Μόλις 24 ώρες μετά το τραγικό περιστατικό της Λιβύης με 5 Έλληνες νεκρούς και με ελάχιστο όγκο αξιόπιστης πληροφορίας, που δεν επιτρέπει κατηγορηματικά συμπεράσματα, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να παραθέσουμε μερικές σκέψεις, προς προβληματισμό και συζήτηση. Μέχρι τουλάχιστον να μάθουμε περισσότερα και κυρίως -όσο γίνεται- να τα διασταυρώσουμε. Ας ξεκινήσουμε όμως με μερικές παραδοχές και γεγονότα.
1. Η καταστροφή από την κακοκαιρία Daniel στη Λιβύη είναι τρομακτική με πάνω από 10.000 νεκρούς και ακόμη δεν την έχουμε αντιληφθεί, στο πλήρες μέγεθος της και στις επιπτώσεις της.
2. Το τεράστιο της λιβυκής καταστροφής επιβάλλει την διεθνή βοήθεια. Είναι πολύ πιο εύκολο βέβαια να «απέχεις», προβληματιζόμενος για τις σχέσεις σου με το εκεί καθεστώς, τις δυσκολίες, πρακτικές και γεωπολιτικές, τα δικά σου προβλήματα. Αλλά η παγκόσμια κοινότητα, η διπλωματική παράδοση και ειδικά κοντύτερα μας, η Μεσογειακή «συμπόρευση», επιβάλλει την αλληλοβοήθεια, την συνεχή προσπάθεια για ειρηνικές διευθετήσεις και για κινήσεις με ανθρωπιστικό περιεχόμενο. Αυτά δηλαδή που όλοι ελπίζουμε ότι θα λειτουργήσουν και υπέρ ημών, στη δύσκολη ώρα.
3. Η Ελλάδα ακόμη έχει ειδικό γεωπολιτικό λόγο να συνδράμει τη Λιβύη, καθώς η χώρα αυτή της Βόρειας Αφρικής παραμένει σημαντική στη γειτονία μας (παρόλη τη διάλυση της), ενώ έχει εκεί ήδη μεγάλο «πάτημα» η Τουρκία. Άρα είναι απαραίτητο να διατηρήσουμε κάποιο δίαυλο επικοινωνίας και να μην αποκοπούμε τελείως από τα τοπικά δρώμενα, τους παράγοντες ισχύος, την εκεί κοινή γνώμη και γενικότερα να διατηρήσουμε τη δική μας επιρροή -έστω μικρή- στην περιφέρεια μας. Η απομόνωση και η εσωστρέφεια δεν αποτελούν πολιτική πρακτική, ούτε αντίληψη που παράγει οποιοδήποτε όφελος.
4. Η Λιβύη είναι ήδη διαιρεμένη εδώ και χρόνια, με την κυβέρνηση της Τρίπολης στο κέντρο και στα δυτικά και την εξουσία του Χαλίφα Χαφτάρ στα ανατολικά. Σε αυτή τη διαίρεση η Ελλάδα έχει ήδη κάνει «επιλογή», στηρίζοντας τον Χαφτάρ και κρατώντας μια… παγωμένη επικοινωνία με την «δυτική» Λιβύη που απολαμβάνει την τουρκική φιλία και έχει υπογράψει και το περίφημο -παράνομο και παράλογο- πρωτόκολλο περί «κοινής ΑΟΖ» με την Τουρκία. Άρα, μιας και οι μεγάλες καταστροφές από τις πλημμύρες έγιναν στα ανατολικά, κυρίως στην παράλια πόλη Ντέρνα, η Ελλάδα έχει ακόμη μεγαλύτερο ρόλο να εμφανιστεί, καθώς εκεί είναι «ζώνη του Χαφτάρ», δηλαδή του θεωρητικά ντόπιου συμμάχου μας. Ο οποίος, καθόλου άμεμπτος βέβαια (ουσιαστικά ένας τοπικός πολέμαρχος, αρχικά στέλεχος του Καντάφι, μετά δραστήριος στην ανατροπή του, με στενές επαφές με την CIA, σήμερα στηριζόμενος από την Αίγυπτο και τη Ρωσία και τη Γαλλία και τα Εμιράτα, σε ένα από τα πιο δαιδαλώδη σκηνικά της Βόρειας Αφρικής), διατηρεί και μια επαφή με την Ελλάδα. Καθώς όπως θυμόμαστε, τον είχαμε προσκαλέσει εδώ το 2020, επί υπουργίας Εξωτερικών Νίκου Δένδια, προσπαθώντας να «σπάσουμε» το μπλοκ που έστηνε η Τουρκία στη Λιβύη.
5. Αν πάμε εδώ ακόμη πιο πίσω στο χρόνο, θα θυμίσουμε πως υπήρχαν πολύ πιο στενές σχέσεις με αυτή τη χώρα, σε προηγούμενες δεκαετίες. Όπου πολλές ελληνικές κατασκευαστικές εταιρίες είχαν μεγάλα συμβόλαια στη Λιβύη και πολλοί Έλληνες εργάζονταν εκεί, νέοι αξιωματικοί της εκπαιδεύονταν στις δικές μας στρατιωτικές σχολές (επί εποχής Καντάφι), ενώ η χώρα μας είχε αναλάβει και μεσολαβητικό ρόλο για την περίφημη συνάντηση Καντάφι-Μιτεράν στην Κρήτη το 1984, όπου συμφωνήθηκε μια διευθέτηση του πολέμου στο Τσαντ. Όλα αυτά σήμερα ίσως έχουν μια γραφική χροιά, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η διεθνής πολιτική έχει ρευστότητα, όπου πρέπει να ελίσσεσαι και να αναζητάς παροδικές ή μακροχρόνιες συνεννοήσεις και συμμαχίες, όπως είναι δυνατό. Και η Ελλάδα διαχρονικά το έκανε αυτό με τον Αραβικό κόσμο, πότε με επιτυχία, πότε αποτυχημένα, αλλά αποτελεί μια δική μας ιστορική και διπλωματική παρακαταθήκη που δεν έχουμε δικαίωμα να διαγράψουμε.
Με βάση τα παραπάνω η αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στη Λιβύη είναι -τουλάχιστον στη δική μας ανάλυση- σχεδόν αυτονόητη και απαραίτητη. Οπότε πρέπει τώρα να δούμε τι επιλογές είχαμε για να εκδηλωθεί αυτή.
Η σύγκριση με την Τουρκία, αλλά όχι μόνο
Κάνουμε εδώ μια παρέκβαση για να περιγράψουμε συνοπτικά πως άλλες χώρες της μεσογειακής λεκάνης, κάνοντας τις δικές τους εκτιμήσεις, πήγαν να συνδράμουν τη Λιβύη. Με φυσικά όλη τη δική τους διπλωματική και γεωπολιτική ιστορία. Ξεκινάμε από την Τουρκία, με την οποία είναι αναγκαστικό να «συγκριθούμε», μιας και Αθήνα-Τρίπολη (ή Βεγγάζη) και Άγκυρα σχηματίζουμε ένα υψηλής έντασης «τρίγωνο», με κάθε πλευρά να επιδιώκει να κερδίσει ό,τι περισσότερο. Και με την Τουρκία να προηγείται αυτή την εποχή, έχοντας ισχυρές σχέσεις με την κέντρική κυβέρνηση της Λιβύης, που είναι στη Τρίπολη και έχει υπογράψει μαζί της και τα περί ΑΟΖ.
Η Τουρκία λοιπόν έκανε μια εντυπωσιακή ανθρωπιστική παρέμβαση στη Λιβύη. Και τονίζουμε εδώ, στην Ανατολική Λιβύη, δηλαδή στην περιοχή του Στρατάρχη Χαφτάρ, με τον οποίον οι σχέσεις είναι σχεδόν εχθρικές! Κι όμως, σε αυτό το διπλωματικό «ναρκοπέδιο», η Τουρκία μπήκε να προσφέρει βοήθεια δηλώνοντας «ερχόμαστε για όλο το λιβυκό λαό».
Πως το οργάνωσαν; Αρχικά με πτήσεις μεταγωγικών αεροσκαφών, C-130 και Α-400 (με την Τουρκική Αεροπορία να διατηρεί λειτουργικά και αναβαθμισμένα τα δικά της μεταφορικά αεροσκάφη). Συνολικά με 3 πτήσεις έφθασαν στην Λιβύη -πρώτοι όπως λένε- 168 άτομα της οργάνωσης Πολιτικής Προστασίας AFAD, από τις 12 Σεπτεμβρίου. Η αρχική αυτή ομάδα διασωστών, γιατρών κ.λπ. έκανε αναγνώριση του πεδίου της καταστροφής οργανώνοντας και την βασική υποδομή. Γιατί στις 13 του μήνα, την επομένη δηλαδή ήδη η Τουρκία φόρτωνε στην Σμύρνη καράβια για μεταφορά ακόμη περισσότερων εφοδίων.
Συνολικά η Άγκυρα έστειλε στη Λιβύη 3 μεταγωγικά-αποβατικά του Πολεμικού Ναυτικού της: Τα TCG Bayraktar και TCG Sancaktar (αδελφά πλοία, 7.400 τόνων) και το TCG Osmangazi 3.800 τόνων. Τα οποία αποβίβασαν 122 οχήματα κάθε τύπου (ασθενοφόρα, πυροσβεστικά, νταλίκες, τζιπ, φορτηγά, ημιφορτηγά) και κάπου 550 άτομα προσωπικό συνολικά, από την Πυροσβεστική, το Λιμενικό, την AFAD, τη Τουρκική Ημισέληνο και άλλες οργανώσεις και δομές. Στήνοντας 3 νοσοκομεία εκστρατείας και παραδίδοντας περίπου 4.000 τόνους βοήθειας. Και βέβαια φροντίζοντας να κάνουν αισθητή την παρουσία τους με κάθε τρόπο. Να πούμε εδώ πως δεν μπορέσαμε να διακρίνουμε στις σχετικές εικόνες και βίντεο άφιξη τουρκικών οχημάτων ασφαλείας, ούτε ειδικών δυνάμεων, κάτι που αν ισχύει δείχνει πως η Τουρκία “ένιωσε ασφαλής” στην περιοχή…
Η γειτονική Αίγυπτος, η οποία επίσης στηρίζει τον Χαφτάρ, και αυτή έκανε μεγάλη κινητοποίηση. Τόσο με πτήσεις C-130 με βοήθεια, όσο και οργανώνοντας κομβόι με προμήθειες και εκατοντάδες βαριά μηχανήματα, νταλίκες και φορτηγά, κινητοποιώντας ελικόπτερα Chinook για να μετακινήσει ομάδες πρώτης βοήθειας, ενώ φορτώθηκε και το μεγάλο ελικοπτεροφόρο Gamal Abdel Nasser (κλάσης Mistral) με πολλά οχήματα, για να τα μεταφέρει μέσω θαλάσσης.
Η Ιταλία ακόμη, έκανε κι αυτή τη δική της παρέμβαση, σε μια χώρα που έχει σημαντικά συμφέροντα. Και εδώ αρχικά με C-130J, στην συνέχεια με το ελικοπτεροφόρο San Giorgio, το οποίο έδεσε ανοιχτά της Ντέρνα για να αποβιβάσει υλικό και οχήματα.
H ελληνική προσπάθεια και οι δικές μας επιλογές
Είναι νομίζουμε προφανές, πως η ελληνική βοήθεια με ένα C-130, μια μικρή ομάδα νοσηλευτών, γιατρών και στελεχών του ΕΤΑ, και κάπου 3 τόνους υλικό που μετέφερε το αεροσκάφος, είναι ελάχιστα μπροστά στα όσα συσσώρευσαν οι γειτονικές μας χώρες στη Λιβύη. Δεν ήταν όμως ανάξια η δική μας πρωτοβουλία. Αυτά μπορούσαμε να κάνουμε, έχοντας ήδη δικό μας μεγάλο βάρος φυσικών καταστροφών να πρέπει να αντιμετωπιστεί, σαφώς είμαστε μικρότερη χώρα, με πολύ λιγότερα μέσα. Καλώς λοιπόν πήγαμε, έστω και με τόσα λίγα. Τι επιλογές όμως είχαμε στην παρουσία μας; Εδώ θα παραθέσουμε κάποιες σκέψεις, όπως είπαμε στην αρχή.
1η επιλογή θα ήταν η απλή μεταφορά φορτίου, αεροπορικώς, η παράδοση του σε τοπικές αρχές και η αναχώρηση. Χαμηλού έως μηδενικού ρίσκου, με κάποια συμβολική αξία. Η οποία όμως θα ήταν ελάχιστη καθώς το δικό μας «τονάζ» βοήθειας θα χανόταν -από πλευράς εντυπώσεων- μέσα στα υπόλοιπα.
2η επιλογή θα ήταν η πιο μεγάλη παρουσία μας, αλλά ως συνδεδεμένοι με μια από τις φιλικές μας χώρες. Θα μπορούσαμε δηλαδή να ζητήσουμε ενσωμάτωση στην Ιταλική, ή τη Γαλλική, ή την Αιγυπτιακή αποστολή, κινούμενοι μαζί τους, προσφέροντας παράλληλα και κάνοντας και τη δική μας «σημαία» ορατή στο πεδίο. Ήθελε διπλωματική πρωτοβουλία, αλλά δεν πιστεύουμε πως καμία χώρα από αυτές που αναφέραμε θα είχε αντίρρηση, ειδικά οι ευρωπαικές, με τις οποίες υπάρχει και μόνιμος μηχανισμός συνεργασίας μέσω Ε.Ε. σε τέτοιες ανθρωπιστικές δράσεις.
3η επιλογή ήταν αυτή που κάναμε. Να πάμε ως αυτόνομη ομάδα στην περιοχή, μικρή έστω και να προσφέρουμε όπως μπορούμε. Μια επιλογή που θα απέφερε την περισσότερη «παρέμβαση» σε επίπεδο διπλωματίας, θα μας έφερε μεγαλύτερο γεωπολιτικό κεφάλαιο και θα ήταν η πιο ευκρινής δική μας, έκφραση ήπιας ισχύος. Πάντα στα μέτρα μας αλλά εμφανώς με ρίσκο.
Από τα παραπάνω είναι φανερό πως η αποστολή μας στη Λιβύη ήταν πρωτίστως θέμα εξωτερικής πολιτικής και όχι υπουργείου Άμυνας. Το δεύτερο για μια ακόμη φορά κλήθηκε να παρέχει μέσα και προσωπικό, αλλά ως «βραχίονας δράσης». Με όλη την ευθύνη βέβαια οργάνωσης και φροντίδας για την ασφάλεια του προσωπικού. Τα ερωτήματα εδώ πολλά και τα καταγράφουμε -έχοντας ήδη αφουγκραστεί τις ανάλογες απορίες αναγνωστών μας και άλλων αναλυτών.
Υπήρξε ο απαραίτητος χρόνος για την οργάνωση μιας τέτοιας αποστολής, σε μια περιοχή που είναι ήδη σε χαοτική κατάσταση λόγω φυσικών καταστροφών, αλλά και στα «καλύτερα της» δεν χαρακτηρίζεται και ως «ευνομούμενη»; Να πούμε εδώ όμως πως η Λιβύη, ανατολικά και δυτικά δεν είναι παντελώς χωρίς οργάνωση, υπάρχουν διοικητικές δομές και υποδομές, μια κάποια κρατική παρουσία, αλλά σαφώς και προβλήματα ασφαλείας και δράσης πολλών ενόπλων ομάδων, διαφόρων «προελεύσεων».
Υπήρξε η πλήρης συνεννόηση με το καθεστώς Χαφτάρ για την φροντίδα της αποστολής μας, που όντας τόσο μικρή δεν είχε και δυνατότητα πλήρους αυτοδιαχείρισης;
Υπήρξε από πλευράς Αθηνών η διαρκής ενημέρωση των όποιων «φίλιων δυνάμεων» στην περιοχή που πήγαινε η ομάδα μας, δηλαδή των άλλων δυτικών χωρών, ώστε να είναι ενήμεροι και να μας συνδράμουν;
Έγινε ολοκληρωμένη εκτίμηση κινδύνου (όχι μόνο από πλευράς ασφαλείας, αλλά και καθημερινών συμβάντων όπως δυστυχώς αυτό που συνέβη με το αυτοκινητιστικό);
Οι δύο νεκροί από τους 5 συνολικά, αναφέρονται ως παιδιά του προέδρου της Ελληνικής κοινότητας Βεγγάζης, που προσφέρθηκαν για μεταφραστές. Αυτό όμως μήπως δείχνει και ελλείψεις οργανωτικές, χωρίς δηλαδή η αποστολή να διαθέτει κάποιο αραβόφωνο στέλεχος και να στηρίζεται σε «ντόπιους», Έλληνες μεν αλλά σαφώς μη επαγγελματίες είτε σε διάσωση, είτε σε επικοινωνία, είτε σε διπλωματική δράση;
Η σύνθεση της ομάδας και ο οποίος εξοπλισμός της ήταν ο απολύτως κατάλληλος για ένα περιβάλλον τόσο δύσκολο; Τόσο από πλευράς ασφαλείας, όσο και παροχής βοήθειας;
Βέβαια το αναπάντεχο ενός αυτοκινητιστικού ατυχήματος δεν μπορεί να προβλεφθεί και πολύ δύσκολα να αντιμετωπιστεί, ειδικά σε χώρα που έχει την «αραβική κουλτούρα» οδήγησης, δηλαδή κανένα σεβασμό σε κώδικες αυτοκίνησης. Να πούμε εδώ πως δεν ασπαζόμαστε θεωρίες περί “επίθεσης αυτοκτονίας”. Αν ήταν τέτοια, κάποια οργάνωση ήδη θα την είχε διεκδικήσει. Επίσης επίθεση αυτοκτονίας με άλλο όχημα γεμάτο με 6 άτομα δεν στέκει. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι “μοναχικός” ο βομβιστής και όχι “παρέα”, πόσο μάλλον γνωστών από ότι ακούγεται προσώπων στην τοπική κοινωνία της Λιβύης. Ακόμη η πυρκαγιά των οχημάτων μπορεί να εξηγηθεί μιας και τα οχήματα στην περιοχή φέρουν μεγάλα δοχεία καυσίμων και εξτρά μπιτόνια ως “στάνταρ” εξοπλισμό, λόγων μεγάλων αποστάσεων και ερημικών τοποθεσιών. Προς το παρόν λοιπόν “κακόβουλο γεγονός” δεν διακρίνεται.
Πέρα από αυτό όμως, όλα μαζί τα παραπάνω ερωτήματα, μας κάνουν να αναρωτιόμαστε, πόσο καλά δομημένη, οργανωμένη και συντονισμένη ήταν αυτή η αποστολή. Και πως «στήθηκε», υπό ποιες πιεστικές διπλωματικές ανάγκες, με τι στόχο και με τι έδαφος προετοιμασίας. Και εδώ χρειαζόμαστε απαντήσεις.
Δεν θα σχολιάσουμε παρά ελάχιστα την επικοινωνιακή διαχείριση του όλου θέματος. Κατανοούμε την εξήγηση που δόθηκε, ότι αρχικά η ενημέρωση που υπήρχε – από τρίτο χέρι- ήταν «καθησυχαστική» και μετά όταν έφθασαν τα κακά μαντάτα έπρεπε να διασταυρωθούν και να ενημερωθούν οι οικογένειες των θυμάτων. Αλλά η διαδικασία της επικοινωνίας δεν είναι μόνο μέσω «ξερών ανακοινώσεων». Είναι μια διαρκής σχέση εμπιστοσύνης με τα εγχώρια Μέσα, με διακριτική ενημέρωση, με αίτημα -που θα γινόταν σεβαστό- για αναμονή μέχρι να γίνει η πλήρης περιγραφή, με ενδιάμεσες ενημερώσεις που αν μη τι άλλο θα «κάλυπταν» ένα χρονικό κενό όπου «όλα τα μαθαίναμε αλλά από ξένες πηγές και όχι από τις δικές μας». Τα παρακάμπτουμε όμως όλα αυτά γιατί το τραγικό και το ουσιώδες της Λιβύης είναι η απώλεια των ανθρώπων μας, και όχι το πως -κακότεχνα- επικοινωνήθηκε.
Τελική μας σκέψη: Στην Ελλάδα συζητάμε τα τελευταία χρόνια για την «αμυντική διπλωματία», μια σύνθετη έννοια που συμπλέκει τα παραδοσιακά κανάλια διπλωματικής δράσης με τις Ένοπλες Δυνάμεις που συνεισφέρουν προσωπικό, μέσα, τεχνογνωσία για να αποκομίσει η χώρα και ήπια και και σκληρή ισχύ. Δεν είναι κάτι καινοφανές, είναι από τις συνιστώσες της παγκόσμιας συνθήκης διεθνών σχέσεων, εκφράζεται από όλες τις χώρες με πολλούς τρόπους και όλοι «ευγενώς ή εναγωνίως», συναγωνίζονται σε αυτή.
Η «αμυντική διπλωματία» όμως μιας και απαιτεί εμπλοκή στο πεδίο και όχι μόνο σε κάποιο τραπέζι διαλόγου, έχει και ρίσκα. Και μεγάλα. Και θανάσιμα όπως είδαμε με πολύ πίκρα. Αν την θέλουμε -και εδώ νομίζουμε κανείς δεν έχει αντίρρηση- είναι σημαντικό να την προετοιμάσουμε και καλύτερα. Με ειδικό σε αυτή προσωπικό, με μέσα διαρκούς ετοιμότητας, με πολύ πιο σφιχτό συντονισμό διπλωματών και στρατιωτικών επιτελών, με διαύγεια στόχων και επιδιώξεων. Και στο τέλος, με πίστωση της όποιας επιτυχίας αλλά και ανάληψη ευθύνης στην αποτυχία.