Στην πρόσφατη συνάντηση του νέου γερμανού καγκελαρίου, Όλαφ Σολτς με τον ιταλό πρωθυπουργό Μάριο Ντράγκι, συζητήθηκε η ιδέα της ενίσχυσης της ηγετικής θέσης της Ευρώπης, με την προσθήκη στον γαλλογερμανικό “άξονα” και της Ρώμης. Καλά νέα σίγουρα για την ΕΕ. Αλλά πόσο εφικτό είναι κάτι τέτοιο;
Από καλές προθέσεις έχουμε… χορτάσει στην Ευρώπη. Από ηγέτες πάλι, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία σχετική “λειψανδρία”.
Και όσο και αν αναμορφώνονται οι κανόνες των Βρυξελλών, όσο και αν σκληρύνει τη στάση της η Κομισιόν, καμία σοβαρή δύναμη στον κόσμο δεν θα πάρει στα σοβαρά την Ευρώπη αν δεν εμφανίζει μια κοινή γραμμή σε βασικά, στρατηγικά ζητήματα.
Μια και αυτό φαίνεται μάλλον δύσκολο για τα επόμενα χρόνια, καθώς απαιτούνται δύσκολες και απαιτητικές συζητήσεις για την περαιτέρω ενοποίηση του ευρωπαϊκού μπλοκ, θα ήταν μια καταρχήν θετική εξέλιξη να υπάρξει μία ηγεσία σε επίπεδο ισχυρών χωρών, η οποία να δίνει το στίγμα της Ευρώπης στο διεθνές στερέωμα.
Η Γερμανία φάνηκε ανεπαρκής να παίξει αυτό το ρόλο τα προηγούμενα χρόνια. Έβαζε πάντα πάνω απ’όλα τα δικά της συμφέροντα, ακόμη και όταν χώρες – μέλη της ΕΕ απειλούνταν από τρίτες χώρες, όπως δηλαδή έγινε με την Τουρκία.
Η Γαλλία από την άλλη πλευρά, αν και είναι ισχυρότατη αμυντικά, δεν διαθέτει τις οικονομικές δυνατότητες της Γερμανίας που θα της επέτρεπαν να κρατήσει μόνη της το τιμόνι της Ευρώπης.
Έτσι, η εμφάνιση ενός τρίτου ισχυρού πόλου είναι ίσως αυτό που χρειάζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση για να αντιμετωπίσει τις διεθνείς εξελίξεις, που συχνά δείχνουν να την προσπερνούν… με αδιαφορία.
Μεγάλη σύγκλιση Ιταλίας-Γαλλίας, συνθήκη για άμυνα, οικονομία, μεταναστευτικό
Η Ιταλία, μια χώρα με πανίσχυρη βιομηχανία, μεγάλες στρατιωτικές δυνατότητες αλλά και χαρακτηριστική αστάθεια στο πολιτικό της σύστημα, ίσως είναι ο “παίχτης” εκείνος, ο οποίος θα πλαισιώσει μια νέα, τριαδική ηγεσία της ΕΕ στο άμεσο μέλλον.
Ο Μάριο Ντράγκι δεν είναι πολιτικός, ούτε καν εκλεγμένος από το λαό, αλλά έχει δώσει τα – αμφιλεγόμενα – διαπιστευτήρια του στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε δύσκολες συνθήκες.
Το βέβαιο είναι ότι οι αγορές τον σέβονται, οι επιχειρηματίες τον υποστηρίζουν και οι άλλοι διεθνείς ηγέτες αναγνωρίζουν τις ικανότητες του να διαχειρίζεται λεπτές υποθέσεις στο ευρωπαϊκό στερέωμα.
Ξέρει “από μέσα” πρόσωπα και πράγματα, είναι ιδιαίτερα έμπειρος στον τρόπο λειτουργίας των ευρωπαϊκών οργάνων και γνωρίζει καλά τι πρέπει να αλλάξει.
Aρκούν όμως όλα αυτά για να μιλάμε για μια πραγματικά “νέα εποχή” στην Ευρώπη;
Η αρχή της “αυξημένης πλειοψηφίας” και το δημοσιονομικό σύμφωνο που πρέπει να αλλάξει
Η Γερμανία πιέζει εδώ και χρόνια να αλλάξει το καθεστώς της απόλυτης ομοφωνίας το οποίο ισχύει στην ΕΕ για να ληφθούν αποφάσεις για θέματα εξωτερικής πολιτικής, άμυνας κτλ.
Είναι προφανές ότι αυτές οι διαδικασίες καθυστερούν την ταχύτητα αντίδρασης της Ευρώπης, γεγονός το οποίο έχει σχολιαστεί αρνητικά πολλές φορές.
Το Βερολίνο θέλει να καθιερωθεί μια μορφή ειδικής πλειοψηφίας σε συγκεκριμένα ζητήματα, ακριβώς για να μπορεί η Ένωση να κινείται ταχύτερα στις αποφάσεις της.
Ένα σίγουρα επικίνδυνο θέμα, το οποίο απασχολεί την ελληνική και την κυπριακή πλευρά και γενικότερα τις λιγότερο ισχυρές χώρες, οι οποίες βασίζονται πολλές φορές στην απειλή της άσκησης βέτο για θέματα που άπτονται των εθνικών τους συμφερόντων.
Άλλωστε ο ίδιος ο Μάριο Ντράγκι υπογράμμισε ότι το συγκεκριμένο ζήτημα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο και χρειάζεται πολλή συζήτηση προτού παρθούν οποιεσδήποτε αποφάσεις.
Στον αντίποδα, ο γερμανός καγκελάριος δεν βλέπει θετικά το αίτημα της Ρώμης (και πολλών ακόμη κρατών, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης) για χαλάρωση του δημοσιονομικού συμφώνου.
Δύο σημαντικά ζητήματα, τα οποία μπαίνουν εμπόδιο ανάμεσα στις δύο χώρες, όμως μπορούν να τεθούν σε συζήτηση προκειμένου να προχωρήσει η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, ιδιαίτερα σε σημαντικούς τομείς όπως η κοινή αμυντική πολιτική.
Κάτι το οποίο είναι ιδιαίτερα επίκαιρο, με την κρίση στα πολωνικά σύνορα, στην Ουκρανία αλλά και τις απειλές της Τουρκίας στη Μεσόγειο και το Αιγαίο, να αποτελούν παραδείγματα περιπτώσεων, όπου η κοινή, ευρωπαϊκή προβολή ισχύος θα μπορούσε να αποβεί καταλυτική στις εξελίξεις.
Σε μία πραγματικότητα, όπου η ΕΕ έχει δεχτεί σημαντικότατο πλήγμα με την αποχώρηση μιας πανίσχυρης, πυρηνικής θυμίζουμε, δύναμης όπως η Μεγάλη Βρετανία, οι Ευρωπαίοι πρέπει να κινηθούν πλέον με μεγαλύτερη ταχύτητα και αποφασιστικότητα.
Η συμβολή της Ιταλίας σε ένα καινούργιο ηγετικό σχήμα και ο νέος “αέρας” της διακυβέρνησης Σολτς στο Βερολίνο, ίσως να αποτελούν τη λύση που έχει ανάγκη η Ευρώπη.