Η εναέρια εκτόξευση πολύ μεγάλων πυραύλων από μαχητικά αεροσκάφη είναι μια διαδικασία που χρησιμοποιείται εδώ και δεκαετίες, φθάνοντας έως και σε… επανδρωμένα υπερηχητικά οχήματα. Θυμίζουμε πως στα μέσα της δεκαετίας του 1980, η Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ δοκίμασε την εναέρια εκτόξευση ενός αντιδορυφορικού πυραύλου πολλαπλών σταδίων ASM-135 από ένα F-15 Eagle, με αποτέλεσμα την καταστροφή ενός δορυφόρου σε τροχιά.
Με βάση αυτή την εμπειρία, το 2006, η Boeing πρότεινε τη χρήση ενός F-15E Strike Eagle ως όχημα εκτόξευσης βαλλιστικών όπλων πολύ μεγάλης ταχύτητας, που θα τοποθετούνταν στη ράχη του αεροσκάφους, αντί για το κάτω μέρος της ατράκτου, όπως γίνεται συνήθως. Η παραλλαγή αυτή ονομάστηκε F-15 Global Strike Eagle (GSE) και είναι ένας σχετικά άγνωστος κρίκος στην εξέλιξη του ιστορικού μαχητικού.
Το F-15 GSE σχεδιάστηκε ως μια χαμηλού κόστους λύση για επίτευξη ικανότητας κρούσης παντού στον πλανήτη, καθώς θα μπορούσε να μεταφέρει το Common Aero Vehicle (CAV), ένα δηλαδή πυραυλικό φορέα με ικανότητα ενσωμάτωσης διαφόρων φορτίων και πολεμικών κεφαλών. Η ιδέα του CAV συγχωνεύθηκε αργότερα με το πρόγραμμα Falcon της DARPA, με προοπτική να προσφέρει δυνατότητα εκτόξευσης δορυφόρων σε χαμηλή τροχιά, ενώ με αναβαθμίσεις θα μπορούσαν να μεταφερθούν βαρύτερα βαλλιστικά ή τροχιακά φορτία. Με λίγα λόγια, η Αμερικανική Αεροπορία σχεδίαζε με ένα F-15 να κάνει από εξαπολύσεις όπλων πολύ μεγάλης εμβελείας, έως διαστημικές εκτοξεύσεις.
Το όχημα εκτόξευσης που χρησιμοποιούσε το GSE απαιτούσε ελάχιστες τροποποιήσεις στην άνω δομή της ατράκτου, αναβαθμισμένους κινητήρες και ένα λίγο χαμηλότερο προφίλ της καλύπτρας στο πίσω μέρος της.
Για να μειωθεί το κόστος, ο χρόνος και η πολυπλοκότητα του όλου εγχειρήματος, χρησιμοποιήθηκαν έτοιμοι κινητήρες πυραύλων στερεών καυσίμων, ενώ…
Η συνέχεια στο Military History