Το MiG-9 υπήρξε ένα από τα πρώτα αεριωθούμενα μαχητικά αεροσκάφη που αναπτύχθηκαν από τη Σοβιετική Ένωση, σηματοδοτώντας την είσοδο του γραφείου σχεδιασμού MiG (Mikoyan-Gurevich) στον κόσμο των τζετ μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η ιστορία του ξεκινά το 1945, όταν η Σοβιετική Ένωση, έχοντας αποκτήσει πρόσβαση σε γερμανική τεχνολογία αεριωθουμένων αεροσκαφών, αποφάσισε να επιταχύνει την ανάπτυξη δικών της μαχητικών αυτού του τύπου. Το γραφείο MiG, υπό την ηγεσία των Αρτέμ Μικογιάν και Μιχαήλ Γκουρέβιτς, έλαβε εντολή να δημιουργήσει ένα αεροσκάφος που θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις νέες απαιτήσεις εναέριας μάχης.
Το MiG-9 σχεδιάστηκε από λευκό χαρτί, με στόχο να εκμεταλλευτεί πλήρως τις δυνατότητες των αεριωθουμένων κινητήρων. Η ανάπτυξή του συνέπεσε με αυτή του Yak-15 (το οποίο όμως είχε βασισθεί σε υπάρχον εμβολοφόρο μαχητικό), και τα δύο αεροσκάφη πέταξαν για πρώτη φορά την ίδια ημέρα, στις 24 Απριλίου 1946, σε μια επίδειξη του έντονου ανταγωνισμού μεταξύ των σοβιετικών γραφείων σχεδιασμού.
Η καινοτομία του MiG-9 ήταν η χρήση δύο κινητήρων Klimov RD-20, οι οποίοι αποτελούσαν σοβιετικές εκδόσεις του γερμανικού BMW 003. Κάθε κινητήρας παρήγαγε ώθηση 800 κιλών (7,8 kN). Αυτή η διάταξη δύο κινητήρων, με τις εξόδους των καυσαερίων τοποθετημένες κάτω από την ουρά, ήταν ασυνήθιστη για την εποχή και αποσκοπούσε στην αύξηση της ισχύος και της αξιοπιστίας σε σχέση με τα μονοκινητήρια, όπως το Yak-15.
Ωστόσο, η χρήση δύο κινητήρων αύξησε το βάρος και την πολυπλοκότητα του αεροσκάφους, ενώ οι RD-20 ήταν επιρρεπείς σε βλάβες και είχαν περιορισμένη διάρκεια ζωής, περίπου 50 ώρες. Πάντως η πρώτη πτήση του MiG-9, με τον πιλότο δοκιμών Αλεξέι Γκρίντσικ στα χειριστήρια, θεωρήθηκε επιτυχής, και το αεροσκάφος τέθηκε σε υπηρεσία το 1947, με την κωδική ονομασία “Fargo” από το ΝΑΤΟ.
Τα τεχνικά χαρακτηριστικά του MiG-9 είναι ενδιαφέροντα, με μήκος 9,83 μέτρα, άνοιγμα πτερύγων 10 μέτρα και ύψος 3,18. Το βάρος του κενού αεροσκάφους ήταν 3.350 κιλά, ενώ το μέγιστο απογείωσης έφτανε τα 4.960 κιλά, καθιστώντας το σημαντικά βαρύτερο από τα Yak-15 και Yak-23. Η μέγιστη ταχύτητά του υπολογιζόταν στα 911 χιλιόμετρα την ώρα σε ύψος 5.000 μέτρων, με μέγιστο ύψος πτήσης τα 13.000 μέτρα.
Αεροδυναμικά, το MiG-9 διέθετε όπως οι εγχώριοι ανταγωνιστές του, ευθεία πτέρυγα αλλά και μια στιβαρή άτρακτο, σχεδιασμένη να αντέχει το βάρος και τη θερμότητα των δύο κινητήρων. Η διάταξη αυτή του έδινε σταθερότητα, αλλά περιόριζε την απόδοσή του σε υψηλές ταχύτητες λόγω της αυξημένης αεροδυναμικής αντίστασης.
Η αυτονομία ήταν 800 χιλιόμετρα, αρκετά καλύτερη από αυτή του Yak-15, αλλά ακόμα μικρή λόγω της υψηλής κατανάλωσης καυσίμων των RD-20. Ο οπλισμός αποτελούνταν από ένα πυροβόλο N-37 των 37 χιλιοστών, με 40 βλήματα, και δύο πυροβόλα NS-23 των 23 χιλιοστών, με 80 βλήματα το καθένα, όλα τοποθετημένα στο ρύγχος. Αυτή η συνδυασμένη ισχύς πυρός το καθιστούσε ικανό να αντιμετωπίσει εχθρικά βομβαρδιστικά, αν και η ακρίβεια των πυροβόλων ήταν μέτρια λόγω της έλλειψης προηγμένων συστημάτων στόχευσης.
Το αεροσκάφος εντάχθηκε σε μονάδες πρώτης γραμμής το 1947, με κύριο ρόλο την αναχαίτιση εχθρικών αεροσκαφών και την προστασία στρατηγικών στόχων. Ωστόσο, η αναξιοπιστία των κινητήρων RD-20 προκάλεσε πολλά προβλήματα, με συχνές βλάβες που οδηγούσαν σε ατυχήματα κατά την απογείωση και την προσγείωση. Επιπλέον, η έλλειψη συμπιεσμένης καμπίνας περιόριζε την ικανότητα δράσης σε μεγάλα υψόμετρα, ενώ είχε περιορισμένη ευελιξία σε αερομαχίες.
Η παραγωγή του MiG-9 έφτασε τα 598 αεροσκάφη, με την κατασκευή να διαρκεί από το 1946 έως το 1948. Η σχετικά μεγάλη αυτή παραγωγή οφείλεται στην επείγουσα ανάγκη της Σοβιετικής Αεροπορίας να εξοπλιστεί με αεριωθούμενα, αν και το αεροσκάφος αποσύρθηκε γρήγορα μετά την εμφάνιση του MiG-15 το 1949. Ως αποτέλεσμα, πολλά MiG-9 χρησιμοποιήθηκαν για εκπαιδευτικούς σκοπούς καθώς είχε αναπτυθχεί και διθέσια έκδοση.
Από επιχειρησιακή σκοπιά, το MiG-9 δεν συμμετείχε σε πολεμικές επιχειρήσεις, καθώς η υπηρεσιακή του ζωή συνέπεσε με την περίοδο ειρήνης πριν από τον Πόλεμο της Κορέας.
Συμπερασματικά, το MiG-9 υπήρξε ένα ακόμη μεταβατικό αεροσκάφος που όμως έθεσε τις βάσεις για την μεγάλη επιτυχία των μετέπειτα σχεδίων του γραφείου MiG, που ως μαχητικά κυριάρχησαν για δεκαετίες στην ΕΣΣΔ.