Κατά τα πρώτα χρόνια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, η Πολεμική Αεροπορία του Ναυτικού της Ιαπωνίας δεν πίστεψε στην ανάγκη να εντάξει στο στόλο της κάποιο αμιγώς νυχτερινό μαχητικό, ούτε έδειξε ενδιαφέρον για τη δημιουργία ενός αεροσκάφους που θα αναλάμβανε εξολοκλήρου τέτοιο ρόλο. Αυτή η ανάγκη προέκυψε το 1943 από τις νυχτερινές επιδρομές των αμερικανικών «Boeing B-17 Flying Fortresses» και των «B-24 Liberators» εναντίον στόχων στα ιαπωνικικής κατοχής νησιά του Ειρηνικού.
Η πρώτη απόπειρα έγινε με τις προσπάθειες μετατροπής σε νυχτερινούς μαχητές άλλων υπαρχόντων αεροσκαφών, όπως των βομβαρδιστικών Yokosuka D4Y2-S, P1Y1-S «Byakko» και P1Y2-S «Kyokko», του αναγνωριστικού Nakajima C6N1-S, αλλά πρωτίστως του Nakajima J1N1-S «Gekko» (γνωστό στους Συμμάχους ως «Irving») το οποίο έχουμε παρουσιάσει παλαιότερα.
Όταν το τελευταίο εμφανίσθηκε στα μέσα του 1941, πολύ γρήγορα ενθουσίασε με τις ικανότητές του ως βαρύ μαχητικό και αναγνωριστικό μακράς εμβελείας, ενώ τα κινούμενα πυροβόλα του των 20 χλστ. αποδείχτηκαν λίαν αποτελεσματικά εναντίον των συμμαχικών βομβαρδιστικών, πλήττοντάς τα στο πιο ευαίσθητο τμήμα της κοιλιάς τους. Θεωρήθηκε λοιπόν ως το ιδανικό αεροσκάφος για την ανάληψη νυχτερινών αποστολών.
Γέννηση της ιδέας του «Denko»
Τα πράγματα πήραν νέα τροπή από το Μάϊο του 1944 και έπειτα, με την εμφάνιση των υπερβαρέων βομβαρδιστικών Boeing B-29 «Superfortress» όπου δεν αποτελούσαν ένα βολικό στόχο για τα «Gekko». Είναι γεγονός πως οι δυνατότητες των ιαπωνικών μαχητικών μειώνονταν αισθητά στο ύψος που υποχρεούνταν να ανέλθουν για να τα αναχαιτίσουν.
Έτσι, το επιτελείο της Αεροπορίας Ναυτικού προέβη στη δημοσίευση των προδιαγραφών 18-Shi Hei για ένα νέο νυχτερινό μαχητικό πολύ μεγάλου υψομέτρου με σκοπό την αναχαίτηση των B-29. Αυτές απαιτούσαν μέγιστη ταχύτητα 685 χιλιομέτρων την ώρα σε ύψος 9.000 μέτρων, δυνατότητα ανόδου στα 6.000 μέτρα εντός οκτώ λεπτών, αυτονομία πτήσεως πέντε ωρών, εγκατάσταση πιο εξελιγμένων ραντάρ και ελάχιστο οπλισμό δύο πυροβόλων των 30 χλστ. Τα σχέδια ανέλαβε η Aichi, η οποία, εν αντιθέσει με άλλες ανταγωνίστριες εταιρείες αεροναυπηγικής, δεν ήταν επιφορτισμένη εκείνη την περίοδο με πιο επείγουσες παραγγελίες.
Το project της Aichi έλαβε τον κωδικό AM-25 και καταχωρήθηκε στη Ναυτική Αεροπορία ως πειραματικό νυχτερινό μαχητικό 18-Shi Hei «Denko» (Κεραυνός) ή εν συντομία S1A1. Ήταν ένα ευμεγέθες δικινητήριο εξ ολοκλήρου μεταλλικό και καλυμμένες με καμβά μονάχα τις κρεμαστές επιφάνειες κλίσης. Είχε συμβατικό ουραίο και σύστημα προσγείωσης αναδιπλούμενο μέσα στα ατρακτίδια των κινητήρων. Διέθετε επίσης μια σειρά προηγμένων τεχνολογικών λύσεων που θα επέτρεπαν γρήγορη πρόσβαση στο στόχο και άμεση επιβράδυνση που βοηθούσε σε μεγαλύτερη ακρίβεια σκοπεύσεως.
Τεχνικά χαρακτηριστικά
Το πλήρωμα ήταν διμελές. Ο πιλότος καθόταν σε κλειστό κόκπιτ με πλαϊνά παράθυρα και ενισχυμένη καλύπτρα. Ο χώρος του πυροβολητού-ασυρματιστού βρισκόταν στην άτρακτο πίσω από τις πτέρυγες, μεταξύ του πιλοτηρίου και του τηλεκατευθυνόμενου οπισθίου πυργίσκου.
Το «Denko» τροφοδοτείτο από δύο αερόψυκτους αστεροειδείς Nakajima NK9K-S Homare-22 διπλής σειράς, οι οποίοι περιέστρεφαν τετράφυλλες μεταλλικές έλικες σταθερού βήματος. Η μέγιστη ταχύτητα με τους συγκεκριμένους κινητήρες, των 2.000 ίππων έκαστος, υπολογίστηκε αρχικά στα 620 χιλιόμετρα την ώρα. Όταν όμως αυξήθηκε το βάρος του αεροσκάφους, αυτή κατέβηκε στα 580. Η Aichi ήλπιζε πως όταν εγκαθιστούσε τους εξελιγμένους Nakajima NK9K-L Homare-24 με υπερσυμπιεστές, η ταχύτητα θα ανέβαινε στα 670 χιλιόμετρα την ώρα.
Ο ισχυρός οπλισμός του θα αποτελείτο από τέσσερα ρυγχαία πυροβόλα (δύο τύπου 5 των 30 χλστ. και δύο τύπου 99 των 20 χλστ.), καθώς και δύο ακόμη τύπου 99 εγκατεστημένα σε τηλεχειριζόμενο πυργίσκο. Τα εμπρόσθια πυροβόλα των 20 χλστ. είχαν τη δυνατότητα κλίσεως έως 30°. Ο δε οπίσθιος πυργίσκος δεν ήταν αμυντικού χαρακτήρος, αλλά στόχευε σε συμμαχικά βομβαρδιστικά που πετούσαν σε μεγαλύτερο ύψος. Εν αντιθέση με αμυντικά πυροβόλα σταθερής κλίσης προγενεστέρων νυχτερινών μαχητικών, ο περιστρεφόμενος πυργίσκος του S1A1, αύξανε σημαντικά τις πιθανότητες κατάρριψης εχθρικών αεροσκαφών.
Επιπλέον, το αεροπλάνο της Aichi μπορούσε να μεταφέρει κάτω από την άτρακτο είτε δύο βόμβες συνολικού βάρους 250 κιλών ή τέσσερις φωσφόρου των 60 κιλών. Είχες επίσης και τη δυνατότητα μεταφοράς βοηθητικών δεξαμενών καυσίμου.
Πρωτότυπα και κατάληξη
Το Αρχηγείο της Ναυτικής Αεροπορίας προχώρησε σε παραγγελία δύο πρωτοτύπων, αλλά μέχρι το τέλος του πολέμου δεν κατόρθωσε κανένα τους να απογειωθεί. Το αρχικό πρωτότυπο ήταν έτοιμο κατά 70% περίπου, έως ότου καταστράφηκε κατά τη διάρκεια αμερικανικών βομβαρδισμών. Το δεύτερο είχε σχεδόν ολοκληρωθεί, αλλά ακολούθησε τη μοίρα του προηγουμένου.
Το S1A1 «Denko» ήταν το πρώτο και μοναδικό νυχτερινό μαχητικό του Ιαπωνικού Ναυτικού που φτιαχνόταν εξ αρχής για αυτόν το ρόλο. Είναι όμως αδύνατον να προσδιορισθεί η πιθανή αποτελεσματικότητά του έναντι των αμερικανικών βομβαρδιστικών, αφού κανένα δεν πέταξε. Επίσης, είναι άγνωστο πώς οι μηχανικοί της Aichi έλυσαν το πρόβλημα του τηλεχειριζομένου πυργίσκου, αφού ανάλογες προηγούμενες απόπειρες με το «Gekko» είχαν αποτύχει. Αν το αεροπλάνο είχε ολοκληρωθεί, θα αποτελούσε το μεγαλύτερο σε μέγεθος δικινητήριο μαχητικό που είχε ποτέ κατασκευαστεί στη χώρα του.
Δομικά στοιχεία και επιδόσεις
- Μήκος: 15,1 μέτρα
- Έκταση πτερύγων: 17,5 μέτρα
- Ύψος: 4,61 μέτρα
- Επιφάνεια πτερύγων: 47 τετραγωνικά μέτρα
- Βάρος: 7.320 κιλά
- Μέγιστο βάρος απογείωσης: 11.510 κιλά
Αναμενόμενες επιδόσεις
- Μέγιστη ταχύτητα: 580 χιλιόμετρα/ώρα
- Ταχύτητα πορείας: 440 χιλιόμετρα/ώρα
- Αυτονομία πτήσης: 1.697 χιλιόμετρα
- Ρυθμός ανόδου: 14,45 λεπτά ως τα 9.000 μέτρα
- Ανώτατο υψομετρο: 12.000 μετρα