Με πληθωρισμό στις ΗΠΑ να φθάνει το 8,5% το Μάρτιο, και το ίδιο να συμβαίνει σε πολλές δυτικές χώρες, π.χ. στην Ευρωζώνη βλέπουμε 7,5% το Μάρτιο από 5,9% τον Φεβρουάριο, οι αυξήσεις σε όλες τις κατηγορίες προϊόντων είναι δεδομένες. Και βέβαια τα αμυντικά προγράμματα δεν θα μείνουν πίσω. Ήδη η Lockheed Martin προειδοποίησε πως μάλλον θα ανέβει η τιμή των μαχητικών F-35, φρενάροντας την καθοδική πορεία του κόστους του αεροσκάφους (την fly-away τιμή που είναι και βάση διαπραγμάτευσης), ακριβώς εξαιτίας της οικονομικής κρίσης.
Τα εξοπλιστικά προγράμματα κινδυνεύουν όμως και από πιο «ειδικές» αυξήσεις καθώς έχουν σημαντική εξάρτηση από σπάνια μέταλλα, από εξειδικευμένα ηλεκτρονικά και κυρίως τσιπ, δηλαδή από υλικά που επίσης έχουν πάρει την «ανηφόρα» ενώ έχουν και ελλείψεις. Ειδικά στα τσιπ υπολογιστών, η μεγάλη αύξηση τιμών που είδαμε το 2021 οφειλόταν στην έλλειψη τους λόγω διαταραχής της παγκόσμιας αγοράς, από την πανδημία (που την ξαναβλέπουμε στη Σαγγάη…). Και είναι πιθανό αυτή η διαταραχή να συνεχιστεί είτε προκαλώντας νέα άνοδο τιμών ή συγκεκριμένες ελλείψεις που θα μπλοκάρουν την παραγωγή αμυντικών συστημάτων. Για αυτό και στις ΗΠΑ πέρυσι ψηφίστηκε ο νόμος CHIPS Act, που προβλέπει χρηματοδότηση 52 δις δολαρίων σε κατασκευαστές ώστε να διευκολυνθούν στην ανάπτυξη νέων παραγωγικών και ερευνητικών υποδομών.
Τι άλλο θα οδηγήσει τις τιμές των αμυντικών συστημάτων προς τα επάνω; Η μεγάλη διεθνής κινητοποίηση για εξοπλισμούς που ήδη υπήρχε τα τελευταία χρόνια, αλλά ειδικά μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει πάρει διαστάσεις. Έτσι με τις νέες παραγγελίες όπλων, πυραύλων κάθε τύπου, μαχητικών, ραντάρ, τηλεπικοινωνιών, επισκόπησης, μη επανδρωμένων, πυρομαχικών γενικώς για αύξηση των αποθεμάτων, κ.ο.κ. να ετοιμάζονται από δεκάδες χώρες, είναι μάλλον αυτονόητο πως θα έχουμε «συναγωνισμό» τουλάχιστον για τα επόμενα χρόνια, ποιος θα κλείσει τις πρώτες παρτίδες παραγωγής.
Τέταρτος λόγος πιθανής αύξησης; Είπαμε παραπάνω πως τα εξοπλιστικά, όπως και γενικά η υψηλή τεχνολογία, έχουν απόλυτη ανάγκη τις λεγόμενες «σπάνιες γαίες», δηλαδή σπάνια και ακριβά μέταλλα, όπως Γάλλιο, Νεοδύμιο, Σαμάριο, Προμήθειο, Πρασεοδύμιο κ.λπ. Όμως ο μεγαλύτερος παραγωγός και εξαγωγέας αυτών των μετάλλων είναι η Κίνα. Εδώ λοιπόν υπάρχει εκφρασμένη θεσμικά πρόθεση της Δύσης να απεξαρτηθεί όσο γίνεται από την κινεζική παραγωγή και να αναζητήσει αυτές τις πρώτες ύλες σε άλλες χώρες, για λόγους ασφαλείας. Όμως μια τέτοια διαδικασία θα είναι και χρονοβόρα και κοστοβόρα. Και πάλι λοιπόν μπορεί να έχουμε πίεση τιμών.
Πέμπτος λόγος ανόδου τιμών; Οι κυρώσεις στη Ρωσία. Οι οποίες μάλλον θα συνεχιστούν για πολύ καιρό, μειώνοντας τις εξαγωγές της σε ειδικά μέταλλα που χρειάζονται οι δυτικές αμυντικές βιομηχανίες. Π.χ. η Airbus ήδη προβληματίζεται στην εισαγωγή ρωσικού τιτανίου για την παραγωγή των αεροσκαφών της, ενώ η Ρωσία είναι μεγάλος εξαγωγέας νικελίου και παλλαδίου.
Αυξάνονται οι τιμές σε πετρέλαιο, αέριο, σιτηρά, μέταλλα καθώς η Ρωσία εισβάλλει στην Ουκρανία
Έκτος λόγος: Η γενική αύξηση του ενεργειακού κόστους, η οποία έμμεσα ή άμεσα περνά και στα εξοπλιστικά συστήματα. Π.χ. το αλουμίνιο, που έχει ενεργοβόρα παραγωγή είναι σήμερα πάνω από 3.200 δολάρια ο τόνος ενώ το 2021 κυμαινόταν κάπου στα 2.500.
Συνοψίζουμε: Πληθωρισμός, ακριβά τσιπ και σπάνιες γαίες, μεγάλη ζήτηση, πρόθεση απεξάρτησης από την Κίνα, ρωσικές κυρώσεις, ενεργειακό κόστος (όλα μαζί και αλληλοσυμπληρούμενα) ανεβάζουν ή θα ανεβάσουν σύντομα το κόστος παραγωγής των αμυντικών συστημάτων.
Τι σημαίνουν αυτά για την Ελλάδα; Πως όσα προγράμματα είναι υπό μελέτη, κινδυνεύουν να εκτροχιαστούν, όλα μαζί (!) από μια απότομη άνοδο τιμών που θα τα θέσουν εκτός προϋπολογισμού. Τα πιο τρέχοντα είναι αυτά των κορβετών, της αναβάθμισης των ρουκετοβόλων MLRS, η πρόταση για νέο ΤΟΜΑ με αναβάθμιση των Leopard, οι προμήθειες νέων πυρομαχικών, όπως των διαφόρων πυραύλων από το Ισραήλ κ.λπ. Θετικό εδώ ότι η οψιόν της 4ης φρεγάτας FDI έχει «κλειδωμένη» τιμή, εφόσον βέβαια παραγγελθεί μέχρι τον Ιούνιο του 2023.
Θυμίζουμε το αυτονόητο, τα οικονομικά της χώρας μας είναι σε μεγάλη πίεση εδώ και χρόνια, άρα ήδη η υπέρβαση που γίνεται σε εξοπλισμούς για να καλυφθεί το πολύχρονο κενό, πολύ δύσκολα, έως και αδύνατον, θα αντέξει μια άνοδο τιμών 10-15% (στην καλύτερη περίπτωση).
Καταλήγουμε ως εξής: Όσο συντομότερα -χωρίς βέβαια να γίνουν υποχωρήσεις σε θέματα ποιότητας, επιχειρησιακής επάρκειας, τιμής, όρων- κλείσουμε κάποια εξοπλιστικά προγράμματα και ιδανικά «κλειδώσουμε» τιμές τόσο το καλύτερο για εμάς. Αλλά ακόμη και έτσι δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει το όποιο συμβόλαιο να περιέχει και ρήτρα αύξησης εφόσον διατηρηθεί ο τρέχων πληθωρισμός και οι υψηλες τιμές πρώτων υλών και ενέργειας. Και εδώ θα μας κοστίσει ακόμη περισσότερο η σημαντική έλλειψη εγχώριας παραγωγής και εξελιγμένης τοπικής αμυντικής βιομηχανίας, που ακριβώς σε τέτοιες περιόδους κρίσης, θα «επέστρεφε» ένα σημαντικό ποσοστό αξίας στη χώρα…