Συμβόλαιο ύψους 17 δισ. δολαρίων υπέγραψε η Lockheed Martin με την αμερικανική κυβέρνηση για την ανάπτυξη νέου συστημάτος αναχαίτισης διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων.
Σήμερα οι ΗΠΑ έχουν ήδη αναπτύξει ένα μικρό -σε αριθμό εκτοξευτών- δίκτυο αναχαίτισης διηπειρωτικών πυραύλων στην Καλιφόρνια και την Αλάσκα, με τους πυραύλους GBI (Ground-Based Interceptor), οι οποίοι διαθέτουν ως κεφαλή ένα “εξωατμοσφαιρικό όχημα κρούσης”, το οποίο μπορεί να ελιχθεί και να καταστρέψει με απευθείας χτύπημα ένα εισερχόμενο διηπειρωτικό πύραυλο.
Στόχος του νέου συμβολαίου είναι να αναπτυχθεί μια νέα γενιά αυτού του οχήματος, συν βελτιώσεις στον κύριο πύραυλο ως Next Generation Interceptor – NGI (νέας γενιάς αναχαιτιστής). Οι ΗΠΑ σχεδιάζουν αρχικά την απόκτηση 20 NGI, οι οποίοι θα αναπτυχθούν στην Αλάσκα. To πρώτο σύστημα αναμένεται να είναι έτοιμο το 2028.
Η εξέλιξη είναι ενδιαφέρουσα καθώς αυτά τα συστήματα αντιβαλλιστικής προστασίας, έχουν στην πολυσύνθετη στρατηγική διεξαγωγής πυρηνικού πολέμου, τεράστια σημασία: μιας και επιτρέπουν την άμυνα κατά μιας πυρηνικής επίθεσης. Άρα θεωρείται πως όποια χώρα αναπτύξει τέτοια αποτελεσματική άμυνα, στην πράξη αυτό της επιτρέπει να επιτεθεί πρώτη χωρίς να φοβάται αντάποδοση! Οπότε αν και “αμυντικά” αυτά τα συστήματα θεωρούνται επιθετικά κατ’ ουσία.
Ακριβώς για αυτό το 1972 είχε υπογραφεί μια σημαντική συνθήκη περιορισμού τέτοιων “αναχαιτιστών” μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, η γνωστή Anti-Ballistic Missile Treaty (ABM), η οποία περιόριζε σε 100 πυραύλους την ανάπτυξη τους εκατέρωθεν. Η συνθήκη αυτή “άντεξε” μέχρι το 2002, οπότε και οι ΗΠΑ αποσύρθηκαν, δηλώνοντας πως ο περιορισμός σε σχέση με την Ρωσία (ως διάδοχος-χώρα της ΕΣΣΔ), δεν την προστάτευε από την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων και διηπειρωτικών πυραύλων από νέους “κατόχους”, όπως η Βόρεια Κορέα και το Ιράν.
Έκτοτε πάντως και η Ρωσία και οι ΗΠΑ δεν είχαν δείξει μεγάλη προθυμία να αναπτύξουν τέτοια συστήματα αναχαίτισης, τουλάχιστον τόσο υψηλών ικανοτήτων. Όμως η αύξηση της απειλής βαλλιστικών πυραύλων έχει στρέψει ξανά το ενδιαφέρον προς τα εκεί και οι ΗΠΑ ξεκίνησαν πριν χρόνια το δικό τους πρόγραμμα Ground-Based Midcourse Defense (GMD), στο οποίο υπάγονται οι πύραυλοι GBI και η σημερινή εξέλιξη τους ως NGI. Πάντως ακόμη και με αυτά τα συστήματα τουλάχιστον στους αριθμούς που υπολογίζονται (έως 64 πύραυλοι), το αμερικανικό δίκτυο άμυνας παραμένει πολύ μικρό και δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μια μαζική επίθεση με πυρηνικά.