Η αμερικανική αεροπορία χρειάζεται να αναθεωρήσει το πρόγραμμα εκπαίδευσης των ιπταμένων της και χρειάζεται αεροσκάφη προκεχωρημένης εκπαίδευσης και τα χρειάζεται τώρα! Το πρόβλημα είναι πως ο νικητής του διαγωνισμού για το νέο εκπαιδευτικό, το Τ-7Α Red Hawk, δεν έχει ακόμα φτάσει και αυτό κάνει κάποιους επιτελείς να είναι αρκετά ευρηματικοί.
Στα σχέδια που προτείνονται προβλέπεται η απόκτηση ενός αριθμού Τ-50 Golden Eagle της KAI για την κάλυψη του κενού μέχρι την άφιξη των Τ-7. To αεροσκάφος έλαβε μέρος στον ανωτέρω διαγωνισμό αλλά έχασε από το Τ-7 Red Hawk. Στις 18 Μαρτίου 2020, το περιοδικό Aviation Week δημοσίευσε μέρος μελέτης της Διοίκησης Τακτικής Αεροπορίας των ΗΠΑ (ACC) με την ονομασία “πρόγραμμα RFX “. Το πρόγραμμα εξετάζει την πιθανότητα ενοικίασης μικρού αριθμού Τ-50, 4 ως 8 από την αμερικανική Hillwood Aviation, που δρα ως εκπρόσωπος της KΑΙ για την προώθηση του Τ-50.
Και το όνομα αυτού: T-7A Redhawk, το νέο εκπαιδευτικό της USAF
Το πρόγραμμα υπολογίζει πως απαιτούνται 4,500 ώρες πτήσης σε 3,000 εξόδους κάθε έτος από αυτόν τον μικρό στόλο αεροσκαφών για να καλυφθούν οι ανάγκες της αεροπορίας. Και χρειάζεται τα αεροσκάφη αυτά για να εκκινήσει ένα νέο πρόγραμμα εκπαίδευσης των μελλοντικών ιπταμένων, το Project Reforge.
Μέχρι σήμερα, όπως αναφέρει ο διοικητής της ACC, πτέραρχος Mike Holmes, η δομή της εκπαίδευσης της Αμερικανικής Αεροπορίας έχει παραμείνει απαράλλαχτη από τη δεκαετία του 1930. Τότε, χρειάζονταν 12 μήνες για να εκπαιδευτεί ένας νέος ιπτάμενος και 12 μήνες διαρκεί και η σημερινή εκπαίδευση παρά την ενσωμάτωση των GPS, των “γυάλινων cockpit”, του αυτόματου πιλότου και των ψηφιακών βοηθημάτων στα ηλεκτρονικά συστήματα βοήθειας πτήσης.
Το σύγχρονο πρόγραμμα εκπαίδευσης περνά σε γενικές γραμμές από τρεις φάσεις αρχικής εκπαίδευσης ιπταμένου (Undergraduate Flying Training – UFT): στην πρώτη φάση που γίνεται αποκλειστικά στο έδαφος, στη δεύτερη που οι εκπαιδευόμενοι πετούν για πρώτη φορά με αεροσκάφη Τ-6Α Texan II και στην τρίτη φάση που περνούν στα αεροσκάφη προκεχωρημένης επιχειρησιακής εκπαίδευσης (Lead-In Flight Training – LIFT) που επί του παρόντος γίνεται με τα προς απόσυρση Τ-38 Talon.
Όσοι προορίζονται να γίνουν πιλότοι μαχητικών “γράφουν” περισσότερες ώρες πτήσης στα Τ-6Α και εν συνεχεία στα Τ-38, τα οποία στο άμεσο μέλλον θα αντικατασταθούν με τα Τ-7Α Red Hawk. Στη συνέχεια οι απόφοιτοι αποκτούν εξειδίκευση στον συγκεκριμένο τύπο αεροσκαφών που θα αναλάβουν μετακινούμενοι στις Μοίρες. Θα περάσουν από τα προγράμματα Εισαγωγής στα βασικά Στοιχεία Μαχητικών Αεροσκαφών (Introduction to Fighter Fundamentals – IFF) το οποίο ακολουθείται από το Πρόγραμμα Κύριας ΕΚπαιδευτικής Μονάδας (Formal Training Unit – FTU)που γίνεται στις μοίρες με ειδικά εκπαιδευτικά του ίδιου τύπου που θα επιχειρήσουν (F-16D, F-15D κλπ).
H USAF ανακαλύπτει αναξιόπιστα όργανα πτήσης σε εκπαιδευτικά Τ-38 Talon
Το πρόβλημα που τίθεται είναι στις δυσκολίες και στην ταλαιπωρία των υποψηφίων πιλότων μαχητικών και των οικογενειών τους, αν έχουν. Εντός δύο ετών ο εκπαιδευόμενος καλείται να μετακομίσει σε τρεις διαφορετικές τοποθεσίες, όπου βρίσκονται οι εγκαταστάσεις εκπαίδευσης. Η ένταση στους υποψηφίους αντικατοπτρίζεται στην απροθυμία τους. Στις αρχές Μαρτίου η Αμερικανική Αεροπορία παραδέχθηκε πως έχει έλλειψη από 2,100 ιπταμένους. Για να αναστρέψει την κατάσταση αυτή και να εκσυγχρονίσει το πρόγραμμα εκπαίδευσης, ο πτέραρχος Holmes προτείνει την απλοποίησή του ώστε να χρειάζεται μόνο μία μετακίνηση των εκπαιδευομένων.
Η πρόταση του αρχηγού του ACC έχει τη μορφή της εκτέλεσης του κομματιού LIFT στις έδρες των μονάδων, που θα δέχονται τους αποφοίτους της δεύτερης φάσης και θα μετατίθονται απευθείας στις μελλοντικές μονάδες τους, θα εξοικοιώνονται με τις διαδικασίες και το προσωπικό και θα ενσωματώνονται στην επιχειρησιακή και κοινωνική του ζωή. Αυτό, φυσικά, σημαίνει πως τα αεροσκάφη LIFT θα πρέπει να απλωθούν σε ένα εύρος πολλών αεροπορικών βάσεων για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες της εκπαίδευσης.
Ξεκινά κι επίσημα η παραγωγή του νέου εκπαιδευτικού T-7A – μία νέα εποχή για την USAF
Στο παραπάνω υπάρχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Στα μειονεκτήματα είναι το τέντωμα των δυνατοτήτων συστήρησης και λειτουργίας ομαλής υποστήριξης των αεροσκαφών προκεχωρημένης εκπαίδευσης σε πολλές διαφορετικές τοποθεσίες. Το ACC το αναγνωρίζει αλλά θεωρεί πως είναι προτιμότερο να ταλαιπωρούνται τα αεροσκάφη παρά το ιπτάμενο προσωπικό και οι οικογένειές τους. Ίσως, μάλιστα, αυτό οδηγήσει και σε έναν εξορθολογισμό της οργάνωσης της αεροπορίας, συγκεντρώνοντας τα μαχητικά σε λιγότερες, μεγαλύτερες βάσεις. Στα πλεονεκτήματα, είναι η άμεση διάθεση ελαφρών αεροσκαφών για εκπαίδευση χωρίς να ταλαιπωρούνται τα πολύ πιο πολύτιμα μαχητικά. Το τελευταίο είναι ένα θέμα που επιδεινώνεται διαρκώς καθώς τα νέα μαχητικά stealth F-22 και F-35 ξεπερνούν σε κόστος ανά ώρα πτήσης κατά πολύ τα παλιότερα μαχητικά κάνοντας τους ειδικούς να σκέφτονται καλά κάθε έξοδο μαχητικού σε σχέση με τις εργατοώρες συντήρησης και το κόστος πτήσης. Δεν είναι όμως μόνο τα μαχητικά. Μοίρες βομβαρδιστικών και μεταγωγικών αεροσκαφών (αεροσκάφη Β-2, Β-52G, U-2S, C-5) έχουν ιπταμένους που πρέπει να “γράφουν” κι αυτοί ώρες πτήσης ανά έτος και η ύπαρξη μερικών ελαφρών αεροσκαφών jet με μικρό κόστος χρήσης θα είναι μεγάλη βοήθεια.
Κάπου εδώ μπαίνουν στο πλαίσιο τα Τ-50 που είναι άμεσα διαθέσιμα και ο μικρός αριθμός που συζητείται (4-8) θα είναι πιθανότατα μέρος του πειράματος που θέλει να πραγματοποιήσει το ACC. Το Τ-50 είναι το κοντινότερο σε ένα ελαφρύ μαχητικό που μπορεί να βρει κανείς σήμερα στο δυτικό οπλοστάσιο, με σεβαστές πτητικές ικανότητες και πλήρη εξοπλισμό πτήσης (περιλαμβανομένων glass cockpit και προηγμένου ραντάρ). Μπορεί να έχασε τον διαγωνσιμό αλλά για κάποιο ανεξήγητο (ως σήμερα; ) λόγο η Lockheed Martin που συνεργάστηκε με την KΑΙ προσφέροντάς το ως υποψήφιο για το πρόγραμμα T-X, το εμφανίζει ακόμα στην ιστοσελίδα της ως “Προκεχωρημένη Εκπαίδευση Ιπταμένου”.
Ένα δεύτερο σημείο που η Αμερικανική Αεροπορία δείχνει να πειραματίζεται είναι η ενοικίαση μαχητικών για εκπαίδευση. Όπως αναφέρθηκε, το ACC πρόκειται να μπει σε διαπραγματεύσεις “αποκλειστικού πελάτη” με την εκπρόσωπο Hillside Aviation που εκπροσωπεί το Τ-50 στις ΗΠΑ για να ενοικιάσει αυτόν τον μικρό αριθμό αεροσκαφών. Η κίνηση θα καλύψει το κενός μέχρι την επιχειρησιακή ένταξη των Τ-7Α Red Hawk το 2023.
Η ενοικίαση αεροσκαφών για εκπαίδευση δείχνει τελευταία ιδιαίτερα ελκυστική σε οργανισμούς που αναλαμβάνουν υπηρεσίες σε αποστολές ιδιαίτερης δυσκολίας χωρίς να δαπανούν υπέρογκα ποσά για να αναλάβουν την συντήρηση και υποστήριξη των μέσων. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια η υπηρεσία απεικόνισης εχθρικής δύναμης (“aggressors”) γίνεται σε σημαντικό βαθμό από ιδιωτικές εταιρίες που συντηρούν ιπταμένους και αεροσκάφη ενοικιάζοντας το πτητικό έργο στην αμερικανική αεροπορία. Συνεπώς, το πείραμα του Project Reforge, αν επιτύχει, θα φέρει σημαντικές αλλαγές στην Αμερικανική Αεροπορία και όχι μόνον.
Η Αεροπορία των ΗΠΑ έχει έλλειψη 2,000 πιλότων και δεν μπορεί να κάνει τίποτα για αυτό