Παράταση της θητείας του Γενς Στόλτενμπεργκ, ως Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ, για ένα χρόνο αποφάσισε η Συμμαχία, με το σκεπτικό πως σε περίοδο παγκόσμιων κρίσεων είναι καλύτερα να παραμείνει ένας «έμπειρος ηγέτης». Έτσι ο ίδιος θα διατηρηθεί -παρά το ότι είχε δηλώσει πως ολοκληρώνει την υπηρεσία του- έως την 1η Οκτωβρίου 2024.
Ο ίδιος ο Στόλτενμπεργκ ανέφερε: «Με τιμά η απόφαση των συμμάχων του ΝΑΤΟ να παρατείνουν τη θητεία μου ως Γενικού Γραμματέα. Ο διατλαντικός δεσμός μεταξύ Ευρώπης και Βόρειας Αμερικής έχει διασφαλίσει την ελευθερία και την ασφάλειά μας για σχεδόν εβδομήντα πέντε χρόνια και, σε έναν πιο επικίνδυνο κόσμο, η μεγάλη μας Συμμαχία είναι πιο σημαντική από ποτέ».
Δεν είμαστε απολύτως σίγουροι για το αν με το άκουσμα της είδησης οι Έλληνες ξεχυθούν στους δρόμους πανηγυρίζοντας… καθώς ο γ.γ. και πρώην πρωθυπουργός της Νορβηγίας έχει συγκεντρώσει πολλές κριτικές στο εσωτερικό της χώρας μας. Του καταλογίζεται κυρίως η πολύ τυπική και «ξύλινη» γλώσσα σε ότι αφορά τα ελληνοτουρκικά, ακόμη και όταν η Άγκυρα σαφώς παρήγαγε ένταση στο Αιγαίο και μας απειλούσε με ευθεία εισβολή. Αλλά και σε ευρύτερα ζητήματα, όπως αυτό της ένταξης της Σουηδίας, την οποία μπλοκάρει η Άγκυρα, και πάλι ο Στόλτενμπεργκ διατήρησε ένα συμβιβαστικό προφίλ, καλώντας την Τουρκία να «επανεξετάσει το ζήτημα». Ενώ διατύπωσε και τη θέση πως «πρέπει να ακουστούν οι ανησυχίες ασφαλείας που εκφράζει η Τουρκία σχετικά με την τρομοκρατία».
Για να τον δικαιολογήσουμε εν μέρει, τα πρόσωπα που έχουν υπηρετήσει στη θέση αυτή, έχουν ένα δύσκολο έργο επιχειρώντας να συμβιβάσουν τα πολλά μέλη της Συμμαχίας σε πολλές μεταξύ τους μικρές ή μεγάλες τριβές. Οπότε η διπλωματική, συμβιβαστική, άνευρη γλώσσα και στάση είναι μάλλον προαπαιτούμενο. Η χώρα μας άλλωστε δεν έχει να καταγράψει ευαρέσκεια για σχεδόν κανένα γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ, που σε ότι μας αφορά ήταν από αδιάφοροι (π.χ. οι αμέσως προηγούμενοι Ρασμούσεν και Σέφερ), έως και αρνητικοί. Με τον Γιόσεφ Λούνς επί Κυπριακής τραγωδίας να έχει αφήσει τις χειρότερες αναμνήσεις, προωθώντας την αντίληψη της «μη ανάμιξης στα ελληνοτουρκικά».