Η Τουρκία συνεχίζει να αντιμετωπίζει σημαντικές οικονομικές δυσκολίες, με τον πληθωρισμό να παραμένει στο επίκεντρο τους. Σύμφωνα με πρόσφατη ανακοίνωση της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας, η πρόβλεψη για τον πληθωρισμό στο τέλος του 2025 διατηρήθηκε σταθερή, στο 24%.
Πάντως η τουρκική οικονομία παραμένει ευάλωτη σε εξωτερικούς κραδασμούς, όπως οι διακυμάνσεις στις παγκόσμιες τιμές των τροφίμων, καθώς και σε εσωτερικούς παράγοντες, όπως η πολιτική αστάθεια που προκλήθηκε από τη σύλληψη του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου.
Για τα επόμενα έτη, η τράπεζα προβλέπει μείωση του πληθωρισμού στο 12% το 2026 και στο 8% έως το τέλος του 2027, έναν φιλόδοξο στόχο δεδομένων των τρεχουσών συνθηκών.
Η τουρκική οικονομία έχει πληγεί από διψήφιο πληθωρισμό από το 2019, με αποτέλεσμα το κόστος ζωής να αυξάνεται δραματικά για εκατομμύρια Τούρκους πολίτες. Τομείς όπως η εκπαίδευση, η στέγαση, η υγεία, τα τρόφιμα και οι μεταφορές έχουν δεχθεί ιδιαίτερα ισχυρές πιέσεις, με τις τιμές να ξεπερνούν συχνά την αύξηση των μισθών, λόγω μιας σειράς νομισματικών κρίσεων και πληθωριστικών πολιτικών που εφάρμοσε η κυβέρνηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Το 2019, ο πληθωρισμός κυμαινόταν σε διψήφια επίπεδα, φτάνοντας περίπου το 15-20%, λόγω της αποδυνάμωσης της τουρκικής λίρας και των αυξανόμενων τιμών των εισαγόμενων αγαθών. Το 2020 και το 2021, η κατάσταση επιδεινώθηκε περαιτέρω, με τον πληθωρισμό να κινείται μεταξύ 12% και 20%, ενώ το 2022 σημειώθηκε η δραματική κορύφωση του 85,5%.
Το 2023, παρέμεινε υψηλός, κλείνοντας στο 64,77%, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τουρκικής Στατιστικής Υπηρεσίας (TurkStat), αν και ανεξάρτητοι οικονομολόγοι, εκτιμούσαν ότι βρίσκεται πολύ ψηλότερα, π.χ. στο 127,21% τον Δεκέμβριο του 2023. Το 2024, ο πληθωρισμός κορυφώθηκε στο 75% τον Μάιο, πριν αρχίσει να υποχωρεί σταδιακά, φτάνοντας το 47,1% τον Νοέμβριο. Το 2025, η πτώση συνεχίστηκε, με τον πληθωρισμό να πέφτει στο 39,05% τον Φεβρουάριο και στο 37,9% τον Απρίλιο.
Ωστόσο, οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι τα επίσημα στοιχεία υποεκτιμούν την πραγματική αύξηση των τιμών, αναφέροντας ποσοστά όπως 73,8% τον Απρίλιο του 2025. Αυτή η απόκλιση αντανακλά τη δυσπιστία που υπάρχει σχετικά με την αξιοπιστία των επίσημων δεδομένων.
Η επιτοκιακή πολιτική
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2010, ο Πρόεδρος Ερντογάν υποστήριζε μια μη συμβατική οικονομική θεωρία, σύμφωνα με την οποία η μείωση των επιτοκίων μειώνει τον πληθωρισμό. Αυτή η πολιτική οδήγησε σε σημαντικές μειώσεις των επιτοκίων, ακόμα και όταν ο πληθωρισμός εκτοξευόταν. Το 2021, η κεντρική τράπεζα μείωσε το βασικό επιτόκιο κατά 500 μονάδες βάσης, φτάνοντας στο 14%, παρά την κατάρρευση της λίρας και την εκτίναξη του πληθωρισμού.
Από το 2023, ωστόσο, η τράπεζα υιοθέτησε μια πιο ορθόδοξη προσέγγιση, αυξάνοντας σταδιακά τα επιτόκια για να αντιμετωπίσει τις πληθωριστικές πιέσεις. Τον Ιούνιο του 2023, υπό τη νέα διοικήτρια Χαφιζέ Γκαγιέ Ερκάν, το επιτόκιο αυξήθηκε από 8,5% σε 15%, και μέχρι τον Μάρτιο του 2024 είχε φτάσει το 50%. Το 2025, η τράπεζα μείωσε το επιτόκιο στο 42,5% τον Ιανουάριο, αλλά τον Απρίλιο το αύξησε εκ νέου στο 46% μετά από την αναταραχή που προκάλεσε η σύλληψη του Ιμάμογλου. Η απόφαση αυτή αντικατοπτρίζει την ευαισθησία της τράπεζας στις αγορές και την ανάγκη να σταθεροποιηθεί η λίρα, η οποία έφτασε σε ιστορικό χαμηλό, περίπου 38 λίρες ανά δολάριο.
Ένας από τους παράγοντες που στηρίζουν την τουρκική οικονομία είναι η πρόσβαση σε φθηνό φυσικό αέριο από τη Ρωσία. Ενώ οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες αντιμετώπισαν δραματικές αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, η Τουρκία κατάφερε να εξασφαλίσει προνομιακές συμφωνίες με τη Μόσχα ενώ μεγάλοι αγωγοί, ο Turkstream και ο Blue Stream, εξασφαλίζουν την συνεχή ροή. Αυτή η de facto επιδότηση έχει βοηθήσει την Τουρκία να περιορίσει το κόστος ενέργειας, το οποίο αποτελεί βασικό παράγοντα του πληθωρισμού, ιδιαίτερα στον τομέα των μεταφορών και της παραγωγής.