Το Mirage G ήταν μια προσπάθεια εισαγωγής της τεχνολογίας πτερύγων μεταβλητής γεωμετρίας στην οικογένεια των μαχητικών της γαλλικής Dassault. Το πρόγραμμα ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του 1960, σε μια εποχή όπου η συγκεκριμένη τεχνολογία ήταν σε εξέλιξη, με ανάλογα προγράμματα και σε άλλες χώρες. Δεν θα είμασταν υπερβολικοί αν λέγαμε πως η πτέρυγα μεταβλητής γεωμετρίας ήταν τότε “μόδα”, με αρκετά μαχητικά ή στρατηγικά βομβαρδιστικά να την υιοθετούν.
Η σχεδίαση των πτερύγων μεταβλητής γεωμετρίας πρωτοεμφανίστηκε στη δεκαετία του 1940, με πρώτες απόπειρες εφαρμογής το γερμανικό πρωτότυπο Messerschmitt P.1101 κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου, ενώ την ξαναβλέπουμε στις αρχές του 1950 με την πρόταση XF-103 της αμερικανικής Republic. Ωστόσο, το αεροσκάφος που μπήκε πρώτο σε μαζική παραγωγή ήταν το General Dynamics F-111 Aardvark το 1967, ακολουθούμενο από το Sukhoi Su-17, το Grumman F-14 Tomcat και το Mikoyan-Gurevich MiG-23.
Οι κινούμενες πτέρυγες σε χαμηλές ταχύτητες, όπως κατά την απογείωση ή την προσγείωση, μπορούν να επεκταθούν για να παρέχουν μεγαλύτερη άντωση (lift), ενώ σε υψηλές ταχύτητες μπορούν να μαζευτούν για να μειώσουν την αεροδυναμική αντίσταση (drag), επιτρέποντας υψηλότερη ταχύτητα και καλύτερη απόδοση καυσίμου. Παράλληλα η χρήση τους προσφέρει μεγαλύτερη ικανότητα ελιγμών π.χ. κατά τη διάρκεια αερομαχίας.
Η αρχή της ιστορίας του Mirage G τοποθετείται το 1963, όταν το γαλλικό Υπουργείο Άμυνας άρχισε μελέτες για αεροσκάφη με τέτοιες πτέρυγες, ικανά να επιχειρούν από αεροδρόμια και αεροπλανοφόρα, ως απάντηση στο αμερικανικό πρόγραμμα TFX που θα οδηγούσε στο General Dynamics F-111. Το πρώτο σχέδιο που προτάθηκε από την Avions Marcel Dassault ήταν το Mirage F4G, αλλά σύντομα ακολούθησε πρόταση για το μονοκινητήριο Mirage IIIF2G.
Το πρώτο πρωτότυπο του Mirage G, το οποίο ήταν μονοθέσιο και μονοκινητήριο, αναπτύχθηκε μετά την απόσυρση της Γαλλίας από το κοινό αγγλογαλλικό πρόγραμμα Anglo-French Variable Geometry (AFVG) το 1967. Αυτό το πρωτότυπο πραγματοποίησε την παρθενική του πτήση στις 18 Νοεμβρίου του ίδιου έτους. Το αεροσκάφος αν και απέδωσε στις δοκιμές φθάνοντας τα 2,1 Mach σε υψόμετρο, ενώ παρέμενε ευέλικτο σε χαμηλές ταχύτητες, κατέπεσε στις 13 Ιανουαρίου 1971 λόγω ολικής απώλειας ηλεκτρικής ενέργειας.
Παράλληλα, το 1968, η Dassault είχε αναλάβει την κατασκευή δύο ακόμη πρωτοτύπων, ως Mirage G4, δικινητήρια και διθέσια, με στόχο να αναπτυχθούν ως μαχητικά πυρηνικής κρούσης. Κατά τη διάρκεια της κατασκευής τους, οι απαιτήσεις άλλαξαν και τα αεροσκάφη ανασχεδιάστηκαν ως αναχαιτιστικά. Αυτά, πλέον γνωστά ως Mirage G8, ήταν το G8-01 που πέταξε για πρώτη φορά στις 8 Μαΐου 1971 και το G8-02, το οποίο μετατράπηκε σε μονοθέσιο και πέταξε στις 13 Ιουλίου 1972. Τα G8 εξοπλίστηκαν με ραντάρ της Thomson-CSF και εξελιγμένα συστήματα πλοήγησης και μάχης. Το G8-02 πέτυχε μάλιστα και ρεκόρ ταχύτητας για μαχητικό δυτικοευρωπαϊκής κατασκευής, στα Mach 2,34 το 1973.
Η ανάπτυξη του αρχικού Mirage G ακυρώθηκε το 1968, ωστόσο, οι πτήσεις των υπολοίπων 2 πρωτοτύπων συνεχίστηκαν. Τελικά όμως δεν προχώρησε ποτέ η παραγωγή τους, κυρίως λόγω του υψηλού κόστους καθώς και της απόφασης της Γαλλίας να επενδύσει σε άλλες κατευθύνσεις για τις αεροπορικές της δυνάμεις, κρίνοντας πως τα αεροσκάφη μεταβλητής γεωμετρίας έχουν ίσως υψηλό κόστος απόκτησης και χρήσης.
Αν όμως οι Γάλλοι είχαν φτιάξει ένα δικό τους F-14, σίγουρα θα είχε γράψει κι αυτό με τη σειρά του λαμπρές σελίδας αεροπορικής ιστορίας, όπως τα υπόλοιπα γαλλικά μεταπολεμικά μαχητικά.