό. Η Τουρκία έχει τους αριθμούς σε μηχανές αλλά και ανθρώπους για να επιδιώξει ακόμα και πύρρειο νίκη, αν κρίνει πως το αποτέλεσμα αξίζει τον κόπο. Και επενδύει συνεχώς σε νέα αποβατικά μέσα, όπως το ελικοπτεροφόρο Anadolu, τα αμφίβια Zaha, τα πολλά νέα ελικόπτερα για αεραποβάσεις, εκπαιδεύοντας συνεχώς δυνάμεις της σε τέτοια σενάρια επιχειρήσεων.
Anadolu: Το τουρκικό ελικοπτεροφόρο έτοιμο για υπηρεσία, αλλάζει την ισορροπία στο Αιγαίο;
5ο Δίδαγμα: Αεροναυμαχίες και island hopping – Η Μάχη του Ειρηνικού
Στις 04:30 τα ξημερώματα της 4η Ιουνίου 1942, καθώς απογειώνονταν τα πρώτα Ιαπωνικά αεροσκάφη για να επιτεθούν στο Midway, η Ιαπωνία είχε ισχυρότατες δυνάμεις στο θέατρο του Ειρηνικού. Πριν να τελειώσει εκείνη η ημέρα, τα πάντα θα είχαν ανατραπεί. Η Ιαπωνία είχε υποστεί μεγάλη ήττα και τα επόμενα τρία χρόνια θα έπαιζε λυσσαλέα άμυνα, καθυστερώντας το αναπόφευκτο.
Στο θέατρο του Ειρηνικού για πρώτη φορά το αεροπλάνο έκρινε εξ’ ολοκλήρου μια αναμέτρηση στη θάλασσα. Ο κύριος λόγος για αυτό είναι η απεραντοσύνη του Ειρηνικού ωκεανού, άρα φαινομενικά το περιορισμένης έκτασης θέατρο του Αιγαίου δεν έχει ιδιαίτερη σχέση. Κι’ όμως. Το πρόβλημα των αποστάσεων λύθηκε στον Ειρηνικό με το αεροπλανοφόρο. Στο Αιγαίο η γεωγραφία το έχει ήδη λύσει και δημιουργεί παρόμοιες συνθήκες – οι δύο στόλοι, αν αντιμετωπίσουν ο ένας τον άλλο, θα το κάνουν υπό αδιάκοπή και εντονότατη αεροπορική απειλή. Ο κορεσμός δεν θα έρθει από σμήνη τορπιλοπλάνων και βομβαρδιστικών καθέτου εφορμήσεως, αλλά από κύματα πυραύλων πλεύσης και βομβών ανεμοπορίας που θα έχουν εξαπολυθεί από μαχητικά, μη-επανδρωμένα αεροχήματα, μη επανδρωμένα οχήματα επιφανείας, παράκτιες πυροβολαρχίες και, αν χρειαστεί, πλοία επιφανείας. Είναι λοιπόν απαραίτητο ο στόλος να δώσει έμφαση στην αντιμετώπιση τέτοιων επιθέσεων κορεσμού από εναέριες απειλές με λύσεις αποδεκτού κόστους και επάρκειας πυρομαχικών.
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 4 Ιουνίου 1942: Αεροναυμαχία του Μidway, η μάχη που άλλαξε τις ισορροπίες στον Ειρηνικό
Επίσης, στο θέατρο του Ειρηνικού οι σύμμαχοι διενήργησαν το λεγόμενο island hopping, “πηδώντας” από νησί σε νησί, δημιουργώντας στο καθένα το προγεφύρωμα για το άλμα στο επόμενο. Υπ’ αυτή την έννοια, σε έναν πόλεμο διαρκείας στο Αιγαίο, κανένα μεγάλο νησί δεν βρίσκεται θεωρητικά εκτός κινδύνου, αφού το αρχιπελαγικό περιβάλλον είναι ιδανικό για island hopping. Για να μην συμβεί αυτό, απαραίτητο είναι να μην επιτρέψει η Ελλάδα στον αντίπαλο να ελέγξει τον θαλάσσιο χώρο.
6ο Δίδαγμα: Άρνηση θαλάσσιας περιοχής – Η Μάχη του Ατλαντικού
Αυτό που αποπειράθηκε να κάνει η Γερμανία στον Ατλαντικό στον Β’ Παγκόσμιο, ήταν να δημιουργήσει άρνηση θαλάσσιας περιοχής με τα υποβρύχιά της, στραγγαλίζοντας έτσι τις Βρετανικές νήσους από εφοδιασμό σε πολεμικό υλικό, τρόφιμα, πρώτες ύλες, πετρέλαιο. Στην αρχή απολάμβανε ένα σημαντικό πλεονέκτημα και οι επιτυχίες των γερμανικών U-boats ήταν τρομακτικές. Σταδιακά η Γερμανία απώλεσε το πλεονέκτημα από πλευράς τακτικής (συμμαχικές νηοπομπές με συνοδεία), τεχνολογίας (sonar που εξόπλισε τα συμμαχικά αντιτορπιλικά και κορβέτες) και πληροφορίας (αποκάλψυη των κωδικών επικοινωνίας των υποβρυχίων της μέσω κρυπτογραφικών συσκευών Enigma). Οι λόγοι, ωστόσο, για τους οποίους η Γερμανία απέτυχε ακόμα και στην πρώτη φάση της μάχης να επιβάλλει πλήρη άρνηση θαλάσσιας περιοχής είναι δύο:
- Η τεράστια έκταση του Ατλαντικού
- Η ανθεκτικότητα των συμμάχων σε βαριές απώλειες καραβιών και ανθρώπων
Σε ενδεχόμενη ελληνοτουρκική σύρραξη, είναι προφανές ότι η Τουρκία θα αποπειραθεί να στραγγαλίσει τα Ελληνικά νησιά διακόπτοντας τον εφοδιασμό τους με ενισχύσεις, πολεμοφόδια, ενώ σε ορισμένα νησιά ακόμα και με τα απαραίτητα για επιβίωση. Βλέπουμε ότι κανένας από τους δύο παραπάνω παράγοντες που βοήθησαν τους συμμάχους στην μάχη του Ατλαντικού δεν ισχύει για την Ελλάδα. Αφενός το Αιγαίο είναι πολύ μικρή περιοχή, με συγκεκριμένα περάσματα που μπορούν να ελεγχθούν επαρκώς με λίγα σχετικά μέσα όπως υποβρύχια ή/και ναρκοθέτηση των υδάτων. Αφετέρου, η Ελλάδα δεν έχει σε καμία περίπτωση την δυνατότητα να υποστεί τρομακτικές απώλειες σε έμψυχο και άψυχο υλικό και να συνεχίσει να πολεμά.
ΣΥΖΗΤΗΣΗ: 12 φρεγάτες και 6 κορβέτες στο Πολεμικό Ναυτικό, εθνικός στόχος, αλλά πως τον φτάνουμε;
Συνεπώς είναι ζήτημα ζωής και θανάτου για τον επικυρίαρχο των νησιών να εξασφαλίσει πρώτος τον έλεγχο γύρω τους και να επιβάλλει άρνηση θαλάσσιας περιοχής στον αντίπαλο που θα αποπειραθεί να περάσει τη θάλασσα για να τους επιτεθεί. Αυτή η αποστολή δεν είναι της αεροπορίας, αλλά, πρώτα και κύρια αφορά το ναυτικό, που μπορεί να παραμείνει επί μακρόν στο θέατρο εξασφαλίζοντας τον έλεγχο πάνω και κάτω από τα κύματα. Δυστυχώς όμως το ελληνικό ΠΝ μικραίνει αριθμητικά. Τόσο σε σχέση με τον παλιό εαυτό του, όσο και σε σχέση με τον αντίπαλο.
7ο Δίδαγμα: Η μάχη των εργοστασίων – Sherman vs Tiger
Οι λόγοι για τους οποίους η Γερμανική παραγωγή όπλων δεν μπορούσε να παρακολουθήσει αυτή των συμμάχων είναι πολλοί και εκτός του αντικειμένου αυτού του άρθρου. Οι συνέπειες όμως αυτής της ανισορροπίας ήταν καταλυτικές για την έκβαση του πολέμου. Ένας σχετιζόμενος μύθος είναι αυτός της εμφάνισης στο πεδίο μάχης 5 αμερικανικών αρμάτων Sherman για κάθε γερμανικό Tiger. Ανεξάρτητα από το κατά πόσο είναι ακριβής, το πιο ενδιαφέρον συμπέρασμα είναι ότι σαφώς υπήρχαν περισσότερα συμμαχικά άρματα από όσα κατάφερναν να ρίξουν στη μάχη οι Γερμανοί (και περισσότερα πυροβόλα, αεροσκάφη, πυρομαχικά κ.λπ.).
Σε ότι αφορά την αμερικανική αμυντική παραγωγή, αυτό οφειλόταν όχι μόνο στους τεράστιους πόρους των ΗΠΑ αλλά και στη σωστή χρησιμοποίησή τους. Αντί να επικεντρωθούν στον σχεδιασμό και την παραγωγή ενός υπερ-άρματος όπως τα Tiger I και ΙΙ, οι Αμερικανοί εστίασαν αλλού: Επιστράτευσαν τις αρχές της μαζικής παραγωγής από την αυτοκινητοβιομηχανία για να κατασκευάζουν πήγματα αρμάτων με καλούπια, δηλαδή γρήγορα, φτηνά και αξιόπιστα, αντί να βασίζονται σε έμπειρους και δυσαναπλήρωτους συγκολλητές και τεχνίτες. Η φιλοσοφία της παραγωγής επηρέασε όλη την εφοδιαστική αλυσίδα, την επιμελητεία, τη συντήρηση και επισκευή στο πεδίο κ.ο.κ. Το αποτέλεσμα ήταν μια πλημμυρίδα αρμάτων και οχημάτων που «κουβάλησαν στην πλάτη τους τα παιδιά μέχρι το Βερολίνο». Κι’ αν το καθένα υστερούσε απέναντι στο τρομερό 88άρι πυροβόλο και τη θωράκιση του Tiger, μικρό το κακό. Τα περισσότερα Tigers στο δυτικό μέτωπο δεν καταστράφηκαν σε αρματομαχίες αλλά παρατήθηκαν στο πεδίο από έλλειψη καυσίμων, ανταλλακτικών (συνήθως ανάρτηση), ή καταστράφηκαν από αέρος.
Στην Ελληνοτουρκική αναλογία, είναι η Τουρκία αυτή που διαθέτει τους πόρους, αλλά και αυτή που έχει επενδύσει στην τοπική παραγωγή μεγάλου αριθμού “φτηνών” όπλων. Αντίθετα η Ελλάδα φαίνεται διαχρονικά να προτιμά τις παραγγελίες ακριβών, λιγοστών, περίπλοκων και δυσαναπλήρωτων υπερόπλων, ακολουθώντας τη φαντασίωση των γερμανικών Wunderwaffen (“θαυματουργών όπλων”).
8ο Δίδαγμα: Wunderwaffen ή όπλα για όλους
Δεν χρειάζεται να φλυαρήσουμε πάνω στην αποτυχία των γερμανικών Wunderwaffen, αφού ο όρος από μόνος του έχει γίνει συνώνυμο της ματαιότητας. Το μοναδικό όπλο – μαγικό ραβδί στην ιστορία που ίσως δικαίωσε τον τίτλο, είναι μάλλον το “Υγρό Πυρ” των Βυζαντινών και αυτό, όχι από μόνο του. Αλλά με χρήση με έναν ισχυρό στόλο και σε συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους.
Kuno I και ΙΙ: Τα μυστικά εργοστάσια τζετ των Ναζί (εικόνες)
Έτσι και στο σημερινό Αιγαίο δεν πρέπει να περιμένουμε ότι μια χούφτα πύραυλοι υψηλότερων δυνατοτήτων από του αντιπάλου, όπως οι Meteor ή οι Aster-30, θα επιφέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. O αντίπαλος, σύμφωνα με το δόγμα του, θα αντιπαρατάξει απέναντί τους πολυάριθμους και φτηνούς στόχους, τους οποίους μπορεί να αναπληρώνει ταχύτατα, χωρίς να υποστεί απώλειες σε ανθρώπινες ζωές. Εάν πολεμήσουμε με αυτόν τον τρόπο, έχουμε ήδη χάσει.
SAS Technology: Επιτυχημένη δοκιμή του περιφερόμενου πυρομαχικού AIHMI (video)
Συμπεράσματα
Πολλές φορές αναρωτιόμαστε γιατί καθυστερεί τόσο πολύ η χώρα μας να αποκτήσει οπλισμένα ΜΕΑ, περιφερόμενα πυρομαχικά, μη-επανδρωμένα σκάφη επιφανείας κ.ο.κ., όταν προχωρούν άλλες προμήθειες με συμβάσεις δισεκατομμυρίων. Γιατί διάφορες έτοιμες προτάσεις από το εξωτερικό ή και την εγχώρια αμυντική βιομηχανία δεν αξιολογούνται σοβαρά, ποιος τελικά βάζει τις προτεραιότητες κ.ο.κ. Μια συνήθης ερμηνεία είναι ότι “φταίνε οι πολιτικοί” που προτιμούν εξοπλισμούς παρελάσεων από εξοπλισμούς ουσίας. Ανεξάρτητα από το κατά πόσον ισχύει αυτό, με το παρόν άρθρο θέλουμε να εστιάσουμε σε μια άλλη ερμηνεία: Γιατί έχουμε μείνει πίσω σε επίπεδο δόγματος.
Για παράδειγμα, είναι εύκολο να κάνεις μια παραγγελία για 1.000 περιφερόμενα πυρομαχικά, εφόσον έχεις το κονδύλι. Αλλά είναι πολύ πιο δύσκολο να το “απορροφήσεις” τακτικά και στρατηγικά. Δηλαδή να δημιουργήσεις τον αντίστοιχο Λόχο ή έστω Διμοιρία Αντιαρματικών σε επίπεδο τάγματος πεζικού, να ξαναγράψεις τις τακτικές, τα εγχειρίδια, να αλλάξεις τη φόρμα συλλογής πληροφοριών, να εκπαιδεύσεις διοικητές, αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και φαντάρους, να κάνεις ασκήσεις, να βγάλεις συμπεράσματα για το τι νέο σου προσφέρει ως όπλο, να κάνεις διορθώσεις και πάλι από την αρχή. Να δημιουργήσεις δηλαδή αμυντική “αξία” από το πυρομαχικό, και όχι απλώς να το καταγράφεις ως “διαθέσιμο”.
Γενικότερα, είναι πολύ πιο εύκολο και φυσική ροπή όλων των ανθρώπων να προτεραιοποιούν αυτά που γνωρίζουν και μπορούν να ολοκληρώσουν άμεσα, παρά να ανοίγουν την πόρτα στο άγνωστο. Έχουμε όμως την ατυχία να γειτονεύουμε με έναν ανταγωνιστή ο οποίος το έκανε πριν από δύο και πλέον δεκαετίες. Από τότε συνεχίζει να προετοιμάζεται με ταχύτητα και προσήλωση, συμπιέζοντας τον χρόνο όπως η Γερμανία του Μεσοπολέμου. Το θράσος των δηλώσεων Ερντογάν «θα έρθουμε ένα βράδυ ξαφνικά» δεν είναι απαραίτητα απότοκο κάποιας ψυχικής νόσου, αλλά μάλλον της πεποίθησής του ότι οι Έλληνες είναι απροετοίμαστοι για το νέο πολεμικό δόγμα, όπως ήταν οι σύμμαχοι το 1940, ή οι Αρμένιοι το 2020. Η Ελλάδα όμως, δεν έχει την πολυτέλεια να εκπλαγεί δυσάρεστα σε μια πολεμική αναμέτρηση. Η προετοιμασία μας, μετά από την πάροδο μιας δεκαπενταετίας κατά την οποία η Ελλάδα φρενάρησε και ο αντίπαλος έτρεχε, πρέπει να έχει ταυτόχρονα και ταχύτητα και βάθος: Να προχωρήσει δηλαδή πολύ βαθύτερα από την παραγγελία του ενός ή του άλλου οπλικού συστήματος.