To επιχείρημα είναι απλό και διατυπώθηκε χθες σε αρθρογραφία στο site μας: Στέλνοντας όπλα η Ελλάδα στην Ουκρανία «κατοχυρώνει», με τη σειρά της, τη διεθνή τάση για στρατιωτική ενίσχυση των χωρών που βρίσκονται υπό άδικη επίθεση και υπό εισβολή. Άρα, αν κάποια στιγμή η Ελλάδα βρεθεί στην ίδια θέση με την Ουκρανία, θα μπορεί να ελπίζει ή ακόμη και να έχει δεδομένη τη στρατιωτική (και όχι απλά την ανθρωπιστική) βοήθεια από τους συμμάχους της.
Σε ένα δημιουργικό διάλογο, θα διαφωνήσουμε με αυτό το επιχείρημα και θα παρουσιάσουμε μια άλλη θεώρηση της ίδιας υπόθεσης, ώστε να συνεχίσουμε την συζήτηση. Η διαφωνία μας στηρίζεται σε 3 κυρίως λόγους. Αρχικά γιατί -δυστυχώς- δεν λειτουργούν έτσι οι διεθνείς σχέσεις. Δεν υπάρχει δηλαδή σύγχρονο παράδειγμα όπου η διεθνής πολιτική ορίζεται, δεσμεύεται ή προεξοφλείται σε τέτοιο γεγονός μεγάλης κρίσης (δηλαδή πόλεμο), από την προηγούμενη στάση των ίδιων χωρών.
Σήμερα πράγματι η Ουκρανία δέχεται σημαντική στρατιωτική βοήθεια από τη Δύση και ειδικά από τις χώρες του ΝΑΤΟ. Όταν όμως εισέβαλλε η Τουρκία στη Συρία το 2016, η Συριακή κυβέρνηση τι βοήθεια έλαβε; Μηδέν είναι η απάντηση. Γιατί; Γιατί η Συρία δεν ήταν «φιλικό καθεστώς» της Δύσης, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Τι βοήθεια έλαβε από τη Δύση η Υεμένη από την επίθεση των Εμιράτων και της Σαουδικής Αραβίας; Μηδέν, γιατί εκεί οι αντάρτες είναι φιλοιρανοί. Τι βοήθεια πήρε η Ουκρανία (να πάλι η ίδια χώρα) όταν η Ρωσία εισέβαλε το 2014 στην Κριμαία; Μηδέν, γιατί τότε η Δύση θεώρησε το ζήτημα περισσότερο «περιφερειακό» και ελεγχόμενο, αν και το καταδίκασε έντονα.
Τι βοήθεια πήρε η Γεωργία στη ρωσική εισβολή του 2008; Το φαντάζεστε, μηδέν, γιατί και πάλι θεωρήθηκε «εσωτερική τακτοποίηση» της ζώνης επιρροής της Μόσχας. Τι βοήθεια έχει λάβει ο Λίβανος, ή η Γάζα, από τις συνεχείς ισραηλινές εισβολές και επιδρομές; Τίποτα, γιατί το Ισραήλ θεωρείται πυλώνας ασφαλείας στη Μέση Ανατολή, οπότε ναι μεν καταδικάζουμε, αλλά δεν το θίγουμε. Τι βοήθεια πήρε το Κονγκό το 1998 όταν σε αυτό εισέβαλλαν Ουγκάντα και Ρουάντα; Τη ξέρουμε την απάντηση.
Ακόμη, τι βοήθεια πήρε το Ιράν όταν εισέβαλλε σε αυτό το 1980 ο αιματοβαμμένος ιρακινός δικτάτορας Σαντάμ Χουσείν; Τίποτα, γιατί η Δύση είχε η ίδια ενθαρρύνει τον Σαντάμ να εισβάλλει, ώστε να καταστρέψει το θεοκρατικό Ιράν. Αλλά η Δύση, με τη σειρά της, εισέβαλλε στο Ιράκ όταν αυτό είχε καταλάβει το Κουβέιτ, όταν τότε απειλείτο τότε η πετρελαϊκή ισορροπία στην Μέση Ανατολή.
Που θέλουμε να καταλήξουμε; Πως η διεθνής βοήθεια, και κυρίως η στρατιωτική, δεν αποδίδεται με βάση κάποιο αξιακό σύστημα. Ούτε υπάρχει κάποιο «καταθετήριο» ή «απόθεμα» καλής πίστεως και προηγούμενης καλής συμπεριφοράς ώστε μια χώρα, όπως η Ελλάδα, να επενδύσει εκεί, για να περιμένει την ανταπόδοση. Στρατιωτική βοήθεια μια χώρα μπορεί να περιμένει μόνο από τους θεσμικά δεσμευμένους για αυτό συμμάχους της (όπως το ΝΑΤΟ) αλλά και πάλι εδώ με την επιφύλαξη πως αυτό δεν αντιβαίνει στα συμφέροντα τους, ή να έχει τεράστια διεθνή κωλύματα. Τελικά πότε αποδίδεται στρατιωτική βοήθεια; Δυστυχώς κατά περίπτωση, ειδικά, και όταν θίγονται συγκεκριμένα συμφέροντα.
Και ακριβώς αυτό γίνεται σήμερα στην Ουκρανία. Η χώρα δέχεται τη δυτική στρατιωτική βοήθεια γιατί της επιτίθεται όχι κάποια χώρα αορίστως, αλλά ειδικά η Ρωσία του Πούτιν. Σε μια επίθεση με σαφή πίεση προς το ΝΑΤΟ (να μη δεχθεί την Ουκρανία ως μέλος) και με σαφέστατη πρόθεση αναδιάταξης συνόρων στην πιο κρίσιμη περιοχή της ευρωπαϊκής ηπείρου, εκεί δηλαδή που γειτνιάζουν οι ιστορικοί «αντίπαλοι», η Ρωσία και η κεντρική-δυτική Ευρώπη.
Επίσημο αίτημα της Πολωνίας στο ΝΑΤΟ για ειρηνευτική αποστολή στην Ουκρανία
Οι νατοϊκές χώρες λοιπόν βλέπουν στην Ουκρανία μια πολεμική σύρραξη που τις απειλεί και τις ίδιες, που αν αποβεί υπέρ της Ρωσίας θα επιφέρει σημαντική αλλαγή στην παγκόσμια ισορροπία ισχύος, όπου αν η Μόσχα ισχυροποιηθεί περαιτέρω θα μπορέσει να εκβιάσει και να υποχρεώσει σε υποχωρήσεις και άλλες χώρες στον περίγυρο. Για να αποφύγουν όλα αυτά λοιπόν στηρίζουν ένοπλα την Ουκρανία και όχι γιατί υπάρχει μια ηθική απαίτηση ή μια παρακαταθήκη στρατιωτικής υποχρέωσης.
B.Νέδος: Άρνηση της Ελλάδας για αποστολή αντιαεροπορικών συστημάτων TOR-Μ1 ή OSA-AK στην Ουκρανία
Το αρχικό επιχείρημα λοιπόν δεν ευσταθεί ως γενική αρχή. Αλλά και δεν στέκεται ειδικά σε ότι αφορά την Ελλάδα και την Τουρκία. Γιατί η Ελληνοτουρκική αντιπαράθεση και σύγκρουση έχει ήδη συμβεί: το 1974, με την εισβολή της Κύπρου. Ενώ έχει απειληθεί νέος γύρος το 1987 με το Σισμίκ, άλλος ένας το 1996 με τα Ίμια, και βέβαια έχει πρόσφατα ξανά φθάσει στο όριο της το 2020, με την ασύμμετρη και κτηνώδη χρήση των εξαθλιωμένων προσφύγων και μεταναστών από πλευράς Αγκύρας στον Έβρο το Φεβρουάριο και ακόλουθα το ίδιο καλοκαίρι στο Αιγαίο, με τις «περιοδείες» του Ορούτς Ρέις.
Σε όλα αυτά τα συμβάντα, σε διάστημα 48 ετών και με εκείνα του 2020 πολύ πρόσφατα, τι ακριβώς στρατιωτική βοήθεια λάβαμε από τους συμμάχους μας; Τίποτα είναι η απάντηση. Το 1974 όλοι «έπεσαν» επάνω μας, στην τότε εκπνέουσα ελληνική Χούντα, να μην «εξωθήσει την χώρα σε πόλεμο».
Να θυμηθούμε τα Ίμια; Αυτά διαδραματίστηκαν (το κυρίως μέρος της έντασης) σε ένα διάστημα από τις 27 Ιανουαρίου έως τις 31 του Ιανουαρίου του 1996. Μήπως σε αυτό το πενταήμερο λάβαμε κάποια στρατιωτική βοήθεια από κάποιον; Όχι. Αντίθετα η διεθνής κοινότητα αντιμετώπισε με ανησυχία την πιθανότητα εξέλιξης της κρίσης, με αντίστοιχες πιέσεις για εκτόνωση και για «No ships, no troops, no flags».
Το 2020, όλα επαναλήφθηκαν. Με μια όμως -σημαντική- διαφορά. Στην κρίση του Έβρου το χειμώνα, με τους πρόσφυγες και μετανάστες, καμία βοήθεια δεν ήρθε άμεσα, παρότι (και σωστά) ο πρωθυπουργός πήγε με ελικόπτερο την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και τον Σάρλ Μισέλ πάνω από τα επεισόδια, ώστε να δουν με τα μάτια τους τι συμβαίνει. Τι «εισπράξαμε» τότε; Διαβεβαιώσεις ότι θα ενισχυθεί η FRONTEX στα σύνορα μας, κάτι που έγινε, όπως και προσφορά ανθρωπιστικής βοήθειας. Όχι κάτι άλλο. Το καλοκαίρι όμως, με την κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο, μετά από μέρες που Ελλάδα και Τουρκία είμασταν με το χέρι στην σκανδάλη, τελικά εμφανίστηκε μια γαλλική ναυτική δύναμη στην περιοχή, ως έμμεση αλλά εμφανής υποστήριξη μας. Ήταν ίσως η πρώτη φορά που είχαμε μια τέτοιου τύπου στάση.
Που θέλουμε να καταλήξουμε στο δεύτερο στοιχείο απόρριψης του αρχικού επιχειρήματος: Στο ότι ειδικά η Ελλάδα ποτέ δεν έχει λάβει στην αντιπαράθεση της με την Τουρκία καμία ουσιαστική στρατιωτική υποστήριξη, παρά μόνο νουθεσίες, συμβουλές και πιέσεις για να «μην το πάμε παραπέρα». Και η μόνη εξαίρεση, η στάση της Γαλλίας το 2020, δείχνει πως αν τελικά γίνει το μοιραίο, ίσως από εκεί θα περιμένουμε στρατιωτική βοήθεια, κάτι που πλέον και με την ελληνογαλλική αμυντική συμφωνία έχει κατοχυρωθεί θεσμικά. Από κανέναν άλλο.
Τρίτο στοιχείο που ακυρώνει το επιχείρημα περί αναμονής στρατιωτικής βοήθειας από τους συμμάχους μας, αν μας επιτεθεί η Τουρκία: Μα οι όροι «σύμμαχοι» και «Τουρκία». Ποιοι είναι οι σύμμαχοι μας; Το Βέλγιο; Η Ολλανδία; Η Ισπανία; Μήπως η Βρετανία και η Γερμανία; Φαντάζεται κανείς αυτές οι συμπαθείς και φιλικές μας χώρες (δεν το λέμε ειρωνικά, έτσι είναι), να εκτίθενται υπέρ Ελλάδος στρατιωτικά (έμφαση σε αυτό) σε πιθανή σύρραξη μας με την Τουρκία; Δεν το έχουν κάνει ποτέ, γιατί ακριβώς Ελλάδα και Τουρκία είναι εξίσου μέλη του ΝΑΤΟ, εξίσου φιλικές προς αυτές, άρα δεν θα «διαλέξει» κανείς την ώρα της κρίσης, εμάς. Ή την Τουρκία. Θα παραμείνουν ουδέτερες γιατί αυτό είναι το συμφέρον τους. Γιατί μια ελληνοτουρκική κρίση, ακόμη και πόλεμος, δεν απειλεί τα ζωτικά τους συμφέροντα, δεν αποτελεί απειλή για την δική τους εδαφική ακεραιότητα, δεν τους απασχολεί ούτε καν οικονομικά. Παρά μόνο αν κρατήσει πολύ καιρό.
Το ΝΑΤΟ δεν θα παρέμβει στρατιωτικά στην Ουκρανία, λένε Σολτς και Στόλτενμπεργκ
Αν αντίθετα, γίνει (όπως όλοι περιμένουν) μια ολιγοήμερη, τεράστιας τοπικής έντασης σύγκρουση, ώστε μετά Ελλάδα και Τουρκία να «μετρήσουν» τι κέρδισαν και τι έχασαν, όλοι μάλλον θα παραμείνουν απαθείς, ή στην καλύτερη περίπτωση με φραστικές καταδίκες. Καθώς εκτιμούν πως ένας ελληνοτουρκικός πόλεμος θα ταράξει μεν την νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, αλλά χωρίς περαιτέρω επιπτώσεις. Πριν την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων, υπήρχε, τελείως θεωρητικά βέβαια, η πιθανότητα μια «αδικημένη Ελλάδα» να αποχωρήσει από το ΝΑΤΟ και να παρέχει διευκολύνσεις προς την τότε ΕΣΣΔ. Τώρα ούτε αυτό δεν μπορεί η Αθήνα να υπονοήσει. Άρα σε ένα πόλεμο ποιος και γιατί θα μας υπερασπίσει; Και γιατί να το κάνει, όταν ήδη όλοι μας προτρέπουν δεκαετίες τώρα να «βρούμε λύση» μεταξύ μας; Και αγνοούν την καθημερινή, έως και πολεμική, ένταση στο Αιγαίο με τις τουρκικές παραβιάσεις και παραβάσεις;
Μακρόν: “Εγκεφαλικά νεκρό” το ΝΑΤΟ όταν η Τουρκία απειλούσε την Ελλάδα, η Ουκρανία το “ξύπνησε”
Πάμε στην «Τουρκία» τώρα. Τη βάζουμε σε εισαγωγικά, γιατί δεν είναι απλώς μια χώρα, αλλά μια ολόκληρη αντίληψη εξωτερικής πολιτικής. Αναθεωρητική, ριζοσπαστική, με ροπή στον ισλαμισμό, μεγάλης έκτασης και μεγάλου και νεανικού πληθυσμού, γεμάτη έπαρση, επιθετική προς όλο τον περίγυρο της. Πιστεύει κανείς πως είναι η χώρα που η διεθνής κοινότητα θα απειλήσει ή θα προσπαθήσει να εξευμενίσει; Μάλλον το δεύτερο. Όπως γίνεται τώρα. Όπου αυτή η επιθετική και ανατρεπτική Τουρκία που όλοι ξέρουν πως πιέζει εξτρεμιστικά την Ελλάδα, που όλοι γνωρίζουν πως παράνομα διατηρεί την εισβολή στην Κύπρο 48 χρόνια τώρα, και την εισβολή στη Συρία πέντε χρόνια ήδη, απολαμβάνει τη διεθνή αναγνώριση, έστω και με μεγάλες γκρίνιες στο παρασκήνιο και στο προσκήνιο. Τις οποίες «γκρίνιες» έχει προκαλέσει η ίδια με τη «ρωσική στροφή» της, χωρίς όμως κανείς από τη δυτική συμμαχία να διαρρήξει σχέσεις μαζί της οριστικά.
Επίσης, ποιος κερδίζει αυτή τη στιγμή διεθνές κύρος στην περιοχή μας; Η Ελλάδα που έστειλε τα λιανοντούφεκα στην Ουκρανία, ή η Τουρκία που έφερε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων την Ουκρανία και την Ρωσία, σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών; Ποιος αυτές τις μέρες κάνει περιοδεία στις εμπόλεμες χώρες; Ο Τσαβούσογλου, έχοντας και την διεθνή επιδοκιμασία ως διαμεσολαβητής. Πως αντιμετωπίζεται η Τουρκία που εξυπηρετεί ανοιχτά τα ρωσικά συμφέροντα επιτρέποντας και τη μετακίνηση ρωσικών κεφαλαίων μέσω των τραπεζών της και τις πτήσεις ρωσικών αεροπορικών εταιριών; Μα με διεθνή συγχαρητήρια για τον «εποικοδομητικό της ρόλο».
Τσαβούσογλου: Η Ουκρανία θέλει την Τουρκία εγγυητή σε μια συμφωνία με τη Ρωσία
Γιατί λοιπόν, αν αύριο η Τουρκία «κάνει την κίνηση» εναντίον μας, θα ελπίζουμε σε στρατιωτική ενίσχυση από τρίτες χώρες; Γιατί θα εκτιμήσουν την ακεραιότητα μας; Τη δημοκρατική μας παράδοση; Την ιστορική μας συνεισφορά στον πολιτισμό; Ή γιατί θα κλάψουν, αν η Ελλάδα χάσει εδάφη στα οποία παραθερίζουν οι απανταχού τουρίστες; Αυτό που μπορεί να κινητοποιήσει την όποια συσπείρωση υπέρ μας, θα είναι όχι η αποστολή όπλων στην Ουκρανία, αλλά το εάν, τότε, σε ένα ελληνοτουρκικό πόλεμο εκτιμηθεί πως η Τουρκία πρέπει να «χαλιναγωγηθεί», προς συμμόρφωση και ευνουχισμό των υπέρμετρων φιλοδοξιών της.
Να πούμε και ένα τέταρτο στοιχείο που καταδεικνύει πως η αποστολή όπλων στην Ουκρανία δεν μας προσφέρει, πάντα από πλευράς διασφάλισης συμμαχιών και πιθανά στρατιωτικής βοήθειας. Το ότι απλώς συντασσόμαστε μέσα στους «πολλούς», που μας καθιστά «προβλέψιμους» συμμάχους, όπως στοχευμένα το είχε πει ενώπιον του Ντόναλτ Τραμπ, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης το 2020. Αυτή είναι η τρέχουσα εξωτερική μας πολιτική σε ότι αφορά την Δύση. Να διαβεβαιώσουμε πως αποτελούμε «καλό σύμμαχο», ελπίζοντας πως θα εισπράξουμε, όχι βέβαια στρατιωτική βοήθεια εν ώρα κρίσης (αυτό μάλλον αποκλείεται, με εξαίρεση τη Γαλλία όπως είπαμε, και εκεί για λόγους που αφορούν το Παρίσι και όχι εμάς).
Τι θέλει να «εισπράξει» η Ελλάδα; Την ανοχή. Και δεν το λέμε απαξιωτικά. Στην τρέχουσα ελληνική δυσκολία, δυσχέρεια, οικονομική καταβαράθρωση (πρώτη, έστω δεύτερη, χώρα παγκοσμίως σε χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ) η παγκόσμια ανοχή είναι το πιο κρίσιμο. Την ανοχή στο χρέος μας, να μην μας πνίξουν οι πιστωτές μας, καθώς ήδη έχει εκτιναχθεί και άλλο. Την ανοχή να πάρουμε κάποιες επενδύσεις, ώστε να αντιρροπηθεί η επενδυτική επέλαση στην Ελλάδα της Κίνας και της Ρωσίας. Την ανοχή στο να πάρουμε δωρεάν κάποιο μεταχειρισμένο εξοπλισμό, κυρίως από ΗΠΑ, που τον παρέχουν ως ενίσχυση μας, αλλά φυσικά όχι με πρώτης κατηγορίας υλικά. Καθώς ότι μας έχουν δώσει μέχρι τώρα ή ότι προβλέπεται να μας δώσουν -μιλάμε για τις δωρεάν παραχωρήσεις- είναι μεν πολύ χρήσιμο, αλλά όχι κρίσιμο.
Το γιατί το κατανοούμε: είναι άλλο να ενισχύεται η Ελλάδα, ώστε να «θίγεται» και έμμεσα η Τουρκία, που έχει τολμήσει να κάνει το δικό της παιχνίδι με τη Ρωσία, και άλλο να μας παρασχεθεί δωρεάν βοήθεια που να αλλάζει πραγματικά τις ισορροπίες στο Αιγαίο. Παρεκτός και αν η Ερντογανική Τουρκία γίνει το νέο Ιράν, οπότε τότε, ναι, θα περιμένουμε σημαντικές ενισχύσεις, στρατιωτικές, επενδυτικές και ότι άλλο.
Συνοψίζοντας: Η διεθνής πολιτική (δυστυχώς, το επαναλαμβάνουμε) δεν εξελίσσεται και δεν αποφασίζεται με βάση την «καλή συμπεριφορά» και τα ευγενή διαπιστευτήρια που δίνει κάθε χώρα. Η Ελλάδα είναι διεθνώς συμπαθής, έχει καταγραφεί ως χώρα «αξιών» και στην υπηρεσία του διεθνούς δικαίου, έχει μια αυξημένη για το μέγεθος της εκτίμηση λόγω αρχαίας ιστορίας της (όσο υπάρχουν ακόμη μορφωμένοι ηγέτες στη Δύση που διδάσκονται ιστορία και φιλοσοφία, γιατί και αυτό εκλείπει). Έως εκεί. Τίποτα περισσότερο δεν μπορούμε να περιμένουμε σε πιθανό πόλεμο, ούτε να ελπίζουμε, ούτε να προγραμματίζουμε, σε ένα κυνικό πεδίο διεθνών σχέσεων. Η αποστολή δικών μας όπλων στην Ουκρανία ίσως έπρεπε να γίνει για μην εμφανιστούμε ως «μαύρο πρόβατο» μέσα στο ΝΑΤΟ, αλλά κάτι τόσο ειδικό όπως η στρατιωτική ανταπόδοση, δεν θα μας το προσφέρει.
Επίσης, ήδη στον περίγυρο μας, είναι η Τουρκία που -προς το παρόν- κερδίζει από την Ουκρανική κρίση, «παίζοντας» και με τις δύο πλευρές. Και βέβαια η Άγκυρα ζητά -και κατά την εκτίμηση μας θα πάρει- ανταλλάγματα από τη Δύση για αυτό το «παίγνιο» της. Θα είναι νέα μαχητικά F-16 ή ακόμη και F-35; Θα είναι άρση του εμπάργκο τεχνολογίας; Θα είναι οικονομική στήριξη; Θα είναι συναλλαγματική διευκόλυνση; Θα είναι περαιτέρω ανοχή στα όργια που κάνει στο Κουρδιστάν και στη Συρία; Θα δούμε.
Τουρκία: Στηρίζει την Ουκρανία, κλείνει το μάτι στη Μόσχα, τι ανταλλάγματα επιδιώκει;
Η Ελλάδα πάντως το μόνο που θα εισπράξει είναι το γνωστό. Ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη και μια ακόμη «photo opportunity» δίπλα σε κοντέινερ με βοήθεια (κάθε είδους) προς την Ουκρανία. Κάτι είναι και αυτό μιας και μας κρατά εντός του “γενικού” κλίματος και επιτρέπει τη συντήρηση της διπλωματικής μας -εντός ΝΑΤΟ- παρουσίας.
Υποσημείωση: Για όποιον αναγνώστη μας απορήσει για το πως εντός του ίδιου site εκφράζονται διαφορετικές απόψεις, η απάντηση είναι απλή: Γιατί αυτό είναι η «ΠΤΗΣΗ». Χώρος ελεύθερης έκφρασης. Η ομάδα που υπηρετεί το site και την έντυπη έκδοση, δεν εξαρτάται από κανέναν, δεν χρωστά σε κανέναν, δεν υπακούει κανέναν. Και για όσους φίλους μας διαμαρτύρονται για τις πολλές διαφημίσεις στο site, ότι αυτές δυσκολεύουν την ανάγνωση, να ξέρουν πως αυτό είναι το αντίτιμο της ανεξαρτησίας μας. Από εκεί επιβιώνει αυτό το πεδίο έκφρασης, για να γράφουμε ότι πιστεύουμε, ακόμη και με μεταξύ μας δημιουργική διαφωνία.