Σε αντίθεση με την Ελλάδα, άλλες χώρες ασκούν συστηματικό και δημόσιο κοινοβουλευτικό έλεγχο για την κατάσταση και την απόδοση των Ενόπλων Δυνάμεων τους. Και δεν διστάζουν να καυτηριάσουν ό,τι διαπιστώνουν λανθασμένο και με σοβαρές ελλείψεις. Στη χώρα μας βέβαια τέτοιες διαδικασίες με ενδελεχή μελέτη και ανάλυση είναι μάλλον άγνωστες, και τις περισσότερες φορές ο κοινοβουλευτικός έλεγχος εξαντλείται είτε σε επερωτήσεις-πυροτεχνήματα από την αντιπολίτευση, είτε σε καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις από την εκάστοτε κυβέρνηση, ενώ κάποιες απόρρητες συνεδριάσεις καταλήγουν χωρίς πρόοδο, καθώς η πλειονότητα των βουλευτών δεν έχει ιδέα για το αντικείμενο.
Στη Βρετανία λοιπόν δημοσιοποιήθηκε σήμερα διακομματική μελέτη της Βουλής των Κοινοτήτων για την κατάσταση των δυνάμεων τεθωρακισμένων της χώρας. Όπου χωρίς περιστροφές η κατάσταση περιγράφεται ως τραγική και με διαπιστώσεις που σε αρκετά σημεία θυμίζουν Ελλάδα. Διαπιστώνεται αρχικά πως από το 1997 έως το 2020 το βρετανικό υπουργείο Εθνικής Αμύνης δεν κατάφερε να παραδώσει έστω ένα νέο κύριο άρμα στον Στρατό, με αποτέλεσμα οι Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας να δράσουν με μεγάλες ελλείψεις σε Ιράκ και Αφγανιστάν, έχοντας πεπαλαιωμένα άρματα, τα οποία είναι γενικότερα ακατάλληλα για σύγχρονο πεδίο μάχης. Γίνεται μάλιστα σύγκριση της προβλεπόμενης τεθωρακισμένης ταξιαρχίας του Βρετανικού στρατού για το 2025, σε σχέση με μια ρωσική, όπου σαφώς αναφέρεται πως η βρετανική έχει μόλις τη μισή ανταρματική ικανότητα, το 30% των αρμάτων, τα 2/3 των τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης, το 20% των αντιαρματικών πυραύλων και το 15% των αυτοκινούμενων πυροβόλων. Κάτι που μαθηματικά θα οδηγήσει στην ήττα αν βρεθεί αντιμέτωπη με τον αντίστοιχο ρωσικό σχηματισμό.
Συνολικά καταγράφεται πως αν ο βρετανικός στρατός αναγκαστεί να δώσει μάχη στην Ευρώπη εναντίον της Ρωσίας (που θεωρείται ως η κύρια απειλή) «…οι στρατιώτες μας, ανάμεσα στους καλύτερους στον κόσμο, θα αναγκαστούν, ντροπιαστικά, να πάνε στη μάχη με ένα συνδυασμό είτε παρωχημένων είτε απηρχαιωμένων τεθωρακισμένων, τα περισσότερα από αυτά άνω των 30 ετών, με χαμηλή μηχανική αξιοπιστία, απέναντι σε ένα υπερεξοπλισμένο εχθρό σε πυραυλικά συστήματα και πυροβολικό, και με διαχρονική έλλειψη επαρκούς αντιαεροπορικής προστασίας».
Η έκθεση καταγράφει μια διαδρομή γραφειοκρατικής καθυστέρησης στην εφαρμογή νέων προγραμμάτων αρμάτων μάχης, αναποφασιστικότητα από τα Επιτελεία για το τι ακριβώς επιθυμούν, οικονομική κακοδιαχείριση και γενική ανικανότητα, η οποία «συστηματικά υποβάθμισε τις απόπειρες να επαναξοπλιστούν επαρκώς οι Ένοπλες Δυνάμεις τα τελευταία 20 χρόνια».
Τονίζεται ακόμη πως το υπουργείο Εθνικής Αμύνης στόχευσε σε μια σειρά από υπεραισιόδοξα προγράμματα προμήθειας τεθωρακισμένων, που υποτίθεται θα έδιναν τη λύση στο μέλλον, με τις αποτυχίες στην πράξη, είτε από υπερεκτιμησεις δυνατοτήτων είτε από έλλειψη χρηματοδότησης να καταλήγουν σε αποτυχία. Μάλιστα η αναφορά αμφισβητεί ότι το υπουργείο έχει το κατάλληλο προσωπικό και την τεχνογνωσία για να διαχειριστεί τα τρέχοντα προγράμματα προμηθειών και αναβάθμισης τεθωρακισμένων!
Σε ότι αφορά τα τρέχοντα προβλήματα η επιτροπή κάνει τις εξής παρατηρήσεις:
Για τα κύρια άρματα Challenger 2, αυτά είναι πλέον λίγα, μόλις 227, χωρίς κάποια σημαντική αναβάθμιση από την είσοδο τους σε υπηρεσία. Το προβλεπόμενο πρόγραμμα αναβάθμισης (Life Extension Project, LEP) εκτιμώμενης αξίας 1,3 δισεκατομμυρίων λιρών αφορά ένα μέρος των αρμάτων, ενώ υπάρχει πιθανότητα όταν και αν εφαρμοστεί να έχει περάσει τόσος καιρός που πλέον το άρμα να πλησιάζει το τέλος της ωφέλιμης ζωής του.
Για τα τεθωρακισμένα οχήματα μάχης Warrior, αυτά περνάνε ένα πρόγραμμα αναβάθμισης που το ανέλαβε η Lockheed Martin UK το 2011. Έκτοτε, δεν έχει γίνει δυνατό να αποδοθεί ένα λειτουργικό αποτέλεσμα, παρότι έχει ξοδευτεί ο μισός σχετικός προϋπολογισμός (400 από τα προβλεπόμενα 800 εκατομμύρια λίρες), ήδη έχουν εμφανιστεί υπερβάσεις κόστους (227 εκατομμύρια λίρες), ενώ ο χρονικός ορίζοντας ολοκλήρωσης από το 2017 που ήταν αρχικά έχει μετατεθεί για το 2024.
Για τα τεθωρακισμένα οχήματα αναγνώρισης της οικογένειας CVR(T) (Scorpion, Scimitar, Spartan, Sultan, Striker, Samaritan, Samson), καταγράφεται ότι είναι πεπαλαιωμένα και σε φάση απόσυρσης. Οι αντικαταστάτες τους, τα οχήματα Ajax, έχουν ήδη παρουσιάσει 3ετη καθυστέρηση στις παραδόσεις τους από την General Dynamics Land Systems UK, με σημαντικό μέρος της καθυστέρησης να οφείλεται στην κακοδιαχείριση από το υπουργείο Εθνικής Αμύνης, το οποίο επιμένει στην υιοθέτηση ενός νέου πυροβόλου 40 χιλιοστών, το οποίο έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα πολύπλοκο και ακριβό.
Τέλος για τα τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού, αυτά σε μεγάλο βαθμό παραμένουν τα παλαιά οχήματα τύπου FV430, που παράγονται από το 1962. Αν και προβλέπεται πρόγραμμα αντικατάστασης τους, αυτό θα ξεκινήσει να αποδίδει γύρω στο 2030, που σημαίνει ότι τα FV430 θα συμπληρώνουν τότε 70 χρόνια υπηρεσίας! Έτσι η επιτροπή κάνει έκκληση στο υπουργείο Αμύνης «να αναζητήσει άλλες επιλογές ώστε να βρει αντικαταστάτη τους νωρίτερα».
Να τονίσουμε εδώ πως η συγκεκριμένη μελέτη, είναι κοινοβουλευτικός έλεγχος, ενώ αναμένεται η πολύ μεγαλύτερη σε έκταση μελέτη Integrated Security, Defence and Foreign Policy Review (που υποτίθεται θα ανακοινωθεί εντός του Μαρτίου). Η τελευταία θα είναι η ανάλυσης της κυβέρνησης που θα μελετά συνολικά την κατάσταση των Ενόπλων Δυνάμεων της Βρετανίας και θα προτείνει λύσεις για την επόμενη δεκαετία, με πιθανολογούμενες μεγάλες περικοπές και αλλαγές στα τρέχοντα αμυντικά προγράμματα. Έχει π.χ. ακουστεί ότι πιθανώς θα προταθεί η περικοπή αγοράς 90 μαχητικών F-35, η ακύρωση αναβάθμισης των αρμάτων Challenger κ.ο.κ.