Η νύχτα της 6ης προς 7η Μαΐου 2025 θα μείνει χαραγμένη στη μνήμη όσων παρακολουθούν στενά τις γεωπολιτικές αναταράξεις στη Νότια Ασία, καθώς οι ουρανοί πάνω από το Κασμίρ φωτίστηκαν από τη λάμψη των πυραύλων και το βρυχηθμό των μαχητικών αεροσκαφών. Το Πακιστάν ανακοίνωσε με θριαμβευτικό τόνο την κατάρριψη πέντε ινδικών μαχητικών, εκ των οποίων τρία υποτίθεται ότι ήταν τα υπερσύγχρονα Rafale γαλλικής κατασκευής, σε μια αερομαχία που χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως η μεγαλύτερη και πιο βίαια στην πρόσφατη ιστορία της αεροπορίας.
Η Ινδία, από την πλευρά της, κράτησε μια σιωπή που πυροδότησε εικασίες, ενώ τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα διεθνή ΜΜΕ γέμισαν με αντικρουόμενες αφηγήσεις, φωτογραφίες συντριμμιών και βίντεο που, όπως αποδείχθηκε αργότερα, δεν ήταν πάντα αξιόπιστα.
Η απαρχή της σύγκρουσης
Η ένταση μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν δεν είναι κάτι καινούργιο. Το Κασμίρ, η διαφιλονικούμενη περιοχή που χωρίζει τις δύο πυρηνικές δυνάμεις, έχει υπάρξει το επίκεντρο δεκαετιών συγκρούσεων. Η πρόσφατη κλιμάκωση ξεκίνησε στα τέλη Απριλίου, όταν μια πολύνεκρη τρομοκρατική επίθεση στην Παχαλγκάμ, στο ινδικό Κασμίρ, άφησε 26 τουρίστες νεκρούς. Η Ινδία κατηγόρησε την οργάνωση Τζάις-ι-Μοχάμεντ, που συνδέεται με το Πακιστάν, και δεσμεύτηκε για αντίποινα. Αυτά μετουσιώθηκαν με την επιχείρηση «Sindoor», όπως ονομάστηκε, η οποία ξεκίνησε τη νύχτα της 6ης Μαΐου, με ινδικά Rafale και άλλα μαχητικά να εξαπολύουν πυραύλους SCALP και βόμβες Hammer σε εννέα στόχους στο Πακιστάν και το πακιστανικό Κασμίρ, στοχεύοντας, σύμφωνα με το Νέο Δελχί, «τρομοκρατικές υποδομές».
Το Πακιστάν αντέδρασε άμεσα. Πυρά πυροβολικού αντηχούσαν στα σύνορα, ενώ η Αεροπορία απογειώθηκε για να αντιμετωπίσει την ινδική επίθεση. Σύμφωνα με πακιστανικές πηγές, 42 μαχητικά της Πολεμικής Αεροπορίας του Πακιστάν (PAF) συγκρούστηκαν με 72 ινδικά αεροσκάφη σε μια αερομαχία που διήρκεσε περίπου μία ώρα και εκτεινόταν σε ακτίνα 160 χιλιομέτρων. Το αποτέλεσμα, όπως ισχυρίστηκε το Ισλαμαμπάντ, ήταν η κατάρριψη πέντε ινδικών μαχητικών: τριών Rafale, ενός Su-30 και ενός MiG-29, καθώς και 25 ινδικών drones. Η Ινδία, ωστόσο, δεν επιβεβαίωσε καμία απώλεια, περιοριζόμενη να δηλώσει ότι οι επιθέσεις της πέτυχαν τους στόχους τους χωρίς παράπλευρες απώλειες.
Η μάχη στους ουρανούς
Ο Πακιστανός Υπουργός Άμυνας, Χαουάτζα Ασίφ, δήλωσε ότι τα κινεζικής κατασκευής μαχητικά J-10C, εξοπλισμένα με πυραύλους αέρος-αέρος PL-15, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο, εκμεταλλευόμενα την ανώτερη εμβέλεια των όπλων τους έναντι των ευρωπαϊκών MICA και των ρωσικών R-77, που χρησιμοποιούσαν τα ινδικά Rafale και Su-30. Οι Πακιστανοί ισχυρίστηκαν ότι οι καταρρίψεις έγιναν σε αποστάσεις πέρα από την οπτική επαφή (BVR), στα 130-150 χιλιόμετρα, κάτι που, αν ισχύει, αποτελεί ορόσημο για την κινεζική στρατιωτική τεχνολογία.
Από την άλλη πλευρά, η Ινδία υποστήριξε ότι τα Rafale της, εξοπλισμένα με προηγμένα συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου και πυραύλους ακριβείας, κατέστρεψαν στρατηγικούς στόχους, συμπεριλαμβανομένου του τεμένους Σουμπχάν στην Μπαχαβαλπούρ, το οποίο οι ινδικές μυστικές υπηρεσίες συνέδεαν με τρομοκρατικές οργανώσεις. Ωστόσο, η επιλογή ενός θρησκευτικού χώρου ως στόχου προκάλεσε οργή στο Πακιστάν, με τον πρωθυπουργό Σαμπάζ Σαρίφ να υπόσχεται «εκδίκηση για κάθε σταγόνα αίματος».
Συντρίμμια και αμφισβητήσεις
Η αφήγηση του Πακιστάν για την κατάρριψη των Rafale ενισχύθηκε από φωτογραφίες και βίντεο που κυκλοφόρησαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ένας φωτογράφος του AFP κατέγραψε συντρίμμια με γαλλικές επιγραφές κοντά στη Σριναγκάρ, ενώ αναρτήσεις στο Χ έδειχναν τμήματα αεροσκαφών, συμπεριλαμβανομένου ενός κινητήρα που φερόταν να είναι ο M88 του Rafale.
Ωστόσο, η Ινδία απέρριψε αυτά τα στοιχεία ως «fake news», υποστηρίζοντας ότι τα συντρίμμια ανήκαν σε Mirage 2000, όχι σε Rafale. Αναλυτές, όπως ο Rick Joe, εξέτασαν τις φωτογραφίες που κυκλοφορούσαν, και επιβεβαίωσαν ότι ο κινητήρας έμοιαζε με τον M88, αλλά η έλλειψη επίσημων αναφορών από την ινδική πλευρά έχει αφήσει το ζήτημα ανοιχτό.
Η αμφισβήτηση των φωτογραφιών κλιμακώθηκε όταν το Πακιστάν δημοσίευσε βίντεο που φερόταν να δείχνει τη σύλληψη Ινδού πιλότου. Το βίντεο, ωστόσο, αποδείχθηκε ψευδές, με πολλούς να το χαρακτηρίζουν προπαγανδιστικό τέχνασμα. Αυτή η αποκάλυψη έριξε σκιά στην αξιοπιστία των πακιστανικών ισχυρισμών, με αναρτήσεις στο Χ να χλευάζουν τον Υπουργό Άμυνας του Πακιστάν, ο οποίος φέρεται να παραδέχτηκε ότι βασίστηκε σε δημοσιεύσεις κοινωνικών μέσων αντί για στρατιωτικά δεδομένα. Παράλληλα, η Ινδία παρέμεινε φειδωλή στις δηλώσεις της, με το ινδικό ΜΜΕ, The Hindu, να δημοσιεύει και στη συνέχεια να διαγράφει μια ανάρτηση για συντριβές τριών μαχητικών στην περιοχή Akhnoor.
Αργότερα πάντως υπήρξε παρουσίαση της Πακιστανικής Αεροπορίας που σκιαγράφησε την ενάερα μάχη και δήλωσε πως έχει στοιχεία για την κατάρριψη των 5 ινδικών μαχητικών, τα οποία προέρχονται από τα “ηλεκτρονικά ίχνη τους και πως αυτά χάνονταν μετά από πλήγμα από πυραύλους”.
Ένας Γάλλος αξιωματούχος, μιλώντας στο CNN, παραδέχτηκε την απώλεια ενός Rafale, σημειώνοντας ότι ήταν η πρώτη φορά που το αεροσκάφος έπεσε σε μάχη. Ωστόσο, η έλλειψη επαρκών αποδείξεων από το Πακιστάν, σε συνδυασμό με την ινδική σιωπή, δημιουργεί ένα κλίμα αβεβαιότητας.
Η ελληνική κοινότητα, παρακολουθούσε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς η Ελλάδα διαθέτει Rafale στην Πολεμική της Αεροπορία. Η «Καθημερινή» και ο συντάκτης Σταύρος Ιωαννίδης, επικοινώνησε με Έλληνες πιλότους, οι οποίοι τόνισαν ότι κανένα μαχητικό δεν είναι «ανίκητο» και ότι η έκβαση μιας αερομαχίας εξαρτάται από την εκπαίδευση, την τακτική και την τεχνολογία. Η πιθανή χρήση του κινεζικού πυραύλου PL-15 από το Πακιστάν προκάλεσε επίσης συζητήσεις για την αποτελεσματικότητα των δυτικών όπλων σε σύγκριση με τα κινεζικά. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η σύγκρουση αυτή δεν ήταν μια τυπική εναέρια μάχη μαχητικών, αλλά ένας χορός ισχύος, προπαγάνδας και τεχνολογίας.