Ενώ το πρωτότυπο τελούσε ακόμη υπό κατασκευή, η Αεροπορία Ναυτικού διέταξε την άμεση έναρξη της παραγωγής του το Μάϊο του 1944, υπό το φόβο των επικείμενων επιδρομών με Boeing B-29 «Superfortresses». Το χρονοδιάγραμμα απαιτούσε 30 αεροσκάφη μηνιαίως από την Kyushu και άλλα 120 από τη Nakajima. Οι βομβαρδισμοί με τα καινούρια αμερικανικά μεγαθήρια ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 1944 και η αναχαίτισή τους ήταν ο βασικός σκοπός δημιουργίας του J7W1. Τον Σεπτέμβριο του 1944, μια μακέτα του επιθεωρήθηκε από το τεχνικό επιτελείο της Αεροπορίας Ναυτικού. Εν τω μεταξύ, οι δοκιμές του μοντέλου υπό κλίμακα σε αεροδυναμική σήραγγα είχαν αποφέρει θετικά αποτελέσματα και είχαν κερδίσει τις εντυπώσεις.
Το ελπιδοφόρο αναχαιτιστικό κατασκευάστηκε στο εργοστάσιο της Kyushu, κοντά στην πόλη Fukuoka. Με την ολοκλήρωσή του να πλησιάζει, προγραμματίστηκε και η παρθενική του πτήση για τον Ιανουάριο του 1945, βάσει του αρχικού πλάνου. Οι βομβαρδισμοί όμως καθυστέρησαν την παράδοση του κινητήρα [Ha-43] 42, η οποία πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο. Το J7W1 ετοιμάστηκε τελικώς στις 10 Ιουνίου. Κατόπιν, αποσυναρμολογήθηκε και μετά από πέντε ημέρες μεταφέρθηκε στο αεροδρόμιο Mushiroda (το σημερινό Fukuoka). Στις 19 Ιουνίου αξιολογήθηκε ολοκληρωμένο, αλλά νέοι βομβαρδισμοί προκάλεσαν νέες καθυστερήσεις. Σύντομα έλαβαν χώρα οι πρώτες δοκιμές εδάφους, όπου έδειξαν μια τάση υπερθέρμανσης του κινητήρα λόγω προβλημάτων με τη ψύξη του.
Ο Tsuruno επιχείρησε την πρώτη πτήση τον Ιούλιο, αλλά καθώς το J7W1 άρχισε να ανεβαίνει, η ροπή του κινητήρα προκάλεσε κλίση του αεροσκάφους προς τα δεξιά. Το ρύγχος υψώθηκε, κάνοντας τις άκρες της έλικας να χτυπήσουν στο έδαφος και να λυγίσουν προς τα πίσω. Ακολούθησαν οι σχετικές επισκευές με την έλικα του δευτέρου πρωτότυπου να παίρνει τη θέση της κατεστραμμένης. Τότε ήταν που κάτω από κάθε κατακόρυφο σταθεροποιητή προσετέθη ένας ουραίος τροχός, προερχόμενος από το εκπαιδευτικό Kyushu K11W «Shiragiku», ώστε να αποτραπεί η αστοχία της πρώτης προσπάθειας.
Η συνέχεια στο Military History