Η ιδέα της μοτοσικλέτας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την έννοια της ελευθερίας και της περιπέτειας. Είναι ευρέως γνωστό ότι με μια μοτοσικλέτα μπορεί να κανείς να προσεγγίσει και τις πιο απροσπέλαστες περιοχές σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο μεταφορικό μέσο. Η εμφάνισή της στο ευρύ κοινό ως ολοκληρωμένο μέσο μεταφοράς και συγκεκριμένα ως ατμοκίνητη μοτοσικλέτα έγινε στα τέλη του 19ου αιώνα, το 1868 με το δίκυκλο αμερικανικής κατασκευής Roper.
Την περίοδο της Belle Epoque γίνεται ιδιαίτερα δημοφιλής, διότι αποτελούσε ένα οικονομικό, ελαφρύ και ευέλικτο μέσο μεταφοράς. Ωστόσο, το μικρό της βάρος σε συνδυασμό με την ευελιξία, οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι η μοτοσικλέτα θα μπορούσε να αποτελέσει ένα όπλο σημαντικής επιχειρησιακής αξίας. Στην λογική αυτή έκανε την εμφάνισή της στα πεδία των μαχών του Α΄ Παγκοσμίου για να καταστεί στη διάρκεια του Β΄ ΠΠ πολλαπλασιαστής ισχύος…
Στις αρχές του 20ού αιώνα η πρόοδος της τεχνολογίας είχε θέσει νέα δεδομένα στην τέχνη του πολέμου. Το αυτόματο όπλο, το αεροπλάνο, και ο κινητήρας εσωτερικής καύσης άλλαζαν άρδην τις μέχρι τότε ισχύουσες τακτικές στο πεδίο της μάχης.
Ειδικά το αυτοκίνητο σε στρατιωτική χρήση, δημιουργούσε νέα δεδομένα για τη μεταφορά και υποστήριξη των στρατιωτικών δυνάμεων στο πεδίο της μάχης αλλά και στην ενσωμάτωση της νέα τεχνολογία σε οπλικά συστήματα. Για παράδειγμα, οι απόπειρες κατασκευής των πρώτων αρμάτων και των πρώτων θωρακισμένων οχημάτων με αξιώσεις για καθαρά στρατιωτική χρήση εντοπίζονται στις αρχές του 20ού αιώνα.
Τα σύννεφα του Α΄ ΠΠ είχαν διαφανεί από τις αρχές του αιώνα, παρά το κλίμα ευφορίας της Μπελ Επόκ που επικρατούσε από την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα έως τις παραμονές του Α΄ ΠΠ. Στη δήθεν όμως «χρυσή» περίοδο, οι Δυνάμεις της Αντάντ (αρχικά Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, στη συνέχεια προστέθηκαν ΗΠΑ και Ρωσία) ετοιμαζόταν για την επερχόμενη αναμέτρηση με τις δυνάμεις της Τριπλής Συμμαχίας (Γερμανία, Αυστροουγγαρία, Οθωμανική Αυτοκρατορία και Βουλγαρία). Στη λογική αυτή προσπαθούσαν να ενσωματώσουν τις νέες τεχνολογίες σε στρατιωτική χρήση και ειδικά τα αυτοκίνητα και τις μοτοσικλέτες.
Σε ό,τι αφορά το χώρο της μοτοσικλέτας επρόκειτο ουσιαστικά για κινητήρες εσωτερικής καύσης τοποθετημένους σε σκελετούς ποδηλάτων. Παρότι οι μοτοσικλέτες της εποχής ομοίαζαν περισσότερο με ποδήλατα παρά με τα θηριώδη δίτροχα του Β΄ ΠΠ που μας έρχονται συνειρμικά στο μυαλό, η πρόοδος στην κατασκευή κινητήρων ήταν σημαντική διότι είχαν παρουσιαστεί μέχρι το 1910 όλοι οι μέχρι σήμερα γνωστοί τύποι. Ειδικότερα ο επίπεδος δικύλινδρος κινητήρας, ο V-2, o τετρακύλινδρος εν σειρά ακόμη και ο κινητήρας διάταξης V-8. Η διαπίστωση αυτή αποδεικνύει ότι στον τομέα των κινητήρων για μοτοσικλέτες ασχολούμαστε ακόμη, πάνω από ένα αιώνα αργότερα, με την εξέλιξη των τότε σχεδιάσεων.
Στον τομέα των επιδόσεων, το 1907 ο Γκλεν Κέρτις με μια μοτοσικλέτα Curtiss με κινητήρα V-8 με κυλίνδρους υπό γωνία 90 μοιρών, 2.000 κ.εκ. και ιπποδύναμης 40 ίππων κατάφερε να επιτύχει τελική ταχύτητα 220 χλμ./ώρα. Φυσικά, η εν λόγω μοτοσικλέτα ήταν αγωνιστικών προδιαγραφών και ουδεμία σχέση είχε με τα δίτροχα των κοινών θνητών που κατά κύριο λόγο επιτάχθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του Α΄ ΠΠ.
Ωστόσο, οι διοργανώσεις αγώνων με μοτοσικλέτες και ειδικότερα το Isle of Man TT (που ξεκίνησε για αυτοκίνητα το 1905 και το 1907 για μοτοσικλέτες) οδήγησε στο να καταστεί η μοτοσικλέτα ένα οικονομικό όχημα παντός εδάφους.
Το μεγάλο μειονέκτημα των μοτοσικλετών της εποχής πριν τον Α’ΠΠ ήταν ότι δεν διέθεταν κιβώτιο ταχυτήτων στο σύστημα μετάδοσης κίνησης, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ανέλθουν σε ανηφόρες με μεγάλη κλίση και με ικανοποιητική ταχύτητα.
Στην εξέλιξη της τεχνολογίας σε αυτό τον τομέα, οι διοργανώσεις αγώνων συνέβαλαν σημαντικά με αποτέλεσμα το 1911 στη διεθνή έκθεση των μοτοσικλετών, τα νέα μοντέλα που παρουσιάστηκαν να διαθέτουν στη συντριπτική τους πλειοψηφία κιβώτια ταχυτήτων δύο ή τριών σχέσεων. Παρ’ όλα αυτά, στη βελτίωση της τεχνολογίας των κιβωτίων ταχύτητας τον κύριο λόγο έπαιξε ο Α΄ ΠΠ, διότι τα δίκυκλα θα έπρεπε να ανταποκριθούν στις δυσμενείς συνθήκες των πεδίων μαχών του πρώτου μεγάλου πολέμου της ανθρωπότητας.
Ο εφευρέτης του sidecar…
Η πρώτη εμφάνιση μοτοσυκλέτας με καλάθι, καταγράφεται στο μακρινό 1893, όταν μια γαλλική εφημερίδα ανακοίνωσε ένα μεγάλο για την εποχή χρηματικό έπαθλο, σε όποιον μπορούσε να κατασκευάσει ένα βολικό μεταφορικό μέσο για τον συνεπιβάτη δίτροχου. Δεδομένου ότι πολλοί συνεπιβάτες ήταν γυναικείου φύλου, έπρεπε να βρεθεί ένας τρόπος οι γυναίκες να μετακινούνται χωρίς να χρειάζεται να «καβαλήσουν» μηχανή, κάτι που σίγουρα θα προκαλούσε έντονες αντιδράσεις στη συντηρητική κοινωνία του 19ου αιώνα.
Ένας γάλλος αξιωματικός του στρατού με το όνομα Μπερτού κέρδισε τον διαγωνισμό, όταν προσάρμοσε στο πλάι του μηχανοκίνητου ποδηλάτου ένα καλάθι. Δέκα χρόνια αργότερα, πολλές εταιρείες παραγωγής μηχανών κατασκεύασαν καλάθι για κάποια μοντέλα τους. Το 1903, τα αδέρφια Γκράχαμ από το Μίντλσεξ της Αγγλία πήραν το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για την «πατέντα» με το καλάθι κολλημένο στη μηχανή. Καθώς οι μηχανές με καλάθια ήταν πιο οικονομικές από το αυτοκίνητο, όλο και περισσότεροι κατασκευαστές παρείχαν εργοστασιακά μοντέλα με καλάθια στο πλάι, χωρίς απαραίτητα να προορίζονται για συνεπιβάτες. Υπήρχαν καλάθια αποκλειστικά για μεταφορά εμπορευμάτων, αλλά και ειδικά για πυροσβεστικό εξοπλισμό. Μέχρι την έλευση του Α΄ Παγκοσμίου, παρουσιάσθηκαν στην αγορά πολλοί τύποι καλαθιών.
Συνεχίζεται στο Β’ Μέρος
1η δημοσίευση 24/8/2022