Το Ανώτατο Δικαστήριο της Ολλανδίας ανέτρεψε καταδικαστική απόφαση βάσει της οποίας η Μόσχα υποχρεούτο να καταβάλει αποζημίωση 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων στους πρώην μετόχους της πετρελαϊκής εταιρείας Yukos, δικαιώνοντας την Μόσχα η οποία είχε προσφύγει κατά της αρχικής απόφασης καταθέτοντας έφεση, και ανέπεμψε την υπόθεση στο Εφετείο του Αμστερνταμ για επανεκδίκαση.
Ο πετρελαϊκός κολοσσός Yukos, ο οποίος έχει διαλυθεί, βρίσκεται στο επίκεντρο δικαστικού σίριαλ που ξεκίνησε από την σύλληψη του επικεφαλής του Μιχαήλ Χοντορκόφσκι, πρώην ολιγάρχη και ορκισμένου εχθρού του Κρεμλίνου. Οι πρώην μέτοχοι της Yukos εξέφρασαν μετά την ανακοίνωση της απόφασης την πεποίθηση ότι θα δικαιωθούν.
Η απόφαση λαμβάνεται έπειτα από δικαστικές περιπέτειες επτά ετών στα ολλανδικά δικαστήρια, αφού διαιτητικό δικαστήριο αποφάνθηκε το 2014 ότι η Μόσχα παραβίασε τις διεθνείς της υποχρεώσεις προβαίνοντας σε ενέργειες που αποσκοπούσαν στην πτώχευση της Yukos, όταν ήταν η μεγαλύτερη πετρελαϊκή εταιρεία της Ρωσίας.
«Σήμερα, το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε την τελική απόφαση του εφετείου, καθώς και την προηγούμενη απόφαση του δικαστηρίου αυτού … Η υπόθεση αναπέμφθηκε στο Εφετείο του Αμστερνταμ για να κριθεί εκ νέου», αναφέρεται στην ανακοίνωση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο εξήγησε ότι έλαβε την υπέρ της Ρωσίας απόφαση βασιζόμενη σε ένα σημείο, το οποίο αφορά διαδικαστικό ζήτημα, που έχει ως αποτέλεσμα «οι αποφάσεις του Εφετείου να μην μπορούν να επικυρωθούν». Οι δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου αποδέχθηκαν την επιχειρηματολογία της Ρωσίας και έκριναν ότι το Εφετείο θα πρέπει να επανεξετάσει τους ισχυρισμούς ότι οι πρώην μέτοχοι διέπραξαν απάτη.
Τα περισσότερα περιουσιακά στοιχεία της Yukos απορροφήθηκαν από τον πετρελαϊκό όμιλο Rosneft. Οι πρώην μέτοχοι της Yukos επεδίωξαν την ανάκτηση των περιουσιακών τους στοιχείων προσφεύγοντας στο Μόνιμο Διαιτητικό Δικαστήριο (PCA) με έδρα την Χάγη. Από εκεί, η υπόθεση έκανε την διαδρομή της μέσα από το ολλανδικό δικαστικό σύστημα.
Οι πρώην μέτοχοι κατηγόρησαν την Ρωσία ότι ενορχήστρωσε την διάλυση του πετρελαϊκού κολοσσού για πολιτικούς λόγους και αρχικά η Μόσχα καταδικάσθηκε το 2014 από το Μόνιμο Διαιτητικό Δικαστήριο στην καταβολή αποζημίωσης ύψους 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Το δικαστήριο της Χάγης είχε τότε κρίνει ότι οι πρώην μέτοχοι δικαιούνται αποζημίωση για την διάλυση του πετρελαϊκού ομίλου μετά την σύλληψη του Μιχάλη Χοντορκόφσκι το 2003. Η Μόσχα αρνήθηκε να πληρώσει την αποζημίωση και προσέφυγε στην ολλανδική δικαιοσύνη ξεκινώντας ένα επταετές δικαστικό σίριαλ για την αναίρεση της εναντίον της δικαστικής απόφασης.
Η Yukos ιδρύθηκε την δεκαετία του 1990 μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης. Επιχειρηματίες, ανάμεσά τους και ο Μιχαήλ Χοντορκόφσκι, συγκέντρωσαν τεράστιες περιουσίες αποκτώντας σε χαμηλό τίμημα τα περιουσιακά στοιχεία της Σοβιετικής Ενωσης, κυρίως στον τομέα των πρώτων υλών, όταν η χώρα βρισκόταν σε βαθιά κρίση.
Ο Μιχαήλ Χοντορκόφσκι έλαβε χάρη από τον Βλαντίμιρ Πούτιν τον Δεκέμβριο 2013 και έκτοτε ζει στο εξωτερικό και δεν συμμετέχει στην δικαστική περιπέτεια της Yukos.
Η υπόθεση Yukos σηματοδοτεί την στιγμή που ο Βλαντίμιρ Πούτιν έθεσε υπό έλεγχο τους ρώσους ολιγάρχες, η επιρροή των οποίων στο ρωσικό πολιτικό σύστημα έφθασε στο απόγειό της υπό την ηγεσία του Μπορίς Γέλτσιν.
Η GML, εταιρεία στην οποία συμμετέχουν οι πρώην μέτοχοι της Yukos, θεωρεί ότι δικαιούται αποζημίωσης για τις απώλειες που προκλήθηκαν από την διάλυση του ρωσικού πετρελαϊκού κολοσσού.
Με την απόφασή του το 2014, το Μόνιμο Διαιτητικό Δικαστήριο επιδίκασε αποζημίωση ύψους ρεκόρ στα δικαστικά χρονικά, στηρίζοντας την απόφασή του σε πολυμερή συμφωνία του 1994, την Συνθήκη για τον Χάρτη της Ενέργειας. Ομως, ολλανδικό δικαστήριο αναίρεσε την απόφαση το 2016 με το επιχείρημα ότι το CPA δεν έχει αρμοδιότητα για να αποφανθεί, διότι η Μόσχα έχει υπογράψει την Συνθήκη για τον Χάρτη της Ενέργειας, αλλά δεν την έχει επικυρώσει.
Ολλανδικό δευτεροβάθμιο δικαστήριο αποκατέστησε στην συνέχεια, το 2020, την αρχική δικαστική απόφαση, προκαλώντας την προσφυγή της Ρωσίας ενώπιον του Ανωτάτου δικαστηρίου της Ολλανδίας.Τον περασμένο Απρίλιο, ο επικεφαλής δικαστικός σύμβουλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου είχε εισηγηθεί την απόρριψη της ρωσικής έφεσης.
Μετά την σημερινή απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το δικαστικό σίριαλ συνεχίζεται. Και ακόμη και αν οι πρώην μέτοχοι δικαιωθούν κάποια μέρα, θα πρέπει να κάνουν υπομονή, διότι θα πρέπει να περάσουν από νέες δικαστικές διαδικασίες για να πραγματοποιηθεί κατάσχεση ρωσικών περιουσιακών στοιχείων σε πολλές χώρες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ολλανδία, μέχρι να δουν το χρώμα των 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Οι διαδικασίες αυτές ξεκίνησαν το 2020 με την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων στην Ολλανδία δύο εμβληματικών εταιρειών ποτοποιίας, της Stolichnaya και της Moskovskaya.
Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι πιθανόν να οξύνει το κλίμα έντασης ανάμεσα στην Ολλανδία και την Ρωσία, οι σχέσεις των οποίων δοκιμάζονται εξαιτίας σειράς υποθέσεων που εκδικάζονται ενώπιον ολλανδικών δικαστηρίων.