Το δικινητήριο αεροσκάφος A-20 Havoc/Boston είχε αξιοπρόσεκτη παρουσία κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, με ενεργό ρόλο στις μεγάλες εκστρατείες των Συμμάχων από τη Βόρεια Αφρική και τη Μεσόγειο έως τη Δυτική Ευρώπη και τον Ειρηνικό. Ωστόσο, η μεγαλύτερη συνεισφορά του ήταν στο Ανατολικό Μέτωπο. Έχοντας παραλάβει περί τα 3.000 αεροσκάφη από την Αμερική, η ΕΣΣΔ τα χρησιμοποίησε περισσότερο από κάθε άλλη χώρα. Ανέπτυξαν έντονη δράση στο Στάλινγκραντ, το Κουμπάν, το Κουρσκ, καθώς και στις εναέριες επιχειρήσεις του 1944-1945 που έφεραν τον Κόκκινο Στρατό στο Βερολίνο. Η ταχύτητα, ευελιξία και επιδεξιότητά τους τα καθιστούσαν ικανά για πολλαπλούς ρόλους. Αξιοποιήθηκαν αποτελεσματικά ως μεσαία βομβαρδιστικά, τορπιλοφόρα, αναγνωριστικά, αεροσκάφη προσβολής χερσαίων στόχων, νυχτερινά μαχητικά, αναχαιτιστικά και μεταγωγικά.
O εφοδιασμός της Σοβιετικής Αεροπορίας με Havocs
Με την εισβολή της ναζιστικής Γερμανίας στα εδάφη τους, οι Σοβιετικοί βρέθηκαν σε απελπιστική κατάσταση. Πηγές καταγράφουν την καταστροφή 4.000 αεροσκαφών μόνο την πρώτη εβδομάδα του πολέμου. Τα περισσότερα από όσα γλύτωσαν τους βομβαρδισμούς ήταν μαχητικά Polikarpov I-16, διπλάνα I-153 και βομβαρδιστικά Tupolev SB. Ναι μεν όλα αυτά επέδειξαν αξιοσημείωτη δράση στον Ισπανικό εμφύλιο πόλεμο και στη μάχη του Khalkin-Gol εναντίον των Ιαπώνων στα τέλη της δεκαετίας του 1930, αλλά το 1941 θεωρούνταν ήδη παρωχημένα και πεπαλαιωμένα εν συγκρίσει με τα εξελιγμένα αεροσκάφη της Luftwaffe. Η Σοβιετική Ένωση ήταν πρόθυμη να δεχθεί οποιαδήποτε στήριξη μπορούσαν να της προσφέρουν οι Δυτικοί Σύμμαχοι. Όμως το A-20 υπήρξε στην κορυφή των προτεραιοτήτων της. Οι ΗΠΑ συμφώνησαν και ξεκίνησαν τις παραδόσεις το Φεβρουάριο του 1942 μέσω Ιράν.
Tα περισσότερα από τα πρώτα Havocs που έφτασαν στην ΕΣΣΔ ήταν A-20B, A-20C και DB-7 (τα τελευταία είχαν παραγγελθεί από τους Γάλλους, αλλά μετά τη συνθηκολόγηση της χώρας, εστάλησαν στο Ανατολικό Μέτωπο). Τα A-20B διέθεταν γυάλινα πλαίσια στο ρύγχος και δύο σταθερά πολυβόλα των 12,7 χλστ. στο εμπρόσθιο τμήμα της ατράκτου. Η απουσία θωρακίσεως τα καθιστούσε ελαφρύτερα και γρηγορότερα, γι’ αυτό μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για ποικίλες αποστολές πλην βομβαρδισμού.
Τα A-20C ήταν ελαφρώς πιο αργά, αλλά έφεραν πρόσθετη θωράκιση και αυτοσφραγιζόμενες δεξαμενές καυσίμου που αύξαναν την αντοχή τους στα εχθρικά πυρά. Ως οπλισμό είχαν τέσσερα σταθερά πολυβόλα των 7,62 χλστ. εγκατεστημένα κάτω από το γυάλινο ρύγχος. Τα χαρακτηριστικά τους αυτά ήταν κατάλληλα για ανάληψη αποστολών βομβαρδισμού. Τόσο στα «Α» όσο και στα «C» υπήρχε αμυντικός οπλισμός στη ράχη και στην κοιλιακή χώρα, αλλά οι Σοβιετικοί προτίμησαν την αντικατάστασή του με δικούς τους πυργίσκους.
Η ΕΣΣΔ θα ελάμβανε 665 A-20B και 690 A-20C. Ήδη από τον Απρίλιο του 1942, αυτά ξεκίνησαν να αποστέλλονται σε μονάδες πρώτης γραμμής. Μέχρι το τέλος του έτους, εφοδίασαν συνολικά δεκαεννέα Μοίρες βομβαρδιστικών. Ωστόσο, η προσαρμογή του πληρώματος στα νέα αεροσκάφη αποδείχτηκε αρκετά δύσκολη και χρονοβόρα, καθώς δε διετέθησαν μαζί και εκδόσεις εκπαιδευτικών. Ως αποτέλεσμα, αρκετές μονάδες τροποποίησαν τα A-20C με την εγκατάταση δευτέρου σετ χειριστηρίων για τον εκπαιδευτή στο γυάλινο ρύγχος, που εκεί κανονικά ήταν ο χώρος του βομβαρδιστού. Σε αυτά τα Havocs δόθηκε η ονομασία UA-20, UB-3 και UTI-Boston III.
Οι πρώτοι που έλαβαν Α-20 ήταν οι 57, 794 και 860 Μοίρες Βομβαρδιστικών με τους πιλότους να αναδεικνύουν εντός ολίγου τις ικανότητες του αεροσκάφους στην εξουδετέρωση θωρακισμένων χερσαίων στόχων. Μέχρι τα τέλη Ιουλίου, η 221η Μοίρα είχε πραγματοποιήσει 876 αποστολές στις οποίες καταστράφηκαν, μεταξύ άλλων, 171 άρματα μάχης και 617 μηχανοκίνητα. Οι απώλειες όμως δεν ήταν αμελητέες, με 46 Havocs να έχουν καταρριφθεί κατά την ίδια χρονική περίοδο. Οι παραδόσεις του αεροσκάφους συνεχίστηκαν και σε άλλες μονάδες εκτεινόμενες από το Βορόνεζ μέχρι το Στάλινγκραντ, συμμετέχοντας και στην υπεράσπιση του τελευταίου με αποστολές κατά μήκος του Βόλγα. Μέχρι το τέλος του 1942, η Σοβιετική Αεροπορία είχε θέσει εν υπηρεσία 274 Ηavocs.
Αξιολόγηση και μετατροπές
Οι Σοβιετικοί ήταν ενθουσιασμένοι με το αεροσκάφος, θεωρώντας πως συχνά υπερέβαινε τις απαιτήσεις ενός ελαφρού δικινητήριου βομβαρδιστικού. Διέθετε θαυμάσια χαρακτηριστικά και καταπληκτική αξιοπιστία ελέγχου, ανώτερη αυτής του Petlyakov Pe-2. Η εξαίρετη ικανότητα πτήσεως με έναν κινητήρα ήταν ένα ακόμη μεγάλο προσόν του, που εκτιμήθηκε δεόντως από όσους κάθησαν στο κόκπιτ του.
Δεν έδρεψε όμως επαίνους ιδίου βεληνεκούς για τον οπλισμό του – που αρχικώς αποτελείτο από δύο ρυγχαία Brownings των 7,62 χλστ. και ένα ακόμη στην κοιλιακή χώρα – ο οποίος κρίθηκε από τα πληρώματα ως ανεπαρκής. Γι’ αυτό στις αρχές του Φθινοπώρου του 1942, οι μηχανικοί δοκίμασαν την εγκατάσταση σοβιετικών πυργίσκων UTK-1 με σκοπό την αύξηση της ισχύος πυρός στη ράχη της ατράκτου. Το πείραμα κρίθηκε ως θετικό, οπότε τροποποιήθηκαν 54 αεροσκάφη και μεταφέρθηκαν κατόπιν στην 221η Μοίρα στο Στάλινγκραντ. Η αλλαγή βέβαια αυτή αύξησε το βάρος και την αντίσταση αέρος του αεροσκάφους, μειώνοντας ταυτοχρόνως την ταχύτητά του κατά δέκα περίπου χλμ/ώρα. Μολαταύτα, τα σοβιετικά πληρώματα έμειναν ευχαριστημένα και έτσι διατάχθηκε η τοποθέτηση του UTK-1 σε συνολικά 830 Havocs.
Αλλαγές επίσης πραγματοποιήθηκαν και σε έναν αριθμό A-20B για την εξυπηρέτηση αναγνωριστικών ρόλων. Ο συγκεκριμένος τύπος επιλέχηκε επειδή δεν έφερε θωράκιση και αυτοσφραγιζόμενες δεξαμενές καυσίμου, πράγμα που αύξανε το μέγιστο υψόμετρο και την ταχύτητά του. Εγκαταστάθηκαν έτσι κάμερες σοβιετικής κατασκευής που παρείχαν δυνατότητα ημερησίων και νυχτερινών αεροφωτογραφιών. Συνάμα τοποθετήθηκε και επιπρόσθετη δεξαμενή καυσίμου στην καταπακτή βομβών που βελτίωνε την εμβέλειά του. Τέτοια αναγνωριστικά Havocs χρησιμοποιήθηκαν τόσο από τη Σοβιετική Αεροπορία όσο και από το Σοβιετικό Ναυτικό, επιχειρώντας συχνά μαζί με τα Petlyakov Pe-2R, κυρίως προς το τέλος του πολέμου.
Στις αρχές του 1943, μια νέα έκδοση, το A-20G, άρχισε να βγαίνει από τη γραμμή συναρμολόγησης της Douglas στη Σάντα Μόνικα της Καλιφόρνια. Παρήχθη σε 2.850 μονάδες, περισσότερες από οποιονδήποτε άλλον τύπο του A-20. Η πιο εμφανής διαφορά ήταν το συμπαγές ρύγχος και η αφαίρεση του πυροβολητού από αυτό. Τη θέση του πήραν έξι πολυβόλα Brownings των 12,7 χλστ. Κάποια εξ αυτών διέθεταν οπλισμό τεσσάρων πυροβόλων των 20 χλστ. και δύο πολυβόλων Brownings. Ο βασικός λόγος δημιουργίας της σειράς «G» υπήρξε η αλλαγή τακτικής της USAAF στον Ειρηνικό, όπου τα αεροσκάφη ξεκίνησαν να λαμβάνουν μέρος σε επιχειρήσεις προσβολής ιαπωνικών στρατοπέδων και αεροδρομίων. Τα A-20G προορίζονταν αρχικά για αποκλειστική χρήση από μονάδες της USAAF. Η μεγάλη ανάγκη όμως αεροπλάνων από τους Σοβιετικούς άλλαξε το πρόγραμμα, στέλνοντας συνολικά 1.606 από αυτά στο Ανατολικό Μέτωπο.
Οι 244 και 861 Μοίρες ήταν οι πρώτες που ενίσχυσαν το στόλο τους με τον καινούριο τύπο των Havocs. Το πρόβλημα ήταν πως αποδείχθηκαν εξαιρετικά ευάλωτα στα βαρεά γερμανικά αντιαεροπορικά πυρά, όταν πετούσαν χαμηλά. Έως το Νοέμβριο του 1943, η 861η αναγκάστηκε να αφαιρέσει τα A-20G από αποστολές εναντίον χερσαίων στόχων λόγω σοβαρών απωλειών. Για τον ίδιο σκοπό, προτιμήθηκαν τα βαρέως θωρακισμένα Iyushin Il-2 Sturmovik.
Κατά συνέπεια, ένας σημαντικός αριθμός των Σοβιετικών «G» τροποποιήθηκαν, είτε κατευθείαν στις μονάδες τους είτε στο εργοστάσιο στη Μόσχα, ώστε να διαθέτουν κοινά στοιχεία με τα προηγούμενα «Β» και «C» (αυτά αφορούσαν την επαναφορά γυάλινου ρύγχους και της θέσεως βομβαρδιστού, όπως και αφαίρεση κάποιων από τα εμπρόσθια όπλα). Υπήρξαν βεβαίως και πειραματισμοί εγκαταστάσεως του βομβαρδιστού είτε στην καταπακτή βομβών είτε σε χώρο πίσω από τον πιλότο ώστε να παραμείνει ο βαρύς εμπρόσθιος οπλισμός. Όμως στα περισσότερα αεροσκάφη τύπου «G» το ρύγχος άλλαξε.
Το άρθρο θα ολοκληρωθεί αύριο.