Ο πόλεμος είναι η φρικτότερη ανακάλυψη. Πέρα από τα εκάστοτε ηθικά πλαίσια, πέρα από την ανθρώπινη αντίληψη και αντοχή, τραυματικός ακόμη και δεκαετίες μετά τη λήξη του, πολύ σύντομα απαίτησε και μια δική του «γλώσσα». Ένα σύνολο δηλαδή όρων και περιγραφών που επιχειρούσαν να κατασκευάσουν μια εικόνα του, ηπιότερη, πιο εύκολα προσεγγίσιμη, πιο ανεκτή (έστω και υποκριτικά), πιο εύπεπτη στην καθημερινότητα. Μια γλώσσα που έχει πλέον φτάσει στα όρια της παθολογίας, με εκφράσεις που προξενούν γέλιο αλλά και τρόμο για το πόσο μελετημένες είναι να υποβαθμίσουν την φρίκη. Ας καταγράψουμε μερικές από αυτές:
«Παράπλευρες απώλειες» (collateral damage). Μας έρχεται από την εποχή του Βιετνάμ, αλλά είδε την αποθέωση της κατά τον 1ο Πόλεμο του Κόλπου και έκτοτε. Μια φράση μαζικής ψυχολογίας που περιγράφει φόνους αθώων και αμάχων και καταστροφές περιουσιών, όχι όμως από «απευθείας χτύπημα», αλλά ως ένα αναπόφευκτο γεγονός. Στην πραγματικότητα η φράση αυτή επιχειρεί να αθωώσει τον επιτιθέμενο ο οποίος «έκανε ότι μπορούσε» αλλά τελικά δεν απέφυγε τις απώλειες, για τις οποίες φυσικά λυπάται πολύ, αλλά και αυτοί φέρουν ευθύνη γιατί απλώς υπήρχαν δίπλα. Συνήθως το «παράπλευρες απώλειες» συντάσσεται με το «χτύπημα ακριβείας».
«Χτύπημα ακριβείας» ή «χειρουργικό» (surgical strike). Βέβαια η χειρουργική ακρίβεια σώζει ζωές, ενώ το πολεμικό χτύπημα αφαιρεί ζωές, αλλά προφανώς η σύνθεση τους παράγει ένα νέο όρο υψηλής γλωσσολογικής διαστροφής, που υπονοεί πως πλέον ο φόνος στον πόλεμο γίνεται επιλεκτικά. Μόνο που πολλές φορές τα «χτυπήματα ακριβείας» έχουν «παράπλευρες απώλειες» (βλέπε παραπάνω) τα οποία όμως είναι λιγότερα από ό,τι θα μπορούσαν να είναι, άρα έχουμε μια αυτοδικαίωση του σύγχρονου πολέμου που παρουσιάζεται σχεδόν φιλάνθρωπος. Ξεχνώντας βέβαια πως η ουσία των χειρουργικών χτυπημάτων δεν είναι (και ποτέ δεν ήταν) η διάσωση αθώων, αλλά η διασφάλιση μεγάλης αποτελεσματικότητας από ελάχιστα χτυπήματα όπλων. Τα οποία έχουν γίνει πανάκριβα, μεταφέρονται λίγα από κάθε αεροσκάφος ή άλλο μέσο, οπότε πρέπει να μεγιστοποιηθεί η αποτελεσματικότητα τους.
«Φιλικά πυρά» (friendly fire). Φράση κωδικοποιημένη από τον 1ο Παγκόσμιο αλλά και παλαιότερα. Το «σκοτωθήκαμε μεταξύ μας» φυσικά δεν ακούγεται το ίδιο εύκολα, οπότε το θανατηφόρο «πυρ» παίρνει πλέον χαρακτηρισμό, είναι εχθρικό αλλά και φιλικό, λες και ο διαμελισμένος στρατιώτης θα έχει καλύτερη μοίρα στην δεύτερη περίπτωση. Οι Αμερικανοί έχουν εξελίξει τη φράση περαιτέρω, στην πλήρως από-ανθρωποποιημένη «blue on blue», που θυμίζει βιντεοπαιχνίδι. Όπου blue βέβαια τα δικά μας στρατεύματα -οι εχθροί είναι πάντα «red», άρα το «blue on blue» είναι μια ουδέτερη οπτικοποίηση της φρίκης.
«Μάρτυρας». Ο διαχωρισμός ανάλογα το ποιος νεκρός είναι δικός μας και ποιος του εχθρού. Ο εχθρός λοιπόν είναι συνήθως αυτό, αλλά ο δικός μας νεκρός είναι «μάρτυρας». Ο όρος συναντάται σε ισλαμικές χώρες και τρομοκρατικές οργανώσεις, προσφέροντας την απαραίτητη θεολογική ενδυμασία στο θάνατο.
«Στοχοποίηση» (targeting). Ευφημισμός του φόνου, όπου πλέον το θύμα δεν έχει πεθάνει αλλά έχει «στοχοποιηθεί». Δεν ακούγονται έτσι τα αρνητικά «σκοτώθηκε, εκτελέστηκε», μένει μια αόριστη αίσθηση ότι κάτι συνέβη που δεν μπορεί ακριβώς να περιγράφει.
«Εξουδετέρωση» (neutralize). Άλλος ένας ευφημισμός του φόνου, όπου πλέον ο νεκρός περιγράφεται με όρους χημείας, ως ένα οξύ που εξουδετερώνεται με την προσθήκη μιας βάσης. Η «εξουδετέρωση» έχει αυτή την υπόκωφη απειλή μέσα της ως φράση, αλλά σίγουρα ακούγεται καλύτερα από το «τον σκοτώσαμε».
Άλλοι «πεθαίνουν» άλλοι «σκοτώνονται». Είναι από τα πιο συνηθισμένα τρικ στα μέσα μαζικής ενημέρωσης για να περιγράφει ευμενώς μια ασύμμετρη σύγκρουση και βέβαια να υποτονιστεί. Έτσι ο ισχυρός επιτιθέμενος (και μηντιακά αποδεκτός) που συντρίβει τον εχθρό του, έχει ο ίδιος θύματα που έχουν «σκοτωθεί», αλλά οι εκατόμβες που προκαλεί περιγράφονται ως «θάνατοι», προφανώς από κάποια μυστήρια αιτία και όχι από τα όπλα του.
«Ενσωματωμένη δημοσιογραφία» (embedded Press). Και πάλι από τον Πόλεμο του Κόλπου, αλλά τον 2ο, του 2003. Ανακάλυψη των Αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων, οι οποίες δεν ήταν καθόλου ικανοποιημένες από την ελεύθερη μετακίνηση των δημοσιογράφων στα πεδία της μάχης τα προηγούμενα χρόνια, οι οποίοι κατέγραφαν ότι ακριβώς έβλεπαν. Έτσι στον νέο πόλεμο, κατασκευάστηκε η «ενσωματωμένη δημοσιογραφία», όπου κάθε δημοσιογράφος έπρεπε να ενταχθεί σε μια συγκεκριμένη μονάδα, χωρίς δικαίωμα να ξεφύγει από τη διαδρομή της, ενώ είχε υπογράψει συμβόλαιο να μην αποκαλύψει τίποτα που θα «παρεμπόδιζε την αποστολή της». Ο σωστός όρος φυσικά ήταν «λογοκρισία», αλλά αυτό ακούστηκε μετά, όταν ήδη είχαν πλημμυρίσει οι τηλεοπτικές οθόνες με ενθουσιώδεις περίγραφες από ρεπόρτερ που περιέγραφαν μόνο ότι τους επέτρεπαν ή τους τροφοδοτούσαν. Σήμερα στο χώρο των ΜΜΕ ο όρος θεωρείται προσβλητικός για την αξιοπιστία του ρεπόρτερ.
«Ειρήνευση» (pacification). Μια λέξη για τις πιο αιματηρές πολεμικές επιχειρήσεις, οι οποίες βέβαια έχουν πάντα στόχο να φέρουν την ειρήνη. Για παράδειγμα ως τέτοιες έχουν περιγράφει η δράση των Ναζί στην Πολωνία για την εξόντωση ανταρτών (με μαζικές εκτελέσεις, εμπρησμούς χωριών και λοιπά ειρηνιστικά), η γαλλική επίθεση στην Ινδοκίνα, ενώ σχεδόν ολόκληρος ο πόλεμος του Βιετνάμ περιγραφόταν ως «πορεία προς την ειρήνευση της περιοχής».
“Ενισχυμένη ανάκριση» (enhanced interrogation). Με απλά λόγια «βασανιστήρια». Αλλά επειδή αυτά απαγορεύονται από διεθνείς συνθήκες, είναι ηθικώς απαράδεκτα και πρακτικά αναποτελεσματικά (μιας και ο βασανισμένος θα σου πει ότι θες να ακούσεις για να γλυτώσει) δεν τα λέμε έτσι. Ως φράση είναι από την εποχή του «Πολέμου κατά της Τρομοκρατίας», όπου οι ΗΠΑ συνέλαβαν χιλιάδες υπόπτους τους οποίους υπέβαλλαν σε «ενισχυμένη ανάκριση», η οποία είχε κατέληξε και σε αδιευκρίνιστο αριθμό θανάτων. Η χρήση «πολιτισμένων» βασανιστηρίων μετά το 2001 έχει προκαλέσει σωρεία ερευνών και δημόσιων συζητήσεων στην αμερικανική πολιτική σκηνή, αλλά χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα, καθώς ελάχιστοι υπεύθυνοι διώχθηκαν ενώ τα σχετικά αρχεία καταστράφηκαν.
«Κινητικότητα» (Kinetic). Από τον πόλεμο στο Αφγανιστάν, ως περιγραφή των περιοχών που οι Ταλιμπάν είχαν έντονη δράση και προκαλούσαν μεγάλες απώλειες στα συμμαχικά στρατεύματα. Κοινώς οι περιοχές που η δυτική συμμαχία δεν μπορούσε να ελέγξει. Το «κινητικές» βέβαια ήταν πολύ καλύτερο ως περιγραφή από το «έχουμε χάσει τον έλεγχο, υποχωρούμε».
Χρήση αρχικών. Με τα τελευταία να έχουν δημιουργήσει μια δική τους «υπογλώσσα». Έτσι πλέον δεν «πέφτει μια βόμβα» αλλά μια «JDAM». Δεν έχουμε αψιμαχία με τον εχθρό αλλά «TIC» (troops in contact). Δεν έχουμε αυτοσχέδιες νάρκες αλλά «IED». Δεν έχουμε επιχειρήσεις κατά ανταρτών αλλά “COIN” κ.ο.κ. Έτσι παράγεται μια στρατιωτική αργκό, απλώς ακατανόητη στο ευρύ κοινό, όπου τα πάντα κάτι σημαίνουν αλλά κανείς (μη ειδικός) δεν είναι σίγουρος τι είναι, ακούγονται όμως ιδιαίτερα αξιόπιστα, ελεγχόμενα, αποτελεσματικά, άρα καθησυχαστικά.
Τα παραδείγματα είναι βέβαια πολύ περισσότερα από όσα παραθέσαμε. Αλλά είναι ενδεικτικά αυτής της ειδικής γλώσσας, που θυμίζει ακριβώς την οργουελιανή «newspeak», δηλαδή μιας γλώσσας κατασκευασμένη από την εξουσία, με στόχο να παρουσιάσει το μαύρο ως άσπρο (και αντίστροφα), να περιορίσει την σκέψη, την κρίση, την κατανόηση. Όμως οι φράσεις και οι λέξεις αυτής της γλώσσας, που συναντάται σε όλες τις χώρες (εμείς απλώς πήραμε τα περισσότερα από την αμερικανική εκδοχή που είναι και η πιο διαδεδομένη) παράγουν και ένα νέο ήθος. Αυτό της αποδοχής του πολέμου ως κάτι «τεχνικό», ως μια προγραμματισμένη εξέλιξη, ως κάτι που μπορεί να γίνει κατανοητό (έστω και ακατανόητα), να αιτιολογηθεί, να έρθει πιο κοντά μας. Η πραγματικότητα φυσικά διαφέρει αλλά για το μεγάλο παγκόσμιο πλήθος που ζει τον πόλεμο ως εικόνα στην τηλεόραση, και πολύ σπάνια ως μια ορατή και απτή ανάδραση, π.χ. από ένα προσφυγικό κύμα που ξεσπά στη γειτονιά του, το αποτέλεσμα είναι σαφές. Ο πόλεμος έχει χάσει το θριαμβικό των παλαιών εποχών, και απλώς έχει γίνει στοιχείο καθημερινότητας. Η ιδανική δηλαδή συνθήκη για όσους θέλουν να τον συντηρήσουν.