Των Βασίλη Παπακώστα και Φαίδωνα Γ. Καραϊωσηφίδη
πρώτη δημοσίευση ΠΤΗΣΗ, τεύχος 27, Αύγουστος 2022
Οι ενδείξεις για πιθανό ενδιαφέρον της Τουρκικής Αεροπορίας (ΤΗΚ) για τα Eurofighter κυριαρχούν το τελευταίο διάστημα (σ.σ. το 2022 που γράφτηκε το συγκεκριμένο άρθρο, αλλά ξανά τώρα, το Νοέμβριο του 2023), με τη λύση να προβάλλεται ως εναλλακτική του προγράμματος απόκτησης F-16 Block 70 και αναβάθμισης κάποιων εκ των υφιστάμενων F-16C/D στο επίπεδο Viper. Δυνητικά όμως θα μπορούσε να προκύψει και ως εναλλακτική επιλογή για την επιδίωξη αεροπορικής ισχύος ως απόπειρα αντιστάθμισης της προσθήκης των Rafale και (μελλοντικά) των F-35A στο οπλοστάσιο της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας μέχρι την έλευση του TF-X (Kaan), που η Άγκυρα ευαγγελίζεται για το 2029.
Αν και φημολογείτο για χρόνια, το βρετανικό υπουργείο Άμυνας γνωστοποίησε επίσημα τον Σεπτέμβριο του 2021 την πρόθεση της RAF για απόσυρση Eurofighter Typhoon πρώιμης κατασκευής, αεροσκαφών που έχουν εξαντλήσει μόλις το 43% των ωφέλιμων ωρών πτήσης.
Πιο συγκεκριμένα, στα 160 Eurofighter που η Βασιλική Αεροπορία έχει παραγγείλει και πλέον έχει παραλάβει στο σύνολό τους (το 2019), περιλαμβάνονται και 53 (μονοθέσια και διθέσια) μαχητικά της αρχικής έκδοσης παραγωγής Tranche 1 (μαζί με 67 Tranche 2 και 40 Tranche 3A). Η αναβάθμισή τους στο επίπεδο των επόμενων Tranche παρέμενε σε εκκρεμότητα τυπικά έως και πρόσφατα, αλλά ήταν εδώ και καιρό προφανές ότι μια τέτοια εξέλιξη δεν ήταν πιθανή. Τελικά, τον περασμένο Σεπτέμβριο, το μέλλον των αεροπλάνων αυτών αποφασίστηκε, με τα 24 να διατηρούνται (προς το παρόν) αποκλειστικά στον ρόλο της αεροπορικής υπεροχής και χωρίς πρόθεση ένταξης στο πρόγραμμα αναβάθμισης και ομογενοποίησης του λοιπού στόλου, γνωστού ως «Centurion» (Π&Δ 366, «Eurofighter, Centurion New Gen»). Τα υπόλοιπα διασωθέντα Typhoon Trance 1 αποσύρονται ως πλεονασματικά και προσφέρονται προς πώληση στη διεθνή αγορά.
Ακολούθησε τον Μάιο του 2022 η επίσκεψη του αρχηγού της ΤΗΚ (Turk Hava Kuvvetlerli), αντιπτεράρχου Hasan Kucukakyuz, στη Βρετανία, όπου μετέβη ειδικά στη Μονάδα της RAF στη βάση του Coningsby, στην οποία υπηρετούν τα εν λόγω αεροσκάφη. Τον Ιούνιο του 2022 τη σκυτάλη πήρε ο ιστότοπος «Middle East Eye», ο οποίος επικαλούμενος πηγές στους κόλπους της τουρκικής κυβέρνησης, πρόβαλε το σενάριο ότι τα μεταχειρισμένα βρετανικά Eurofighter θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια εναλλακτική επιλογή στην απόκτηση F-16 Block 70 και την αναβάθμιση F-16 στο επίπεδο Viper, και φυσικά ακολούθησε ορυμαγδός δημοσιευμάτων στον τουρκικό Τύπο για το θέμα αυτό. Τις εβδομάδες που ακολούθησαν εμφανίστηκε και μια σειρά -προφανώς κατευθυνόμενων- «ειδήσεων», από αυτές που εν χορώ πλέον προβάλλουν τα τουρκικά ΜΜΕ, αναλύοντας περαιτέρω το σενάριο των Eurofighter.
Εκτιμάται ότι τα δημοσιεύματα ίσως στόχευαν να αποτελέσουν μοχλό πίεσης προς τις ΗΠΑ, την ίδια στιγμή που στο τραπέζι βρισκόταν και η διαβούλευση για την άρση των τουρκικών επιφυλάξεων για την ένταξη στο ΝΑΤΟ της Σουηδίας και της Φινλανδίας. Ίσως, επίσης, δεν είναι τυχαίο ότι το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν η μοναδική Δυτική χώρα που συμμετείχε (με Eurofighter FGR4) στην άσκηση Anatolian Eagle 2022 (20 Ιουνίου έως 1η Ιουλίου 2022). Στην όλη συγκυρία, αν και κατά τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη υπήρξε η γνωστή δήλωση υποστήριξης της κυβέρνησης των ΗΠΑ στο τουρκικό πρόγραμμα F-16V, αμέσως μετά ξεκίνησε ο κύκλος των απαγορεύσεων που προσπαθεί να επιβάλει το Κογκρέσο και ο οποίος συνεχιζόταν όταν γράφονταν αυτές οι γραμμές.
Μέχρι και σήμερα δεν είναι ξεκάθαρο εάν το αρχικό δημοσίευμα του «Middle East Eye» είχε οποιαδήποτε δόση αλήθειας ή ήταν αποτέλεσμα μιας έντεχνης, κατευθυνόμενης τουρκικής διαρροής για να δημιουργηθεί το («αυτοτρεφόμενο») πλαίσιο που ακολούθησε και εξυπηρέτησε σκοπιμότητες της Άγκυρας. Σε κάθε περίπτωση όμως και επειδή θεωρούμε ότι η αγορά μεταχειρισμένων μαχητικών τέταρτης γενιάς είναι ένα αληθοφανές σενάριο, με τις πιθανότητες να υφίστανται ή όχι αναλόγως των γενικότερων εξελίξεων, προχωρούμε στην παρούσα ανάλυση, που έχει όμως ευρύτερους στόχους, πέραν των όσων καλλιεργήθηκαν περιστασιακά από τα περισσότερα ηλεκτρονικά ΜΜΕ στην Ελλάδα.
Ο δρόμος προς τα τουρκικά F-16 Block 70/V
Αναφέρεται ότι η αποστολή τουρκικού αιτήματος LOR για τα F-16V υποβλήθηκε την 30/09/2021 και ακόμη η διαδικασία δεν έχει καν ξεκινήσει! Εκτιμούμε ότι, αν τελικά αρθούν τα εμπόδια για την απόκτησή τους ακόμη και σε εύλογο χρονικό διάστημα, η παραλαβή τους «χάνεται» στα τέλη της τρέχουσας δεκαετίας, όταν, πολύ νωρίτερα, θα έχει ολοκληρωθεί η παραλαβή και η επιχειρησιακή αξιοποίηση όλων των Rafale F3R DG/EG, το πρόγραμμα αναβάθμισης των F-16V της ΠΑ θα έχει τελεσφορήσει και ίσως έχει ξεκινήσει ακόμη και παραλαβή F-35A.
Στην ελληνική περίπτωση των Viper απαιτήθηκε χρονικό διάστημα πέντε περίπου ετών από τη γνωστοποίηση της DSCA έως την (επικείμενη) παράδοση του πρώτου αεροσκάφους F-16V στην ΠΑ. Πρέπει να διευκρινίσουμε ότι όλα τα προγράμματα αναβαθμίσεων στο επίπεδο Viper δεν είναι ίδια, καθώς υπάρχει πανσπερμία διαμορφώσεων στα F-16. Συνεπώς, το πρόγραμμα των F-16 A/B Block 20 της Ταϊβάν διευκόλυνε μεν το ελληνικό (κυρίως σε ό,τι αφορά στην ολοκλήρωση και ενσωμάτωση του ραντάρ στο αεροσκάφος), αλλά και πάλι υπήρχαν ιδιαιτερότητες στα μαχητικά της ΠΑ, που αφορούν στα πλέον εξελιγμένα μοντέλα C/D Block 52+/Advanced, ενώ πρέπει να συνυπολογιστεί και η ύπαρξη του «ελληνικού» συστήματος αυτοπροστασίας ASPIS ΙΙ.
Από την άλλη, τα τουρκικά F-16C/D που προορίζονται για αναβάθμιση έχουν ήδη υλοποιήσει πρόγραμμα CCIP (Common Configuration Implementation Program), αποκτώντας δυνατότητες που δεν υπήρχαν από την αρχική αγορά (και έγιναν έτσι υπέρτερα των Block 50 και σε κάποια χαρακτηριστικά εφάμιλλα των Block 52+/Advanced της ΠΑ). Διαθέτουν Link 16, έχουν πιστοποιηθεί σε σύγχρονα όπλα όπως AGM-84K SLAM-ER, AIM-9X, AIM-120C7 και συστήματα όπως τα ατρακτίδια ΑΝ/ΑΑQ-33 Sniper και ενσωματώνουν σύστημα EW ALQ-178(V)5+ SPEWS-II, ενώ τα F-16C/D Block 50+ Advanced (που αγοράστηκαν λίγο μετά το ελληνικό πρόγραμμα Peace Xenia IV) διαθέτουν σύστημα EW ALQ-211(V)4.
Κάποια από τα F-16C/D Block 50 που δεν διαθέτουν ενσωματωμένο υποσύστημα ECM, χρησιμοποιούν ατρακτίδια ALQ-211(V)9. Επιπλέον, δεν είναι ξεκάθαρο εάν η ΤΗΚ έχει επιλέξει την αντικατάσταση του IFF AN/APX-113, που υιοθετήθηκε στο πλαίσιο του CCIP και το οποίο μπορεί να αναβαθμιστεί, ώστε να χρησιμοποιεί τις διαμορφώσεις Mode 5 και S. Έτσι είναι προφανές ότι οι διαφορές των ελληνικών και τουρκικών Viper θα είναι σημαντικές!
Σε ό,τι αφορά στην αγορά των 40 καινούριων F-16 Block 70 από την ΤΗΚ, το πιθανότερο είναι ότι η Άγκυρα θα επιδιώξει την ενεργοποίηση της γραμμής συναρμολόγησης της TAI/TUSAS, αν και αυτό θα εξαρτηθεί από το κόστος ενός τέτοιου εγχειρήματος. Δεν μπορεί έτσι να αποκλειστεί η προμήθεια των νέων Viper από τη γραμμή παραγωγής στο Γκρίνβιλ της Νότιας Καρολίνας, αν και σε κάθε περίπτωση η τουρκική παραγγελία θα έλθει να προστεθεί στο τέλος των ήδη υφιστάμενων (Βουλγαρία, Σλοβακία, Μαρόκο, προσεχώς Ιορδανία) και όσων άλλων τυχόν προκύψουν, ενώ συνεχίζεται η προσπάθεια της Άγκυρας να ξεπεράσει τα εμπόδια.
Οι «ενδιάμεσες» λύσεις
Υπό το πρίσμα των παραπάνω και με την αβεβαιότητα των σχέσεων με τις ΗΠΑ, θεωρούμε ότι η Τουρκία θα αναζητήσει «ενδιάμεσες» λύσεις που θα μπορούσαν να αποδώσουν σε 2-3 χρόνια, αφού και με τις ευνοϊκότερες εκτιμήσεις η έλευση του TF-X προς επιχειρησιακή εκμετάλλευση δεν είναι δυνατή πριν από τα μέσα της επόμενης δεκαετίας.
Όσοι έχουν καλή μνήμη, θα θυμούνται ότι ήδη από το 2008 η Τουρκία είχε ζητήσει από την Alenia πληροφορίες για την πιθανή απόκτηση 40 Eurofighter. Στο τρέχον σενάριο το επιθυμητό για την Τουρκία θα ήταν φυσικά η απόκτηση αεροσκαφών Tranche 3A ή 4, αν και κάτι τέτοιο δείχνει καταρχήν ουτοπικό σε ό,τι αφορά στην απόκτηση αεροσκαφών αποκλειστικά νέας κατασκευής, τουλάχιστον ως «ενδιάμεση» λύση, λόγω κόστους.
Πρόσφατα (Ιούνιος 2022) η Ισπανία ανακοίνωσε στο πλαίσιο του προγράμματος HALCON τη συμφωνία με τη NETMA για την προμήθεια 20 Eurofighter Tranche 4 (16 μονοθέσιων και 4 διθέσιων) σε μια συμφωνία ύψους €2,043 δις(!), ενώ φυσικά η απαιτούμενη επένδυση για έναν νέο χρήστη που δεν διαθέτει υποδομές, όπλα, υποστήριξη και εκπαίδευση θα είναι ακόμη πιο μεγάλη. Τα ισπανικά αεροσκάφη θα αντικαταστήσουν εν μέρει τα 84 υφιστάμενα F/A-18 και η έναρξη παραδόσεων προσδιορίζεται για το 2026. Οι περισσότεροι χρήστες Tranche 3A διαθέτουν και παλαιότερα Tranche 1, όπως η Μεγάλη Βρετανία με τα 53 Tranche 1. Θα ήταν όμως παράδοξο να αποφασίσουν να πουλήσουν αεροσκάφη Tranche 3A και να διατηρήσουν σε υπηρεσία τα Tranche 1 ή να αναλάβουν το υπέρογκο κόστος της αναβάθμισής τους οι ίδιες.
Εφόσον η ΤΗΚ επιθυμεί να προχωρήσει σε ένα τέτοιο βήμα, τότε το πιθανότερο είναι να αναζητήσει αεροσκάφη Tranche 1 ή 2 που διαθέτουν οι: Αυστρία (Tranche 1), που προσπαθεί εδώ και χρόνια να τα πουλήσει, Γερμανία (Tranche 1 και 2), Ιταλία (Tranche 1 και 2), Ισπανία (Tranche 1 και 2), με τις υψηλότερες πιθανότητες να συγκεντρώνουν η Ιταλία και η Μεγάλη Βρετανία. Η Γερμανία έχει αναθεωρήσει, ως γνωστόν, τις εξοπλιστικές της ανάγκες, ενώ και η περίπτωση της Ισπανίας είναι διαφορετική λόγω της επικείμενης απόσυρσης των F/A-18 το 2024, που όπως σημειώθηκε παραπάνω θα αντικατασταθούν μερικώς από το 2026.
Το ζητούμενο λοιπόν είναι το κατά πόσον αεροσκάφη, κυρίως των παρτίδων Tranche 1 ή ενδεχομένως Tranche 2, θα μπορούσαν να μεταβάλουν το υπό διαμόρφωση ισοζύγιο αεροπορικής ισχύος με δεδομένη την απόκτηση Rafale F3R, F-16V και F-35A από την Πολεμική Αεροπορία.
Το Eurofighter Typhoon
Το EF2000 σχεδιάστηκε ως μαχητικό εναέριας υπεροχής, για να αντιμετωπίσει την αεροπορική ισχύ της πρώην Σοβιετικής Ένωσης στην Ευρώπη. Αν και στο μεταξύ ο Ψυχρός Πόλεμος είχε λήξει, τα Tranche 1 Block 1 και Block 2, που επέτυχαν αρχική επιχειρησιακή ικανότητα (IOC), κατέληξαν με αυτή την προτεραιότητα και έτσι είχαν αποκλειστικά δυνατότητες αέρος-αέρος.
Τα Block 1 αφορούσαν σε μικρό αριθμό διθέσιων αεροσκαφών χωρίς σύστημα αυτοπροστασίας με δυνατότητα χρήσης AIM-9L και AIM-132A ASRAAM (με κάποιους περιορισμούς), βασική έκδοση λογισμικού PSP1 (Production Software Package) και παραλήφθηκαν το 2003. Ακολουθούν το 2004 και 2005 τα Block 2, που είναι μονοθέσια ή διθέσια με πλήρη δυνατότητα χρήσης AIM-9L και AIM-132A, λογισμικό PSP2 και PSP3 στην έκδοση Block 2B, σύστημα αυτοπροστασίας DASS στη βασική του μορφή και εξοπλισμό MIDS για Link 16.
Τα Tranche 1 Block 5 ήταν τα αεροσκάφη με FOC (Full Operational Capability) που είχαν πλήρεις δυνατότητες αέρος-αέρος, συμβατότητα με την αναλογική έκδοση του IRIS-T και τον AIM-120B AMRAAM, όπως και στοιχειώδεις ικανότητες αέρος-εδάφους με χρήση LGB GBU-10 και GBU-16 Paveway II. Διαθέτουν επίσης σύστημα IRST PIRATE και DASS με πλήρεις δυνατότητες. Οι παραδόσεις τους ξεκίνησαν το 2008, ενώ όλα τα Tranche 1 Block 2 αναβαθμίστηκαν στο επίπεδο Block 5 μέσω του προγράμματος R2 (Retrofit 2). Τα αεροσκάφη της RAF που ανήκουν στο Tranche 1 και παραλαμβάνονται από το 2003 έχουν ηλικία που κυμαίνεται μεταξύ 15-20 ετών.
Ακολούθησε το Tranche 2 Block 8 με νέο υπολογιστή αποστολής, ενώ το Block 10 περιλαμβάνει βελτιωμένο σύστημα DASS, βελτιωμένο εξοπλισμό ναυτιλίας GPS/INS, συσκευή IFF με δυνατότητα Mode 5, ολοκλήρωση του AIM-120C5 και της ψηφιακής έκδοσης του IRIS-T, δυνατότητα χρήσης GBU-24/B, GBU-24/B Paveway III και του ατρακτιδίου Litening III. To Block 15 είναι το κύριο μοντέλο του Tranche 2 και ενσωματώνει βλήματα Meteor και Brimstone όμως και βόμβες Paveway IV.
Με βάση το project Centurion ύψους £425 εκατ. αποφασίστηκε το 2014 να αναβαθμιστούν όλα τα αεροσκάφη Tranche 2 και 3 της RAF. Ειδικότερα στη φάση P2E (Phase 2 Enhancement) ενσωματώθηκε η δυνατότητα χρήσης του Meteor και η αρχική αξιοποίηση του Storm Shadow, ενώ στη φάση P3E (Phase 3 Enhancement) έγινε πλήρης ολοκλήρωση του Storm Shadow και του Brimstone 2. Υπογραμμίζεται ότι δεν αντιμετωπίζουν όλοι οι χρήστες το μέλλον των Tranche 1 με τον ίδιο τρόπο.
Η Ισπανία, για παράδειγμα, θεωρεί ότι δεν υπάρχει η οικονομική δυνατότητα αναπλήρωσης των αεροσκαφών Tranche 1 που διαθέτει και έχει ξεκινήσει ένα πρόγραμμα αναβάθμισης λογισμικού και υλικού, ώστε να φθάσουν το επίπεδο των Tranche 2. Τον Φεβρουάριο του 2019 παραδόθηκε στην Ισπανική Αεροπορία (πλέον Ejercito del Aire y del Espacio-Αεροπορική και Διαστημική Δύναμη) το πρώτο αναβαθμισμένο αεροσκάφος με τροποποιήσεις στο hardware με στοιχεία από τα Tranche 2 και 3 και το λογισμικό OFP-02 (Operational Flight Program). Τα στοιχεία περιλαμβάνουν DVR (Digital Video Recorder), ατρακτίδιο κατάδειξης λέιζερ κ.ά. Συνολικά θα αναβαθμιστούν 17 αεροπλάνα Tranche 1, ενώ επιπλέον η Ισπανία θα εφαρμόσει το πρόγραμμα P2E (Phase 2 Enhancement) για τα βλήματα Meteor. Ακολούθως θα ενσωματώσει το ραντάρ ECRS Mk1 σε όλα τα Typhoon μαζί με τη Γερμανία, και με τον τρόπο αυτό οι Ισπανοί θα διατηρήσουν το σύνολο των μαχητικών τους σε υπηρεσία έως το 2045.
Ακολούθησαν οι νεότερες εκδόσεις Tranche 3A και Tranche 4, οι οποίες δεν είναι αντικείμενο της παρούσας ανάλυσης, καθώς δεν θεωρούμε πιθανή την απόκτησή τους από την Τουρκική Αεροπορία, αφού τα αεροσκάφη αυτά είναι πολύτιμα στους υφιστάμενους χρήστες, καθώς άνω του 60% των Typhoon σε υπηρεσία ανήκουν στα Tranche 1 και 2. Η παραχώρηση εκδόσεων Tranche 3A και Tranche 4 θα μπορούσε να λειτουργήσει μόνο στο πλαίσιο μιας συναλλαγής ανάλογης των Rafale F3R της ΠΑ, δηλαδή ένας συνδυασμός μεταχειρισμένων και νέων αεροσκαφών που θα αντικατασταθούν στην αεροπορία που τα παραχωρεί από νέες κατασκευές.
Η περίπτωση όμως που εξετάζουμε δεν είναι ίδια με της Γαλλίας, καθώς ο υποψήφιος αγοραστής θα αποκτήσει τα αεροσκάφη συμβαλλόμενος με τη NETMA (NATO Eurofighter 2000 and Tornado Management Agency), αν και το κύριο ερώτημα θα είναι «ποιος θα είναι ο χρήστης που θα παραχωρήσει τα μεταχειρισμένα αεροσκάφη». Άλλωστε τα μαχητικά των Αεροποριών που είναι μέλη της Κοινοπραξίας δεν είναι πανομοιότυπα. Συνεπώς, το σενάριο «μεταχειρισμένων-καινούριων» αεροσκαφών είναι μάλλον απίθανο.
Παρ’ όλα αυτά, ένα σημείο που αξίζει να αναφέρουμε είναι το γεγονός ότι από την έκδοση 3A ξεκινά η εγκατάσταση του ραντάρ CAPTOR–E τεχνολογίας AESA. Τα πρώτα αεροσκάφη παραγωγής Tranche 3A στα οποία εγκαταστάθηκε είναι τα 28 Typhoon του Κουβέιτ και σταδιακά θα εγκατασταθεί σε όλα τα Tranche 3A, ενώ θα τοποθετείται εξαρχής στα Tranche 4 παραγωγής. Η αναφορά μας στο Tranche 3A και το CAPTOR-E είναι κομβική, καθώς θεωρούμε αδιανόητο οποιαδήποτε αεροπορική δύναμη σήμερα να προχωρήσει στην απόκτηση αεροσκαφών με ραντάρ μηχανικής σάρωσης.
Συγκρίσεις: Ηλεκτρονικά συστήματα
Δεν θα επιχειρήσουμε μια άμεση και συνολική σύγκριση των τριών μαχητικών, καθώς τα δύο είναι δικινητήρια και το τρίτο μονοκινητήριο, ενώ είναι και χρονικά διαφορετικές σχεδιάσεις, αφού τα δύο είναι μαχητικά 4,5 γενιάς, ενώ το F-16V εξελίχθηκε σε αεροσκάφος 4ης γενιάς. Επιπλέον, το Eurofighter βελτιστοποιήθηκε ως μαχητικό εναέριας υπεροχής και τα Rafale και F-16 ως πολλαπλού ρόλου. Έτσι, θα περιοριστούμε σε συγκρίσεις του οπλικού συστήματος, ραντάρ-αισθητήρες, σύστημα αυτοπροστασίας, οπλισμό, με βασική επιδίωξη να διαπιστώσουμε εάν το Eurofighter μπορεί να αποτελέσει «game changer» για την Τουρκική Αεροπορία (όπως γίνεται το Rafale για την ΠΑ) και υπό ποιες προϋποθέσεις μπορεί να συμβεί αυτό.
O βασικός αισθητήρας των μαχητικών για την εναέρια μάχη αλλά και τον αγώνα αέρος-εδάφους/επιφανείας είναι χωρίς αμφιβολία το ραντάρ. Το Eurofighter στις αρχικές του εκδόσεις διαθέτει το μηχανικής σάρωσης παλμικό Doppler ECR-90 CAPTOR–M. Πρόκειται για σύστημα βάρους 193 kg, με κεραία διαμέτρου 70 cm, εκπομπής στη ζώνη συχνοτήτων «X» (8-12 GHz), που προέρχεται από το Blue Vixen του Sea Harrier Mk2. Παρέχει τέσσερις διαμορφώσεις με υψηλή ταχύτητα σάρωσης και εκτελεί αυτόματο έλεγχο EMCON (Emission Control) για τη μείωση των εκπομπών του αεροσκάφους-φορέα. Το CAPTOR-M θεωρείται εκ των κορυφαίων ραντάρ μηχανικής σάρωσης σε υπηρεσία με αναφερόμενη ισχύ εξόδου διπλάσια σε σχέση με το γνωστό μας AN/APG-65 που χρησιμοποιείται στα F-4E Peace Icarus της ΠΑ (και υπήρχε και στα F-4F ICE της Luftwaffe, από όπου προέρχεται και η σύγκριση). Παρέχει τη δυνατότητα ταυτόχρονης ιχνηλάτησης 20 στόχων με ικανότητα εμπλοκής έξι, ενώ εκτελεί αυτόματη αναγνώριση και προτεραιοποίηση.
Το ραντάρ μπορεί να εκτελέσει «σχεδόν ταυτόχρονα» διαφορετικές λειτουργίες, όπως για παράδειγμα έρευνα-ιχνηλάτηση αέρος-αέρος και χαρτογράφηση εδάφους σε μια υβριδική μορφή multi-tasking/time-sharing, αν και όχι στο ίδιο επίπεδο με ένα σύστημα EASA. Παρέχει διαμορφώσεις έρευνας αέρος [RWS (Range While Scan), VS (Velocity Search), TWS πολλαπλών στόχων (Track While Scan)], έρευνας εδάφους, χαρτογράφησης (και υψηλής ανάλυσης), λειτουργίας GMTI (Ground Moving Target Indicator), έρευνας επιφανείας θαλάσσης κ.ά. Διαθέτει χαρακτηριστικά ECCM, όπως απάλειψη πλευρικών λοβών και αναγνώριση παρεμβολέων, ενώ καλύπτει τόξο 140 μοιρών σε αζιμούθιο και 120 μοιρών σε ανύψωση, παρέχοντας εμβέλεια 185 km για στόχο με RCS 1m2 (ή σύμφωνα με άλλες πηγές για στόχο μεγέθους «τυπικού μαχητικού») και 370 km για μεγαλύτερους στόχους όπως μεταγωγικά ή μεγάλα βομβαρδιστικά.
Στο Rafale, το RBE2 AA (Antenne Active) AESA αποτελεί εξέλιξη του PESA RBE2 και παρέχει διαμόρφωση ιχνηλάτησης πολλαπλών στόχων (40), ενώ συνεχίζεται η έρευνα εμπλέκοντας τους οκτώ πιο επικίνδυνους από αυτούς. Το RBE2-AA είναι βάρους 270 kg, λειτουργεί στην μπάντα «Χ» (8-12 GHz) με δυνατότητα χρήσης πολλαπλών κυματομορφών και διαθέτει κεραία με 838 στοιχεία T/R GaAs. Καλύπτει κώνο 140 μοιρών με γωνιακή κάλυψη αζιμούθιου (FoV) +/-70 μοιρών, με επιδόσεις εμβέλειας για στόχο RCS 1m2 στα 130+ km και τα 200+ km για στόχο διατομής 5m2. To ραντάρ παρέχει δυνατότητες look up/down, παραγωγής 3D χαρτών για στόχευση σε πραγματικό χρόνο, αυτόματης παρακολούθησης ανάγλυφου και αποφυγής εδαφικών ανωμαλιών, 2D χαρτών για πλοήγηση και έχει ικανότητα αναγνώρισης στόχων NCTR (Non Cooperative Target Recognition). Εντοπίζει και ιχνηλατεί στόχους σε θαλάσσιο περιβάλλον και ίχνη χαμηλής παρατηρησιμότητας, παρέχει υψηλής ανάλυσης διαμόρφωση SAR (Synthetic Aperture Radar), με χαμηλό επίπεδο πλευρικών λοβών και υψηλή αντοχή στις παρεμβολές. Δεν παρέχει διαμόρφωση GMTI, η οποία όμως θα ενσωματωθεί στα αεροσκάφη F4.
To F-16V χρησιμοποιεί επίσης ένα σύγχρονο ραντάρ AESA, το APG-83 SABR (Scalable Agile Beam Radar), που ενσωματώνει (κατά πληροφορίες) έως και 95% των διαμορφώσεων λειτουργίας του AN/APG-81 του F-35. Υπογραμμίζεται ότι η Northrop Grumman που προμηθεύει τους πελάτες με FMS παρέχει το ίδιο σύστημα με αυτό της USAF και όχι κάποιο μοντέλο υποβαθμισμένων επιδόσεων. Χρησιμοποιεί στοιχειοκεραία με 1000 TRM ισχύος 10Kw έκαστο και του αποδίδεται εμβέλεια 135 km για στόχο διατομής 1m2 και μέγιστη εμβέλεια 300 km. Καλύπτει τόξο αζιμούθιου 140 μοιρών με ικανότητα ιχνηλάτησης 20+ στόχων σε τόξο +/-60 μοιρών. Προσφέρει υψηλής ανάλυσης διαμόρφωση SAR (που αποκαλείται και «BIG SAR»), υλοποιεί πλήρως παρεμβαλόμενες διαμορφώσεις αέρος-αέρος και αέρος-επιφανείας, έχει δυνατότητα αυτόματης πρόσκτησης και ιχνηλάτησης στόχων και αναγνώρισης ιχνών NCTR.
Στα Rafale και Eurofighter αξιοποιήθηκε εξαρχής η ολοκληρωμένη εγκατάσταση συστημάτων IRST που συμβάλλει και στο υψηλό επίπεδο σύντηξης δεδομένων που εκτελούν τα αεροσκάφη. Τα σύγχρονα IRST παρέχουν ακρίβεια ιχνηλάτησης που επιτρέπουν βολή με δεδομένα της συσκευής, χωρίς δηλαδή την ενεργοποίηση του ραντάρ.
Το Eurofighter χρησιμοποιεί το PIRATE (Passive Infra-Red Airborne Track Equipment) με ικανότητα ιχνηλάτησης πολλαπλών στόχων-ΜΤΤ (Multiple Target Tracking), δυνατότητα look up/down, ιχνηλάτηση μοναδικού στόχου-STT (Single Target Tracking) με εξαιρετικά υψηλή ανάλυση, υψηλότερη του CAPTOR-M. Μπορεί επίσης να παρέχει δεδομένα αποστασιομέτρησης παθητικά και να εκτελέσει πρόσκτηση στόχου με δεδομένα από άλλη πλατφόρμα, όπως μαχητικό ή AEW&C . Στην περίπτωση εντοπισμού του στόχου σε οποιαδήποτε διαμόρφωση «γυρίζει» στη διαμόρφωση SST, ενώ παρέχει τη δυνατότητα αυτόματης πρόσκτησης και TWS (Track-While-Scan). Ο αισθητήρας (κεφαλή) είναι βάρους 8 κιλών και περιλαμβάνει συνδυασμό υποσυστημάτων IR/TV με τα δεδομένα να απεικονίζονται σε οθόνη MFD, το HUD ή την κάσκα του χειριστή. Τα δεδομένα παρέχονται από την κάμερα IR και το FLIR που λειτουργούν στο φάσμα 3-5 μm και 8-12 μm σε τρεις διαμορφώσεις: υποβοήθηση πτήσης/προσγείωσης, υπέρυθρη απεικόνιση στην κάσκα του χειριστή και διαμόρφωση αναγνώρισης. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, παρέχει τη δυνατότητα εντοπισμού υποηχητικού στόχου κατά μέτωπο σε εμβέλεια 90 km και αναγνώρισης στόχου στα 40 km, ενώ η συσκευή μπορεί να παρακολουθεί έως 200 στόχους και να παρέχει δεδομένα στόχευσης σε βλήματα αέρος-αέρος.
Το Rafale χρησιμοποιεί το σύστημα OSF, το οποίο παρέχει επίσης αναβαθμισμένη επίγνωση τακτικής κατάστασης αλλά και τη δυνατότητα για παθητική εμπλοκή, που μπορεί μάλιστα να συνδυαστεί με το βλήμα MICA-IR. Στη βασική του έκδοση το OSF διαθέτει δύο συγκροτήματα που περιλαμβάνουν την κάμερα TV και το αποστασιόμετρο λέιζερ (LRF) το ένα και το δεύτερο την κάμερα IR που λειτουργεί στο φάσμα 3-5 μm και τη συσκευή FLIR στο φάσμα 8-12 μm. Το σύστημα παρέχει δυνατότητα κάλυψης 120 έως 150 μοιρών, με μέγιστη εμβέλεια 50 km για τον τηλεοπτικό αισθητήρα και 80 km για τον υπέρυθρο, απέναντι σε κατά μέτωπο υποηχητικό στόχο. Ωστόσο το συγκρότημα υπερύθρων αφαιρέθηκε από την έκδοση OSF-IT που έχει υιοθετηθεί στα αεροσκάφη F3-O4T, καθώς θεωρήθηκε απαρχαιωμένο, και τοποθετήθηκε βελτιωμένος τηλεοπτικός αισθητήρας. Το OSF-IT διατηρεί όμως τη δυνατότητα αξιοποίησης της απεικόνισης του ερευνητή IR του MICA-IR ή του ατρακτιδίου Damocles, ενώ στην έκδοση F4 θα τοποθετηθεί νέος σύγχρονος υπέρυθρος αισθητήρας.
Το Rafale εκτελεί συγχώνευση δεδομένων μέσω της μονάδας MDPU (Modular Data Processing Unit), που είναι ο κύριος υπολογιστής αποστολής ήδη από την έκδοση F2. Η μονάδα λαμβάνει δεδομένα από το ραντάρ, το OSF, το σύστημα EW SPECTRA, το remote tracks μέσω του data link, το IFF SB25A (με προσθήκη Mode 5 στα αεροσκάφη F-3R), τον ερευνητή βλήματος MICA-IR και το τυχόν ατρακτίδιο αναγνώρισης ή σκόπευσης. Δημιουργείται μια ενοποιημένη εικόνα που παρουσιάζει τα συσχετιζόμενα ίχνη με πληροφορίες που υπερβαίνουν τους περιορισμούς των επιμέρους αισθητήρων του μαχητικού.
Το Eurofighter εκτελεί επίσης σύντηξη δεδομένων μέσω της μονάδας AIS (Attack Identification System), η οποία λαμβάνει δεδομένα από το ραντάρ, το PIRATE, το σύστημα EW DASS, τη ραδιοζεύξη MIDS (με συμμετοχή AEW&C ή άλλων Eurofighter), το IFF, το HMD και τυχόν ατρακτίδιο αναγνώρισης ή σκόπευσης. Το data fusion είναι αυτοματοποιημένη διαδικασία που δημιουργεί ενοποιημένα αρχεία ιχνών υπερβαίνοντας τις αδυναμίες κάθε αισθητήρα (π.χ. γωνιακή ανάλυση ή ανάλυση εμβέλειας), χρησιμοποιώντας στοιχεία από διαφορετικούς αισθητήρες και μειώνοντας τον φόρτο εργασίας του χειριστή, καθώς παρουσιάζονται μόνο τα απαραίτητα σύμβολα και ενδείξεις, βελτιστοποιώντας την επίγνωση τακτικής κατάστασης.
Μια ακόμη σημαντική παράμετρος ενός τέτοιου οπλοσυστήματος είναι το σύστημα EW (Electronic Warfare). Στα μεν Eurofighter είναι το γνωστό μας DASS (Defensive Aid Sub System) ή Praetorian, που αποτελείται από 20 LRU με κεντρικό υπολογιστή τον DAC (Defensive Aids Computer). Η έκδοση για τα αεροσκάφη της RAF περιλαμβάνει επιπλέον και συσκευή LWS (Laser Warning System) Type 491 με τέσσερις κεραίες κάλυψης 360 μοιρών, ενώ διαθέτει επίσης ενεργούς αισθητήρες MAW (Missile Approach Warner). Το σύστημα φέρεται σε δυο ατρακτίδια στα ακροπτερύγια με τις υποδομές ESM/ECM και δύο από τους διανομείς θερμοβολίδων/αερόφυλλων, ενώ υπάρχει σύστημα άφεσης συρόμενης μονάδας δολωμάτων παραπλάνησης ραντάρ TRD (Towed Radar Decoy). Ρυμουλκείται από το αεροσκάφος με χρήση καλωδίου κέβλαρ μήκους 100 μέτρων και η χρήση της είναι δυνατή ακόμη και σε ταχύτητες 2 Mach και ελιγμούς φόρτισης -3/+9 g. Οι μονάδες που χρησιμοποιούνται είναι η οικογένεια ARIEL με κύριο αντικείμενο τη γωνιακή παραπλάνηση κατευθυνόμενων βλημάτων αέρος-αέρος ή εδάφους-αέρος που χρησιμοποιούν μονοπαλμικά ραντάρ, βλήματα με ημιενεργό καθοδήγηση ή «home on jam» στη ζώνη H-J (6-20 GHz). Από το Tranche 2 αξιοποιούνται για το σύστημα DASS στοιχεία COTS με επεξεργαστές Power PC, ενώ σταδιακά υλοποιούνται και άλλες βελτιώσεις όπως η χρήση στον παρεμβολέα μονάδων DRFM (Digital Radio Frequency Memory).
Τα Rafale διαθέτουν ένα εξαιρετικά προηγμένο σύστημα EW που αρκετοί θεωρούν ότι πρόκειται για το κορυφαίο εκτός ΗΠΑ. Το SPECTRA (Self Protection Equipment to Counter Threats for Rafale Aircraft) αποτελείται από 14 LRU, έχει βάρος 250 kg και διαθέτει πλήρες σύνολο αισθητήρων, συμπεριλαμβανομένης και συσκευής LWS. Συγκεκριμένα, διαθέτει τρεις κεραίες του συστήματος RWR με κάλυψη 120 μοιρών εκάστη, τρεις υποσυσκευές εντοπισμού εκπομπών λέιζερ DAL (Laser Alert Detector) με κάλυψη 120 μοιρών η καθεμία και δύο μονάδες MWS (Missile Warning System) που ονομάζονται DDM-NG. To RWR καλύπτει ζώνη συχνοτήτων 2-20 GHz ή σύμφωνα με άλλες πηγές 2-40 GHz, ενώ οι τρεις μονάδες παρεμβολής ενσωματώνουν εξελιγμένες τεχνολογίες όπως χρήση μνήμης DRFM κ.ά.
Αντίθετα με το DASS, διαθέτει παθητική συσκευή DDM–NG (Departure Detector Missile), που προστέθηκε σχετικά πρόσφατα, χρησιμοποιώντας διάταξη IIR, μελλοντικά συμβατή με συστήματα DIRCM (Directional Infrared Countermeasures). To SPECTRA χρησιμοποιεί τέσσερις διανομείς αερόφυλλων και δύο εκτοξευτές φωτοβολίδων. Η ακρίβεια του συστήματος RWR παρέχει τη δυνατότητα αξιοποίησης των δεδομένων για σκοπούς SIGINT και ELINT, ενώ διαθέτει και κάποια ξεχωριστά χαρακτηριστικά. Το πρώτο από αυτά είναι η εκτέλεση συγχώνευσης δεδομένων σε επίπεδο SPECTRA από μια ειδική, ανεξάρτητη μονάδα, με τα επεξεργασμένα ίχνη να αποστέλλονται στο πιλοτήριο και να υπάρχει η δυνατότητα στοχοποίησής τους με βάση μόνο τα δεδομένα του συστήματος αυτοπροστασίας. Σύμφωνα με την κατασκευάστρια εταιρεία, το σύστημα έχει τη δυνατότητα χρήσης «stealth τεχνικών παραπλάνησης», που πιθανώς υπονοεί την ικανότητα του SPECTRA να μειώνει το ίχνος του Rafale με βάση τεχνικές ενεργής επέμβασης του ανακλώμενου σήματος ραντάρ. H εισερχόμενη ακτινοβολία αναλύεται και επιστρέφεται στην εχθρική μονάδα εκπομπής ως σήμα εξαπάτησης της αντανάκλασης με ίδια συχνότητα αλλά με διαφορά φάσης, με αποτέλεσμα να αλλοιώνεται το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.
Τα F-16V της ΠΑ θα διαθέτουν το ASPIS ΙΙ, το οποίο είναι μεν ένα αξιόπιστο σύστημα EW που έχει υποστεί εκσυγχρονισμούς, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να συγκριθεί με τα DASS και το SPECTRA. Φυσικά, εφόσον η Τουρκία προχωρήσει στην απόκτηση νέας κατασκευής αεροσκαφών F-16V, θα εγκαταστήσει σε αυτά ένα σύγχρονο σύστημα EW όπως το AN/ALQ-254(V)1 Viper Shield. Πρόκειται για ένα πλήρως ψηφιακό σύστημα που σχεδιάστηκε για να παρέχει διασύνδεση με το ραντάρ SABR και το οποίο χρησιμοποιεί ψηφιακό δέκτη DRWR (Digital Radar Warning Receiver) και μονάδα DRFM στον δέκτη του παρεμβολέα.
Και τα τρία αεροσκάφη χρησιμοποιούν υποδομές HMD (Helmet Mounted Display): το Eurofighter HMSS, το Rafale το Targo II (σε κάποιους χρήστες) και το F-16V JHMCS.
Απόλυτα συνυφασμένη με τη λογική «First Look-First Kill», δηλαδή με την επιδίωξη εντοπισμού του στόχου πριν το φίλιο αεροσκάφος γίνει αντιληπτό και την εκτόξευση βλήματος BVR εντός του ζώνης NΕZ (No Escape Zone), είναι (πέραν από τις επιδόσεις του ραντάρ, του συστήματος IRST και της δυνατότητας συνεργατικών εμπλοκών) το RCS κάθε αεροσκάφους.
Στα Rafale και Eurofighter το χαρακτηριστικό αυτό εκτιμάται στην περιοχή του 0,9-1,1 m2, ενώ για το F-16C στο 1,2 m2, παρά το γεγονός ότι τα δύο πρώτα είναι σημαντικά μεγαλύτερα από το F-16C. [Rafale: μήκος 15,27 m, άνοιγμα πτερύγων 10,8 m, πτερυγική επιφάνεια 45,7 m2. Eurofighter αντίστοιχα: 15,95 m, 10,95 m και 51,2 m2. F-16: μήκος 15,03 m, άνοιγμα πτερύγων 99,44 m, πτερυγική επιφάνεια 27,87 m2]. Η διαφορά οφείλεται στις σχεδιαστικές παρεμβάσεις (σχεδίαση αεραγωγών κ.ά.) στα δύο πρώτα, όπως και στη χρήση υλικών RAM. Πάντως, σύμφωνα με μη επιβεβαιωμένες πληροφορίες, η επίδραση του SPECTRA στο RCS του Rafale έχει ως αποτέλεσμα τη μείωσή του σε 0,25-0,75 m2 και σύμφωνα με άλλες πηγές ακόμη και σε 0,1 m2!
Συγκρίσεις: Όπλα
Όπως προαναφέραμε, τα τρία αεροσκάφη έχουν σχεδιαστεί για διαφορετικούς κύριους ρόλους και για τον λόγο αυτό το Eurofighter παρέχει επιλογή για μια σχετικά μικρή ποικιλία όπλων αέρος-εδάφους, αλλά μεγαλύτερη ποικιλία όπλων αέρος-αέρος λόγω των πολλών διαφορετικών χρηστών. Το Rafale παρέχει ικανοποιητική ποικιλία όπλων για όλες τις αποστολές, αλλά είναι πιστοποιημένο κυρίως για γαλλικά όπλα, ενώ το F-16V είναι πιστοποιημένο για πληθώρα αμερικανικών κυρίως όπλων και μπορεί να εκτελέσει κάθε είδους αποστολή ακόμη και τις πιο εξειδικευμένες (SEAD, ΤΑΥΝΕ κ.ά.).
Το Eurofighter μπορεί να χρησιμοποιήσει μια ποικιλία από όπλα WVR (Within Visual Range) όπως AIM-9L, IRIS-T, AIM-132 και στη RAF υπηρετεί σε συνδυασμό με ASRAAM (Advanced Short Range AAM). Το 88 κιλών βλήμα έχει μήκος 2,9 m, άνοιγμα πτερυγίων 0,45 m, πάνω σε σώμα 0,166 m. Η αυξημένη διάμετρός του επιτρέπει τη χρήση κινητήρα στερεών καυσίμων διπλής ώσης και αποδίδει μέγιστη ταχύτητα 3+ Mach. Η πρόσκτηση του στόχου στο εμπρόσθιο ημισφαίριο και σε τόξο +/-90 μοιρών εκατέρωθεν του διαμήκη άξονα του αεροσκάφους (off boresight) γίνεται αρχικά με τη χρήση του ραντάρ ή συστήματος HMD. Για την τερματική εμπλοκή χρησιμοποιείται ερευνητής IIR με ατενίζουσα διάταξη εστιακού επιπέδου (staring focal plane array) σε διαμόρφωση 128×128 εικονοστοιχείων, η οποία δεν σαρώνει το οπτικό πεδίο για τον σχηματισμό του ειδώλου του στόχου, αλλά ο στόχος απεικονίζεται με τη συνεχή κάλυψη ολόκληρου του οπτικού πεδίου του βλήματος. Ο AIM-132 διαθέτει γόμωση εκτόνωσης θραυσμάτων βάρους 10 kg με πυροσωλήνα ενεργού λέιζερ προσέγγισης ή επαφής, ενώ η εμβέλεια του βλήματος κυμαίνεται μεταξύ 0,3 έως 25+ km.
Ο ASRAAM σχεδιάστηκε με έμφαση τις απευθείας εμπλοκές (head-on) σε μεγάλη εμβέλεια, στα όρια του φακέλου εμπλοκής. Η επιχειρησιακή φιλοσοφία του επιδιώκει, όπως και στην περίπτωση του Meteor, τη μεγέθυνση της απόστασης F–pole, με αποτέλεσμα τα κύρια χαρακτηριστικά του να είναι η υψηλή ταχύτητα, ο εγκλωβισμός και η καταστροφή του στόχου σε μεγάλη εμβέλεια, πριν το αεροσκάφος-φορέας βρεθεί στην εμβέλεια των όπλων του αντιπάλου. [Αντίστοιχα ο αποκαλούμενος κινηματικός ελιγμός «F-Pole» είναι μια τακτική εκτόξευσης των πυραύλων αέρος-αέρος από μεγάλο ύψος, με το μαχητικό κατερχόμενο και με τη μέγιστη δυνατή ταχύτητα, ώστε να τους δοθεί η μέγιστη κινητική ενέργεια, επιδιώκοντας τη μεγαλύτερη δυνατή εμβέλεια. Η τακτική είναι ιδιαίτερα χρήσιμη, τόσο σε εμπλοκές WVR, όσο κυρίως BVR ανάμεσα σε μαχητικά με ίδιες ή αντίστοιχες δυνατότητες και ίδια (ή παρόμοια) όπλα (για παράδειγμα, F-16 Vs F-16), στις οποίες μετά την εκτόξευση το φίλιο αεροσκάφος απομακρύνεται προσβλέποντας ότι τα βλήματά του θα φτάνουν πρώτα τον αντίπαλο.] Σύμφωνα με τον κατασκευαστή, το βλήμα διατηρεί την ικανότητα εκτέλεσης ελιγμών μέγιστης φόρτισης 50 g και παρέχει τη δυνατότητα εγκλωβισμού μετά την άφεση (LOAL).
Ο ΑΙΜ-9Χ που χρησιμοποιεί η ΤΗΚ δεν έχει πιστοποιηθεί σε Eurofighter. Συνεπώς, με δεδομένη μια απροθυμία των Αμερικανών να συναινέσουν στην πιστοποίησή του στο συγκεκριμένο ευρωπαϊκό μαχητικό και τις δυσκολίες απόκτησης βλημάτων IRIS-T είναι πιθανό να απαιτηθεί η απόκτηση βλημάτων ASRAAM.
Το Rafale εστιάζει στην οικογένεια MICA, κορυφαίων βλημάτων ESR (Enhanced Short Range) με δυνατότητα BVR. Με ελαφρώς μεγαλύτερο μέγεθος από τους ASRAAM (μήκος 3,1 m, βάρος 112 kg, άνοιγμα πτερυγίων 0,56 m και διάμετρο 0,166 m) επιτυγχάνουν μέγιστη ταχύτητα 4 Mach και μέγιστη εμβέλεια -σύμφωνα με τον ιστότοπο της Πολεμικής Αεροπορίας- 60 km. Παράλληλα ενσωματώνει το μοναδικό χαρακτηριστικό στο Δυτικό οπλοστάσιο των δύο εναλλακτικών ερευνητών, υπερύθρων και ενεργού ραντάρ.
Τα F-16V χρησιμοποιούν όλη την γκάμα της οικογένειας Sidewinder, αλλά η ΠΑ δεν προχώρησε στην απόκτηση του AIM-9X, καθώς επέλεξε το IRIS-T για το οποίο άλλωστε ζητήθηκε η πιστοποίησή του στα F-16V. [Παλαιότερα οι χρήστες και ειδικά τα μέλη του «club IRIS-T» είχαν de factο αποκλειστεί από τη δυνατότητα προμήθειας AIM-9X, αλλά αυτό το «εμπάργκο» ίσως έχει ατονήσει πλέον, ειδικά με τη διεύρυνση των αεροποριών που υιοθετούν το F-35.]
Στον τομέα των βλημάτων BVR ξεχωρίζει φυσικά η δυνατότητα χρήσης του Meteor τόσο από Eurofighter όσο και Rafale. Το βλήμα είναι μήκους 3,65 m, διαμέτρου 0,178 m και βάρους 190 kg. Αναπτύσσει και διατηρεί μέγιστη ταχύτητα 4+ Mach που του επιτρέπει να εκτελεί ελιγμούς υψηλής φόρτισης στα όρια του φακέλου εμπλοκής. Η εμβέλειά του υπολογίζεται ότι υπερβαίνει τα 100+ km, ενώ, σύμφωνα με τον κατασκευαστή, η «ζώνη μη διαφυγής» («no escape zone») φθάνει τα 60+ km (η οποία σήμερα είναι τουλάχιστον τρεις φορές μεγαλύτερη από την αντίστοιχη άλλων βλημάτων BVRAAM στο εμπρόσθιο τόξο και 5-6 φορές στο οπίσθιο). Η εμβέλεια αυτή δίνει τη δυνατότητα να πληγούν στόχοι υψηλής αξίας (High Asset Value) που δρουν στα μετόπισθεν όπως τα AEW&C και αεροσκάφη εναέριου εφοδιασμού (AAR).
Το F-16V περιορίζεται σε AIM-120B/C5/C7 (και πλέον και σε C8). Ο AIM-120 μήκους 3,65 m, βάρους 157 kg, με διάμετρο o,178 m και άνοιγμα πτερυγίων 0,53 m αναπτύσσει μέγιστη ταχύτητα 4 Mach. Σύμφωνα με τον ιστότοπο της Πολεμικής Αεροπορίας, η μέγιστη εμβέλεια της έκδοσης AIM-120B φθάνει τα 63 km και των εκδόσεων AIM-120C5/C7 τα 72 km.
Υπογραμμίζεται ότι το Rafale ως εναλλακτικό βλήμα BVR θα μπορεί να χρησιμοποιήσει και τους MICA ER/IR.
Και τα τρία αεροσκάφη έχουν δυνατότητα χρήσης σύγχρονων ατρακτιδίων σκόπευσης. To F-16V χρησιμοποιεί το Sniper, ενώ η Πολεμική Αεροπορία ζήτησε τη διατήρησης της χρήσης του AAQ-14 LANTIRN, το Rafale φορτώνει το Damocles και το Eurofighter το Litening III/V.
Σε ό,τι αφορά στα όπλα επιφανείας, το F-16V επιλέγει από μια τεράστια ποικιλία αμερικανικών συστημάτων, μεταξύ των οποίων η οικογένεια GBU-10/12/16/22/24 και GBU-27, η οικογένεια AGM-65 Maverick, οι οικογένειες JSOW και JDAM, τα βλήματα αντι-ραντάρ HARM και AARGM, βλήματα anti-ship όπως το AGM-84L Harpoon Block II, stand off όπλα όπως ο AGM-142B και ο SLAM-ER και πληθώρα άλλων. Η ΠΑ έχει επίσης ζητήσει την πιστοποίηση GBU-50 στα F-16V. Το Viper διαθέτει εννέα σημεία ανάρτησης οπλισμού, εκ των οποίων τέσσερα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για όπλα αέρος εδάφους, ενώ το μέγιστο θεωρητικό οπλικό φορτίο είναι περίπου 7,5 τόνοι.
Το Rafale μπορεί να χρησιμοποιήσει αρκετά γαλλικά όπλα και να εκτελέσει τις βασικές αποστολές κρούσης και ΤΑΥΝΕ, αλλά όχι εξειδικευμένες αποστολές όπως η SEAD. Έτσι, είναι πιστοποιημένο για SCALP EG, AM-39 Exocet Block 2 Mod 2, βλήματα AASM HAMMER, βόμβες LGB 500-2.000 λιβρών κ.ά. H ΠΑ δεν προορίζει το Rafale για αποστολές κρούσης με άλλα όπλα εκτός από των SCALP EG, αλλά θεωρούμε ότι θα μπορούσε να αποκτήσει έναν αριθμό AASM HAMMER. Πρόκειται για ένα ενδιαφέρον σύστημα που μετατρέπει μια βόμβα γενικής χρήσης Mk82 ή διατρητικής BLU-111 (ή αντίστοιχα Mk84 και BLU-109) σε κατευθυνόμενο όπλο υψηλής ακρίβειας. Ανάλογα με την επιθυμητή ακρίβεια προσφέρονται (για τη Mk82) τρεις συλλογές μετατροπής: SBU-38 (INS/GPS), SBU-64 (INS/GPS/IR) και SBU-54 (INS/GPS/λέιζερ). Παρέχει μέγιστη εμβέλεια 60+ km για άφεση από μεγάλο ύψος και 15+ km για άφεση από μικρό ύψος με δυνατότητα εμπλοκής πολλαπλών στόχων, «fire and forget», ρυθμιζόμενη ταχύτητα ή γωνία προσβολής κ.ά. Το Rafale διαθέτει 14 σημεία ανάρτησης, εκ των οποίων τα δέκα για όπλα αέρος εδάφους με μέγιστο φορτίο 9,5 τόνους!
Η ποικιλία οπλισμού αέρος-εδάφους στο Eurofighter είναι μάλλον περιορισμένη και πρακτικά αφορά τα βασικά όπλα για την εκτέλεση τυπικών αποστολών κρούσης και σε καμία περίπτωση εξειδικευμένων αποστολών. Αυτό δεν είναι παράδοξο αν ληφθεί υπόψη η φιλοσοφία σχεδίασής του. To Typhoon χρησιμοποιεί βλήματα κρουζ Storm Shadow, βόμβες EGBU-16 Paveway II/Paveway IV και πυραύλους Brimstone, ενώ για αποστολές ΤΑΥΝΕ πιστοποιείται το Marte-ER. Το Eurofighter έχει 13 σημεία ανάρτησης, εκ των οποίων τα οκτώ μπορούν να μεταφέρουν συνολικά φορτίο 7,5 τόνων.
Όπως ήδη προαναφέραμε, το παρόν άρθρο δεν είναι μια συνολική ανάλυση των δυνατοτήτων των τριών μαχητικών, καθώς η έκτασή του θα ήταν μεγάλη. Θεωρούμε ότι στη σύγχρονη εναέρια μάχη το οπλικό σύστημα και οι αισθητήρες είναι καθοριστικής σημασίας και έχουν βαρύνουσα σημασία σε σχέση με τις αεροδυναμικές επιδόσεις.
Σε κάθε περίπτωση σημειώνουμε ότι το Eurofighter είναι ένα μαχητικό κορυφαίων επιδόσεων χάρις στο σύστημα πρόωσης που υιοθετεί από δύο κινητήρες EJ200 με ώση 89 kN (20.008 lbf) έκαστος, που του προσδίδουν υψηλό λόγο ώσης-βάρους, μεγάλο ρυθμό ανόδου, υψηλό στιγμιαίο και παρατεταμένο ρυθμό στροφής κ.ά. Επίσης, το μέγιστο ύψος πτήσης φθάνει τα 55.000 πόδια έναντι 50.000 του Rafale και του F-16. Το Rafale ως μαχητικό πολλαπλών ρόλων όμως παρέχει ασύγκριτα υψηλότερο βάρος οπλικού φορτίου και πολύ καλές επιδόσεις επιχειρησιακής εμβέλειας (βλέπε σχετική αναφορά στο προηγούμενο τεύχος μας).
Συμπεράσματα
Στην εξίσωση για την επιλογή του Eurofighter από την THK, είτε ως εναλλακτική είτε ως «ενδιάμεση» λύση, πρέπει να υπεισέλθει και ο παράγοντας κόστος, καθώς το Typhoon είναι ένα ακριβό μαχητικό (εκτιμάται ότι το Tranche 4 κοστίζει περίπου όσο δύο F-35A), όπως είναι και το Rafale (είναι 50% ακριβότερο του F-35A), ενώ το κόστος κτήσης και συντήρησης του F-16V είναι προσιτό στους περισσότερους χρήστες.
Αν η ΤΗΚ αποφασίσει να καλύψει το χαμένο έδαφος, το κόστος αγοράς νέων μαχητικών Eurofighter ή και… Rafale (όπως «αποκαλύπτουν» τώρα τα τουρκικά ΜΜΕ) είναι μάλλον απαγορευτικό για τα -τουλάχιστον- 40 νέα αεροσκάφη που απαιτούνται, συνυπολογιζόμενης και της τεράστιας επένδυσης στο πρόγραμμα TF-X. Επιπλέον, οι χρόνοι παράδοσης βρίσκονται στον ορίζοντα του τέλους της τρέχουσας δεκαετίας (λόγω και του χρόνου που θα απαιτηθεί για τις υποδομές και την επιχειρησιακή αξιοποίηση), ενώ στο μεταξύ τα Rafale της ΠΑ είναι ήδη στην Τανάγρα.
«Προφανής» τουρκική επιλογή θα ήταν τα μεταχειρισμένα αεροσκάφη, όπου αναγκαστικά η Τουρκική Αεροπορία θα οδηγούνταν στα Tranche 1 ή 2, ενώ μεταχειρισμένα Rafale F3R (ακόμη και στην απίθανη περίπτωση που οι Γάλλοι αποφάσιζαν να τα πουλήσουν στην Τουρκία) αποτελούν «είδος σε έλλειψη». Για να αξιοποιήσει η THK τα Eurofighter, θα πρέπει να επενδύσει σε νέα όπλα, ήτοι ASRAAM (ή να πιστοποιήσει τα AIM-9X, εφόσον δεχθούν οι Αμερικανοί), Meteor, Brimstone, Paveway IV και Storm Shadow, με το ερώτημα φυσικά να πλανάται, ποια από τα ανωτέρω μπορούν να αποδεσμευτούν στην Τουρκία, καθώς δεν είναι όλα αμιγώς βρετανικά όπλα. Επιπροσθέτως, η επένδυση αυτή είναι εκ διαμέτρου αντίθετη με την πολιτική της Άγκυρας και την πλήρη «τουρκοποίηση» των εξοπλισμών της.
Το βασικό πλεονέκτημα για το Eurofighter και το Rafale (και μειονέκτημα για το F-16V) στην εναέρια μάχη είναι η ύπαρξη του Meteor στη φαρέτρα τους. Το πρώτο έχει ένα επιπλέον πλεονέκτημα λόγω των επιδόσεων του (παρ’ ότι μηχανικής σάρωσης) CAPTOR-M, που ωστόσο μετριάζεται από την πιθανολογούμενη χρήση τού SPECTRA και του σχετικού RCS των δύο τύπων. Από την άλλη, η απόκτηση σήμερα μαχητικών με ραντάρ μηχανικής σάρωσης είναι αναχρονισμός και η πρόσκτηση μεταχειρισμένων Eurofighter θα είχε έννοια μόνο υπό το πρίσμα της μελλοντικής υιοθέτησης AESA ραντάρ όπως το CAPTOR-E.
Πρόκειται για προηγμένο ραντάρ, ανώτερο του RBE2 AA, όπως υποστηρίζουν κάποιες πηγές, ενώ ανάμεσα σε άλλα χαρακτηριστικά του CAPTOR-E είναι η υποδομή «επανατοποθέτησης» (Re-positioner) της κεραίας που παρέχει κάλυψη σε τόξο 200 μοιρών!
Το CAPTOR-E υπάρχει σε τρεις εκδόσεις: ECRS Mk0/Mk1 και Mk2. Τα αεροσκάφη του Κουβέιτ παραδόθηκαν με τη βασική έκδοση Mk0. Σε μια τουρκική επιλογή Eurofighter (λιγότερο ή περισσότερο υποθετική) ζητούμενο είναι φυσικά το κόστος και οι χρόνοι παράδοσης. Στις 15 Ιουλίου του 2022 το Βρετανικό Υπουργείο Άμυνας ανακοίνωσε ένα πρόγραμμα αναβάθμισης ύψους 2,35 δις λιρών με την εγκατάσταση του ραντάρ AESA ECRS Mk2 (European Common Radar System) στα 40 αεροσκάφη Tranche 3A και παραδόσεις στα τέλη της δεκαετίας, ενώ αλλά 67 αεροσκάφη Tranche 2 θα λάβουν νέο υπολογιστή αποστολής με σκοπό να υποδεχθούν το νέο ραντάρ αργότερα. Υπάρχει και η επιλογή τού λιγότερο προηγμένου, αλλά ώριμου τεχνολογικά ECRS Mk1 που υιοθετείται από τη Γερμανία και την Ισπανία. Μια τέτοια κίνηση έστω και σε αεροσκάφη Tranche 2 θα άλλαζε σημαντικά τα δεδομένα για τους συσχετισμούς δυνάμεων στο Αιγαίο.
Το μειονέκτημα του F-16V σε εμπλοκές μεγάλης εμβέλειας (BVR) έναντι των Eurofighter και Rafale επιτείνεται από το αυξημένο RCS και την απουσία συστήματος IRST. Αντίθετα το F-16V με το πολύ καλό ραντάρ AESA και βλήματα AIM-120C7 γίνεται εξαιρετικά επικίνδυνο στις εμπλοκές μικρότερης εμβέλειας (40-50 km), περίπου ισοδύναμο με το Rafale και ανώτερο από το Eurofighter.
Το Typhoon έχει το πλεονέκτημα έναντι του Rafale ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει και την οικογένεια AIM-120, σε σχέση με τον ακριβό Meteor. Αντίθετα το Rafale θα περιοριστεί στους MICA, οι οποίοι όμως όχι μόνο δεν υστερούν σε επιδόσεις έναντι των AMRAAM, αλλά θα χρησιμοποιηθούν και ως όπλα WVR. Επιπλέον, το γαλλικό μαχητικό χάρις στο OSF και το βλήμα MICA IR διατηρεί την αποκλειστική δυνατότητα πλήρους παθητικής εμπλοκής. Το Eurofighter και το Rafale λόγω του ολοκληρωμένου συστήματος IRST κατέχουν ένα τακτικό πλεονέκτημα στην επίγνωση τακτικής κατάστασης και θεωρούμε ότι η συσκευή PIRATE παρέχει ανώτερες δυνατότητες, αφού από τα γαλλικά συστήματα απουσιάζει (σήμερα) η συσκευή IR.
Η Lockheed Martin προσφέρει το εξαιρετικό σύστημα IRST21 με δυνατότητα υποστήριξης βολής βλημάτων AIM-120C/D και AIM-9X, που μπορεί να εγκατασταθεί στο ατρακτίδιο LEGION POD, το οποίο αναρτάται στη θέση 5R (δεξιά του κοιλιακού πυλώνα) του F-16V. Η συσκευή IRST21 παρέχει πεδίο θέας +/-70 μοίρες σε ανύψωση και αζιμούθιο και έχει διαστάσεις (διάμετρος, μήκος) 23,3×96,5 cm και βάρος 52 κιλά.
Το ατρακτίδιο πολλαπλών χρήσεων LEGION POD έχει διαστάσεις 0,40,6×2,50 m και βάρος 249 kg, παρέχει διασύνδεση plug and play, δεν επηρεάζει το OFP (Operational Flight Program) του αεροσκάφους, ενώ μελλοντικά στο ατρακτίδιο θα εγκατασταθεί και ζεύξη δεδομένων. Η Lockheed Martin όμως προωθεί για το F-16V Block 70/72 και ένα μικρότερο ατρακτίδιο, το LEGION ES, βάρους 136 kg, μήκους 0,95 m και διαμέτρου 24,7 cm. H απόκτηση έστω και μικρού αριθμού ατρακτιδίων για τα F-16V της ΠΑ θα εκτόξευε την αποτελεσματικότητα του στόλου.
Σε αγώνα αέρος-αέρος σε εγγύς αποστάσεις η κατάσταση είναι ισοδύναμη, καθώς και τα τρία μαχητικά χρησιμοποιούν συστήματα HMD και σύγχρονα βλήματα WVR με διαφορετικά χαρακτηριστικά αλλά με δυνατότητα εκτέλεσης ελιγμών υψηλής φόρτισης, εκτόξευση σε διαμόρφωση LOAL (Lock On After Launch) και βολή υπό μεγάλη απόκλιση από τον διαμήκη άξονα του αεροσκάφους.
Στις αποστολές κρούσης η υπεροχή του F-16V, λόγω ποικιλίας όπλων, νέου συστήματος ναυτιλίας LN-250 EGI (Advanced Embedded INS/GPS) και της αποτελεσματικότητας του ραντάρ, είναι αδιαμφισβήτητη. Ακολουθεί το Rafale που χρησιμοποιεί ένα επίσης εξαιρετικό ραντάρ και επιπλέον έχει το πλεονέκτημα χρήσης του βλήματος SCALP-EG (για το οποίο αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ανάλογο όπλο για το F-16V στο οπλοστάσιο της ΠΑ). Οι δυνατότητες του Eurofighter στις αποστολές κρούσης είναι περιορισμένες, αλλά με τα όπλα που διαθέτει και κυρίως το Storm Shadow καλύπτει τις βασικές αποστολές, περιλαμβανομένων και αυτών της στρατηγικής κρούσης.
Τα Rafale και Eurofighter έχουν από την αρχή σχεδιαστεί να χρησιμοποιούν συγκεκριμένο σύστημα EW, όπως το SPECTRA και το Praetorian DASS, τα οποία σταδιακά υπέστησαν αναβαθμίσεις. Πρόκειται για υποδομές που αξιοποιούν τις τεχνολογικές εξελίξεις και είναι πλήρως ολοκληρωμένα και διαλειτουργικά στο σύστημα μάχης του κάθε αεροσκάφους. Το ASPIS II παραμένει αξιόπιστο και η εξοικείωση της ΠΑ μαζί του είναι μεγάλη. Προφανώς ένα νέο σύστημα EW δεν περιλήφθηκε στο «πακέτο» αναβάθμισης των ελληνικών Viper λόγω κόστους, αλλά είναι πιθανό μελλοντικά να απαιτηθεί η αντικατάστασή του. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η χρήση του TRD (Towed Radar Decoy) που προσδίδει ένα πλεονέκτημα στο Eurofighter, καθώς είναι μια άγνωστη παράμετρος για την ΠΑ.
Τα Eurofighter και Rafale έχουν σχεδιαστεί με εγγενή δυνατότητα συγχώνευσης δεδομένων που δεν υπήρχε στις ευρωπαϊκές γενιές μαχητικών που αντικαθιστούσαν. Το F-16 δεν είχε σχεδιαστεί με τη φιλοσοφία αυτή, αλλά στις νεότερες εκδόσεις του έγινε πλήρως διαλειτουργικό, αν και χρησιμοποιούνται πληθώρα υποσυστημάτων σε διαφορετικούς χρήστες και εκδόσεις, όπως για παράδειγμα συστήματα αυτοπροστασίας με ποικίλα χαρακτηριστικά και δυνατότητες. Στην υπέρτατη μετεξέλιξή του ως Viper και Block 70/72 έχει αποκτήσει σε μεγάλο βαθμό «data fusion» που ενισχύεται από τις νέες υποδομές, περιλαμβανομένης και της νέας μεγάλης κεντρικής οθόνης CPD (Center Pedestal Display) για την απεικόνιση δεδομένων κυρίως του ραντάρ και του ατρακτιδίου σκόπευσης.
Συμπερασματικά, το Eurofighter Tranche 1 δεν φαίνεται να αποτελεί λύση για την Τουρκική Αεροπορία στο πλαίσιο των επιδιώξεών της στο ισοζύγιο της αεροπορικής ισχύος στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο, με δεδομένη μάλιστα και την αβεβαιότητα για αποδέσμευση των Meteor και Storm Shadow. Θα αποτελούσε «βιώσιμη» λύση μόνο με την προοπτική υλοποίησης εκτεταμένου και δαπανηρού προγράμματος αναβάθμισης και εγκατάστασης ραντάρ AESA και φυσικά την αποδέσμευση των παραπάνω όπλων, κυρίως του Meteor.
Θεωρητικά, μια εφικτή αλλά υψηλού κόστους επιλογή για την Άγκυρα θα ήταν συνδυασμός αγοράς νέων και μεταχειρισμένων αεροσκαφών Eurofighter (ή… Rafale), η οποία μάλιστα να αφορά τουλάχιστον 40 αεροσκάφη, με δεδομένη την προοπτική των 20+20 ελληνικών F-35A. Ακόμη και η απόκτηση 40+80 F-16V δεν πρόκειται να ανατρέψει το αποτέλεσμα με δεδομένη την υπεροχή των Rafale και F-35A. Ωστόσο, ένα αεροσκάφος F-16V εξοπλισμένο με IRST21, AIM-120D και Viper Shield θα αποτελεί αναμφίβολα μια σημαντική απειλή στον αέρα και γι’ αυτό οφείλουμε να υποστηρίξουμε με κάθε τρόπο την πρωτοβουλία «No Jets For Turkey!» για όσο αυτή μπορεί να αποδώσει καρπούς.