Με το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το Handley Page Hampden ήταν ένα από τα τρία βομβαρδιστικά στην υπηρεσία της RAF, μαζί με το Vickers Wellington και το Armstrong Whitworth Whitley. Το Wellington και το Hampden αποτέλεσαν την ανταπόκριση των κατασκευαστριών εταιρειών στις ανακοινωθείσες προδιαγραφές B.9/32, του υπουργείου Αεροπορίας το Σεπτέμβριο του 1932. Αυτές αφορούσαν ένα μεσαίο δικινητήριο με σημαντικά υψηλότερες επιδόσεις από κάθε προηγούμενο. Μέχρι τη στιγμή που μπήκαν σε παραγωγή, τα δύο αυτά αεροσκάφη υπερκάλυπταν τις απαιτούμενες προδιαγραφές.
Η Handley Page δημιούργησε ένα σύγχρονο αεροσκάφος, το οποίο τροφοδοτείτο με τους εννιακύλινδρους αστεροειδείς Bristol Pegasus XVIII, ισχύος 1.000 ίππων, που περιέστρεφαν τρίφυλλες έλικες. Διέθετε την πιο προηγμένη, για τα δεδομένα της εποχής του, κατασκευή πτερύγων, η οποία του παρείχε μια εντυπωσιακά χαμηλή ταχύτητα προσγειώσεως 73 μιλίων την ώρα, ενώ η τελική έφτανε τα 265 μίλια. Είχε εμβέλεια 1.720 μιλίων με ταχύτητα πλεύσης περίπου 200 μίλια την ώρα, ενώ μπορούσε να φτάσει σε ανώτατο ύψος 19.000 ποδιών. Υπήρξε και η σκέψη εγκαταστάσεως των δωδεκακύλινδρων Rolls-Royce «Goshawk», αλλά γρήγορα απορρίφθηκε, αφού μόνο 20 κομμάτια κατασκευάστηκαν συνολικά. Πέραν αυτών, είχε και έναν εντυπωσιακό ρυθμό ανόδου.
Εκτός από τις πτέρυγες, άλλο χαρακτηριστικό του ήταν η κοντή και στενή άτρακτος που κατέληγε σε πολύ λεπτή ουρά. Η συγκεκριμένη κατασκεύη απέβλεπε στην τοποθέτηση πυργίσκου στην κατάληξή της, με τη μεγίστη δυνατή ορατότητα για τον πυροβολητή. Το αεροσκάφος στηριζόταν σε κλασικό σύστημα προσγειώσεως, πλήρως ανασυρόμενο. Το πλήρωμα ήταν τετραμελές και αποτελείτο από τον πιλότο, τον πλοηγό/βομβαρδιστή και δύο πυροβολητές, ο ένας εκ των οποίων είχε και καθήκοντα ασυρματιστού.
Αρχικώς από το υπουργείο Αεροπορίας ζητήθηκε ένα πειραματικό, το οποίο πραγματοποίησε την παρθενική του πτήση στις 21 Ιουνίου του 1936. Μόλις δύο μήνες αργότερα, η Handley Page έλαβε παραγγελία για 180 αντίτυπα. Το πρώτο βγήκε από το εργοστάσιο το Μάϊο του 1938 και ετέθη σε υπηρεσία από την 49η Μοίρα το Σεπτέμβριο του ιδίου έτους. Ο ρυθμός παραγωγής ήταν ταχύς και με το ξέσπασμα του πολέμου, η Διοίκηση Βομβαρδισμού είχε στη διάθεσή της δέκα Μοίρες Hampdens (έξι επιχειρησιακές, δύο εφεδρικές και δύο εκπαιδευτικές).
Όπως το Wellington, έτσι το Hampden θεωρήθηκε κατάλληλο το 1939 για ρόλους ημερησίου βομβαρδιστικού. Οι ζοφερές εξελίξεις του πολέμου όμως πολύ γρήγορα διέψευσαν αυτήν την ιδέα. Στις 29 Σεπτεμβρίου του 1939, ένας σχηματισμός αποτελούμενος από ένδεκα Hampdens απώλεσε πέντε αεροσκάφη, μετά από επίθεση γερμανικών μαχητικών στα ανοιχτά του Heligoland Bight (τα Wellingtons θα είχε συντόμως την ίδια μοίρα στην ευρυτέρα περιοχή).
Ως κύριο πρόβλημα του Hampden θεωρήθηκε ο ελλιπής οπλισμός του. Είχε τέσσερα πολυβόλα των 7,7 χλστ.: δύο Brownings M1919 στο ρύγχος, ένα Vickers K στη ράχη και ένα ιδίου τύπου κοιλιακά. Ο όλος σχεδιασμός του αεροσκάφους δεν άφηνε πολλά περιθώρια βελτιώσεων. Απλώς, προσετέθησαν πιο μετά άλλα δύο πολυβόλα, ανεβάζοντας τον αριθμό τους στα έξι. Και πάλι βέβαια δεν κατέστη ο οπλισμός του τόσο αποτελεσματικός όσο αυτός του Wellington ή μεταγενεστέρων βομβαρδιστικών. Η καταπακτή μπορούσε να δεχθεί συμβατικές βόμβες συνολικού βάρους 4.000 λιβρών, ενώ υπήρχε και δυνατότητα μεταφοράς εναερίων ναρκών. Είχε μήκος 16,33 μέτρα, ύψος 4,37 και έκταση πτερύγων 21,8.
Όταν οι βρετανικές απώλειες οδήγησαν στην απόφαση διακοπής των ημερησίων επιχειρήσεων, η Διοίκηση Βομβαρδιστικών περίμενε μέχρι την άνοιξη του 1940 για να ξεκινήσει νυκτερινές αποστολές. Τότε τα Hampdens ανέλαβαν ουσιώδεις ρόλους, συμμετέχοντας στην πρώτη επίθεση επί γερμανικού εδάφους (την 19η προς 20η Μαρτίου στη νήσο Sylt της Βορείου Θαλάσσης), την πρώτη επίθεση στην ηπειρωτική χώρα (στο Mönchengladbach κατά την 11η προς 12η Μαΐου) και την πρώτη επιδρομή εναντίον του Βερολίνου (την 25η προς 26η Αυγούστου του 1940). Επίσης, οι πρώτες βόμβες στο Scharnhorst έπεσαν από ένα Hampden της Διοικήσεως Βομβαρδιστικών την 1η προς 2α Ιουλίου του 1940.
Το Hampden παρέμεινε στην υπηρεσία της RAF αρκετό καιρό, λαμβάνοντας μέρος στις χίλιες περίπου επιδρομές του 1942, με 79 αεροσκάφη από τα 1.047 εν συνόλω που συμμετείχαν σε όλες τις επιχειρήσεις. Έως το Δεκέμβριο εκείνου του έτους έφτασε στην ακμή του ως βομβαρδιστικό πρώτης γραμμής.
Η συνέχεια στο Military History