Σίγουρα οι συμφωνίες αμοιβαίας αμυντικής συνεργασίας Ελλάδας – ΗΠΑ και Ελλάδας – Γαλλίας είναι σημαντικά βήματα ενισχύσεως της χώρας μας, ειδικά δε εάν συμπεριλάβει κανείς και τις διεθνείς συνεκπαιδεύσεις με τις προαναφερθείσες χώρες , τα μέλη του ΝΑΤΟ αλλά και μη μέλη (Αίγυπτο, Ισραήλ, Σαουδική Αραβία, ΗΑΕ κ.λπ). Aποκτάται εμπειρία και συσφίγγονται οι διπλωματικές σχέσεις και με κράτη εκτός ΝΑΤΟ, αλλά θα πρέπει να βάλουμε μερικά πράγματα στην θέση τους. Η εθνική μας άμυνα στηρίζεται πρωταρχικώς στις δικές μας δυνάμεις. Οι συμμαχίες και οι συνεργασίες μόνον συμπληρωματικώς μπορεί να λειτουργήσουν. Για παράδειγμα επειδή τους τελευταίους μήνες ακούγονται πολλά για την Ελληνο-γαλλική συνεργασία, εάν διαβάσει κανείς το κείμενο της Συμφωνίας με την Γαλλία θα διαπιστώσει ότι δεν θα μπορούσε τέτοιου είδους κείμενο να διατυπωθεί με περισσότερη σαφήνεια. Αναφέρει συγκεκριμένα: «Τα Μέρη παρέχουν το ένα στο άλλο βοήθεια και συνδρομή, με όλα τα κατάλληλα μέσα που έχουν στην διάθεσή τους, κι εφ’ όσον υφίσταται ανάγκη με την χρήση ένοπλης βίας, εάν διαπιστώσουν από κοινού ότι μία ένοπλη επίθεση λαμβάνει χώρα εναντίον της επικράτειας ενός από τα δύο, σύμφωνα με το Άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών».
Οι περισσότερες όμως προκλήσεις της Τουρκίας δεν αφορούν σε άμεση επίθεση εναντίον της ελληνικής επικρατείας, αλλά σε αμφισβήτηση κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων. Και για να το κάνουμε όσο το δυνατόν πιο κατανοητό, τονίζουμε ότι «επικράτεια» συνιστούν τα χωρικά ύδατα, όχι όμως και η ΑΟΖ ή η υφαλοκρηπίδα. Μια αμυντική συμφωνία όμως εμπεριέχει δήλωση προθέσεων αλληλοϋποστηρίξεως και ως εκ τούτου εντάσσεται κυρίως στην πολιτική αποτροπής η οποία ούτως ή άλλως θεσμοθετείται στο ισχύον αμυντικό δόγμα της Ελλάδας.
Παράλληλα με την Συμφωνία αυτή, αναζωπυρώθηκαν και οι συζητήσεις σχετικά με τον «Ευρωστρατό». Και πάλι μπορεί κάποιοι να πιστεύουν ότι υπάρχει περίπτωση, σε μιαν ελληνο-τουρκική κρίση να έλθει κάποιος συμμαχικός ευρωπαϊκός στρατός να συμπαραταχθεί με τον δικό μας. Πριν προχωρήσουμε να επισημάνουμε ότι όσον αφορά στις δυνάμεις ξηράς, η Ελλάδα διαθέτει τον πολυαριθμότερο και αρτιότερα εξοπλισμένο στρατό στην Ευρώπη. Έχουμε 1350 άρματα μάχης όταν χώρες όπως η Γαλλία και η Γερμανία περιορίζουν τις δικές τους δυνάμεις σε 225 έως 250.
Η έννοια του Ευρωστρατού εμφανίσθηκε ως «Πρωταρχικός Στόχος» του Ελσίνκι το 1999 με πρόβλεψη για 50-60.000 στρατιώτες, δηλαδή το ήμισυ περίπου της οργανικά προβλεπομένης δυνάμεως του Ελληνικού Στρατού.
Όσο για το τι υπάρχει θα παραθέσουμε κάποιες σχετικές επισημάνσεις του στρατηγού Μιχαήλ Κωσταράκου από το πρόσφατο παρελθόν, που ως πρώην Πρόεδρος της Στρατιωτικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, γνωρίζει την κατάσταση καλύτερα από τον καθένα:
«Ας δούμε αρχικά τι ήδη υπάρχει στην ΕΕ και στη συνέχεια τι μπορεί να δημιουργηθεί. Κατ αρχήν, τα τρία κύρια στρατιωτικά όργανα της ΕΕ: Η Στρατιωτική Επιτροπή της ΕΕ (EUMC), το Στρατιωτικό Επιτελείο της ΕΕ (EUMS) (στρατηγικού επιπέδου) και ο Φορέας Στρατιωτικού Σχεδιασμού και Υλοποίησης (MPCC) (ένα Επιχειρησιακό Στρατηγείο για τον έλεγχο αρχικά των Εκπαιδευτικών Αποστολών και αργότερα των Επιχειρήσεων της ΕΕ, το οποίο και θα αποτελεί το Επιχειρησιακό Στρατηγείο του πιθανού Ευρωπαϊκού Στρατού) ενώ υφίστανται και επίσης και τα «εν υπνώσει» πέντε Στρατηγεία Επιχειρησιακού/Στρατηγικού Επιπέδου στην Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα και Γερμανία για τον έλεγχο των Επιχειρήσεων της ΕΕ, όταν και αν απαιτείται.” Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό δεν υπάρχει πουθενά πρόβλεψη για ένα κανονικό Ευρωστρατό».
Χωρίς να υπάρχουν θέσεις αποτυπωμένες σε ένα επίσημο θεσμικό κείμενο, οι προθέσεις που έχουν διατυπωθεί σε non paper, μιλούν μόλις για το ένα δέκατο της δυνάμεως που είχε συζητηθεί στο Ελσίνκι. Πράγματι 14 χώρες-μέλη της ΕΕ, μεταξύ των οποίων η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία και η Ισπανία προχώρησαν σε πρόταση για μια «Δύναμη Πρώτης Εισόδου» 5.000 ατόμων, που θα οργανωθεί γύρω από μια ταξιαρχία στρατού ενισχυμένη με αεροπορικά και ναυτικά στοιχεία. Το συνδυασμένο αυτό συγκρότημα εκ της οργανώσεως του, δεν θα μπορούσε να αναλάβει αποστολή προασπίσεως ευρωπαϊκού εδάφους. Είναι σχηματισμός εκστρατείας κατάλληλος για να σταλεί στην Κεντρική Αφρική, ή όπου αλλού οι εταίροι μας κρίνουν ότι μπορεί κάποια ευρωπαϊκά συμφέροντα να χρήζουν υποστηρίξεως.
Δεν θεωρούμε τυχαίο το γεγονός ότι ουδείς αναφέρεται στο πρότυπο για ένα τέτοιο στρατιωτικό σχήμα, διότι υπάρχει ήδη στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Περιλαμβάνεται σαν ένα από τα προγράμματα της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας (PESCO) με την επωνυμία CROC (Crisis Response Operational Core). Για τον στρατιωτικό αυτό πυρήνα, ο στρατηγός Κωσταράκος έχει γράψει: «Το CROC θα μπορούσε σχεδιασμένο κατ’ αυτόν τον τρόπο να ήταν ένας νέος και ρεαλιστικός τρόπος δημιουργίας επιτέλους ενός Ευρωστρατού αλλά και επίτευξης του «Πρωταρχικού Στόχου» στον οποίο πολύ πρόσφατα αναφέρθηκε ο Υπατος Εκπρόσωπος Borrell και ο οποίος παρόλες τις επιφυλάξεις και τροποποιήσεις, παραμένει το τελικό επίσημο επίπεδο φιλοδοξίας της ΕΕ».
Οι ευρωπαϊκές φιλοδοξίες όμως παραμένουν σε επίπεδο ευχολογίου. Είναι συνεπώς αφελές να τις υπολογίζουμε ως παράγοντα πραγματικής στρατιωτικής αποτροπής…