Πολύ ανησυχητική είναι πλέον η εικόνα των Στρατιωτικών Σχολών καθώς τα αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν στις φετινές Πανελλαδικές, δείχνουν σημαντικό πλέον έλλειμμα ενδιαφερομένων να εισαχθούν σε αυτές, πτώση επιπέδου βαθμολογιών αλλά και αδυναμία διόρθωσης του “κόφτη” της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής. Αναλυτικά έχουμε τα εξής:
Α. Μεγάλη μείωση βάσεων το 2024 από ότι το 2023. Αν και αυτό είναι ως συμβάν “εποχικό”, δηλαδή εξαρτάται από την δυσκολία των εξετάσεων κάθε έτος (και ισχύει για όλες τις σχόλες και όχι ειδικά τις στρατιωτικές), δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο πως στις 10 σχολές με τη μεγαλύτερη μείωση βάσης το 2024, οι 8 είναι στρατιωτικές, μια Αστυνομικών και μια μόνο τυπικού ΑΕΙ! Αυτό το γεγονός έμμεσα δείχνει πως οι υποψήφιοι των στρατιωτικών σχολών δεν έχουν πολύ υψηλές επιδόσεις στις εξετάσεις και πως τις τοποθετούν χαμηλά στις προτιμήσεις τους, όπως είχε συμβεί και πέρυσι. Έτσι πλέον εισάγεται κανείς στην Σχολή Ευελπίδων για Όπλα, με περίπου 12.000 μόρια!Ακόμη είναι φανερό πως οι σχολές του Στρατού Ξηράς και του Ναυτικού “υποφέρουν” περισσότερο από μέτριες επιδόσεις εισαγωγής.


Β. Μεγάλα κενά εισακτέων στις σχολές λόγω Ελάχιστης Βάσης: Η εφαρμογή λοιπόν του “κόφτη” που υποτίθεται διασφαλίζει πως σε κάθε σχολή θα μπαίνουν υποψήφιοι με κάποιο βασικό επίπεδο επιδόσεων στις Πανελλαδικές, και φέτος κατέληξε (όπως και πέρυσι) στο ίδιο φαινόμενο. Να έχουμε στις στρατιωτικές σχολές σημαντικά κενά στην πλήρωση θέσεων που φθάνουν συνολικά τις 460!
Ειδικότερα, όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα, στην Σχολή Ευελπίδων για Όπλα μένουν κενές 230 θέσεις από 307 σε σύνολο (το 75%), στην Ικάρων για Ιπτάμενους 14 θέσεις κενές σε σύνολο 61 (το 23%), ενώ ευτυχώς στη Ναυτικών Δοκίμων, έχουμε πλήρη κάλυψη. Και στην σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών Στρατού για Όπλα έχουμε 148 κενές θέσεις, αλλά και στη ΣΜΥΑ-Τεχνικής Υποστήριξης, εμφανίζονται 60 κενά.
Αποτέλεσμα όλων αυτών; Στην αποφοίτηση αυτής της τάξης (που θα είναι ακόμη μικρότερη αριθμητικά γιατί ως συνήθως θα εμφανιστούν ενδιάμεσα και πολλές αποχωρήσεις σπουδαστών), θα έχουμε σοβαρό κενό στελεχών που θα συνοδεύει τις Ένοπλες Δυνάμεις μέχρι την αποστράτευση τους! Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε πως αυτά τα εκατοντάδες στελέχη που “δεν μπήκαν φέτος” είχε προβλεφθεί να καλύπτουν ανάγκες για δεκαετίες.
Γ. Αποτυχία “θεραπείας” των επιπτώσεων της Ελάχιστης Βάσης: Τα φετινά κενά εισακτέων στις στρατιωτικές σχολές δεν είναι κάτι καινούργιο. Και πέρυσι είχε παρατηρηθεί το ίδιο φαινόμενο, και επιλέχθηκε ως μέθοδος αντιμετώπισης η αύξηση των συνολικών θέσεων κατά 404, υποθέτοντας πως το μεγάλωμα της “δεξαμενής” θα επιτρέψει περισσότερους εισαχθέντες. Κάτι που προφανώς απέτυχε φέτος. Να προτείνουμε εδώ, τελείως ενδεικτικά, το εξής: Να υπάρξει νομοθετική ρύθμιση που να εξαιρεί τις στρατιωτικές σχολές από την εφαρμογή της Ελάχιστης Βάσης, αν μη τι άλλο να δοκιμαστεί κάτι τέτοιο για 2-3 έτη.
Γιατί οι νέοι δεν προτιμούν τις στρατιωτικές σχολές;
Ξεπερνώντας τις αναφορές σε στατιστικά των Πανελλαδικών, όλα τα παραπάνω εκφράζουν κάτι πολύ πιο ευρύ: Πως οι στρατιωτικές σχολές εδώ και καιρό δεν προσελκύουν μεγάλο μέρος των νέων μας, και αν συμβεί αυτό, δεν είναι πρώτη/κύρια επιλογή τους. Ακροθιγώς θα θίξουμε κάποια αίτια:
Α. Χαμηλές αμοιβές στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων: Το γνωστό που συνεχώς εντείνεται και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με επιδοματικές πολιτικές, έκτακτα και “ειδικές αμοιβές” όπως π.χ. αυτή που ανήγγειλε χθες ο κ. Δένδιας για τους τεχνικούς των πυροσβεστικών αεροσκαφών (λες και οι άλλοι τεχνικοί της Πολεμικής Αεροπορίας δεν δίνουν αγώνα κάθε μέρα). Η χαμηλή αμοιβή των στελεχών αποθαρρύνει πολλούς νέους, που καλώς και απόλυτα λογικά, αναμένουν ένα αξιοπρεπές εισόδημα για μια μακρά υπηρεσία, υψηλών απαιτήσεων και ευθυνών. Μάλιστα όσο οι Ένοπλες Δυνάμεις γίνονται όλο και πιο τεχνολογικά/οργανωτικά σύγχρονες, με ολοένα και αυξανόμενες απαιτήσεις ειδίκευσης και τεχνογνωσίας των στελεχών τους (τουλάχιστον σε αρκετές θέσεις), τόσο πιο “ανέκδοτο” φαντάζει η αμοιβή τους.
Για παράδειγμα, αν ένας καπετάνιος εμπορικού ποντοπόρου πλοίου μπορεί να περιμένει αμοιβή 10.000 ευρώ το μήνα, έχοντας την ευθύνη ενός σκάφους αξίας (με το φορτίο) 200-300 εκατομμυρίων δολαρίων και με πλήρωμα 30 ατόμων, τι ακριβώς πρέπει να πληρώνεται (έστω μειωμένο, λόγω αμοιβών δημόσιου τομέα), ο αυριανός κυβερνήτης μιας υπερσύγχρονης φρεγάτας FDI, αξίας 1 δις ευρώ, με 120 άτομα πλήρωμα και με επιχειρησιακή ευθύνη υπερπολλαπλάσια και εθνικά κρίσιμη;
Δεν αναμένει κανείς βέβαια -και δεν συνέβαινε ποτέ- να “εξισωθούν” οι αμοιβές των στρατιωτικών με εκείνες της ιδιωτικής αγοράς, αλλά το άνοιγμα της ψαλίδας μεγαλώνει συνεχώς, απωθώντας τους υποψηφίους και ίσως τους πιο δυναμικούς και υψηλών επιδόσεων.
Β. Προβληματικές συνθήκες υπηρεσίας: Πέρα από το χάσμα των αμοιβών, το κάποτε “διακριτό” επίπεδο παροχών που είχαν οι στρατιωτικοί, και εν μέρει αποζημίωνε τις μέτριες αμοιβές τους, και αυτό έχει έχει υποβαθμιστεί. Π.χ με έλλειψη κατοικιών (γίνεται τώρα μια προσπάθεια ανέγερσης νέων), με υποβάθμιση εγκαταστάσεων αναψυχής (ΚΑΑΥ, ΚΕΔΑ, ΘΑΝ) και αδυναμία κάλυψης όλων των δικαιούχων, με πολλές μεταθέσεις, προβληματικές και παμπάλαιες υποδομές παραμονής σε πολλές μονάδες, όπως και υποβάθμιση στρατιωτικών νοσοκομείων, κάτι που ακολουθεί τη γενικότερη πολιτική υπονόμευσης της δημόσιας υγείας και του ΕΣΥ.
Πέρα από αυτά; “Αρχαίοι” κανονισμοί και κουλτούρα διοίκησης, μεγάλη γραφειοκρατία, μόνιμη έλλειψη κονδυλίων και πόρων που οδηγούν σε “ριψοκίνδυνες” πατέντες, ταλαιπωρούν τα στελέχη μαζί με κομματισμό, ευνοιοκρατία, κακότροπο προσωποκεντρισμό και μη αποδοτική και αξιοκρατική αξιολόγηση. Ενώ σταθερή είναι η αδυναμία ενίσχυσης ηθικού από την πολιτική ηγεσία (που αναλώνεται σε “ευχαριστήρια” και εποχιακές μεγαλοστομίες και παράτες) και πολλά ακόμη.
Γ. Μείωση κοινωνικής εμπιστοσύνης και άρα κύρους των Ενόπλων Δυνάμεων: Δεν το συζητάμε όσο τα δύο παραπάνω αλλά και εδώ υπάρχει θέμα. Ιστορικά ο θεσμός των Ενόπλων Δυνάμεων παραμένει ο πλέον “υψηλής εμπιστοσύνης” στην κοινωνία μας, αλλά όχι όσο νομίζουμε και με τάση μείωσης. Στην τακτική έρευνα “Εμπιστοσύνης σε θεσμούς” της Public Issue έχουμε την παρακάτω εικόνα για το διάστημα 2007-2024. Όπου βλέπουμε πως παρά την μεγάλη εμπιστοσύνη που εκφράζει η κοινωνία μας στις ΕΔ, υπάρχει και ένα σημαντικό ποσοστό της τάξης του περίπου 18% που δεν ακολουθεί. Ενώ από το 2021 έως σήμερα έχουμε πτώση της εμπιστοσύνης και μεγάλη!
Και πλέον οι Ένοπλες Δυνάμεις, έρχονται “δεύτερες”, καθώς τις έχει ξεπεράσει η Πυροσβεστική! Κάτι που εξηγείται βέβαια εν μέρει από την αύξηση των δασικών πυρκαγιών και της καταστροφικότητας τους, άρα η ματιά και η ελπίδα της κοινωνίας στρέφεται προς το αντίστοιχο Σώμα.
Το παραπάνω μαζί με την γενικότερη έλλειψη εμπιστοσύνης σε “θεσμούς” που χαρακτηρίζει εδώ και δεκαετίες τη χώρα μας, σαφώς έχουν και αντανάκλαση στις επαγγελματικές επιλογές των νέων. Καθώς αν μόλις το 18% εμπιστεύεται τη Βουλή και τις “κυβερνήσεις”, πως ακριβώς θα εμπιστευθεί για μια καριέρα δεκαετιών, τις Ένοπλες Δυνάμεις που διοικούνται και ελέγχονται από αυτούς τους θεσμούς;
Υπάρχει λύση για τα παραπάνω; Σύντομη και “μαγική” σίγουρα όχι. Εάν μια εθνική λειτουργία τόσο κρίσιμη όσο των μονίμων στελεχών των ΕΔ, δεν αμοίβει για ότι απαιτεί, αν δεν υπάρχει εκεί υψηλό ηθικό που συντηρεί το αίσθημα ευθύνης και αφοσίωσης, αν δεν υπάρχει κοινωνικό κύρος και αναγνώριση που να υπερκαλύπτει τα όποια αρνητικά, εάν οι Ένοπλες Δυνάμεις έχουν μπει και στο δημόσιο διάλογο, αλλά με την γνωστή της εποχής, τοξικότητα και απολυτότητα και τραχύτητα “έκφρασης γνώμης”, τότε γιατί να αναμένουμε πως θα προτιμηθούν από την νέα γενιά;
Και άν οι Ένοπλες Δυνάμεις αξιολογούνται αποσπασματικά και σε στιγμιότυπα, με βάση “την αγορά νέων όπλων” , “την εικόνα σε παρελάσεις”, και “την απόδοση σε κρίσεις που συμβαίνουν μια στα τόσα”, και όχι συνεχώς για την πολλές φορές άηχη προσφορά τους, από μια κοινωνία και πολιτεία λωτοφαγικής αντίληψης, γιατί αυτό να προκρίνει τη συμμετοχή εκεί;
Ακολουθήστε μας, στο Facebook, στο Twitter, στο YouTube και στο Viber!