Tην εποχή που ξεκίνησε το project του DB-240, υπήρχε ήδη στο στόλο της Πολεμικής Αεροπορίας το DB-3F (το μελλοντικό IL-4). Η ταχύτητα και εμβέλεια του τελεταίου υστερούσαν ελαφρώς αυτών του DB-240, αλλά οι μικρές αυτές διαφορές δεν είναι επαρκείς για να δικαιολογήσουν την απόφαση κατασκευής ενός νέου αεροσκάφους. Γενικώς, η όλη ιστορία δημιουργίας του επί τη βάσει του επιβατικού δωδεκαθεσίου υψηλής ταχύτητας Stal-7 έχει κενά και δεν είναι πλήρως αποσαφηνισμένη.
Το Stal-7 είχε εξαιρετικά πτητικά χαρακτηριστικά όπου επαληθεύτηκαν σε πολλές δοκιμές εντός της ΕΣΣΔ, με αποκορύφωμα το παγκόσμιο ρεκόρ ταχύτητας του 1939, όταν διήνυσε απόσταση 5.068 χλμ με μέση ταχύτητα περίπου 405 χλμ/ώρα. Τα εν λόγω στοιχεία κατέστησαν το Stal-7 ένα πολλά υποσχόμενο αεροσκάφος. Διέθετε εξέχουσα αεροδυναμική γραμμή και υψηλές επιδόσεις σε συνδιασμό με το βάρος του. Οι διαστάσεις του ήταν ελαφρώς μεγαλύτερες από αυτές του Ilyushin DB-3. Παρ’όλα αυτά, το Stal-7 δεν πέρασε ποτέ σε μαζική παραγωγή.
Την άνοιξη του 1938, ο Zakhar Tsentsiperν με τους συνεργάτες του έκαναν μια πρόταση περί της δημιουργίας μιας στρατιωτικής εκδόσεως του Stal-7, αξιοποιώντας τα θετικά χαρακτηριστικά του για αμυντικούς σκοπούς. Έτσι, με την απόφαση της Επιτροπής Αμύνης της 29ης Ιουλίου του 1939 ξεκινάει η ιστορία του DB-240.
Οι βλέψεις αφορούσαν τη δημιουργία ενός βομβαρδιστικού μακράς εμβελείας με τους υδρόψυκτους M-106, ισχύος περίπου 1.000 ίππων. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς, θα πετούσε με 500 χλμ/ώρα σε ύψος 6.000 μέτρων, θα ανέβαινε στα 11.000 μέτρα εντός 16 λεπτών και θα έφτανε σε εμβέλεια τα 5.000 χλμ. Αυτά τα χαρακτηριστικά θα προσέφεραν μια ταχύτητα κατά 70-80 χλμ. μεγαλύτερη από αυτήν του τότε κυρίου βομβαρδιστικού μακράς εμβέλειας DB-3F. Τρία πολυβόλα ShKAS προτάθηκαν για την άμυνά του, αλλά δεν αποκλείστηκαν ως εναλλακτική και τα Ultra- ShKAS (USh) ή πυροβόλα των 20 χλστ. στον ραχιαίο πυργίσκο MV-3. Το πρωτότυπο επρόκειτο να παραδοθεί την 1η Απριλίου του 1940 για κρατικές δοκιμές στο Ινστιτούτο Ερευνών της Πολεμικής Αεροπορίας. Τέτοια χαρακτηριστικά ήταν μεν δελεαστικά, αλλά όχι και γραπτό να υλοποιηθούν λόγω της αναγκαστικής και μη προγραμματισμένης αλλαγής κινητήρων.
Το όλο project ανετέθη στον V.G. Ermolaev, ο οποίος υπήρξε ένας εκ των καλυτέρων μηχανικών παρά τω πλευρώ του Bartini. Επειδή όμως η διαδικασία κατασκευής των M-106 είχε μείνει πίσω, ο Ermolaev υποχρεώθηκε να επανασχεδιάσει το αεροσκάφος με τους ήδη παραχθέντες M-105. Δεδομένου ότι η ισχύς τους ήταν χαμηλότερη, οι επιδόσεις του DB-240 αναμένονταν ασφαλώς να πέσουν. Πράγματι, οι μαχητικές του δυνατότητες παρουσίασαν αισθητή μείωση, όπως και η ταχύτητά του σε υψόμετρο. Ωστόσο, δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά, αφού δεν υπήρχαν άλλοι διαθέσιμοι σειριακοί κινητήρες, κατάλληλοι για το συγκεκριμένο βομβαρδιστικό εκείνη την εποχή.
Οι αλλαγές στο αεροσκάφος επεκτάθηκαν και σε άλλους τομείς. Έτσι, αντί για μετωπικά θερμαντικά σώματα κάτω από τους κινητήρες του Stal-7, στο DB-240 τοποθετήθηκαν νέα στα χείλη προσβολής των πτερύγων με ρυθμιζόμενες περσίδες. Οι αεραγωγοί εξασφάλιζαν αποτελεσματική ψύξη, δημιουργώντας ταυτοχρόνως και χαμηλή αντίσταση αέρος, ενώ τα ατρακτίδια των κινητήρων σχεδιάστηκαν εκ νέου. Κάποια αύξηση της ταχύτητας αναμενόταν να επιτευχθεί με τη χρήση των διαφορετικών εξατμήσεων. Από άποψη αεροδυναμικής, ο τρόπος εγκαταστάσεως των M-105 στο DB-240 δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερος, καθώς ελάχιστα σημεία προεξείχαν. Το αποτέλεσμα ήταν η μικρότερη δυνατή αντίσταση.
Το DB-240 ήταν ένα πλήρως μεταλλικό μονοπλάνο που διατήρησε τη μορφή των πτερύγων του προκατόχου του, αυτήν του «αντιστρόφου γλάρου». Η άτρακτος ήταν τριγωνικής διατομής με στρογγυλοποιημένες γωνίες. Για την αύξηση της εμβελείας πτήσεως με φορτίο ενός τόνου, προβλέφθηκε μια πρόσθετη δεξαμενή καυσίμων στον ελεύθερο χώρο της καταπακτής βομβών. Το πλήρωμα ήταν τετραμελές αποτελούμενο από τον πιλότο, τον πλοηγό και δύο πυροβολητές. Το κόκπτιτ μετατοπίστηκε στα αριστερά του άξονα συμμετρίας, πράγμα που αύξανε την ορατότητα. Για περαιτέρω μείωση της αεροδυναμικής αντιστάσεως, ο άνω πυργίσκος και η κάτω εγκατάσταση του πολυβόλου ShKAS ανασύρονταν στην άτρακτο. Έτσι επήλθε αύξηση της ταχύτητας κατά 15 χλμ/ώρα. Εν κατακλείδι, το DB-240 βασίστηκε μεν στο Stal-7, αλλά οι διαφορές μεταξύ τους ήταν αρκετές και εκτενείς.
Η συνέχεια στο: military-history.gr/ermolaev-db-240-er-2/