Πρώτη δημοσίευση, ΠΤΗΣΗ, τ. 34, Μάρτιος 2023… σε χρόνο ανύποπτο πριν τις μεγάλες πυρκαγιές των τελευταίων ημέρων.
Επιπλέον στοιχεία Igor Bozinovski
Στην Ελλάδα συνήθως τα θέματα της αεροπυρόσβεσης τα θυμόμαστε όταν αρχίζει η δασοπυροσβεστική περίοδος και όχι εν μέσω χειμώνα. Φαίνεται όμως ότι κάτι αλλάζει -επιτέλους- σε αυτό τον τόπο, αφού βρισκόμαστε στα πρόθυρα μιας γιγάντιας αγοράς καινούργιων πυροσβεστικών αεροπλάνων, μιας σημαντικότατης ενίσχυσης του εναέριου στόλου μας με σύγχρονα μέσα που θα αναβαθμίσουν κατακόρυφα τις δυνατότητες έγκαιρης επέμβασης και καταστολής των δασικών πυρκαγιών στη χώρα μας.
Η ευρύτερη εξαγγελία είναι παλιά, αλλά το τρέχον -υπό εξέλιξη- σκέλος, στο οποίο αναφερόμαστε παρακάτω, είναι πρόσφατο και ανάγεται στο τέλος του περασμένου Νοεμβρίου όταν το υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας εξέδωσε δημόσια πρόσκληση για συμμετοχή σε προκαταρκτική διαβούλευση σχετικά με τη σχεδιαζόμενη απόκτηση νέων πυροσβεστικών αεροπλάνων. Η διεθνής πρόσκληση καλούσε τους ενδιαφερόμενους να συμμετάσχουν στη διαδικασία, με καταληκτική ημερομηνία στις 24 Δεκεμβρίου 2022, ως ενδιάμεσο στάδιο για τη διαγωνιστική διαδικασία, στις αρχές του 2023, για την απόκτηση μιας νέας εναέριας εξειδικευμένης πλατφόρμας πυρόσβεσης που θα καλύψει την ελληνικές ανάγκες.
Η επιδίωξη αφορά στην αντικατάσταση των PZL (PZL-Mielec) M-18 Dromader, ενώ να υπενθυμίσουμε ότι υπάρχει ήδη δρομολογημένη διαδικασία για προμήθεια έως και οκτώ De Havilland Canada DHC-515 και πιθανότατα τον εκσυγχρονισμό των υφιστάμενων CL-415GR στο ίδιο πρότυπο (γνωστών ως CL-415 Enhanced Aerial Firefighter), όπως είχε ανακοινωθεί από το υπουργείο τον Ιούνιο του 2021 επί υπουργίας Νίκου Χαρδαλιά και επιβεβαιώθηκε σε αρκετές περιπτώσεις από το διάδοχό του Χρήστο Στυλιανίδη.
Σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές με βάση τις οποίες γίνεται η διαβούλευση, η απαίτηση αφορά την προμήθεια συνολικά 36 νέων μονοκινητήριων αεροσκαφών σταθερής πτέρυγας με ελικοστρόβιλο κινητήρα σε αμφίβια διαμόρφωση, εκ των οποίων τα 30 θα είναι μονοθέσια και τα 6 διθέσια (με δυνατότητα ελέγχου από αμφότερες τις θέσεις του πιλοτηρίου προκειμένου να χρησιμοποιούνται και ως εκπαιδευτικά).
Η αμφίβια διαμόρφωση σημαίνει ότι τα αεροπλάνα, σε αντίθεση με τα σημερινά PZL M-18, θα μπορούν να προσυδατώνονται/προσθαλασσώνονται σε επιφάνειες νερού, διατηρώντας και τη δυνατότητα προσαπογείωσης από αεροδρόμια μέσα στον ίδιο κύκλο επιχειρήσεων, δηλαδή χωρίς απαίτηση αποδιαμόρφωσης/αναδιαμόρφωσης. Και στις δυο περιπτώσεις θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούνται σε έγκαιρη επέμβαση για αρχική προσβολή πυρκαγιών (με ρίψη αλμυρού ή γλυκού νερού, επιβραδυντικού υγρού ή και αφρού) καθώς και σε αποστολές εναέριας επιτήρησης ή και εναέριου συντονισμού (από τον επιβαίνοντα στην πίσω θέση των διθέσιων μοντέλων).
Σταχυολογώντας ανάμεσα στις προδιαγραφές, οι ελάχιστες απαιτήσεις των υποψηφίων αεροπλάνων είναι: μέγιστη ταχύτητα πλεύσης τουλάχιστον 150 κόμβων, εμβέλεια τουλάχιστον 500 ναυτικών μιλίων, λειτουργική αυτονομία τουλάχιστον 3 ωρών, ενσωματωμένη δεξαμενή τουλάχιστον 3.000 λίτρων, δυνατότητα επιχειρήσεων από διάδρομο μήκους 1.000 μέτρων υπό το μέγιστο βάρος απογείωσης (MTOW) και ικανότητα εκκίνησης του κινητήρα χωρίς εξωτερική βοηθητικής πηγή ισχύος, ώστε να μπορούν να επιχειρούν από οποιαδήποτε τοποθεσία χωρίς την ανάγκη υποστήριξης.
Τα απαιτούμενα 36 αεροσκάφη θα πρέπει να παραδοθούν εντός 6 ετών από την υπογραφή της σύμβασης (χρονικό σημείο που νοείται ως Χρόνος Μηδέν ή Τ0) και πιο συγκεκριμένα: 6 αεροσκάφη (από τα οποία τουλάχιστον 3 θα πρέπει να είναι διθέσια) σε T0+1 έτος, επιπλέον 6 (περιλαμβανομένων των υπόλοιπων διθεσίων) σε T0+2 χρόνια και από 6 μονοθέσια ετησίως τα επόμενα 4 χρόνια.
Ο ανάδοχος-προμηθευτής που θα επιλεγεί πρέπει να παρέχει πλήρη υποστήριξη του τύπου με ανταλλακτικά, με βάση τον ετήσιο χρόνο ωρών πτήσης του στόλου (σε πλαίσιο «Power by Hour») για μια περίοδο 4 ετών (σταδιακά και σε άμεση σχέση με τις παραδόσεις των αεροσκαφών). Σύμφωνα με τον προγραμματισμό η αναμενόμενη ετήσια επιχειρησιακή εκμετάλλευση κάθε αεροσκάφους προσδιορίζεται σε 300 ώρες πτήσης, αλλά διατηρείται φυσικά η επιλογή τα αεροπλάνα να επιχειρούν πάνω από αυτό το όριο με αντίστοιχη υποχρέωση του αναδόχου να αναδιαμορφώσει την υποστήριξη για να καλύψει την εκάστοτε ανάγκη.
Ο ανάδοχος, κατά την προσφορά του, θα υποχρεούται να υποβάλει πλήρες επακριβές πρόγραμμα εκπαίδευσης για 10 χειριστές και 15 μηχανικούς, που πρέπει να προετοιμαστούν στον ελάχιστο απαιτούμενο χρόνο για να επιχειρήσουν/υπηρετήσουν τα αεροπλάνα. Για την ανάγκη της επιχειρησιακής εκπαίδευσης ο προμηθευτής θα παρέχει 3 εκπαιδευτές επί τόπου στην Ελλάδα για περίοδο 2 ετών με την παράδοση των τριών πρώτων διθέσιων αεροσκαφών, ενώ επιπλέον θα εξασφαλίσει έναν εκπαιδευτή το δεύτερο έτος για διάρκεια τουλάχιστον ενός έτους. Οι εν λόγω εκπαιδευτές θα πρέπει να πραγματοποιούν επίσης επιχειρήσεις κατά τη θερινή περίοδο, υποστηρίζοντας την εκμετάλλευση των αεροσκαφών. Η αρχική εκπαίδευση του τεχνικού προσωπικού (θεωρητική και πρακτική) θα περιλαμβάνει όλη την απαιτούμενη προετοιμασία ώστε να αποκτηθεί πλήρης ικανότητα υποστήριξης του τύπου σε επιχειρησιακή εκμετάλλευση σε πλαίσιο αυτονομίας και ανεξαρτησίας από τον προμηθευτή.
Να σημειωθεί ότι η προμήθεια των καινούργιων πυροσβεστικών εναέριων μέσων, που περιλαμβάνει τα μονοκινητήρια αμφίβια που προαναφέρθηκαν, τα DHC-515 (πιθανόν τον εκσυγχρονισμό των CL-415GR) και την αγορά μέσων και βαρέων ελικοπτέρων, συγχρηματοδοτείται από την πρωτοβουλία NextGenerationEU της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το πλαίσιο του «Ελλάδα 2.0 – Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας», το ΕΣΠΑ 2021-2027 και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για το δανεισμό. Ο προϋπολογισμός για το «πακέτο» των μονοκινητήριων αμφίβιων αεροπλάνων ανέρχεται σε €144,9 εκατ. (περιλαμβανομένου ΦΠΑ).
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις και με δεδομένο (όπως έχουμε αναφέρει πολλές φορές) ότι η προσφορά στην (πολύ ειδική) αγορά εναέριων πυροσβεστικών μέσων και ελάχιστη, η ελληνική προμήθεια στοχεύει στο αμφίβιο Air Tractor AT-802 Fire Boss, το οποίο έχει ήδη παρουσία και δράση στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, μέσω μισθώσεων και έχει έτσι αξιολογηθεί για την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα και την ακαταλληλότητά του στις ελληνικές ανάγκες.
Με το Bombardier CL-415 (μεταφορικής ικανότητας 6.137 λίτρων) εκτός παραγωγής από το 2015 και το πρόγραμμα του διαδόχου του De Havilland DHC-515 Firefighter (ικανότητας 7.000 λίτρων) να βρίσκεται ακόμη σε στάδιο ανάπτυξης και με αβέβαιο χρονοδιάγραμμα παραδόσεων, το AT-802 ήλθε να καλύψει το «κενό» που υφίσταται και να ικανοποιήσει τις ανάγκες πολλών χωρών για ένα ειδικά κατασκευασμένο πυροσβεστικό αεροσκάφος, με βάση παραγωγή γραμμής που ξεπερνά τις δυο μονάδες το μήνα και έχει δυνατότητα περαιτέρω επέκτασης.
[Να θυμίσουμε ότι, σύμφωνα με ενημέρωση της De Havilland Canada το Μάρτιο του 2022, το πρόγραμμα του DHC-515 υποστηρίζεται από «επιστολή προθέσεων για την προμήθεια 22 αεροσκαφών, την οποία υπέγραψε αριθμός ευρωπαϊκών χωρών μέσω διαπραγμάτευσης G-to-G (government-to-government) με τον καναδικό κρατικό φορέα CCC (Canadian Commercial Corporation). Η DHC, αναφέρει σε εκείνη την ανακοίνωσή της (και χωρίς να υπάρχει νεότερη ενημέρωση) για παράδοση του πρώτου αεροπλάνου από «τα μέσα της τρέχουσας δεκαετίας και ικανοποίηση της (δυνητικής) παραγγελίας των 22 έως το τέλος της», που δίνει μια ένδειξη ρυθμού παραγωγής 4-5 DHC-515 ετησίως.]
Να θυμίσουμε ότι το Air Tractor AT-802 είναι ένα SEAT (Single Engine Air Tanker) τύπου III με μεταφορική ικανότητα 3.104 λίτρων νερού σε δεξαμενή που βρίσκεται μεταξύ του πιλοτηρίου και του πυράντοχου διαχωριστικού με το διαμέρισμα του κινητήρα. Είναι διαθέσιμο ως μονοθέσιο (AT-802A) ή διθέσιο (AT-802), όπως επίσης και σε χερσαία ή αμφίβια διαμόρφωση. Εξοπλισμένο με σύστημα προσγείωσης (δύο κύρια σκέλη και έναν ουραίο τροχό) μπορεί να επιχειρεί από αεροδρόμια ή πρόχειρους διαδρόμους, χωμάτινες (ή χορτάρινες) επιφάνειες ή/και δημόσιους δρόμους. Σε αυτή την παραλλαγή το αεροπλάνο γεμίζει τη δεξαμενή του με νερό στο έδαφος από πυροσβεστικά ή βυτιοφόρα οχήματα ή ακόμη και απ’ ευθείας από κρουνό. Όταν χρησιμοποιείτε αντλία υψηλής ροής, ο χρόνος πλήρωσης της δεξαμενής με τα 3.104 λίτρα νερού είναι μικρότερος των 2 λεπτών.
Στην αμφίβια έκδοση, γνωστή ως AT-802 Fire Boss, είναι εξοπλισμένο με τους πλωτήρες Wipaire 10.000 (ο καθένας διαθέτει υδραυλικά εκτεινόμενη/ανασυρόμενη υποδομή προσγείωσης με μονό τροχίσκο στο ρύγχος και κύριους διπλούς τροχούς στο μέσον του). Το Fire Boss χρειάζεται λιγότερα από 1000 μέτρα υδροδρόμησης στην επιφάνεια ποταμών, λιμνών, ταμιευτήρων νερού, φραγμάτων και στην ανοικτή θάλασσα και 15 δευτερόλεπτα ώστε να συλλέξει τα 3.104 λίτρα νερού της δεξαμενής του. Σε αμφότερες τις εφαρμογές το AT-802 διαθέτει το εξελιγμένο σύστημα FRDS (Fire Retardant Dispersal System) που ελέγχει μέσω υπολογιστή τις ηλεκτρικά ανοιγόμενες κοιλιακές θύρες και δίνει στον πιλότο τη δυνατότητα ρίψης (νερού/αφρού/επιβραδυντικού υγρού) με πολλαπλές επιλογές άφεσης (μιας ή περισσότερων στην ίδια ή σε διαφορετικές εστίες) και ποικιλία διαμορφώσεων: από δημιουργία φράγματος αναχαίτησης μετώπου φωτιάς μέσω καταιονισμού «διαδρόμου» μήκους 600-800 m και πλάτους 10 m, έως προσβολή σημείου με «βόμβα νερού» 3.100 λίτρων σε 1,4 δευτερόλεπτα.
To πόσο «δημοφιλές» έχει γίνει το AT-802 αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι η Air Tractor παρέδωσε τον προηγούμενο μήνα το χιλιοστό αεροπλάνο, ενώ στα Βαλκάνια υπάρχουν ήδη τρεις χρήστες και αρκετοί άλλοι είναι δυνητικοί πελάτες. Η Κροατία είναι ο παλαιότερος από αυτούς με οκτώ αεροπλάνα, πέντε μονοθέσια και τρία διθέσια. Τρία αεροσκάφη διαθέτει το Μαυροβούνιο και άλλα τρία η Βόρεια Μακεδονία, ενώ η Σλοβενία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη και Αλβανία έχουν επίσης εκφράσει πρόθεση αγοράς του AT-802, με την Τουρκία να αναμένεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να υπογράψει για 20 αεροπλάνα μέσα στις επόμενες εβδομάδες.