Τα χαρακώματα έχουν αναπόσπαστα συνδεθεί με τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και αποτελούσαν έναν επιπρόσθετο, ενίοτε πιο αμείλικτο, εχθρό των στρατιωτών στη μάχη για την εθνική επικράτηση, αλλά πρωτίστως για την ατομική τους επιβίωση, μέσα σε εξωφρενικές συνθήκες που είναι αληθινά ασύλληπτο να κατανοηθούν. Αυτά βρίσκονταν κυρίως στο Δυτικό Μέτωπο και εκτείνονταν σε μεγάλες περιοχές της Βορείου Γαλλίας και του Βελγίου, όπου σκληρές μάχες έλαβαν χώρα μεταξύ των γερμανικών στρατευμάτων και των συμμαχικών δυνάμεων Γαλλίας, Βρετανίας και αργότερα Αμερικής.
Η χρήση τους ως αμυντικές ζώνες δεν ήταν διόλου καινούργια, αλλά ξεκίνησε αρκετούς αιώνες νωρίτερα με τις τάφρους γύρω από τα κάστρα που εξυπηρετούσαν κατ’ ουσία τον ίδιο σκοπό. Στο Μεγάλο Πόλεμο, τα στενά χαρακώματα προστάτευαν μέχρις ενός βαθμού από τα νέα καταστροφικά όπλα που εμφανίστηκαν, όπως τα πυρά βαρέως πυροβολικού ή τις επιθέσεις από αέρος. Γι’αυτό οι στρατιώτες αναγκάζονταν να μένουν εκεί κάτω για εβδομάδες ολόκληρες, προσαρμόζοντας μέσα σε αυτά την καθημερινότητά τους.
Επειδή τότε πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά και ευρεία χρήση δηλητηριωδών αερίων, τα χαρακώματα θεωρήθηκε ότι προσφέρουν κάποια ασφάλεια, που όντως είναι αληθές. Εν αντιθέσει με το αέριο μουστάρδας, φερειπείν, που επέφερε σχεδόν βέβαιο θάνατο, πολλά άλλα ήταν καινούρια, εξελισσόμενα ακόμη, και σχετικά αδύναμα, οπότε μένοντας οι στρατιώτες κλεισμένοι εκεί, προστατεύονταν από την απευθείας έκθεσή τους σε αυτά, έχοντας έτσι και τον απαραίτητο χρόνο για να φορέσουν τις μάσκες τους.
Οι απώλειες των αντιμαχομένων υπήρξαν τεράστιες, αφού οι επιθέσεις ξεκινούσαν με τους στρατιώτες να σκαρφαλώνουν μέχρι την κορυφή των χαρακωμάτων και να εφορμούν εφ όπλου λόγχη σε ευθεία γραμμή υπό ανηλεή καταιγισμό πυρών. Συνεπώς, οι μαζικοί θάνατοι έρχονταν ως φυσικό επακόλουθο. Αργότερα ξεκίνησαν και οι νυχτερινές επιθέσεις, συνήθως με την κάλυψη του πυροβολικού, στοχεύοντας στα αδύναμα σημεία το εχθρού. Ιδίως οι Γερμανοί έγιναν εξαιρετικά αποτελεσματικοί τη νύχτα, εισερχόμενοι στις συμμαχικές γραμμές με άριστα εκπαιδευμένους στρατιώτες. Εάν το πλάνο πετύχαινε, τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά, διότι οι αιφνιδιαζόμενοι δέχονταν διπλή επίθεση από μπροστά και από τα νώτα τους.
Η βαρβαρότητα του «πολέμου των χαρακωμάτων» – όπως αλλιώς ονομάζεται – αποτυπώνεται με κάθε ευκρίνεια στη μάχη του Σομ της Γαλλίας το 1916, όπου οι Βρετανοί έχασαν 60.000 άνδρες μόνο την πρώτη ημέρα. Να αναφέρουμε εδώ συμπληρωματικά και την ιστορία της πασίγνωστης αγγλικής λέξεως «ΟΚ», όπου κατά μία εκδοχή έχει τις ρίζες της στο Μεγάλο Πόλεμο, από τις πρωϊνές αναφορές που γινόταν και η καταμέτρηση των στρατιωτών. Όταν δεν υπήρχαν απώλειες, αναγραφόταν στο πινακίδιο Ο Κ που αντιστοιχεί στο «0 killings», εξ ου και σήμερα χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει πως όλα είναι εντάξει.
Στο σοκ των στρατιωτών από τους ήχους των εκρήξεων των βλημάτων του πυροβολικού (αυτό που πλέον αποκαλείται επιστημονικώς «μετατραυματικό στρες») που επέφερε πλήρη ψυχική κατάπτωση, έρχονταν να προστεθούν και οι άκρως ανθυγιεινές συνθήκες. Συχνές ήταν οι μολυσματικές ασθένειες όπως η δυσεντερία, η χολέρα και ο τυφοειδής πυρετός που εξαπλώνονταν γρήγορα. Μια από τις κύριες αιτίες μεταδόσεως ήταν οι αρουραίοι που έβρισκαν μακάβρια τροφή και πολλαπλασιάζονταν ραγδαίως. Συχνά οι νεκροί στρατιώτες θάβονταν προχείρως κάπου κοντά στα χαρακώματα, αλλά ραγδαίες και καταρρακτώδεις βροχές εξέθεταν τα πτώματα όπου γίνονταν βορά των τρωκτικών. Άλλοτε πάλι, οι συνθήκες δεν επέτρεπαν την άμεση ταφή νεκρών ανδρών ή ζώων με τις όποιες συνέπειες μεταφοράς και εξαπλώσεως θανατηφόρων βακτηρίων.
Εξ αιτίας της ζοφερής καταστάσεως, συγκεκριμένες ράτσες σκύλων ήταν άκρως απαραίτητες στο Δυτικό Μέτωπο για την εξόντωση αρουραίων. Και πάλι όμως, δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις ψυχικών διαταραχών στρατιωτών που έβλεπαν διαρκώς τρωκτικά να κινούνται ανάμεσά τους ή ξυπνούσαν από δάγκωμα του προσώπου τους ή από μάσημα των πληγών τους.
Τα πλημμυρισμένα χαρακώματα έρχονταν να προσθέσουν στον ατέρμονο εφιάλτη των αντιμαχομένων. Η συνεχής έκθεση στην υγρασία προκαλούσε ασθένειες όπως το «πόδι της τάφρου», μια επώδυνη διαταραχή όπου ο νεκρός ιστός επεκτεινόταν στο ένα ή και τα δύο κάτω άκρα, απαιτώντας ενίοτε ακρωτηριασμό. Το «στόμα της τάφρου» ήταν άλλη τυπική ασθένεια που προκαλούσε μόλυνση των ούλων και θεωρείτο ως αιτία το άγχος του ασταμάτητου βομβαρδισμού.
Όλοι οι άνωθεν παράγοντες, άμεσα συνδεδεμένοι με τη ζωή στα χαρακώματα, έκαναν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο την πιο θανατηφόρα σύγκρουση στην παγκόσμια ιστορία έως τότε, με τουλάχιστον έναν στους δέκα νεκρό. Μάχες χαρακωμάτων υπήρξαν επίσης και στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως και στην Κορέα, αλλά ουδέποτε σαν αυτόν του 1914-1918.