Τα τακτικά πυρηνικά όπλα, που μερικές φορές ονομάζονται μη στρατηγικά πυρηνικά όπλα που προορίζονται για το πεδίο της μάχης, χρησιμοποιούνται για να αντιμετωπίσουν μεγάλες σε όγκο συμβατικές δυνάμεις όπως οι μεγάλοι σχηματισμοί πεζικού και τεθωρακισμένα. Είναι πολύ μικρότερα σε ισχύ και φυσικά σε βεληνεκές από τα στρατηγικά πυρηνικά όπλα, όπως για παράδειγμα οι κεφαλές που μεταφέρονται με διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους.
Ο ακριβής διαχωρισμός μεταξύ τακτικών και στρατηγικών πυρηνικών όπλων, όσον αφορά την εκρηκτική ισχύ, αποτελεί αντικείμενο “αντιπαράθεσης”. Η ισχύς της ατομικής βόμβας που χρησιμοποιήθηκε για τον βομβαρδισμό της Χιροσίμα, ήταν περίπου 15 κιλοτόνοι, δηλαδή ισοδύναμη με 15 χιλιάδες τόνους ΤΝΤ. Ένα τακτικό πυρηνικό όπλο, μπορεί να έχει ισχύ μεταξύ 0,1 και 50-100 κιλοτόνων. Ένα στρατηγικό πυρηνικό όπλο, μπορεί να έχει ισχύ που ισοδυναμεί με 100 – 1.000+ κιλοτόνους, δηλαδή από 100 χιλιάδες, μέχρι 1 εκατομμύριο τόνους ΤΝΤ.
Συγκριτικά, η μεγαλύτερη συμβατική βόμβα (ΜΟΑΒ), έχει ισχύ 0.011 κιλοτόνους ΤΝΤ (η ισχύς της αντίστοιχης ρωσικής είναι υπό αμφισβήτηση), ενώ η μεγαλύτερη πυρηνική, 50 μεγατόνους (Tsar Bomba), που δεν μπήκε ποτέ σε παραγωγή. Είναι προφανές πως ο διαχωρισμός ισχύος μεταξύ τακτικών και στρατηγικών πυρηνικών όπλων αποτελεί θέμα ερμηνείας και δεν υπάρχει κάποιος χρυσός κανόνας που να τα διαχωρίζει.
Τα τακτικά πυρηνικά όπλα έχουν ως αποστολή να πλήξουν κάθε στόχο, που θα αποτρέψει τον εχθρό να ξεκινήσει ή να συνεχίσει έναν πόλεμο, ή απλά να μειώσει τη μαχητική του ικανότητα. Θα χρησιμοποιηθούν για παράδειγμα εναντίον βάσεων, συγκεντρώσεων στρατευμάτων και τεθωρακισμένων, συγκεντρώσεις ναυτικών μονάδων, κτλ.
Μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για απαγόρευση περιοχής, λόγω ραδιενεργής μόλυνσης. Ένα παράδειγμα από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, ήταν η πιθανή χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων από τη Δύση, για να εμποδίσει ή να σταματήσει τα χιλιάδες σοβιετικά άρματα, από το να διασχίσουν το πέρασμα της Φούλντα (Fulda Gap) στη Γερμανία και να ξεχυθούν στη Δυτική Ευρώπη. Μια ακόμη προσέγγιση για τη χρήση τους, είναι η αντίληψη πως δε θα προκαλέσουν γενικευμένη πυρηνική αντιπαράθεση μεταξύ των υπερδυνάμεων, αν και ουδείς μπορεί να εγγυηθεί κάτι τέτοιο.
Τα στρατηγικά πυρηνικά όπλα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν εναντίον πόλεων, κέντρων οικονομικής και πολιτικής δραστηριότητας, αλλά και στρατιωτικών στρατηγικών στόχων, όπως θέσεις εκτόξευσης διηπειρωτικών πυραύλων (ICBM). Σκοπός τους είναι να καμφθούν πλήρως η θέληση και οι δυνατότητες του αντιπάλου να διεξάγει πόλεμο. Όσον αφορά στρατηγικούς πολιτικούς στόχους, σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται υποδομές όπως λιμάνια, οικονομικά κέντρα, ακόμη και αγροτικές εκτάσεις που εφόσον πληγούν, δε θα μπορούν να ξαναχρησιμοποιηθούν στο μέλλον.
Τα τακτικά πυρηνικά όπλα, βασίζονται κυρίως σε φορείς μικρής και μέσης εμβέλειας, δηλαδή περί τα 500 χλμ. Τα στρατηγικά, έχουν ουσιαστικά απεριόριστο βεληνεκές, καθότι μπορούν να χτυπήσουν σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη. Σε κάθε περίπτωση, τα πυρηνικά όπλα είναι ισχυρότερα κατά 10 εκατομμύρια, έως 100 εκατομμύρια σε σχέση με τα συμβατικά όπλα και η ακτινοβολία τους μολύνει το έδαφος, το νερό και τα τρόφιμα.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν ένα σχετικά μικρό απόθεμα τακτικών πυρηνικών όπλων. Υπολογίζονται σε 230, εκ των οποίων, τα 100 αφορούν βόμβες B-61, που βρίσκονται στη Γερμανία. Στον αντίποδα, η Ρωσία διαθέτει, σύμφωνα με εκτιμήσεις, περίπου 2.000 και ο λόγος είναι πως αποτελούν αντιστάθμισμα για τις σχετικά περιορισμένες ποσότητες και δυνατότητες των συμβατικών όπλων τους.
Καθότι η πιθανή χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων, ισοδυναμεί με πλου σε αχαρτογράφητα νερά, θα πρέπει μάλλον να θεωρούμε δεδομένο πως θα προκαλέσουν τεκτονικές αλλαγές σε στρατηγικό επίπεδο. Η χρήση τακτικών ή στρατηγικών πυρηνικών όπλων, θα ανοίξει το κουτί της Πανδώρας, με απρόβλεπτες συνέπειες για την ανθρωπότητα.