Ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατήγγειλε σήμερα «ένα ισχυρό πλήγμα στην περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα» μετά την εισβολή του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία, σε ομιλία που εκφώνησε από την έδρα της προεδρίας και η οποία μεταδόθηκε τηλεοπτικά.
«Απορρίπτουμε αυτή την απαράδεκτη επιχείρηση», συνέχισε ο αρχηγός του τουρκικού κράτους επαναλαμβάνοντας τις εκκλήσεις του να διευθετηθούν τα προβλήματα «μέσω του διαλόγου».
Ο Ερντογάν, η χώρα του οποίου, μέλος του ΝΑΤΟ, είναι στενός σύμμαχος της Ουκρανίας, αλλά συνδέεται επίσης με τη Μόσχα με πολυάριθμες εμπορικές συμφωνίες, «επανέλαβε την έκκλησή του να διευθετηθούν τα προβλήματα μέσω του διαλόγου, στο πλαίσιο των συμφωνιών του Μινσκ» που υπογράφηκαν το 2014 και το 2015.
Ο Τούρκος Πρόεδρος διευκρίνισε πως συνομίλησε σήμερα το πρωί με τον ουκρανό ομόλογό του Βολοντίμιρ Ζελένσκι, στον οποίο «επανέλαβε την υποστήριξη της Τουρκίας στον αγώνα της Ουκρανίας για να προστατεύσει την εδαφική ακεραιότητά της».
Χθες, Τετάρτη, ο Ερντογάν είχε συνομιλήσει επίσης τηλεφωνικά με τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν.
«Εκφράζουμε ειλικρινά τη λύπη μας που βλέπουμε τη Ρωσία και την Ουκρανία, με τις οποίες έχουμε πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές στενές σχέσεις, να συγκρούονται», συνέχισε ο τούρκος πρόεδρος.
«Θα κάνουμε αυτό που μας αναλογεί για να προστατεύσουμε την ασφάλεια όλων αυτών που ζουν στην Ουκρανία και των Τατάρων αδελφών μας», διαβεβαίωσε αναφερόμενος στην τουρκόφωνη μειονότητα της Κριμαίας, της ουκρανικής χερσονήσου που προσαρτήθηκε το 2014 από τη Μόσχα.
Η Τουρκία είχε καλέσει λίγο νωρίτερα, με μια διπλή ανακοίνωση της προεδρίας και του υπουργείου Εξωτερικών, τη Ρωσία να σταματήσει «το συντομότερο» την «άδικη και παράνομη» επέμβασή της στην Ουκρανία, λέγοντας πως αποτελεί «μια απειλή εναντίον της παγκόσμιας και της περιφερειακής ασφάλειας».
«Πρόκειται για μια βαριά παραβίαση του διεθνούς δικαίου», αναφερόταν σ’ αυτή την ανακοίνωση και ο αρχηγός του κράτους κατήγγελλε «μια απαράδεκτη επίθεση» της Μόσχας στην Ουκρανία.
Η τουρκική κυβέρνηση υπενθύμισε επίσης πως είναι αντίθετη «σε οποιαδήποτε τροποποίηση των συνόρων με τα όπλα» και «επανέλαβε την υποστήριξή της στην ενότητα, την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας».