Η 5η υπουργική συνεδρίαση της Αραβικής υπουργικής Επιτροπής εξέφρασε την ανησυχία της για τη συνέχιση της στρατιωτικής τουρκικής παρουσίας στα εδάφη αραβικών χωρών και για τις τουρκικές παρεμβάσεις στην εσωτερικής τους πολιτική κατάσταση, σε χθεσινή της συνεδρίαση.
Η Επιτροπή εξέφρασε ακόμη την ανησυχία της για τις επαναλαμβανόμενες τουρκικές παραβιάσεις των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας που έχουν σχέση με την επιβολή εμπάργκο όπλων στη Λιβύη, ενώ επιβεβαίωσε τα προηγούμενα ψηφίσματα, τα οποία αφορούν στις τουρκικές παρεμβάσεις στα εσωτερικά των αραβικών χωρών.
Η αραβική επιτροπή αποτελείται από την Aίγυπτο, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το βασίλειο του Μπαχρέιν, το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας και το Γενικό Γραμματέα του Αραβικού Συνδέσμου. Η συνεδρίαση πραγματοποιήθηκε στην έδρα του Συνδέσμου στο Κάϊρο, στο περιθώριο της 158ης Συνόδου του Συμβουλίου του Αραβικού Συνδέσμου σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών.
Κατά τη συνεδρίαση, η Επιτροπή διαβεβαίωσε για την μη νόμιμη παρουσία των τουρκικών δυνάμεων στο κράτος του Ιράκ, της Λιβύης και της Συρίας. Υπογράμμισε δε την ανάγκη η Τουρκία να αποσύρει τις δυνάμεις της άμεσα, χωρίς προϋποθέσεις ή όρους και έκανε έκκληση στη σημασία της συνεργασίας της Τουρκικής κυβέρνησης, ώστε να ληφθούν όλα τα μέτρα που θα επέτρεπαν τη δυνατότητα αντιμετώπισης των επιχειρήσεων περίθαλψης, επιστράτευσης, εκπαίδευσης και μεταφοράς ξένων τρομοκρατών μαχητών και μισθοφόρων, εντός των συνόρων των αραβικών χωρών.
Απέρριψε οποιονδήποτε επηρεασμό της δημογραφικής σύνθεσης σε διάφορες αραβικές περιοχές που υπόκεινται στον έλεγχο των τουρκικών δυνάμεων, όπως για παράδειγμα το βορειο-ανατολικό τμήμα της Συρίας, καθώς και τις συνεχιζόμενες παραβιάσεις της κυριαρχίας ορισμένων αραβικών χωρών.
Τέλος, η επιτροπή κάλεσε την τουρκική κυβέρνηση να σεβαστεί τα δικαιώματα επί των υδάτων του Ιράκ και της Συρίας, να παύσει την ανέγερση φραγμάτων στις πηγές των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη, ένα γεγονός που επηρεάζει αρνητικά τα υδάτινα μερίδια των δύο αραβικών χωρών, πέραν των σοβαρών περιβαλλοντολογικών και οικονομικών ζημιών που επιφέρουν αυτές οι πρακτικές και για τις δύο χώρες.