Οι μεγάλες αλλαγές που έχει δημιουργήσει η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, είναι φανερές ακόμη και στην γραφειοκρατία των Βρυξελλών, η οποία έχει δραστηριοποιηθεί για να προτείνει λύσεις επανεξοπλισμού των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως και ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας.
Έτσι στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Αμυντικού Επενδυτικού Προγράμματος (EDIP), προτείνεται νέα στρατηγική που να βελτιώνει την αμυντική εγρήγορση της Ευρώπης σε επίπεδο παραγωγής, ώστε να μπορεί να κατασκευαστούν τα όπλα και τα απαραίτητα πυρομαχικά για τις νέες προκλήσεις ασφαλείας που έχουν εμφανιστεί. Με πρώτη και προφανή βέβαια αυτή της Ρωσίας.
Έτσι προγραμματίζεται επένδυση 1,5 δις ευρώ, στην αμυντική βιομηχανία των κρατών μελών καθώς το σκεπτικό είναι οι αγορές οπλικών συστημάτων να γίνονται “εσωτερικά”, από τους ευρωπαίους παραγωγούς και να μειωθούν οι εισαγωγές, αλλά και για να βελτιωθεί η σχετική έρευνα και ανάπτυξη. Συγκεκριμένα μπαίνουν και 3 στόχοι έως το 2030, όπου τα κράτη-μέλη θα έχουν καταφέρει:
- Τουλάχιστον το 40% των εξοπλιστικών αγορών να γίνεται συνεργατικά
- Τουλάχιστον το 50% των κονδυλίων για εξοπλισμούς να ξοδεύεται για αγορές ευρωπαϊκών όπλων
- Τουλάχιστον το 35% της ευρωπαικής αμυντικής παραγωγής να εμπορεύεται εντός της Ένωσης, αντί για το εξωτερικό.
Σε όλα τα παραπάνω δεν μπορεί κανείς να μην διαπιστώσει πως υπάρχει ευκαιρία για και την ελληνική αμυντική βιομηχανία, να διεκδικήσει κάποιες επιδοτήσεις, συνεργασίες και συμμετοχές, καθώς το κύμα επανεξοπλισμού και με στόχευση σε “τοπικά/ευρωπαϊκά” προιόντα θα ενισχύεται συνεχώς.