Lockheed F-117 Nighthawk
Θεωρούμενο από πολλούς σαν o πρωταγωνιστής του πολέμου στον Περσικό κόλπο, το Lockheed F-117 είναι το πρώτο “αόρατο” αεροσκάφος στον κόσμο και απέδειξε την ικανότητά του να διαπερνά την εχθρική αντιαεροπορική άμυνα χωρίς να γίνεται αντιληπτό, να προσβάλει με ιδιαίτερη ακρίβεια εχθρικούς στόχους και να διαφεύγει ανενόχλητο.
Επιμέλεια: Γ. Φραγκιαδάκης, από το Αρχείο της ΠΤΗΣΗΣ
Χωρίς αμφιβολία, το Λόκχιντ F-117 είναι το πιο πολυσυζητημένο αεροσκάφος του τέλους του 20ου αιώνα και ήταν ένα από τα πιο ζηλότυπα κρατημένα στρατιωτικά μυστικά στο Δυτικό κόσμο, όντας σε υπηρεσία πέντε ολόκληρα χρόνια πριν αποκαλυφθεί ακόμη και η ύπαρξή του στο κοινό. Είναι επίσης άλλο ένα μεγάλο επίτευγμα των μυστικού αλλά διάσημου τμήματος Advanced Development Projects division (Τμήμα εξέλιξης πρωτοποριακών σχεδίων) της Lockheed California, γνωστό στον κόσμο και με το όνομα Skunk Works.
Το 1976 έγιναν οι πρώτες αναφορές για εργασίες που γινόταν στο “Skunk Works”, γύρω από ένα αεροσκάφος που επρόκειτο να είναι πρακτικά αόρατο στα ραντάρ. Στην πραγματικότητα τέτοιου είδους έρευνα γινόταν ήδη για αρκετόν καιρό, με σκοπό την ανάπτυξη της τεχνολογίας Low Observable (LΟ-χαμηλής παρατηρητικότητας), γνωστής και με τον όρο Stealth (στελθ), η ανάγκη της οποίας έγινε προφανής από τις επιτυχίες των κατευθυνόμενων με ραντάρ πυραύλων εδάφους-αέρος στις επιχειρήσεις Linebacker II πάνω από το Βόρειο Βιετνάμ το Δεκέμβριο του 1972 και στον πόλεμο του Γιόμ Κιπούρ τον Οκτώβριο του 1973 (βλέπε ΠΤΗΣΗ Νο106).
H έρευνα για την τεχνολογία LO δεν ήταν έβαια καινούργια, μια και είχαν γίνει εργασίες για τα υλικά RAM (Radar Absorbent Materials – Απορροφητικά υλικά ακτινοβολίας ραντάρ), για ειδικά πλέγματα που επιτύγχαναν μείωση του σήματος και το σχήμα των αεροσκαφών (παράδειγμα το άλλο προϊόν του Skunk Works, το SR-71), ήδη από τη δεκαετία του 50. Το 1975 όμως, οι μηχανικοί της διεύθυνσης Skunk Works άρχισαν να δουλεύουν πάνω σε μια νέα τεχνική που έγινε γνωστή με τον όρο Faceting, δηλαδή τη χρήση πολλών προσεκτικά τοποθετημένων επίπεδων επιφανειών που θα παράγουν μια αδύνατη και διακεχυμένη επιστροφή των σημάτων ραντάρ.
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 27 Μαρτίου 1999: Nighthawk down, οι Σέρβοι καταρρίπτουν το “ακατάρριπτο”
H τεχνική αυτή έδειξε καλές προοπτικές και η δραματική αύξηση των δυνατοτήτων των ηλεκτρονικών υπολογιστών της περιόδου εκείνης, επέτρεψε την πρόοδο της έρευνας μέσα στο λαβύρινθο της τριδιάστατης τοποθέτησης των επιφανειών έτσι ώστε να παράγουν ελάχιστες επιστροφές σημάτων ραντάρ, αλλά και διατηρώντας το απαραίτητο σχήμα μιας ιπτάμενης μηχανής.
Αν και άλλες εταιρίες ερευνούσαν επίσης την τεχνολογία LO, η τεχνική _faceting_ της Λόκχιντ έδειξε αρκετές προοπτικές για να ερευνηθεί περισσότερο. H DARPA (Defence Advanced Research Projects Agency) έκανε ένα συμβόλαιο για δυο αεροσκάφη εφαρμογής της σχετικής τεχνολογίας στις αρχές του 1977, γνωστό με την κωδική ονομασία Have Blue, αν και γρήγορα ανέλαβε η Αμερικανική αεροπορία και το πρόγραμμα έγινε μαύρο (δηλαδή
Άκρως Απόρρητο).
20 χρόνια από την Operation Allied Force στη Σερβία: Ο Αεροπορικός Πόλεμος στο μικροσκόπιο
Και τα δυο πρωτότυπα, τα οποία πιστεύεται ότι ονομάστηκαν XST (eXperimental Stealth, Tactical), κατασκευάστηκαν σε σύντομο διάστημα στο Μπούρμπανκ της Καλιφόρνια και μεταφέρθηκαν στο Γκρούμ Λέικ στη Νεβάδα, ένα απομακρυσμένο και ασφαλές πεδίο δοκιμών που είχε χρησιμοποιήσει η Λόκχιντ και για τις δοκιμές των U-2 και A-12.
Στις αρχές του 1978, ο πιλότος της εταιρίας Μπιλ Παρκ πέταξε το πρώτο αεροσκάφος. Το δεύτερο ακολούθησε μετά από δυο μήνες με δεύτερο χειριστή τον Αντισμήναρχο Κεν Ντάισον. Τα αεροσκάφη του προγράμματος _Have Blue_ ήταν μικρότερα από τα F-117 και είχαν κάθετα σταθερά με κλίση προς τα μέσα. H ισχύς προερχόταν από δυο κινητήρες J85 της Τζένεραλ Ελέκτρικ.
Και τα δυο αεροσκάφη χάθηκαν, το πρώτο το Μάιο του 1978 με τον Park χειριστή και το δεύτερο το 1980 με τον Ντάισον. Κανένα από τα ατυχήματα δεν ήταν θανάσιμο. Μόνο όταν πια το F-117 είχε παρουσιαστεί στο κοινό, αναγνωρίστηκε επίσημα η προσφορά των δυο αυτών πιλότων στην εξέλιξη αυτής της σημαντικής καινοτομίας στην αεροπορική τεχνολογία.
Μετά από την πρώτη κιόλας περίοδο των πτητικών δοκιμών, τα αεροσκάφη Have Blue επέδειξαν εκπληκτικές ικανότητες LO, αρκετές ώστε να αρχίσει η εξέλιξη ενός επιχειρησιακού μαχητικού. Το Νοέμβριο του 1978 ξεκίνησε το πρόγραμμα Senior Trend, και η Λόκχιντ αντιμετώπισε ελάχιστο ανταγωνισμό από τις άλλες εταιρίες, κυρίως χάρη στην εμπειρία της από το πρόγραμμα Have Blue.
Χάρη στη διαβάθμισή του σαν “μαύρο” πρόγραμμα, το Senior Trend προχώρησε γρήγορα και ανεμπόδιστο από τις κανονικές πολιτικές και τεχνικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν άλλα δημόσια προγράμματα, και με την ενθουσιώδη και μικρή ομάδα που οργανώθηκε γύρω από το αφεντικό της διεύθυνσης Skunk Works, Μπεν Ριτς, σημειώθηκε γρήγορη πρόοδος.
Κατασκευάστηκαν πέντε αεροσκάφη εξέλιξης προ-παραγωγής, το πρώτο από τα οποία
απογειώθηκε για πρώτη φορά από το Γκρουμ Λέικ στις 18 Ιουλίου 1981, με χειριστή το Χαλ Φάρλεϊ. Τα αεροσκάφη _Senior Trend_ δέχτηκαν τον κωδικό F-117, αν και κατά τη διάρκεια όλης αυτής της περιόδου, οι φήμες που αναφέρονταν στο αεροσκάφος χρησιμοποιούσαν (εσφαλμένα όπως αποδείχθηκε αργότερα) τον κωδικό F-19. Όλα, εκτός από τα τελευταία F 117 παραγωγής, μεταφέρθηκαν στο Γκρουμ Λέικ για συναρμολόγηση και για την πρώτη τους πτήση.
Και λίγα λόγια για τους κωδικούς. H Αμερικανική αεροπορία δεν εξήγησε ποτέ το γιατί δόθηκε στο αεροσκάφος ο κωδικός F-117, ή το γιατί υπερπηδήθηκε στη σειρά των μαχητικών το F-19. Μια πιθανή (και δελεαστική) θεωρία είναι ότι το σμήνος αεροσκαφών MiG της USAF, που έχει και αυτό τη βάση του στην έρημο της Νεβάδα. χρησιμοποιεί τους κωδικούς F-112 έως F-116 για να ορίσει τα ρωσικής προέλευσης αεροσκάφη του, και το F -117 ήταν η λογική συνέχεια στους κωδικούς αυτών των μυστικών αεροσκαφών.
Όσο για το F-19, βόλευε την αεροπορία να υπερπηδήσει αυτό τον κωδικό, μια και έτσι μπορούσε, λέγοντας την αλήθεια, να αρνηθεί την ύπαρξη αυτού του αεροσκάφους. Αν και πολλά παρατσούκλια δόθηκαν στο αεροσκάφος, οι χειριστές του το ονομάζουν απλώς Black Jet. Ένα άλλο παρατσούκλι που υιοθετήθηκε είναι και το Nighthawk.
Προετοιμάζοντας την είσοδο του F-117 σε υπηρεσία, δημιουργήθηκε το 1980 η 4450η Τακτική Ομάδα (Γκρουπ) και εφοδιάστηκε με αεροσκάφη A-7D Corsair II και τοποθετήκε πασιφανώς στη βάση Νέλις της Νεβάδα, στα περίχωρα του Λας Βέγκας. Δόθηκαν μάλιστα και οι κωδικοί ουράς LV για να τονισθεί η τοποθεσία. H επιλογή του A-7 δεν ήταν τυχαία, μια και η υψηλή υπο-ηχητική του ταχύτητα, ο λόγος ώσης/βάρους, τα πτητικά του χαρακτηριστικά και η προσβολή στόχων με διεισδύσεις σε χαμηλό ύψος, είναι παρόμοιες, σε ένα ορισμένο βαθμό, με αυτές του F-117. Το A-7 έγινε έτσι το εκπαιδευτικό ημέρας, ενώ ταυτόχρονα έδινε και την κάλυψη για την πραγματική αποστολή της μονάδας.
Αρχή των επιχειρήσεων
Τον Οκτώβριο του 1983, η 4450η Τακτική Ομάδα κηρύχθηκε επιχειρησιακή και στα 18 A-7D προστέθηκαν 10-12 F-117A. H μονάδα είχε τώρα μετακομίσει από το Γκρουμ Λέικ στη βορειο-δυτική γωνία των αχανών εκτάσεων της βάσης Νέλις και κατέλαβε το Πεδίο Δοκιμών Τόνοπαχ. (Tonopah Test Range). Το Γκρουμ Λέικ συνέχισε να εκπληρώνει την πρωταρχική του αποστολή, σαν το πιο μυστικό πεδίο πτητικών δοκιμών της αεροπορίας.
Ευρισκόμενο γύρω στα 40 μίλια νότιο-ανατολικά της παλιάς πόλης Τόνοπαχ, το αεροδρόμιο του πεδίου δοκιμών ήταν μια νεοκατασκευασμένη βάση στο σημείο Κάκτους Φλατ και προστατεύεται από τις δυο οροσειρές Κάκτους και Κάργουϊτς, και είναι τόσο απομακρυσμένο που ακόμα και ο κύκλος προσέγγισης είναι εντελώς αόρατος από οποιαδήποτε εθνική οδό. Μόνο ένας δρόμος, ιδιαίτερα φρουρούμενος, πηγαίνει από την πόλη Τόνοπαχ μέχρι τη βάση. Όταν βέβαια άρχισαν οι ημερήσιες πτήσεις ορισμένοι επίμονοι φωτογράφοι κατάφεραν να πλησιάσουν την προσέγγιση της βάσης, αλλά αυτό μόνο μετά από 30 μίλια σε δύσβατα μονοπάτια στην έρημο.
Μέχρι την αποκάλυψή τους στο κοινό, τα αεροσκάφη επιχειρούσαν μόνο νύκτα χάριν μυστικότητος. Νοικιασμένα Μπόινγκ 727 της εταιρίας Key Air μετέφεραν τα πληρώματα και το προσωπικόεδάφους από το Νέλις, οι περισσότεροι από τους οποίους έμενανκατά τηδιάρκεια των εργάσιμων ημερών της εβδομάδας στοΤόνοπαχ. H προσαρμογή τουβιολογικού ρολογιού για επιχειρήσειςτη νύκτα ήταν μια μεγάλη δυσκολία για τοπροσωπικό.
Κόπωση είναι και η πιθανή αιτία για την απώλεια δυο αεροσκαφών F-117και των πιλότων τους, το πρώτο με χειριστή το Σμηναγό ΡοςΜούλχερ στις 11 Ιουλίου 1986κοντά στο Μπέικερσφιλντ στηνΚαλιφόρνια και το δεύτερο με το Σμηναγό Μάικλ Στιούαρτ στις 14Οκτωβρίου 1987. Απ_ όσα είναι γνωστά, αυτές ήταν και οιμοναδικές απώλειες μέχρι τώρα.
Κατά τη διάρκεια των πρώτων ετών της υπηρεσίας του F-117, δυο φορές κόντεψε να χρησιμοποιηθεί σε επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων είναι, απ_ ότι πιστεύεται, και η επίθεση στη Λιβύη τον Απρίλιο του 1986. Δεν είναι γνωστό εάν η μη συμμετοχή του στην αποστολή αυτή οφείλεται σε επιχειρησιακές δυσκολίες ή σε λόγους ασφαλείας.
Ίσως ήταν αιτία η δεύτερη απώλεια ή οι συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες εκπαίδευσης λόγω της αύξησης του αριθμού των αεροσκαφών, που ανάγκασαν την Αμερικανική Αεροπορία να συνειδητοποιήσει ότι ημερήσιες πτήσεις ήταν πια αναγκαίες. Όπως και να έχουν τα πράγματα, στις 10 Νοεμβρίου 1988, ένας εκπρόσωπος του Πενταγώνου παραδέχτηκε τελικά δημόσια την ύπαρξη ενός αεροσκάφους στελθ, δείχνοντας ταυτόχρονα και μια θολή και παραπλανητική φωτογραφία του F-117.
Αμέσως άρχισαν οι πτήσεις κατά τη διάρκεια της ημέρας και αναφέρθηκαν σχηματισμοί μέχρι και 10 αεροσκαφών από την έρημο Μοχάβε και άλλα σημεία των Νότιο-δυτικών Ηνωμένων Πολιτειών. Εμφανίστηκαν επίσης και οι πρώτες ανεπίσημες φωτογραφίες που απεκάλυπταν το σχήμα και τον εξοπλισμό του αεροσκάφους καλύτερα από τη μοναδική επίσημη φωτογραφία.
Μην έχοντας πλέον ανάγκη της κάλυψης ούτε και ενός αεροσκάφους εκπαίδευσης ημέρας, η 4450η Τακτική Ομάδα αποχωρίστηκε τα A-7D και παρέλαβε 6 Northrop AT-38B Talon για τις πτήσειςεγκλιματισμού και συνοδείας. Όλοι οι μελλοντικοί πιλότοι τωνF-117 έχουν μιαμεγάλη εμπειρία σε τζετ και όλοι αξιολογούνταισαν άνω του μετρίου. Οι περισσότεροι έχουν πετάξει με αεροσκάφη δίωξης/βομβαρδισμού, όπως τα A-7, A-10, F-4 και F-111. Μια και δεν υπάρχει εκπαιδευτικό F-117, οι χειριστές περνούν από μια λεπτομερή εκπαίδευση στον εξομοιωτή πριν προχωρήσουν σε μια πρώτη έξοδο με το F-117, που είναι μια μικρή εκπαιδευτική πτήση με τη συνοδεία ενός έμπειρου χειριστή που πετά δίπλα με ένα T-38.
Δυο Μοίρες ενσωματώθηκαν στη 4450η Τακτική Ομάδα, οι _Grim Reapers_ και οι _Nightstalkers_. Τον Οκτώβριο του 1989 προστέθηκε και μια τρίτη Μοίρα, όταν η 4450η Τακτική Ομάδα. επίσημα μετονομάστηκε σε 37η Πτέρυγα Τακτικών Μαχητικών. Το νούμερο της πτέρυγας αυτής το είχε προηγουμένως μια μονάδα με F-4E/G με αποστολές καταστολής αεράμυνας (Wild Weasel) με βάση την αεροπορική βάση Τζορτζ στην Καλιφόρνια, η οποία ενώθηκε με την 35η Πτέρυγα Τακτικής Εκπαίδευσης για να γίνουν η 35η Πτέρυγα Μαχητικών, και διατηρώντας τους παλιούς κωδικούς _WW_ της 37ης.
H νέα 37η πτέρυγα υιοθέτησε τους κωδικούς _TR_ για το Tonapah Range και αποτελείτο από την 415η Μοίρα Nightstalkers, την 416η Ghostriders και την 417η Μοίρα εκπαίδευσης Βandits.
Στις 19 Δεκεμβρίου 1989, το F-117A έλαβε μέρος για πρώτη φορά σε μάχη κατά τη διάρκεια της εισβολής των αμερικανικώνστρατευμάτων στον Παναμά, μια επιχείρηση που έγινε γνωστή με την ονομασία Just Cause.
H πρώτη έξοδος
Με το αεροσκάφος να είναι πλεόν γνωστό, δεν υπήρχε πλέον λόγος στο να μη χρησιμοποιηθεί επιχειρησιακά και να δοκιμαστεί στη μάχη ενάντια στην εχθρική άμυνα. Μόνο μια επίθεση σχεδιάστηκε με στόχο ένα διάδρομο δίπλα στο Παναμέζικο στρατόπεδο Rio Hato. Συνολικά έξι αεροσκάφη απογειώθηκαν από το Τόνοπαχ, αν και μόνο δυο έκαναν την τελική επίθεση, ενώ τα υπόλοιπα ανακλήθηκαν στη μέση της αποστολής.
Πετώντας χωρίς σταθμό και με εναέριους ανεφοδιασμούς από τη βάση τους στη Νεβάδα, τα F-117 έριξαν βόμβες κατευθυνόμενες με λέιζερ των 2.000 λιβρών στο διάδρομο, για να δημιουργήσουν σύγχιση στους αμυνόμενους και να διευκολύνουν την αερομεταφερόμενη επίθεση των Ρέινζερς.
Παρά την προηγούμενη δημόσια παρουσίασή του και τη χρήση του στον Παναμά, το F-117 έκανε την πρώτη του επίσημη εμφάνιση στις 21 Απριλίου 1990 όταν ένα ζεύγος από το Τόνοπαχ έφτασε στη βάση Νέλις μπροστά σε ένα πλήθος δημοσιογράφων, κάνοντας μια διέλευση πάνω από το διάδρομο πριν προσγειωθούν και τροχοδρομήσουν για μια λεπτομερέστερη παρουσίαση.
Μετά από αυτό, το F-117 έκανε ορισμένες προσεκτικά διαλεγμένες εμφανίσεις σε αεροπορικές εκθέσεις, όπως αυτή της βάσης Άντριους και την έκθεση στο Όσκος. Πιστεύεται επίσης ότι αεροκάφη έκαναν τα πρώτα τους ταξίδια στην Ευρώπη, πιθανότατα στη βάση Σπανγκντάλεμ στη Γερμανία, στις αρχές του καλοκαιριού του 1990.
Οι προγραμματισμένες εμφανίσεις για το δεύτερο μισό του 1990, συμπεριλαμβανομένης και της διεθνούς έκθεση του Φάρνμπορο, ακυρώθηκαν εξαιτίας των διεθνών γεγονότων. H απάντηση των Αμερικάνων στην εισβολή στο Κουβέιτ από το Ιράκ ήταν άμεση και μέρος αυτής περιλάμβανε και 22 F-117 τα οποία έφυγαν για το Λάνγκλεϊ στις 19 Αυγούστου. Από εκεί, την επομένη, πέταξαν χωρίς σταθμό μέχρι τη Σαουδική Αραβία, με διαδοχικούς εναέριους ανεφοδιασμούς από τα KC-10.
Για πρώτη φορά επετράπη επίσης στους δημοσιογράφους να επιβιβαστούν στα KC-135Q της 9ης πτέρυγας και να φωτογραφίσουν την επιχείρηση. Από τα 22 αεροσκάφη της 415ης Μοίρας, δυο σταμάτησαν στην Αγγλία και τα υπόλοιπα προσγειώθηκαν στη βάση Καμίς Μουσέτ στις 21 Αυγούστου. O συνολικός αριθμός των F-117 που μεταφέρθηκαν στη Σαουδική Αραβία ανέρχεται σε 40 αεροσκάφη.
Πόλεμος στον Περσικό κόλπο
Στις 23:35 ώρα Γκρίνουιτς, της 16ης Ιανουαρίου 1991, τα F-117 έριξαν τις πρώτες κατευθυνόμενες με λέιζερ βόμβες ενάντια στόχων στη Βαγδάτη, αρχίζοντας έτσι τις αεροπορικές επιχειρήσεις. Κύριοι στόχοι τις πρώτες ημέρες του πολέμου ήταν τα κέντρα επικοινωνιών και διοίκησης της αεράμυνας. Χτύπηθηκαν επίσης και εγκαταστάσεις πυρηνικών και χημικών βιομηχανιών, μια και η _χειρουργική_ ακρίβεια του F-117 εξασφάλισε ελάχιστη διαφυγή ακτινοβολίας ή χημικών. Επίσης φημολογείται ότι εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούσε ο πρόεδρος Σαντάμ ΧουσεΪν ήταν ανάμεσα στους στόχους των πρώτων ημερών.
Καθώς συνεχίζονταν οι επιχειρήσεις τα F-117 άρχισαν αποστολές απαγόρευσης και καταστροφής καταφυγίων αεροσκαφών. Συνολικά τα F-117A εκπλήρωσαν 1271 αποστολές πάνω από το Ιράκ κατά τη διάρκεια της _Καταιγίδας της Ερήμου_, ένα τρίτο από τις οποίες έγιναν πάνω από τη Βαγδάτη διαπερνώντας μια άμυνα 3.000 αντιαεροπορικών όπλων και 60 συστοιχιών πυραύλων. Από όσα είναι γνωστά, τα F-117 δεν ήταν ορατά στους Ιρακινούς και η άμυνα αντιδρούσε μόλις αντιλαμβανόταν τα F-4G που συνόδευαν τα F-117.
Το κύριο όπλο των F-117 ήταν οι βόμβες κατευθυνόμενες με λέιζερ GBU-27 Paveway III και οι GBU-10 Paveway II των 2.000 λιβρών. Οι επιχειρήσεις γινόταν από τη βάση Καμίς Μουσέτ, γνωστής και σαν Ανατολικό Τονοπάχ εξαιτίας της ομοιότητάς της με τη βάση της αμερικανικής ερήμου. Με υψόμετρο 6.800 πόδια, τα F-117 αναγκάζονταν να απογειωθούν με μισά καύσιμα και να συναντήσουν αμέσως ένα αεροσκάφος εναέριου ανεφοδιασμού.
Κατά μέσο όρο οι πτήσεις διαρκούσαν 5 ώρες, όλες τη νύκτα και η παραμονή πάνω από το Ιράκ περίπου 30 λεπτά. O υπόλοιπος χρόνος ήταν η πτήση από και προς τη βάση Καμίς Μουσέτ που βρίσκεται στο νότιο άκρο της αραβικής χερσονήσου.
H κατασκευή του F-117
Σε ό,τι αφορά τη δομή του, το F-117 δε μοιάζει με κανένα άλλο αεροσκάφος. Υπάρχει ένα κεντρικό αντωτικό σώμα, στο οποίο προσδένονται οι πτέρυγες και η ουρά. H εσωτερική δομή είναι αναγκαστικά πολύπλοκη για να διατηρηθεί η συνοχή του συνόλου. Ένα πλαίσιο σαν σκελετός αποτελεί τη βασική δομή στην οποία έχουν προσδεθεί οι επίπεδες επιφάνειες. Υλικά RAM καλύπτουν στη συνέχεια τις επιφάνειες, τα οποία αρχικά είχαν μορφή φύλλων, ενώ τώρα υπάρχουν και με μορφή σπρέϊ. Το υλικό επικάλυψης χρειάζεται συνεχή φροντίδα για να διατηρήσει την αποτελεσματικότητά του.
Το ίδιο του το σχήμα λοιπόν προσδίδει στο F-117 τα χαρακτηριστικά χαμηλής παρατηρητικότητας, με την προϋπόθεση όμως ότι οι επιφάνειες δεν έχουν καμία προεξοχή. Οι επιφάνειες των επιχειρησιακών F-117 είναι χωρίς κανένα πρόσθετο κάλυμμα ή κεραία, και όλος ο απαραίτητος εξοπλισμός είναι μέρος ή βρίσκεται μέσα από τις επιφάνειες επικάλυψης. Τα πλατιά και στενά ακροφύσια είναι καλυμμένα από το κάτω μέρος και επικαλυμμένα από κεραμικές πλάκες για να παρουσιάζουν ελάχιστο υπέρυθρο ίχνος. Για μεγαλύτερη προστασία από παθητικούς αισθητήρες δεν υπάρχουν εκπομπές από μέρος του αεροσκάφους κατά τη διάρκεια των εξόδων, μια και το F-117 δε διαθέτει ραντάρ και πετά με σιγή ασυρμάτου.
Ένα τετραπλό ηλεκτρονικό σύστημα Fly-By-Wire ελέγχει το αεροσκάφος και εξασφαλίζει σταθερότητα. H δυσκολία του συνδυασμού χαρακτηρηστικών LO με ένα σχήμα ικανό να πετάξει έκαναν τη χρήση ηλεκτρονικού συστήματος ελέγχου πτήσης απαραίτητη. Οι περισσότεροι σχεδιαστές είναι της γνώμης ότι ένα αποτελεσματικό στελθ αεροσκάφος με φυσική αεροδυναμική σταθερότητα είναι αδύνατο να σχεδιαστεί.
Αντί των συνηθισμένων αισθητήρων που παρέχουν στοιχεία στο σύστημα FBW, το F-117 έχει τέσσερις μετρητές επιτάχυνσης οι οποίοι γίνονται ευκολότερα στελθ από τους κλασικούς αισθητήρες. Συνδυασμένη επεξεργασία των στοιχείων αυτών παρέχουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες στο σύστημα ελέγχου πτήσης. Οι επιφάνειες ελέγχου αποτελούνται από τα μεγάλα elevon (Elevator/aileron) στα ακροπτερύγια και τα ολοκινούμενα κάθετα σταθερά, ενώ μεγάλων διαστάσεων εσωτερικά φλαπ παρέχουν πρόσθετη άντωση στην απογείωση.
H πρόωση εξασφαλίζεται από ένα ζευγάρι Τζένεραλ Ελέκτρικ F404, οι οποίοι είναι μια έκδοση του κινητήρα που χρησιμοποιείται και στο F-18 αλλά δεν διαθέτουν μετάκαυση. Υπάρχει αρκετή ισχύς για τις προβλεπόμενες αποστολές αλλά συνεχόμενοι ελιγμοί με μεγάλα φορτία είναι δύσκολοι λόγω του μικρού λόγου ώσης/βάρους. Πέρα από τα νέου σχήματος ακροφύσια, το άλλο χαρακτηριστικό του συστήματος πρόωσης είναι οι εισαγωγές αέρα, οι οποίες καλύπτονται από ένα λεπτό πλέγμα.
Το πλέγμα αυτό έχει άνοιγμα μικρότερου πλάτους από το μήκος κύματος των εκπομπών των περισσοτέρων ραντάρ, και φαίνεται έτσι σαν μια ακόμα επίπεδη επιφάνεια. Το μεγαλύτερο πρόβλημα που δημιουργείται με το πλέγμα αυτό είναι η παγοποίηση, γι’ αυτό και είναι θερμαινόμενο. Επιπλέον, προβολείς στο κόκπιτ επιτρέπουν στο χειριστή να κάνει και οπτικό έλεγχο των εισαγωγών.
Το οπλικό φορτίο μεταφέρεται σε δυο ενσωματωμένες αποθήκες που βρίσκονται ανάμεσα στους κινητήρες στην κεντρική άτρακτο. Κατευθυνόμενες βόμβες, κυρίως με λέιζερ, είναι το σύνηθες φορτίο, αν και η Αεροπορία έχει ανακοινώσει ότι το F-117 μπορεί να μεταφέρει όλα τα όπλα κρούσης του αμερικανικού οπλοστασίου, δήλωση που συνεπάγεται και την ικανότητα μεταφοράς πυρηνικών όπλων.
Οι αποστολές του F-117
Όπως φάνηκε και από τις επιχειρήσεις στον Περσικό κόλπο, το F-117 προορίζεται για εξαιρετικής ακρίβειας προσβολές στόχων εδάφους τη νύκτα. Ενώ το πρόγραμμα ήταν ακόμα σχετικά μυστικό, πολλοί αναλυτές ανέφεραν και τις αποστολές αναγνώρισης, αλλά δεν υπάρχουν σήμερα στοιχεία που να επαληθεύουν κάτι τέτοιο.
Επίσης φήμες για ικανότητα μεταφοράς του αεροσκάφους από C-5 καταρρίφθηκαν από μόνες τους με την πτήση που έκαναν τα F-117 από το Λάνγκλεϊ μέχρι τη Σαουδική Αραβία, μια πτήση διάρκειας 14 ωρών με πολλαπλούς ανεφοδιασμούς στον αέρα. H αποστολή του F 117 είναι να χρησιμοποιείται σε αποστολές προσβολής στόχων τους οποίους η αμερικανική αεροπορία θεωρεί στόχους υψίστης σημασίας, δηλαδή στόχους που έχουν αξία πολλαπλάσια του μεγέθους τους. Τυπικά παραδείγματα τέτοιων στόχων είναι γέφυρες, τούνελ, σιδηροδρομικοί κόμβοι και κέντρα διοίκησης.
Φωτογραφίες & βίντεο: Ετοιμάζοντας ένα F-117 για το μουσείο.
Σε αποστολές μάχης, ο στόχος και ολόκληρη η αποστολή θα έχει μελετηθεί προσεκτικά από το χειριστή. Όταν περάσει μέσα σε εχθρικό εναέριο χώρο, το F-117 θα συνεχίσει αόρατο προς το στόχο, χρησιμοποιώντας το αδρανιακό σύστημα ναυτιλίας INS (είναι ίδιο με αυτό του B-52) έως ότου φτάσει στην περιοχή του στόχου.
Εκεί, με τη βοήθεια του FLIR (Forward-looking Ιnfra-red/Συσκευή υπέρυθρων προς τα εμπρός) θα ψάξει για το στόχο με έρευνα σε ευρεία γωνία και αφού τον βρει θα τον εγκλωβίσει τοποθετώντας το σταυρόνημα που εμφανίζεται σε μια από τις οθόνες απεικόνισης στοιχείων, εισάγοντας έτσι τα στοιχεία στον υπολογιστή άφεσης οπλισμού. Καθώς το αεροσκάφος πετά προς το στόχο, αυτός βγαίνει από το οπτικό πεδίο της συσκευής που βρίσκεται μπροστά από το κόκπιτ.
Μπορεί το F-117A να χρησιμοποιείται για την απεικόνιση εχθρικών μαχητικών;
Τα στοιχεία περνούν όμως αυτόματα στη συσκευή υπέρυθρων που βρίσκεται κάτω από την άτρακτο, (DLIR-Downward-looking Infra-red) και συνεχίζουν τον εγκλωβισμό του στόχου. Εάν χρησιμοποιούνται βόμβες με κατεύθυνση λέιζερ, η άφεσή τους πρέπει να γίνει έτσι ώστε αυτές να πέσουν μέσα σε ένα φανταστικό κώνο που έχει σαν κορυφή τον ίδιο το στόχο. Την τελευταία στιγμή, ο στόχος φωτίζεται από μια ακτίνα λέιζερ και η βόμβα διορθώνει την τροχιά της για να πέσει ακριβώς πάνω στο στόχο. Όλη αυτή η διαδικασία συνεχίζεται ακόμα και εάν το αεροσκάφος έχει αρχίσει να απομακρύνεται από το στόχο μετά την άφεση του οπλισμού.
Οι συσκευές αυτές είναι μια εξέλιξη του ατρακτιδίου Pave Tack , που εξοπλίζει τα F-111F και χρησιμοποιήθηκε και αυτό με πολύ καλά αποτελέσματα στις επιχειρήσεις του Περσικού κόλπου. Είναι δε, ένα σύστημα απολύτως αδύνατο να εντοπιστεί αφού χρησιμοποιεί μόνο παθητικούς αισθητήρες, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα και εξαιρετική ακρίβεια στην άφεση του οπλισμού, ακόμα και με μη κατευθυνόμενες βόμβες. Μελλοντικά υπάρχει η πιθανότητα το F-117 να εξοπλισθεί και με ραντάρ χαμηλής πιθανότητας αναχαίτισης (LPI-Low Probability of Intercept).
ΠΡΩΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ Τεύχος 107 – Νοέμβριος 1993