Πρόσφατο άρθρο στο ptisidiastima.com διετύπωνε τη – βάσιμη – πρόβλεψη ότι το μαχητικό Dassault Rafale θα ξεπεράσει σε πωλήσεις το κλασικό καθαρόαιμο του ιδίου οίκου, Mirage 2000. Και τελικά ίσως δεν είναι δύσκολο για ένα εξελίξιμο και πολυσχιδές μαχητικό αεροσκάφος να ξεπεράσει τις πωλήσεις του Μirage 2000 (έχει παραχθεί σε 600 αντίτυπα). To τελευταίο ήταν διπλά άτυχο, παρά την αδιαμφισβήτητη αξία του: Οι κινηματικές του επιδόσεις παραμένουν επίκαιρες και ο εξοπλισμός αποστολής επαρκής, έστω και όχι στην αιχμή της τεχνολογίας της εποχής.
ΑΠΟΨΗ: Rafale, γιατί όλα δείχνουν πως θα ξεπεράσει το Mirage 2000 σε επιτυχία;
Αναμφίβολα όμως, το σχέδιο του είχε ορισμένες εγγενείς και ανυπέρβλητες αδυναμίες, που θέτουν περιορισμούς στην εξελιξιμότητά του. Ο κάπως απλοϊκός αξονοστροβιλοκινητήρας χαμηλού λόγου παράκαμψης Μ53, παρά τη μαρτυρούμενη αξιοπιστία του, έχει εγγενώς υψηλή ειδική κατανάλωση, ενώ έχει φθάσει προφανώς τα όρια της εξέλιξής του ως προς τη μεγίστη ώση. Καθώς τα θεμελιώδη μεγέθη δεν αλλάζουν, όπως και η παροχή αέρος, και μια αλλαγή υλικών θαλάμου καύσεως ελάχιστα θα προσέφερε σε αυτό το στάδιο. Περαιτέρω, το αεροσκάφος αδικείται από τη βασική αεροδυναμική διαμόρφωση, ως προς το ότι αυτή επιτρέπει πολύ περιορισμένο υποπτερύγιο φορτίο, κατά βάση δύο μόνο φορείς (οι εξωτερικοί είναι πιστοποιημένοι μόνο για μικρού βεληνεκούς πυραύλους αέρος-αέρος ή ατρακτίδια παρεμβολών).
Στις αδυναμίες μπορεί να περιλάβει κάποιος και τη βραδύτητα εξέλιξης των αισθητήρων: Το αρχικό ραντάρ RDM ήταν αισθητά πίσω από την τεχνολογία της εποχής, ιδίως σε look-down/shoot-down δυνατότητες, λόγω θεμελιωδών χαρακτηριστικών (συχνότης επανάληψης παλμών). Το επόμενο, το RDI των γαλλικών -C ήταν ένα πολύ αποτελεσματικό ραντάρ αναχαίτισης, μεγάλης εμβελείας και με αναφερομένη ικανότητα μη συνεργατικής αναγνώρισης στόχων (προφανώς από επιστροφές ραντάρ πτερυγίων συμπιεστών α’ βαθμίδος των κινητήρων τους, ή των ακροφυσίων, κατά τα πρότυπα των περιφήμων Hughes AN/APG-70 & -71 των F-15C/E & F-14D αντίστοιχα). Το τελευταίο εκπλήσσει, διότι παραπέμπει σε εξαιρετικά εξεζητημένο λογισμικό επεξεργασίας σήματος. Δεν είναι ευρέως γνωστό τι ακριβώς φάσμα περαιτέρω διαμορφώσεων παρείχε αυτό το ραντάρ, ιδίως χαρτογράφησης και άλλων λειτουργιών αέρος – εδάφους.
Οι μόνοι χρήστες, Γαλλία και (για ελάχιστο χρόνο) Βραζιλία, χρησιμοποίησαν τον τύπο μόνο σε αποστολές αναχαίτισης και αεροπορικής υπεροχής. Όσο για το RDY, ήταν βέβαια ένα κορυφαίο ραντάρ, με πολλές διαμορφώσεις, εξαιρετική εμβέλεια και σπουδαία χαρακτηριστικά ECCM με αναπήδηση συχνοτήτων σε random pattern προς υπέρβαση εχθρικών παρεμβολών, αλλά ήλθε όταν πλέον οι τάσεις στην αγορά είχαν αποκρυσταλλωθεί, και το κλασικό δελταπτέρυγο έβαινε προς τη μέση ηλικία.
Πού έγκειται όμως, κατά τα λοιπά, η ατυχία του Mirage 2000, που το περιόρισε σε διεθνείς πωλήσεις πολύ χαμηλότερες των δύο λαμπρών προγόνων, Mirage III/5/50 & Mirage F1; Πρώτο πλήγμα για το Mirage 2000 ήταν η αλλαγή της πολιτικής των ΗΠΑ στη Λατινική Αμερική, η οποία του έκλεισε τη μία από τις δύο βασικές αγορές της Dassault (Αραβικός κόσμος & Λατινική Αμερική).
Στη δεκαετία του ’70, οι ΗΠΑ δεν πωλούσαν μαχητικά στη Λατινική Αμερική εκ πεποιθήσεως, για να μην υποδαυλίσουν ανταγωνισμό των εξοπλισμών μεταξύ των πτωχών κρατών της εγγύς περιφερείας τους και συγκρούσεις μεταξύ των πολυάριθμων δικτατόρων. Οι οποίοι δεν θα δίσταζαν να κάνουν “εξαγωγή” εσωτερικών προβλημάτων και να καταδείξουν την αναγκαιότητα διατήρησης μεγάλων ενόπλων δυνάμεων με πολεμικές περιπέτειες. Παραδείγματα όπως ο αιματηρότατος “Πόλεμος του Ποδοσφαίρου” του 1969 μεταξύ Ονδούρας και Σαλβαδόρ, τραγικά μέσα στη φαιδρότητά τους, δεν σπάνιζαν. Αν λοιπόν δυνάμεις με οπλισμό P-51D Mustang & F4U Corsair ήταν σε θέση να προκαλέσουν σε αλλήλους χιλιάδες νεκρούς, καλύτερα να μην έπεφταν στα χέρια τους μαχητικά υπερηχητικά τζετ…
Μόνες εξαιρέσεις στη πολιτική αυτή των ΗΠΑ στάθηκαν τα καναδικά ΝF-5A που δόθηκαν στην πετρελαιοπαραγωγό Βενεζουέλα και τα F-5E για τη Χιλή του Αλιέντε, που έφθασαν εκεί από φόβο μήπως στραφεί προς Κούβα/ΕΣΣΔ και MiG-21. Στη δεύτερη περίπτωση, με το εμπάργκο του Κογκρέσου λόγω εγκλημάτων της ακόλουθης δικτατορίας Pinochet τα αεροσκάφη αυτά της Χιλής καθηλώθηκαν, οπότε άνοιξε η αγορά για το Mirage 50, καθώς η Γαλλία της εποχής δεν είχε τέτοιες αναστολές.
Κατά τα λοιπά, τη νοτιοαμερικάνικη αγορά μονοπωλούσαν η γαλλική Dassault, αλλά και η Βρετανία, η οποία ακόμη και σε αυτό το όψιμο στάδιο πωλούσε εκ βάθρων ανακαινισμένα (όχι κατ’ ανάγκη με επίκαιρο εξοπλισμό αποστολής) Hunter σε Περού και Χιλή και Canberra: σε Βενεζουέλα, Ισημερινός, Περού, Αργεντινή, ενώ ακόμη και παράδοση PR.9 στη Χιλή θρυλείται, αν και μάλλον βρετανικό με ψευδεπίγραφα εθνόσημα ήταν, σε αποστολή στην Αργεντινή.
Mε τον Reagan τα πράγματα άλλαξαν. Η πλούσια Βενεζουέλα (μέγας πελάτης της Dassault) πήρε τα F-16A.
Το Εκουαδόρ – πάντα σε λανθάνουσα σύγκρουση με το Περού – συμπλήρωσε τα Mirage F1JA & Jaguar που διέθετε με Kfir C2 (αδεία ΗΠΑ λόγω κινητήρα).
Επίσης το Μεξικό και η Ονδούρα έλαβαν το F-5E. Βραζιλία, Αργεντινή και Κολομβία ήταν σε παρακμή, για διαφορετικούς λόγους η καθεμία, η πρώτη πάντως έλαβε λίγα F-5Ε. Όσο για το Περού – γνωστό για την ψύχωση κατά των “Γκρίνγκος”, έχει αγοράσει οπλισμό από όλα τα έθνη του κόσμου πλην ΗΠΑ, με την εξαίρεση των δωρεάν Α-37Β που μοιράζουν οι Αμερικανοί για το κυνήγι εμπόρων ναρκωτικών. Οπότε πήγαινε από τη μια ατυχία στη άλλη, αρχικά με τα αξιοθρήνητα Su-20/22 με εξοπλισμό επιπέδου Su-7BMK εξαγωγής και έπειτα με μια… συμβολική ποσότητα Mirage 2000, αόπλων πρακτικά αλόγων κούρσας χωρίς FOS που κάθε τόσο καθηλώνονται.
Αλλά και η αραβική αγορά απωλέσθηκε για τη Dassault στη δεκαετία του ’80 και έπειτα. Η Αίγυπτος δεν προμηθεύτηκε σημαντικές ποσότητες Mirage μετά τα Mirage 5 που της αγόρασε ως μέγας χορηγός η Σαουδική Αραβία στα μέσα της δεκαετίας του ’70 και τα 18 προηγμένα Mirage 5Ε2 κρούσης ημέρας που αγόρασε από την τσέπη της αργότερα.
Ακολούθησαν βέβαια οι 20 πάνοπλες “γκρι σκιές” Μirage 2000EM/BM, για τις οποίες έχουμε γράψει αναλυτικά, αλλά χωρίς συνέχεια, παρά τα τότε θρυλούμενα για συμπαραγωγή: Με 1,5 δις $ από τις ΗΠΑ σε ετήσια βάση ως δωρεάν στρατιωτική βοήθεια, ήταν αυτονόητο ότι θα προτιμηθεί το F-16 ως βασικός τύπος της χώρας των Φαραώ, καθώς η δωρεάν στρατιωτική βοήθεια δαπανάται μόνο σε προϊόντα ΗΠΑ.
Η Λιβύη, κάποτε Ελντοράντο για τη Γαλλία (Mirage 5, Mirage F1A κρούσεως ημέρας, Mirage F1E πολλαπλών ρόλων, σε συνολικά άνω των 150 τεμαχίων), έκλεισε ως αγορά λόγω εμπολέμου με την ίδια τη Γαλλία στο Chad και ολοκληρωτικής αποξένωσης από τη Δύση.
Η Σαουδική Αραβία (που πλήρωσε τα Mirage 5 της Αιγύπτου) ήθελε κάτι στην κορυφαία λίγκα και προτίμησε το F-15C αντί του Mirage 4000 (την δικινητήρια έκδοση του Μ 2000 που τελικά ποτέ δεν βρήκε αγορά). Για το τελευταίο οι Γάλλοι ήλπιζαν ότι το Σαουδαραβικό βασίλειο θα αποτελέσει τον πρώτο πελάτη, έκλεισαν μάλιστα για μισή μέρα το Διεθνές Αεροδρόμιο της Νίκαιας επ’ αφορμή αφίξεως του Σαουδάραβα μονάρχη για τα λουτρά του στην Cote d’ Azur, ώστε να παρακολουθήσει προσωπική επίδειξη του 4000 από τους αρχιδοκιμαστές Saget, Eon & Mitaux-Maurouard. Μάταια.
Η Ιορδανία πενόταν, ιδίως από τότε που το 1990 συντάχθηκε με τον Σαντάμ και η Σαουδική Αραβία της έκοψε τις γενναιόδωρες χορηγίες, οπότε δεν υπήρξε συνέχεια στα Mirage F1EJ, παρά το ότι είχε την πρόθεση να παραγγείλει το Mirage 2000.
Το Κουβέιτ, χρήστης των αμερικανικών A-4K Skyhawk II αλλά με αιχμή του δόρατος το Mirage F1CK, όφειλε ένα ευχαριστώ στις ΗΠΑ μετά την απελευθέρωσή του από το Ιράκ και στράφηκε στο F/A-18C/D Hornet. Tο Κατάρ με τα μόλις 12 Mirage F1EDA ακόμη δεν ήταν αυτό που γνωρίζουμε, και περιορίσθηκε σε ισάριθμα Mirage 2000-5. Tο Ιράκ, δεύτερο Ελντοράντο της Γαλλίας μετά τη Λιβύη (τουλάχιστον 130 Mirage F1EQ σε πλήθος παραλλαγών, τα ικανότερα στον κόσμο) αφανίστηκε. Όλοι αυτοί αγόραζαν κάποτε Mirage…
Πρακτικά λοιπόν, και η δεύτερη προνομιακή αγορά της Dassault αφανίστηκε. Μόνη εξαίρεση (πλην των ασήμαντου ύψους παραγγελιών Αιγύπτου και Κατάρ) τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τα οποία επιθυμούσαν να έχουν και μη αμερικανικό τύπο. Ωστε να έχουν στοιχειώδη ανεξαρτησία από τις ΗΠΑ, δηλαδή να μπορούν να χρησιμοποιούν τα αεροσκάφη σε πόλεμο και χωρίς τις ευλογίες του υπερατλαντικού φίλου και να μπορούν να ενισχύουν με δανεικά αεροσκάφη το μεγάλο σύμμαχό τους Πακιστάν που αντίστοιχα προμήθευε τα Επτά Εμιράτα με χειριστές από την πολύπειρη, αξιόμαχη και μπαρουτοκαπνισμένη αεροπορία του.
Οι ΗΠΑ, από τη μεριά τους, είχαν πωλήσει στα Η.Α.Ε. την κορυφαία έκδοση του F-16 όλων των εποχών (αδιαμφισβήτητα πολύ ανώτερη, αλλά και ακριβότερη, από τα μεταγενέστερα F-16V “Viper”), το F-16E/F Desert Falcon με κινητήρα 32.500 λιβρών, υδρόψυκτο ραντάρ AESA AN/APG-80, προηγμένους οπτικούς αισθητήρες και πιστοποίηση τεραστίου φάσματος όπλων υπό τον απαράβατο όρο ότι πιλότος ή τεχνικός από το Πακιστάν δεν θα περάσει ούτε από το shelter του τύπου (και οι ΗΠΑ έχουν τρόπο να επιβεβαιώνουν τη τήρηση των συμπεφωνημένων). Μετά από αυτά, η προμήθεια των Mirage 2000-9 και η αναβάθμιση των παλαιότερων Mirage 2000 EAD/RAD/DAD σε -09 (για ένα σύνολο 63 αεροσκαφών) ήταν μονόδρομος για την πάμπλουτη χώρα με την αυξανόμενη διεθνή αυτοπεποίθηση. Ας σημειωθεί εδώ ότι η χώρα είχε επενδύσει πολύ σοβαρά ήδη στα πρώτης γενιάς Mirage 2000EAD/DAD/RAD της: Αυτά έφεραν όχι το ολοκληρωμένο και εξαιρετικά αποτελεσματικό σύστημα αυτοπροστασίας ICMS Mk. 1 (που χρησιμοποιεί και η Πολεμική Αεροπορία) αλλά έναν ειδικό συνδυασμό γαλλικού διανομέως αναλωσίμων Spirale, εσωτερικών παρεμβολέων ELT/558 της ιταλικής Elettronica και RWR ELT/158 επίσης της Elettronica, για το οποίο δημοσιευμένες σε έγκριτα μέσα πληροφορίες του 2003, ανέφεραν ότι εξασφαλίζει διόπτευση ακριβείας ικανής για γνήσιες αποστολές καταστολής αεράμυνας, ήτοι ενεργού αναζήτησης και ακριβούς εντοπισμού ραντάρ ελέγχου πυρός βλημάτων εδάφους – αέρος.
Άξιοι ιδιαίτερης αναφοράς είναι και δύο μείζονες πελάτες, μη προερχόμενοι από τις τάξεις των “γαλλοτραφών”, που εξέπληξαν ευχάριστα τους ανθρώπους του Merignac. Αρχικά η Ταϊβάν προμηθεύτηκε το Mirage 2000-5 ελλείψει εναλλακτικών, με τις ΗΠΑ απρόθυμες να δυσαρεστήσουν την Κίνα και τη Γαλλία χωρίς τέτοιες αναστολές. Όταν το F-16 έγινε τελικώς διαθέσιμο στην πολιορκούμενη ασιατική χώρα, η μακρά παράδοσή της στην εντατικότατη – και πολεμική ακόμη – χρήση αμερικανικών τύπων και η εξοικείωσή της με το αμερικανικό τεχνολογικό πρότυπο την οδήγησε να καταστήσει το αμερικανικό μονοκινητήριο κορμό της δύναμής της.
Ενώ η Ινδία, από τους πρώτους πελάτες, και έχοντας ξεκόψει για χρόνια από την αμερικανική αγορά μαχητικών, είναι αναμφίβολα ο ευτυχέστερος χρήστης του Mirage 2000. Αν και το αγόρασε ταυτόχρονα με το φαινομενικά ανταγωνιστικό MiG-29, για το οποίο ήταν επίσης από τους πρώτους πελάτες, χρησιμοποίησε τον τύπο προεχόντως για αποστολές κρούσεως, και έγραψε ιστορία με αυτόν στις συγκρούσεις του Κασμίρ. Ήταν αναμενόμενο ότι, σε μια αεροπορία με κυρίως σοβιετικούς τύπους μαχητικών και τις γνώριμες αδυναμίες τους, ένα αεροσκάφος τόσο πολυσχιδές, μακρόβιο, ευχερούς συντήρησης από ολιγομελές επιτελείο και χωρίς ανάγκη εργοστασιακής συντήρησης κάθε τόσο θα γινόταν το απόλυτο workhorse. H Ινδία είχε να προμηθευτεί γαλλικό τύπο από την εποχή των Ouragan & Mystere IVA, αλλά η λαμπρή πορεία του δελταπτέρυγου στην υπηρεσία της αεροπορίας της αναμφίβολα άνοιξε το δρόμο και στην προμήθεια του Rafale.
Πρόκειται για success story χωρίς όμοιο, και η απόφαση για όψιμη αναβάθμιση του τύπου μιλά μόνη της: Η Ινδία δεν θέλει εξαρτήσεις από τις ΗΠΑ στα μαχητικά, επιφυλάσσεται να πολεμά κατ’ αρέσκειαν, και περιορίζει τις προμήθειες αμερικανικών τύπων σε κατηγορίες αεροσκαφών και ελικοπτέρων εξαιρετικά εντατικής πτητικής εκμετάλλευσης, όπου η αμερικανική τεχνική λάμπει. Δεν είναι αβάσιμη η υποψία ότι η Ινδία θα επανέλθει με παραγγελίες για το Rafale.
Αφήσαμε για το τέλος δύο σημαντικές όψεις της εμπορικής ατυχίας του Mirage 2000. H πρώτη αφορά στην βαθμιαία εναρμόνιση της Γαλλίας με το πλέγμα των συλλογικών αποφάσεων, είτε σε επίπεδο Ε.Ε. είτε σε επίπεδο ΟΗΕ και τη συμμετοχή σε λογής κυρώσεις που αποφασίζονται, αν και πάντοτε διατηρεί έναν πολύ μεγαλύτερο βαθμό ανεξαρτησίας. Παλαιότερα η Γαλλία απείχε χαρακτηριστικά από τέτοιες πρωτοβουλίες, με χαρακτηριστικά παραδείγματα α) τη Νότιο Αφρική των θεσμοθετημένων φυλετικών διακρίσεων ως τα τέλη της δεκαετίας του ’80, στην οποία όχι μόνο πωλήθηκαν τα Mirage F1CZ & F1AZ, αλλά και δόθηκε άδεια τοπικής παραγωγής τους (που δεν χρησιμοποιήθηκε) και β) τη Χιλή του Pinochet. Οι παλαιότεροι εξ ημών θυμούνται τηλεοπτική συνέντευξη του Serge Dassault στην ;έκθεση του Le Bourget κατά τη δεκαετία του ’80, στην οποία – ερωτώμενος γιατί πωλεί σε αυτές τις δύο κατευθύνσεις – απήντησε με αφοπλιστικό αυθορμητισμό «Μα γιατί όχι; Δεν είναι δα κομμουνιστές!».
Η δεύτερη όψη είναι ότι η Dassault έπεσε εν μέρει θύμα της ίδιας της επιτυχίας της. Τα προηγούμενα σχέδια της, τόσο η οικογένεια Mirage F1 όσο και – πολλώ μάλλον – η αειθαλής οικογένεια Mirage III/5/50 έχουν εξαιρετικά ανθεκτική δομή, και τα αεροσκάφη κατά κανόνα αποσύρονται λόγω ανεπάρκειας κινηματικών επιδόσεων παρά λόγω εξάντλησης των ωρών πτήσεως. Στο παραπάνω συντελεί και το γεγονός ότι οι περισσότεροι πελάτες είναι χώρες με ασθενή οικονομικά. Οι οποίες είτε συγκεντρώνουν ελάχιστες εκπαιδευτικές ώρες ανά έτος ή φείδονται της δαπάνης των συμβάσεων Follow-On-Support, με αποτέλεσμα τα αεροσκάφη τους να καθηλώνονται για έτη πριν βρεθούν τα κονδύλια για την επαναφορά τους σε πτήσιμη κατάσταση. Με τον τρόπο αυτό, μεγάλο μέρος του στόλου των Mirage παγκοσμίως έχει πολύ μικρό – αναλογικά με την ηλικία του – αριθμό ωρών πτήσεως. Η μακροβιότητα αυτή, σε συνδυασμό με τις περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες των περισσοτέρων χρηστών, οδηγεί στην απόφαση διατήρησης και εκσυγχρονισμού των υπαρχόντων αεροσκαφών, πολύ περισσότερο καθώς το συντριπτικό ποσοστό των χρηστών δεν αντιμετωπίζει ζωτική εξωτερική απειλή από ισχυρή δύναμη.
Και πράγματι, τα παλαιά Mirage είναι πλατφόρμες δεκτικές εκτενών εκσυγχρονισμών. Η Ισπανία προέβη σε εκτενέστατο εκσυγχρονισμό των Mirage F1CE/EE/EDA τη δεκαετία του ’90 με νέο ραντάρ και RWR, ως «γέφυρα» μέχρι την άφιξη των Typhoon, ενώ τον ίδιο δρόμο, αλλά με πολύ πιο επίκαιρες αναβαθμίσεις, επέλεξε αρκετά χρόνια μετά και το Μαρόκο. Και στις δύο περιπτώσεις, η ανεπάρκεια του τύπου ως προς τις κινηματικές επιδόσεις για αγώνα αέρος – αέρος, αλλά και ο ανεπαρκής συνδυασμός εμβελείας – φορτίου για αποστολές αέρος – εδάφους καθιστούσε την επιλογή των δύο μεσογειακών χωρών αμφίβολης απόσβεσης, αλλά αυτό δεν τις αποθάρρυνε.
Πολύ πιο ανταποδοτικές ήταν οι αναβαθμίσεις της οικογενείας Mirage III/5/50: Η αλλαγή των ασθενικών κινητήρων SNECMA ATAR 9B & 9C με τον ATAR 9K50 του Mirage F1 ήταν συχνά μια ευπρόσδεκτη – αν και ακριβή – αναβάθμιση για χρήστες υψηλής πτητικής εκμετάλλευσης, ενώ η προσθήκη canards βελτίωνε ουσιωδώς τα πτητικά χαρακτηριστικά. Συνηθέστατα όμως οι αναβαθμίσεις αφορούσαν μόνον τα συστήματα (αισθητήρων και αυτοπροστασίας): Πολλά από τα Mirage 5 εξαγωγής είχαν στοιχειωδέστατα μόνον μέσα, ενώ άλλα ήταν πλουσιότατα εξοπλισμένα. Οι συνήθεις αναβαθμίσεις (Κολομβίας, Βενεζουέλας, Αιγύπτου, Πακιστάν) αφορούσαν τον πλοηγικό και σκοπευτικό εξοπλισμό, με αδρανειακά συστήματα πλοήγησης, HUD, αποστασιόμετρο laser, αλλά και RWR ή και ατρακτίδια παρεμβολών. Η Γαλλία είναι αρκετά χαλαρή στην εξαγωγή τεχνολογίας, και τα «σπαρτιάτικα» αρχικά αεροσκάφη πολλών χρηστών ήταν τέτοια επειδή αυτή την επιλογή υπαγόρευε ο ισχνός προϋπολογισμός τους, και όχι εξαγωγικοί περιορισμοί της κατασκευάστριας.
Οι αναβαθμίσεις αυτές αποτελούσαν κατά κανόνα άλμα επιχειρησιακών δυνατοτήτων για τις εμπλεκόμενες χώρες, και δεν ανακοινώνονταν πάντοτε. Εξάλλου, η εμπειρία των μικρών περιφερειακών συγκρούσεων έχει δείξει ότι μικροί αριθμοί παλαιών αεροσκαφών με επίκαιρο εξοπλισμό αποστολής μπορεί να κάνουν μεγαλύτερη διαφορά στο πεδίο της μάχης από «άλογα κούρσας» με πλημμελή εξαγωγικό εξοπλισμό ή – ακόμη χειρότερα – με μη διαθέσιμα λόγω πολυπλοκότητας συστήματα.
Υπό την έννοια αυτή, η Dassault έπεσε θύμα της ίδιας της επιτυχίας της, με τα εν υπηρεσία παλαιά αλλά ευχερώς και επιτυχώς αναβαθμίσιμα αεροσκάφη της να ανταγωνίζονται εκ των πραγμάτων το Mirage 2000. Ήδη το Mirage 50 (Mirage 5 με τον SNECMA ATAR 9K50 και με εξοπλισμό επιλογής του πελάτη, από… απλή μαγνητική πυξίδα μέχρι Thomson-CSF Cyrano IV-M ή Agave, και ο,τιδήποτε ανάμεσα) προσφερόταν ως αεροσκάφος νέας παραγωγής μέχρι το τέλος της παραγωγής του διαδόχου τύπου, Mirage F1! Πιθανώς η πικρή αυτή (αλλ’ επωφελής για την πελατεία της) εμπειρία ώθησε τελικώς τη Dassault να εγκαταλείψει την εξέλιξη του Mirage 2000 μετά το 2000-5 Mk. 2 / 2000-9, αν και ήταν προφανές ότι ο τύπος δεν είναι ανταγωνιστικός του Rafale.
Οπωσδήποτε όμως, η επιτυχία ενός αεροσκάφους στην αγορά είναι συνάρτηση και του ανταγωνισμού που συναντά κατά τη συγκεκριμένη περίοδο. Έτσι το Mirage III/5 ήταν ένα τυχερό αεροσκάφος, πρακτικά χωρίς ανταγωνισμό. Στην αιχμή της τεχνολογίας, προσιτό, χωρίς πολιτικές δεσμεύσεις από την προμηθεύτρια, απλό στη συντήρηση.
Απέναντί του οι ΗΠΑ αντιπαρέτασσαν ως μαχητικά εξαγωγής τα F-5A & F-104G. Το πρώτο ήταν πολύ υποδεέστερο του ΙΙΙ/5 σε εξοπλισμό αποστολής, φορτίο/εμβέλεια και υπερηχητικές επιδόσεις, αν και αναμφίβολα ανώτερο αεροδυναμικώς σχέδιο και πολύ φθηνότερο (συνήθως εντελώς δωρεάν για τους συμμάχους). Το F-104 ήταν ένα πολύ πιο απαιτητικό τεχνολογικά αεροσκάφος, με ασύγκριτα ανώτερο προωστικό σκεύος, αλλά κατάλληλο μόνο για αναχαίτιση, πυρηνική κρούση και αναγνώριση, με ελάχιστο οπλικό φορτίο και πλήρη αδυναμία ελιγμών εναερίας μάχης.
Ακόμη, το καθαρόαιμο αεροπορικής υπεροχής Vought F-8 Crusader ήταν μονού ρόλου, και η παραγωγή του είχε πρακτικά λήξει. Η «βασιλική λίγκα» αμερικανικών μαχητικών της εποχής (Republic F-105D Thunderchief σε ρόλο κρούσεως, Convair F-106A Delta Dart σε ρόλο αναχαίτισης ημέρας/νυκτός παντός καιρού σε εξαιρετικά υψηλές υπερηχητικές ταχύτητες) δεν εξήχθη ποτέ, και ξεπερνούσε σε κόστος και απαιτήσεις συντήρησης τις δυνάμεις μικρών εθνών.
Από την πλευρά της, η ΕΣΣΔ προσέφερε το MiG-21, αεροδυναμικώς ανώτερο σχέδιο του Mirage III/5, αλλά με ωσαύτως αναιμικό κινητήρα, ελάχιστη δομική ζωή, και πολύ υποδεέστερα συστήματα και όπλα. Ενώ το βρετανικό υπερμαχητικό Lightning, κορυφαίο στον κόσμο, ήταν απρόσιτο, και αγοράστηκε μόνο από τη Σαουδική Αραβία και το Κουβέιτ.
Το μόνο ανώτερο του Mirage III/5 μονοκινητήριο, το αθάνατο σουηδικό SAAB 35 Draken, ήταν ανώτερο αεροδυναμικά, με καλύτερο κινητήρα (Rolls Royce Avon με μετακαυστήρα Volvo Flygmotor), με πολύ ανώτερο ραντάρ, αλλά πανάκριβο και με εξαγωγικούς περιορισμούς, καθώς το έλαβαν μόνο οι «αδελφές» Δανία και Φινλανδία (πολύ αργότερα και η Αυστρία).
Το Mirage F1 είχε πιο σκληρό ανταγωνισμό, αλλά και πάλι ένα niche δικό του. Από τους ανταγωνιστικούς τύπους, το F-4E ήταν ανώτερο σε εμβέλεια και φορτίο, αλλά πολύ ακριβό σε χρήση και διαθέσιμο μόνο σε στενούς συμμάχους των ΗΠΑ.
Το MiG-23/27 απαιτούσε διακριτούς τύπους για αναχαίτιση και κρούση, ήταν ανώτερο σε επιδόσεις αλλά κατώτερο σε ευελιξία από το F1, και βέβαια είχε τα χειρότερα πτητικά χαρακτηριστικά από όλα τα αεροσκάφη της γενιάς του, όπως και διάρκεια ζωής μόλις 1.500 ώρες. Ραντάρ και βλήματα του σοβιετικού τύπου ήταν στη στάθμη της τεχνικής και ίσως ανώτερα των γαλλικών (προ Super 530F/D).
Τα A-7 Corsair, Su-20/22, Harrier Mk. 1/3 & Jaguar ήταν μονού ρόλου (κρούσεως). Ενώ το SAAB AJ37 Viggen ήταν ένα πολυσχιδές αεροσκάφος με κορυφαία συστήματα αποστολής, πολύ ανώτερης κατηγορίας αποβάρου αλλά με αντίστοιχα χαμηλό λόγο ώσης προς βάρος με το F1 (χρησιμοποιούσε τον κινητήρα P&W JT8D των Boeing 727/737 με μετακαυστήρα Volvo Flygmotor και … αναστροφή ώσης). Δεν εξήχθη ποτέ, λόγω παρόξυνσης των εξαγωγικών περιορισμών της Σουηδίας κατά την εποχή Πάλμε, αν και το κόστος του θα ήταν επαρκής αποτρεπτικός παράγων.
Άμεσος ανταγωνιστής του Mirage F1 ήταν τελικώς μόνο το Northrop F-5E Tiger, αεροσκάφος αεροδυναμικά τουλάχιστον εφάμιλλο, εξίσου ευέλικτο, αλλά με υστέρηση στην αποστολή της αναχαίτισης λόγω περιορισμένης ώσης. Πολύ φθηνότερο του γαλλικού σε κτήση και συντήρηση, το ιδιοφυές σχέδιο των ανθρώπων της Καλιφόρνια επικράτησε των Γαλατών στην εξαγωγική αγορά. Ελάχιστες χώρες (Μαρόκο, Ιορδανία) απέκτησαν και τους δύο τύπους, για συνδυασμό επιχειρησιακών και πολιτικών λόγων.
Το Mirage 2000 είχε, τουναντίον, την ατυχία να βρεθεί απέναντι στο πλέον ρηξικέλευθο, καινοτομικό σχέδιο μαχητικού όλων των εποχών. Το F-16 ήταν απλά ασυναγώνιστο αεροδυναμικά, ως προς το προωστικό σκεύος, το φορτίο, το πολυσχιδές των αποστολών, την εξελιξιμότητα, τις προσφερόμενες δυνατότητες αναβάθμισης. Το έσχατο δελταπτέρυγο υπέκυψε στην υπεροχή του.