Η είδηση – η οποία απομένει βέβαια να επιβεβαιωθεί- ότι η Τουρκία αγοράζει το απόθεμα των C-130J/-30 που είχε αποσυρθεί πρόσφατα από τη Βρετανική Αεροπορία (RAF), κάνει πάλι επίκαιρο ένα παλαιότερο άρθρο μας που είχε δημοσιευτεί στην «Πτήση» νο 40, του Σεπτεμβρίου 2023.
EKTAKTO: H Τουρκία αγοράζει 12 μεταχειρισμένα C-130J της RAF σύμφωνα με το Scramble
Των Φαίδωνα Γ. Καραϊωσηφίδη και Brian Schofield, Aerospace & Defence Analyst
H Γηραιά Ήπειρος εμφανίζεται «διχασμένη» στο θέμα των τακτικών μεταγωγικών ανάμεσα στις μεγάλες και μικρές αεροπορίες που συνασπίζονται πίσω από το A400M Atlas και το C-130J. Αφενός το Atlas αντικατέστησε πλήρως παλαιότερους τύπους όπως τα C.160 Transall και τα C-130H και αφετέρου η Armee de l’Air et de l’Espace (Γαλλική Αεροπορία) και η Luftwaffe, χρήστες και οι δυο του μεγάλου ευρωπαϊκού μεταγωγικού, αγόρασαν C-130J Super Hercules και συγκρότησαν κοινή Μοίρα, την ίδια στιγμή που η RAF απέσυρε πρόωρα τα αεροσκάφη τής Lockheed Martin.
Με τη δημιουργία της κοινής γαλλογερμανικής Μοίρας C-130J, που είχε ως κίνητρο τη συνέργεια για τη συρρίκνωση του κόστους αξιοποίησης των μεταγωγικών, είχαμε ασχοληθεί στην «Πτήση» 24 (Μάιος 2022), με την ευκαιρία τότε της παράδοσης του πρώτου γερμανικού αεροσκάφους. Είχαμε επισημάνει ότι τόσο η Armee de l‘Air et de l‘Espace όσο και η Luftwaffe συμφωνούσαν ότι το Α400Μ, αν και ικανότατο πλέον έχοντας επιτύχει σε πολύ μεγάλο βαθμό τους σχεδιαστικούς του στόχους, χρειαζόταν ένα συμπλήρωμα σε κάποιους ρόλους τακτικών μεταφορών και επιχειρήσεων ειδικών δυνάμεων, από ένα αεροπλάνο της κατηγορίας του C-130.
Στο περιθώριο της ενδιαφέρουσας κατάστασης που αναδύεται, η βραζιλιάνικη Embraer, που «έβαλε πόδι» στην Ευρώπη με το δικό της μεταγωγικό, το C-390, που το προμηθεύθηκε αρχικά η Πορτογαλική Αεροπορία και μετά και η Ολλανδική, χτυπάει την πόρτα και άλλων δυνητικών πελατών, ανάμεσά τους και της Σουηδίας. Να θυμίσουμε ότι η Svenska Flygvapnet είχε ενδιαφερθεί για μεταχειρισμένα ιταλικά C-130J υπογράφοντας αρχική συμφωνία, τα οποία όμως στη συνέχεια απέρριψε ως ανεπαρκή για τις ανάγκες της, χωρίς όμως να διευκρινίζεται εάν η αιτίαση αφορούσε τα συγκεκριμένα αεροπλάνα ή τα Super Hercules γενικότερα. Αυτό άνοιξε ένα παράθυρο για την Embraer, να χτυπήσει δηλαδή τη σουηδική πόρτα, συμμαχώντας μάλιστα με τη SAAB, με την οποία έχει ήδη στενές σχέσεις λόγω Gripen.
Ήταν όμως η απόσυρση των τριών τελευταίων C-130J της RAF τον περασμένο Ιούνιο που προκάλεσε εντυπώσεις, αλλά και αντιπαράθεση στο Ηνωμένο Βασίλειο αναφορικά με το αν τα A400M μπορούσαν να διαδεχθούν τα Super Hercules σε όλα τα καθήκοντα, πλαίσιο που αναλύουμε παρακάτω.
Να θυμίσουμε ότι η Βρετανική Αεροπορία υπήρξε χρήστης της αρχικής έκδοσης του αμερικανικού μεταγωγικού, όταν το 1967 έβαλε σε υπηρεσία το πρώτο C-130K με τρεις εκδόσεις: Hercules C1/W2/C3. Τα C.Mark 3 προήλθαν από μετατροπή 31 εκ των 66 C.Mark 1 με την προσθήκη επέκτασης 4,75 μέτρων στην άτρακτο (ουσιαστικά υιοθέτησε το πρότυπο C-130-30 που αύξησε κατά 37% τη μεταφορική ικανότητα (σε όγκο), ενώ τα αεροπλάνα απέκτησαν ανάμεσα σε άλλα και πρόβολο «hose-and-probe» για εναέριο ανεφοδιασμό. Τα C-130K άρχισαν να αντικαθίστανται σταδιακά, αρχής γενομένης από το 1999, από 25 Hercules C.Mark 4 (C-130J-30) και C.Mark 5 (C-130J), τα οποία είχαν παραγγελθεί το 1994. Τα Super Hercules πήραν τη θέση των εναπομεινάντων C.Mark 1, ενώ αργότερα αποσύρθηκαν και τα C.Mark 3.
Η είσοδος σε υπηρεσία του μεγαλύτερου A400M, έστω και με καθυστερήσεις λόγω προβλημάτων, σηματοδότησε τη σταδιακή απόσυρση των Super Hercules, τα οποία η RAF θεωρούσε «ενδιάμεση λύση», διαδικασία η οποία επιταχύνθηκε μετά την αναθεώρηση του Αμυντικού Δόγματος (Strategic Defence and Security Defence) του 2010 και τις βαθιές περικοπές που επιβλήθηκαν. [Η RAF, μετά την εξομάλυνση του προγράμματος του A400M, επαναβεβαιώνοντας τη συμμετοχή του Ηνωμένου Βασιλείου σε αυτό, είχε προχωρήσει σε παραγγελία 25 αεροσκαφών. Στη συνέχεια όμως, στα πλαίσιο των περικοπών στον τομέα της Άμυνας που υιοθέτησε, ανακοίνωσε την «αγορά τουλάχιστον 22» ακυρώνοντας στην πράξη την προμήθεια των υπολοίπων τριών.]
Στην αντίστοιχη αναθεώρηση του Αμυντικού Δόγματος του 2015 είχε αποφασιστεί η διατήρηση 14 Super Hercules και για τον λόγο αυτό εντάχθηκε τότε στον προϋπολογισμό της RAF κονδύλι 110 εκατ. λιρών για την (υψηλού κόστους) αντικατάσταση του δομικού πλαισίου που ενώνει την πτέρυγα με την άτρακτο (CWB, Centre Wing Box), ένα διαβόητο στοιχείο της δομής της σχεδίασης που τείνει να «πάσχει» από κόπωση. Με την αποκατάσταση εκείνη, που θα ολοκληρωνόταν σταδιακά μέσω εφαρμογής της διαδικασίας στη διάρκεια προγραμματισμένων εργοστασιακών συντηρήσεων («Depot Maintenance») έως το 2027, ο τύπος (αποκλειστικά ο στόλος των C.Mark 4/C-130J-30) αναμενόταν να παραμείνει σε υπηρεσία τουλάχιστον έως το 2035.
H ανατροπή του παραπάνω πλαισίου ξεκίνησε με την απώλεια (λόγω ζημιών πέραν οικονομικής επισκευής) του Hercules C.Mark 4 (C-130J-30) «ZH873» (msn 5457) στο Ιράκ στις 25 Αυγούστου 2017, στη διάρκεια απόπειρας νυκτερινής προσγείωσης με χρήση ΔΝΟ (Διοπτρών Νυκτερινής Όρασης). Για τη συμπλήρωση του αριθμού των 14 αεροσκαφών που προέβλεπε το υπογεγραμμένο συμβόλαιο της ανακατασκευής αποφασίστηκε να συμπεριληφθεί και ένα από τα Hercules C.Mark 5.
Η πρόθεση όμως αυτή υπήρξε βραχύβια, αφού ήδη από το 2020 υπήρχαν φήμες για την πρόωρη απόσυρση των Super Hercules που επισημοποιήθηκε το 2021, με προοπτική η διαδικασία να ολοκληρωθεί το 2025. Τελικά το χρονοδιάγραμμα αυτό συρρικνώθηκε περαιτέρω με τη μετακίνηση της ημερομηνίας «συνταξιοδότησης» τον Ιούνιο του 2023!
Σύνταξη για τα Super Hercules
Οι λόγοι πίσω από την απόσυρση των βρετανικών C-130 ήταν κυρίως οικονομικοί, αν και όχι αυτοί που κάποιοι «γνωστοί και μη εξαιρετέοι» στην Ελλάδα διακίνησαν τελευταία, ότι δηλαδή ήταν το δήθεν κλιμακούμενο κόστος χρήσης του «πανάκριβου Super Hercules», αφήγημα που προφανώς εξυπηρετούσε τους σκοπούς των σχετικών αναρτήσεων. Η αλήθεια όμως είναι εντελώς διαφορετική.
Στο ευρύτερο πνεύμα της εξοικονόμησης κονδυλίων η RAF δεν μπορούσε πλέον να αντέξει δυο διαφορετικούς τύπους τακτικών μεταγωγικών, του C-130J και του A400M, o καθένας από τους οποίους απαιτούσε τη δική του υποστήριξη για συντήρηση, ανταλλακτικά και εκπαίδευση, και που δεν μπορούσαν να συνδυαστούν με κάποιο τρόπο. Επιπλέον, με την επίλυση των προβλημάτων των Atlas και την επιχειρησιακή «ωριμότητα» που είχαν αποκτήσει, τα «ενδιάμεσης λύσης» Super Hercules γίνονταν όλο και λιγότερο αναγκαία, ενώ η RAF μετέφερε όλο και περισσότερα από τα καθήκοντά τους στα A400M, προσθέτοντάς τους ικανότητες μέσω πρόσθετων πιστοποιήσεων.
Στην πραγματικότητα οι υπηρεσίες των C-130 είχαν περιοριστεί σε υποστήριξη αποστολών ειδικών δυνάμεων και στην Επιχείρηση Shader, δηλαδή τη συμμετοχή του Ηνωμένου Βασιλείου στην προσπάθεια καταστολής του Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ, συμπληρώνοντας περισσότερο από οκτώ χρόνια στον συγκεκριμένο ρόλο, από τις 9 Αυγούστου 2014, όταν τότε δυο αεροπλάνα υλοποίησαν πτήση παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας για πρόσφυγες Yadizi που καταδιώκονταν από τους ισλαμιστές, στα βόρεια της μεσανατολικής χώρας.
Αν και τυπικά η απόσυρση των βρετανικών Hercules έγινε τον περασμένο Ιούνιο, η επιχειρησιακή καριέρα τους έληξε ουσιαστικά όταν ένα από τα δυο αεροπλάνα που είχε εμπλοκή στην Επιχείρηση Shader από τη RAF Akrotiri στην Κύπρο επέστρεψε στην έδρα του, τη RAF Brize Norton, στις 13 Ιανουαρίου 2023. Η επιστροφή και του δεύτερου στις 5 Ιουνίου σήμανε και το τυπικό τέλος της συμμετοχής τού τύπου στα συγκεκριμένα καθήκοντα.
Στις 8 Ιουνίου 2023 πραγματοποιήθηκε η επίσημη τελετή της απόσυρσης των C-130J και η ταυτόχρονη διάλυση της έσχατης 47ης Μοίρας που τα αξιοποιούσε με την παρουσία της πριγκίπισσας Άννας και την εμβληματική πτήση του special colours «ΖΗ870» για τα 56 χρόνια βρετανικής υπηρεσίας των Hercules. Στη συνέχεια τέσσερα αεροπλάνα παρέμειναν διαθέσιμα, ώστε τρία από αυτά να συμμετάσχουν στους εορτασμούς των γενεθλίων του βασιλέα Καρόλου στις 17 Ιουνίου πριν από την οριστική καθήλωση του στόλου στις 30 Ιουνίου.
Τα 14 αεροπλάνα μετά τον χαρακτηρισμό τους ως πλεονασματικά διατέθηκαν προς πώληση μέσω της κανονιστικής αρχής DESA (Defence Equipment Sales Authority), ενώ η Marshall Aerospace and Defence Group ανέλαβε την εμπορική διαχείρισή τους, προσφέροντας επίσης κάθε αναγκαία υπηρεσία στους αγοραστές τους. Όπως όμως είναι γνωστό, το βρετανικό υπουργείο Άμυνας είχε ήδη από τις αρχές του χρόνου προχωρήσει σε επαφές με πιθανές ενδιαφερόμενες χώρες, περιλαμβανομένης και της Ελλάδας, όπως και πρώην πελατών των C-130Κ.
Από τα αρχικά 10 «κοντά» C-130J της RAF -μετά την απόσυρσή τους- δύο πουλήθηκαν το 2016 και το 2017 στη Βασιλική Αεροπορία του Μπαχρέιν, πέντε στο Μπαγκλαντές την περίοδο 2017-2019, ένα στο Αμερικανικό Ναυτικό προκειμένου να αντικαταστήσει το C-130H υποστήριξης του ακροβατικού σμήνους Blue Angels (του γνωστού «Fat Albert») και ένα παρέμεινε απούλητο, ενώ το «ZH889» (που αποτελούσε μέρος του στόλου των 14) μετακινήθηκε πρόσφατα στο Κέμπριτζ, στις εγκαταστάσεις της Marshall.
Από τα 15 «μακριά» Hercules C.Mk 4 δύο απωλέσθησαν σε επιχειρήσεις: το «ZH873» έπειτα από βαριά προσγείωση στο Ερμπίλ τον Αύγουστο του 2017 και το «ΖΗ876» στο Ιράκ. Ένα ακόμη αποσύρθηκε από υπηρεσία έπειτα από περιστατικό το 2007, ενώ τα υπόλοιπα 12, που αποσύρθηκαν σταδιακά μετά την απόφαση τερματισμού χρήσης του τύπου, παραδόθηκαν επίσης στη Marshall προς αποθήκευση.
RAF και Atlas
Πέραν των καθηκόντων τακτικών μεταφορών, στην επαύριον της απόσυρσης των C-130J, τα A400M της RAF έχουν πλέον αναλάβει πλήρως τα καθήκοντα «εθνικής επιφυλακής», τα οποία μοιράζονταν έως και τις αρχές του τρέχοντος έτους με τα Super Hercules. Σε αυτά ένας (κυμαινόμενος) αριθμός μεταγωγικών διατηρείται σε ετοιμότητα με κλιμακωτή δυνατότητα απογείωσης μετά τη λήψη σχετικής διαταγής με προειδοποίηση τριών, έξι ή 12 ωρών.
Επιπλέον, εξυπηρετούν τις περισσότερες ανάγκες των δυνάμεων ειδικών επιχειρήσεων του Ηνωμένου Βασιλείου, αν και η πλήρης ικανοποίησή τους δεν θα επιτευχθεί παρά μόνο το 2025. Όπως παραδέχεται η RAF, η πρόωρη απόσυρση των Super Hercules δημιούργησε ένα «χάσμα ικανοτήτων» σε αυτόν τον τομέα, αν και αυτό εστιάζεται κυρίως στον κατάλογο των υλικών που μπορεί να ριχθεί με αλεξίπτωτο από τα Atlas, με κάποια αντικείμενα να χρειάζονται πιστοποιήσεις που θα γίνουν σταδιακά, όπως άλλωστε είχε γίνει και με τα C-130J.
H κυριότερη όμως κριτική σχετικά με την πρόωρη απόσυρση των C-130J αφορούσε σε μια άλλη πτυχή των επιπτώσεων στις δυνατότητες του Ηνωμένου Βασιλείου, τόσο γενικότερα όσο και ειδικότερα, στον τομέα των τακτικών αερομεταφορών και παρά την ύπαρξη του σχετικού στόλου που έχει στρατηγικά καθήκοντα (8 Globemaster, 14 Voyager KC). Οι επιπτώσεις προέρχονται από το γεγονός ότι με την απόσυρση των 14 Super Hercules ο σχετικός τακτικός στόλος μειώνεται περισσότερο από το ένα τρίτο, αφού απομένει με 22 A400M. Οι επικριτές της απόφασης τονίζουν ότι, αν και τα Atlas μπορούν να μεταφέρουν σχεδόν το διπλάσιο φορτίο έναντι των C-130J, εντούτοις το πρόβλημα είναι αριθμητικό, αφού δεν μπορούν να είναι… πανταχού παρόντα, ούτε να βρίσκονται την ίδια στιγμή σε διαφορετικά σημεία για την ικανοποίηση των αυξανόμενων αναγκών. Όπως λένε, με τα C-130J εκτός υπηρεσίας απλά δεν θα υπάρχουν αρκετά διαθέσιμα αεροπλάνα για όλες τις ανάγκες, μειώνοντας κατακόρυφα τις δυνατότητες τακτικών αερομεταφορών για τις βρετανικές ένοπλες δυνάμεις αλλά και φορέων του βρετανικού δημοσίου. Υποστηρίζουν μάλιστα ότι η κατάσταση αυτή δεν θα διορθωθεί πλήρως ούτε με την προοπτική αγοράς έξι επιπλέον Atlas που έχει ανακοινωθεί και αναμένεται να υλοποιηθεί πριν από το τέλος της δεκαετίας (αν και η χρηματοδότησή τους θα εξαρτηθεί από την αξιολόγηση της σκοπιμότητας της προμήθειας στην επόμενη αναθεώρηση Αμυντικού Δόγματος).
Να θυμίσουμε ότι το A400M μπορεί να σηκώσει 37 τόνους έναντι 22 του C-130J και έτσι στη RAF τοποθετείτο ανάμεσα στο Super Hercules και το Globemaster III που έχει μεταφορική ικανότητα 72 τόνων! Ο χώρος φόρτωσης του Atlas είναι επίσης σημαντικά μεγαλύτερος έναντι του Super Hercules κατά 0,86 m στο πλάτος, 1,1 m στο ύψος και 0,79 m στο μήκος, παρέχοντας σχεδόν διπλάσιο όγκο. Έτσι το A400M μπορεί να υποδεχθεί 116 στρατιώτες με φόρτο μάχης (ή 108 αλεξιπτωτιστές), σχεδόν διπλάσιους έναντι του C-130J, ενώ εναλλακτικά μεταφέρει 54 σε συνδυασμό με παλέτες ή άλλο φορτίο. Η μεγαλύτερη καμπίνα σημαίνει ότι το μεγάλο ευρωπαϊκό μεταγωγικό μπορεί να μεταφέρει οποιοδήποτε φορτίο υποδεχόταν το C-130J, περιλαμβανομένης μιας μεγάλης ποικιλίας οχημάτων που διευρύνεται λόγω της αυξημένης μεταφορικής ικανότητας σε βάρος, ελικόπτερα (Apache, Puma) και ειδικών φόρτων (κλωβών).
Η φόρτωση όμως σε ένα αεροπλάνο εξαρτάται από τις ιδιαιτερότητες του χώρου και τις προδιαγραφές «πυκνότητας φορτίου» (cargo/load density), δηλαδή το βάρος ανά μονάδα όγκου στο διαμέρισμα υποδοχής. Έτσι, για παράδειγμα, το C-130J-30 εμφανίζεται να μπορεί να μεταφέρει οκτώ εμπορευματοκιβώτια 463L, ενώ το σημαντικά μεγαλύτερο A400M να μπορεί να μεταφέρει μόλις ένα παραπάνω, για ένα σύνολο εννέα, και μάλιστα δυο από αυτά πάνω στη ράμπα.
Αντίστοιχες επικρίσεις υπάρχουν και για το γεγονός ότι τα A400M ίσως δεν είναι κατάλληλα για ορισμένες επιχειρήσεις SOF (Special Operation Forces), όπως διαπιστώνουν Γάλλοι και Γερμανοί. Κάποια σχετικά δημοσιεύματα φέρουν το C-130J να μπορεί να επιχειρεί από κοντύτερους διαδρόμους, αν και αυτό το πλεονέκτημα εμφανίζεται μόνο σε μικρές αποστάσεις και μικρά φορτία. Όταν οι εμβέλειες και τα βάρη αυξάνουν, το Atlas υπερτερεί, όπως η ικανότητα απογείωσης με τροχοδρόμηση μόλις 750 m με φορτίο 25.000 kg.
Οι χρήστες του A400M αναπτύσσουν σταδιακά τις ικανότητες που περιγράφονται στις προδιαγραφές του μεταγωγικού, όπως η χρήση πρόχειρων διαδρόμων ή ακόμη και μη προετοιμασμένων πεδίων, που φαίνεται να υπερκαλύπτουν τις αντίστοιχες του Super Hercules. Για παράδειγμα, η Airbus σε συνεργασία με τη RAF επέδειξαν τον Μάιο του 2017 την ικανότητα του A400M να επιχειρεί και από αμμώδη παραλία σε δοκιμές στην τοποθεσία Pembrey Sands της Ουαλίας. Η ικανότητα αυτή, όπως και οι επιχειρήσεις από μικρούς διαδρόμους, ενισχύεται από τις προηγμένες υποδομές πιλοτηρίου του μεταγωγικού και ειδικότερα το σύστημα Fly-By-Wire με το οποίο είναι εφοδιασμένο.
Επιπροσθέτως, τo Α400Μ είναι 60 κόμβους ταχύτερο από το C-130J και η επιχειρησιακή οροφή του είναι 7.000 πόδια ψηλότερο, ενώ έχει μέγιστη εμβέλεια 8.900 km (4.800 ν.μ.), αν και με μέγιστο φορτίο αυτή περιορίζεται σε 3.300 km (2.100 ν.μ.).
Η RAF παρέλαβε το πρώτο της A400M τον Μάρτιο του 2014 και αντιμετώπισε αρκετά προβλήματα στην αρχική του αξιοποίηση, ενώ η ομαλή διαδικασία εισαγωγής σε υπηρεσία ανακόπηκε μετά τη συντριβή, στις 9 Μαΐου 2015, του τρίτου κατά σειρά τουρκικού Atlas σε πτήση δοκιμής στη Σεβίλλη, με την απώλεια της ζωής τεσσάρων μελών του πληρώματος της Airbus και τον τραυματισμό των άλλων δύο. Το 2016 το πρόγραμμα του μεγάλου ευρωπαϊκού μεταγωγικού πλήγηκε από προβλήματα στο κιβώτιο μετάδοσης κίνησης των κινητήρων, που οδήγησε σε αναστολή χρήσης του για αρκετούς μήνες. Είναι όμως αξιοσημείωτο ότι η RAF είχε αντιμετωπίσει αντίστοιχα προβλήματα δεκαπέντε χρόνια νωρίτερα με τα C-130J και τότε είχε επιβληθεί ρήτρα στην κατασκευάστρια εταιρεία ύψους ισοδύναμου του κόστους αγοράς δυο αεροσκαφών που αφαιρέθηκε από το συνολικό τίμημα.
Η πρώτη Μονάδα Atlas C1 της RAF, η 70η Μοίρα, διαλύθηκε τον Σεπτέμβριο του 2010, έπειτα από 35 χρόνια επιχειρήσεων με Hercules C1/C3, και ανασυγκροτήθηκε την πρώτη Οκτωβρίου 2014, για να ξεκινήσει τακτικές επιχειρήσεις τον Ιούλιο του 2015. Η δεύτερη μονάδα ήταν η 30η Μοίρα, η οποία διαλύθηκε το 2016, όταν απέσυρε τα τελευταία C-130 που αξιοποιούσε, με προοπτική να ανασυσταθεί το 2018 με Atlas. Προβλήματα όμως με την πανδημία COVID-19, κυρίως στη διαδικασία δοκιμών πιστοποίησης με το ίδιο το A400M αλλά και λόγω περικοπών κονδυλίων, καθυστέρησαν αυτόν τον στόχο έως το τέλος Σεπτεμβρίου του 2021.
Από την άλλη, το Atlas που είχε πιστοποιηθεί ως πλατφόρμα μεταφοράς ασθενών υψηλής μεταδοτικότητας το 2018 είχε ουσιαστική συμβολή στην αντιμετώπιση της πανδημίας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Σύμφωνα με τη RAF, ο τύπος, ανάμεσα σε άλλες εφαρμογές του, προσφέρει πραγματικό άλμα στις βρετανικές δυνατότητες αεροδιακομιδών. Το Α400Μ τοποθετείται μεταξύ στη δυνατότητα MERT (Medical Emergency Response Team) που βασίζεται σε CH-47 και στη μετατροπή του σε ιπτάμενο νοσοκομείο. Το Atlas μπορεί να υποδεχθεί υποδομές για την μεταφορά έως και τεσσάρων ασθενών που χρειάζονται υποστήριξη εντατικής θεραπείας.
H 24η Μοίρα είναι η μονάδα επιχειρησιακής μετάπτωσης OCU (Operational Conversion Unit) τόσο για Atlas C1 όσο και για C-17A, ενώ η 206η Μοίρα, που μαζί με όλες τις παραπάνω εδρεύουν στη RAF Brize Norton, αποτελεί τη Μοίρα δοκιμών και αξιολόγησης (Heavy Aircraft Test and Evaluation Squadron) της Βασιλικής Αεροπορίας.