Στο δεύτερο μέρος της σειράς άρθρων μας, για το ρόλο της Σοβιετικής Ένωσης κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο θα ασχοληθούμε, συνοπτικά, με τρεις παραγνωρισμένες -από τη σοβιετική και τη νυν ρωσική ιστοριογραφία- παραμέτρους. Αυτές καταδεικνύουν πως και οι Δυτικοί Σύμμαχοι, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, βοήθησαν, άμεσα ή έμμεσα, την επική μάχη του «Κόκκινου Στρατού» εναντίον των ναζί εισβολέων και των συνεπικουρούντων Ρουμάνων, Φινλανδών, Ιταλών, Ούγγρων κ.λπ. στο διάστημα 1941-45.
Αποκαθιστώντας την ιστορική αλήθεια για το ρόλο της ΕΣΣΔ στο Β’ Παγκόσμιο – Mέρος 1ο
Σκοπίμως δεν πρόκειται να θίξουμε εδώ -χωρίς βεβαίως να το παραγνωρίζουμε- το «άνοιγμα» του δεύτερου μεγάλου Μετώπου στην Ευρώπη, τον Ιούνιο του 1944 με την απόβαση στη Νορμανδία, διότι τότε πλέον ο πόλεμος στο Ανατολικό Μέτωπο είχε, ουσιαστικά, κριθεί…
Οι τεράστιες ανθρώπινες απώλειες
Μια μικρή παρέκβαση ως προς τις απώλειες του Ανατολικού Μετώπου: το άξιο τεράστιου σεβασμού νούμερο των 27 εκατ. Σοβιετικών νεκρών ασφαλώς και ισχύει, αλλά δεν αφορά τις μάχες στην πρώτη γραμμή (οι οποίες έκριναν και την έκβαση του πολέμου). Διότι, δυστυχώς, η πλειονότητα των θυμάτων της Ένωσης ήταν πολίτες, είτε άμαχοι είτε αντιστασιακοί, αποτέλεσμα της τερατώδους ναζιστικής κτηνωδίας (όπου στο χιτλερικό φαντασιακό οι Σλάβοι θεωρούνταν “υπάνθρωποι”, εξ ου και οι μαζικές εκτελέσεις, οι λιμοί όπως στην Πολιορκία του Λένινγκραντ 1941-1944, και άλλες αιτίες θανάτου σε μια χώρα της οποίας το μισό σχεδόν πυκνοκατοικημένο τμήμα σαρώθηκε από την απάνθρωπη γερμανική εισβολή).
Σε ότι αφορά τις στρατιωτικές απώλειες σε επίπεδο ενστόλων (μόνο των κατηγοριών νεκροί/αγνοούμενοι και όχι τραυματίες) αυτοί εκτιμώνται σε σχεδόν 4,45 εκατ. στρατιώτες του Άξονα, εκ των οποίων 3,64 εκατ. Γερμανοί-Αυστριακοί, 800.000 από τις 4 χώρες που προαναφέρθηκαν και 215.000 Σοβιετικοί συνεργάτες τους (συν 637.000 αιχμάλωτοι πολέμου οι οποίοι δε γύρισαν ποτέ, άρα συνολικά σχεδόν 5,1 εκατ.). Αντίστοιχα, σκοτώθηκαν στο Ανατολικό Μέτωπο, σύμφωνα με τις κρατούσες σήμερα εκτιμήσεις, 6,83 εκατ. ένστολοι Σοβιετικοί και 50.000 συμπολεμιστές τους από τρίτες χώρες, ειδικά το 1944/45 (επιπλέον 2,25 έως 3,3 εκατ. Σοβιετικοί αιχμάλωτοι πολέμου δε γύρισαν ποτέ πίσω, άρα συνολικά γύρω στα 9-10 εκατ) ή το 1/3 όλων των νεκρών.

Οι συνολικές απώλειες της Γερμανίας-Αυστρίας σε ολόκληρο το Β’ Π.Π. από όλες τις αιτίες υπολογίστηκαν το 2005 από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση κοντά στα 7,4 εκατ., εκ των οποίων ένστολοι 4,3 εκατ. Ως εκ τούτου, από τους ίδιους τους Γερμανούς ενστόλους, στα 6 σχεδόν έτη από το 1939 ως το 1945 μόλις 660.000 (ή το πολύ 750.000, σύμφωνα με μια άλλη εκτίμηση) έπεσαν εκτός Ανατολικού Μετώπου και δη οι μισοί εξ αυτών σκοτώθηκαν το τελευταίο εξάμηνο.
1. Η κρίσιμη καθυστέρηση της γερμανικής εισβολής στην ΕΣΣΔ
Η λυκοφιλία -και η αγαστή οικονομική συνεργασία- Βερολίνου-Μόσχας, την οποία αναλύσαμε στο 1ο μέρος του αφιερώματος μας, κράτησε δύο έτη (1939-41), έως ότου η μεγαλύτερη στρατιωτική επιχείρηση όλων των εποχών, η περιβόητη Operation Barbarossa, ξεκίνησε στις 03:15 της 22/6/1941: 3.767.000 άνδρες του Άξονα (190 μεραρχίες) εισέβαλαν προς Ανατολάς σε ένα μέτωπο μήκους 2.900 χιλιομέτρων με ισχυρότατη υποστήριξη αρμάτων, πυροβολικού και Αεροπορίας.

Εντούτοις, με το έτος 1941 να πλησιάζει ήδη στο μέσον του, είχαν περάσει 37 ολόκληρες ημέρες από την αρχικά προγραμματισμένη (σ.σ. το Δεκέμβριο του 1940 που ελήφθη η τελική απόφαση του Χίτλερ περί εισβολής στην ΕΣΣΔ), ημερομηνία εισβολής, για τις 15/5/1941. Όλοι οι ιστορικοί συμφωνούν σχετικά με το μοιραίο εκείνης της καθυστέρησης, καθώς, σε συνδυασμό με τον πρώιμο και βαρύ χειμώνα του 1940/41, απέτρεψε την Ανώτατη Διοίκηση της Βέρμαχτ, υπό το Στρατάρχη Κάιτελ, να επιτύχει τον σημαντικότερο ίσως από τους αντικειμενικούς της σκοπούς: την κατάληψη της ίδιας της σοβιετικής πρωτεύουσας από την πανίσχυρη -78 μεραρχίες- Ομάδα Στρατιών Κέντρου υπό το Στρατάρχη Φ. φον Μποκ.

Έγιναν, βεβαίως, και σημαντικότατα λάθη στην πορεία από πλευράς Χίτλερ, αμέσως μετά τη νικηφόρα για τη Βέρμαχτ, Μάχη του Σμολένσκ, ενώ, παράλληλα, οι υποχωρούντες Σοβιετικοί αντιστέκονταν γενναία. Η ουσία είναι η εξής: όταν τελικά ξεκίνησε η τελική επίθεση προς τη Μόσχα (Operation Typhoon, 30/9/1941) ήταν πλέον πάρα πολύ αργά… Ήδη μια εβδομάδα αργότερα, έπεσε το πρώτο χιόνι, η πορεία επιβραδύνθηκε και το καλύτερο που μπόρεσαν να πετύχουν οι Γερμανοί ήταν οι εμπροσθοφυλακές τους να φτάσουν μέχρι τα περίχωρα της Μόσχας (28 χιλιόμετρα από το Κρεμλίνο) στις 5/12/1941, ήτοι 166 ημέρες μετά την 22/6, και με τη θερμοκρασία αέρα -45 βαθμούς Κελσίου. Στη συνέχεια, η σοβιετική αντεπίθεση του σπουδαίου στρατηλάτη Γκεόργκι Ζούκωφ με τα «φρέσκα» στρατεύματα από τη Σιβηρία, τους απώθησε αρκετά μακρύτερα και, ουσιαστικά, έκρινε τον Πόλεμο, πολύ πριν τις τιτανομαχίες του Στάλινγκραντ και του Κουρσκ.
Γιατί, λοιπόν, η Barbarossa ξεκίνησε αργότερα, στις 22/6/1941, αντί για τις 15/5/1941; Η κρατούσα θεωρία αποδίδει την καθυστέρηση στη μη αναμενόμενη εμπλοκή του Γ΄ Ράιχ στα Βαλκάνια και, κατόπιν, στην Κρήτη την άνοιξη του 1941 (Επιχειρήσεις με κωδικούς Operations 25, Marita και Merkur), προκειμένου να κατακτηθούν η Γιουγκοσλαβία και η Ελλάδα.

Βεβαίως, η Marita εναντίον της Ελλάδος είχε σχεδιαστεί ήδη από το Δεκέμβριο του 1940, ταυτόχρονα με τη Barbarossa, αλλά πιθανότατα δε θα είχε εκτελεστεί ποτέ, εάν οι Ιταλοί είχαν πετύχει στην επίθεση τους στα Βαλκάνια. Η αποτυχία του Μουσολίνι στην «Εαρινή Επίθεση» εναντίον της χώρας μας το Μάρτιο του 1941 και, τον ίδιο μήνα, το γιουγκοσλαβικό πραξικόπημα εναντίον της φιλογερμανικής πτέρυγας, εξανάγκασαν το Χίτλερ να εκδώσει τη «Διαταγή 25» (27/3/1941), βάση της οποίας επιτέθηκε στις βαλκανικές χώρες στις 6/4/1941. Η εμπλοκή της Βέρμαχτ αφορούσε 33 μεραρχίες με 680.000 άνδρες. Ειδικά η Luftwaffe ενεπλάκη σε μεγάλο βαθμό, απασχολώντας το 27% της συνολικής της δύναμης στις αρχές Απριλίου ή 1.153 πολεμικά αεροσκάφη. Στον 4ο Αεροπορικό Στόλο του Πτεράρχου Λερ, αρμόδιο για την περιοχή, εντάχθηκε και το εξαιρετικά μάχιμο 8ο Fliegerkorps του Β. φον Ριχτχόφεν (εξαδέλφου του θρυλικού «Κόκκινου Βαρόνου» του Α΄Π.Π. αλλά και πρώην διοικητή της «Λεγεώνας του Κόνδορα» στην Ισπανία), το οποίο εκλήθη εσπευσμένα για μεταστάθμευση στη Βουλγαρία. Αυτό είχε 437 διαθέσιμα αεροσκάφη διάφορων ρόλων, με έμφαση στα Ju87 Stuka, τα οποία είχε για πρώτη φορά παρατάξει εναντίον της Πολωνίας αλλά και το 1940 στη Μάχη της Αγγλίας.

Συμπεριλαμβανομένης της Μάχης της Κρήτης, στην οποία επικράτησαν μεν, αλλά με πολύ μεγάλες απώλειες των αλεξιπτωτιστών τους, οι Γερμανοί ολοκλήρωσαν την εμπλοκή τους στα Βαλκάνια μόλις την 1/6/1941, εξ ου και μέσα στον Ιούνιο το 8ο Fliegerkorps αναπτύχθηκε εκ νέου στην Κρακοβία, προκειμένου να υποστηρίξει από αέρος τη Barbarossa…
Τέλος, μνείας χρήζουν και οι πάρα πολύ μεγάλες απώλειες μέσων βομβαρδιστικών της Luftwaffe στη Δύση εντός του 1940 (ιδίως δε, αλλά όχι αποκλειστικά, στη «Μάχη της Αγγλίας» και στο συνακόλουθο Night Blitz), τις οποίες τα γερμανικά εργοστάσια δεν μπόρεσαν να αναπληρώσουν επαρκώς, με αποτέλεσμα το αεροπορικό σκέλος υποστήριξης της Barbarossa, το 1941, να είναι μάλλον ανεπαρκές.
2. Η δυτική βοήθεια προς τη Μόσχα
Μια δεύτερη παράμετρος προς συνεκτίμηση είναι η αγγλοσαξωνική βοήθεια προς την ΕΣΣΔ, σε πάσης φύσεως πολεμικό υλικό, ιδίως μετά τον εμβληματικό Νόμο περί Δανεισμού και Εκμισθώσεως (US Lend-Lease Act), τον οποίο υπέγραψε ο Πρόεδρος Φράνκλιν Ντελάνο Ρούζβελτ στις 11/3/1941. Αρχικά αυτός αποσκοπούσε σε βοήθεια μόνο προς την Αγγλία, τελικά, όμως, αυτή διοχετεύτηκε και προς την ΕΣΣΔ.

Το συνολικό τονάζ (σ.σ. σε μετρικούς τόνους) της αμιγώς στρατιωτικής βοήθειας προς την ΕΣΣΔ, χωρίς, επομένως, να συμπεριλαμβάνονται οι τεράστιες ποσότητες τροφίμων, ήταν 17,5 εκατ. τόνοι και κατανεμήθηκε ως εξής: 360.778 τ. κατά το δεύτερο ήμισυ του 1941, 2.453.097 τ. το 1942, 4.794.545 τ. το 1943, 6.217.622 τ. το 1944 και 3.673.819 τ. κατά τους πρώτους 5 μήνες του 1945.
Όπως μας υπενθυμίζει άρθρο της ιστοσελίδας defence-point το 2022, οι ΗΠΑ παρέδωσαν στην ΕΣΣΔ 11.400 πολεμικά αεροσκάφη, 7.000 άρματα μάχης, 6.303 άλλα θωρακισμένα οχήματα, 427.284 φορτηγά οχήματα και τζιπ, 35.170 μοτοσυκλέτες, 2.328 οχήματα γενικής χρήσης και 2.670.371 τ. διυλισμένων πετρελαιοειδών, συμπεριλαμβανομένου του 58% του αεροπορικού καυσίμου που χρησιμοποίησε η Ερυθρά Αεροπορία (VVS)!
Από πλευράς μας, προσθέτουμε ότι ειδικά στα αεροπλάνα της στρατιωτικής βοήθειας συμπεριλαμβάνονταν τριών τύπων μονοκινητήρια μαχητικά (4.952 Bell P-39 Airacobra, 2.400 Curtiss P-40 Warhawk και επίσης 2.400 Bell P-63 King Cobra) τα οποία, μάλιστα, αποδείχτηκαν πάρα πολύ δημοφιλή στους Σοβιετικούς «άσσους», λόγω του ισχυρού τους οπλισμού και των πολύ καλών επιδόσεων σε χαμηλά και μεσαία ύψη. Ακόμη και 197 από τα «κτηνώδη» μεν, υψηλών επιδόσεων δε, Ρ-47 Thunderbolt φόρεσαν το κόκκινο αστέρι!

Επίσης δόθηκαν από ΗΠΑ σε ΕΣΣΔ 4.478.116 τ. τροφίμων, κυριολεκτικά σωτήρια λόγω της απώλειας του “σιτοβολώνα” της ΣΣΔ Ουκρανίας, 1.911 ατμομηχανές, 66 ντηζελομηχανές, 10.920 σιδηροδρομικά βαγόνια, 120 θωρακισμένα βαγόνια, και άφθονα πυρομαχικά, ενώ ένα ολόκληρο εργοστάσιο παραγωγής ελαστικών μεταφέρθηκε αυτούσιο στη Σοβιετική Ένωση.
Η συνολική αξία της αμερικανικής βοήθειας προς την ΕΣΣΔ ήταν πάνω από 11,3 δις δολάρια, αστρονομικό ποσό για την εποχή, καίτοι σαφώς μικρότερο από την αντίστοιχη βοήθεια προς την Αγγλία (31,4 δις), η οποία, πάντως, βοήθησε και η ίδια τους Αμερικανούς μέσω της επονομαζόμενης Reverse Lend-Lease (σ.σ. σε πολύ μικρότερο βαθμό, το ίδιο έπραξε και η ΕΣΣΔ ως προς ορισμένες “στρατηγικές” πρώτες ύλες και δη κρίσιμα ορυκτά). Και μπορεί μεν η σοβιετική παραγωγή πολεμικού υλικού, μεταφερόμενη ανατολικά των Ουραλίων, σταδιακά να ανέκαμψε και να ξεπέρασε τη γερμανική, αλλά ειδικά την κρίσιμη περίοδο από το θέρος του 1941 έως και το θέρος του 1943 (σ.σ. μέχρι τη Μάχη του Κουρσκ, στην οποία, σημειωτέον, κατεγράφηκε το ιστορικό υψηλό της παρουσίας του Άξονα στην Ανατολή με 3.933.000 άνδρες), σαφώς υπολειπόταν των πολεμικών αναγκών της χώρας.

Από πλευράς της, και η Βρετανική Αυτοκρατορία παρέδωσε στην ΕΣΣΔ πάνω από 7.000 πολεμικά αεροσκάφη, εκ των οποίων 2.952 μαχητικά τύπου Hawker Hurricane και 1.351 τύπου Supermarine Spitfire, 27 πλοία, 5.218 άρματα μάχης, άνω των 5.000 αντιαρματικών πυροβόλων, 4.020 ασθενοφόρα και φορτηγά γενικής χρήσης, 323 φορτηγά – κινητά συνεργεία, πάνω από 2.500 ελαφρά τεθωρακισμένα Carrier, 1.721 μοτοσικλέτες, 1.474 ραντάρ, 600 ναυτικά ραντάρ και ηχοβολιστικές συσκευές, αεροπορικοί κινητήρες, ναυτικά πυροβόλα και πάνω από 4 εκατ. τόνους εφοδίων πάσης φύσης, λ.χ. 15 εκατ. ζεύγη μπότες (πηγή: defence-point, με προσθήκες δικές μας ως προς τα μαχητικά).

Υπήρξαν όμως και κάποιες άλλες. λιγότερο γνωστές, πτυχές δυτικής βοήθειας εκτός του Lend-Lease που αποδείχτηκαν πολύτιμες: το 1934, λ.χ., η γαλλική εταιρεία Hispano-Suiza παραχώρησε στην ΕΣΣΔ τα σχέδια και την άδεια κατασκευής του πολύ καλού αεροπορικού κινητήρα 12Y-31 των 860 ίππων. Γνωστός ως Klimov M-100 και από το 1940 ως VK-100/3/5/7, μπήκε με κάποιες μικροαλλαγές σε μαζική παραγωγή το 1935. Ως το 1945, είχαν παραχθεί 129.000 μονάδες της οικογένειας αυτής, περισσότερες από οποιονδήποτε άλλο σοβιετικό αεροπορικό κινητήρα (έναντι 18.000 που είχαν παραχθεί στην ίδια τη Γαλλία).

3. Η μαζική αεροπορική δράση των Συμμάχων κατά της Γερμανίας
Τέλος, ως τρίτη παράμετρο, επιβάλλεται να θίξουμε τις, παράλληλες με την αναμέτρηση-σφαγείο του Ανατολικού Μετώπου, αεροπορικές επιδρομές της RAF και της USAAF εναντίον του Γ’ Ράιχ (strategic air campaign, 1941-45). Αυτές τις έχουμε αναλύσει εκτενέστατα το 2013 στη μονογραφία μας “ΙΣΟΠΕΔΩΣΤΕ ΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ” (εκδ. Γνώμων) στην οποία και παραπέμπουμε για αναλυτικές λεπτομέρειες.
Εδώ, βεβαίως, εγείρεται το ευρύτερο θέμα της Αεροπορικής Ισχύος (Air Power) εν γένει και της συμβολής της στις πολεμικές επιχειρήσεις, το οποίο είναι προφανώς αδύνατο να αναπτύξουμε διεξοδικά στο παρόν. Η μεν RAF είχε επιτεθεί κατά γερμανικών στόχων ήδη από το 1939 και του ίδιου του Βερολίνου από το 1940, όμως μόλις το Φεβρ. του 1941 ξεκίνησε να χρησιμοποιεί βαρέα βομβαρδιστικά μεγάλης ακτίνας δράσης, αρχής γενομένης από τα Manchester, Stirling και Halifax. Η Σοβιετική Ένωση, σημειωτέον, δε διέθετε στο Β΄ Π.Π. Στρατηγική Αεροπορία αξιώσεων, πλην ελαχίστων Pe-8. To 1942, τα πρώτα “Ιπτάμενα Φρούρια” (B-17) της θρυλικής 8ης Αεροπορικής Δύναμης των ΗΠΑ, αφίχθησαν στην Ευρώπη και ρίχτηκαν στη μάχη τον Αύγουστο, επιχειρώντας, αρχικά χωρίς συνοδεία, την ημέρα. Ο στόχος της συντονισμένης από αέρος επίθεσης των δύο Δυτικών Συμμάχων, όπως τον συμφώνησαν οι Τσώρτσιλ και Ρούζβελτ στην Καζαμπλάνκα στις αρχές του 1943, ήταν «η σταδιακή καταστροφή του στρατιωτικού, βιομηχανικού και οικονομικού συστήματος της Γερμανίας, καθώς και η κάμψη του ηθικού του γερμανικού λαού σε βαθμό στον οποίο η ικανότητά του για ένοπλη αντίσταση θα μειωνόταν μέχρι θανάτου”.

Συνολικά, η αεροπορική εκστρατεία των Αγγλοσαξόνων υπήρξε μοναδική στα παγκόσμια χρονικά της Αεροπορίας, με περισσότερες από 4 εκατομμύρια πολεμικές εξόδους (όχι μόνο βομβαρδιστικών, αλλά επίσης μαχητικών συνοδείας, «ιχνηλατών» και άλλων)! Η USAAF πραγματοποίησε πάνω από την κατεχόμενη Δ.Ευρώπη και το Ράιχ 754.818 πολεμικές εξόδους σε ρόλο βομβαρδισμού, η δε RAF (Bomber Command) 687.462 εξόδους, με τις λοιπές πολεμικές εξόδους των δύο, ήτοι αναγνώρισης, συνοδείας κλπ, να πλησιάζουν τα 2,68 εκατ. Θεωρούμε -και δεν είμαστε οι μόνοι- πως οι ανελέητοι στρατηγικοί βομβαρδισμοί από τους τετρακινητήριους γίγαντες όπως ιδίως τα Halifax, Lancaster, Β-17 και Β-24, επηρέασαν, εμμέσως πλην σαφώς, και τα τεκταινόμενα στο Ανατολικό Μέτωπο, με την εξής διττή έννοια:
Πρώτον, επέδρασαν σημαντικά στη γερμανική παραγωγή οπλισμού (και εδώ εννοούμε, κατά κύριο λόγο, το -δικαιωμένο στην πράξη- στρατηγικό αεροπορικό δόγμα των Αμερικανών επιτελών, η στοχοθεσία του οποίου εστίαζε στα εργοστάσια και σε συναφείς στόχους, σε αντίθεση με το αμφίβολης χρησιμότητας βρετανικό, που επί Πτεράρχου Α. Χάρις -Διοικητή της Bomber Command από το 1942- έπληττε πόλεις για κάμψη του ηθικού, μιμούμενη μια τακτική την οποία πρώτη είχε εισαγάγει η ίδια η Luftwaffe ήδη από την Ισπανία).

Ο καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου, Κωνσταντίνος Κολιόπουλος συνοψίζει εύστοχα, κατά τη γνώμη μας, το όλο ζήτημα ως εξής: «Ο στρατηγικός βομβαρδισμός επηρέασε τη γερμανική προσπάθεια και άμεσα -μειώνοντας την ποσότητα όπλων που παρήγαγαν τα γερμανικά εργοστάσια- και έμμεσα-υποχρεώνοντας τη Γερμανία να διοχετεύσει τεράστιους πόρους για την αντιμετώπισή του». Και επεξηγούμε εμείς με ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: ήδη από το χειμώνα 1942-43 (εποχή της καθοριστικής μάχης του Στάλινγκραντ), ένα πολύ μεγάλο μέρος της γερμανικής παραγωγής πυροβόλων και βλημάτων, ιδίως των 88 mm, δεν διοχετευόταν στην πρώτη γραμμή των επίγειων επιχειρήσεων, δηλαδή εκεί ακριβώς όπου ήταν περισσότερο αναγκαία, αλλά για την αντιαεροπορική άμυνα. Τελικά, το 75% όλων των πυροβόλων διαμετρήματος 88-128 mm που κατασκευάστηκαν στη Γερμανία την περίοδο 1942-44 (16.541 από τα 19.713) διατέθηκαν σε ρόλο Flak (αντιαεροπορικών). Αυτό ονομάζεται στα οικονομικά του πολέμου «κόστος ευκαιρίας», ήτοι η διάθεση των -εξ ορισμού πεπερασμένων- πόρων σε άλλους τομείς ή ρόλους, στους οποίους προηγουμένως δεν χρειαζόταν, με αποτέλεσμα να τους στερηθεί το κυρίως Μέτωπο της Βέρμαχτ, το οποίο ήταν, βεβαίως, το Ανατολικό. Μια μεγάλη επιτυχία των από αέρους βομβαρδισμών, έστω και προς το τέλος του πολέμου (1944/5), ήταν η στοχοθεσία των εργοστασίων παραγωγής συνθετικού πετρελαίου (oil campaign). Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό, βεβαίως, με τη μεταστροφή της πετρελαιοπαραγωγού Ρουμανίας τον Αύγουστο του 1944, καθήλωσε τα πρωτοποριακά, ομολογουμένως, τζετ της Luftwaffe στο έδαφος…

Δεύτερον, οι περισσότεροι και καλύτεροι Γερμανοί πιλότοι του Β΄ Π.Π. δεν σκοτώθηκαν στην Ανατολή, αλλά υπερασπιζόμενοι την κατεχόμενη Δυτική Ευρώπη και πρωτίστως το ίδιο το Ράιχ. Αντιμετώπισαν σε μια άνιση μάχη τα φοβερά μαχητικά συνοδείας Ρ-38, Ρ-47 και Ρ-51 που συμμετείχαν κι αυτά στην ανωτέρω strategic air campaign. Αλλά και από τους νυκτερινούς «άσσους», ουκ ολίγοι έπεσαν θύματα όχι μόνο των άφθονων αμυντικών πυροβόλων τα οποία έφεραν οι βρετανικοί γίγαντες, αλλά και των θανάσιμων night intruders της RAF, αρχικά του Beaufighter και κατόπιν του ανυπέρβλητου Mosquito.

Η ολοένα και μεγαλύτερη εμπλοκή της Luftwaffe στη Δύση μοιραία αποδυνάμωσε τις Πτέρυγες Μάχης της Ανατολής: το Σεπτέμβριο του 1943 υπηρετούσαν σε ολόκληρη την αχανή Ρωσία μόλις 505 γερμανικά μαχητικά παντός τύπου, ήτοι περίπου 100 λιγότερα από το Μάρτιο του ίδιου έτους, στη Μεσόγειο άλλα 288 και στη Δύση, βασικά για την υπεράσπιση του Ράιχ, όχι λιγότερα από 1.854 (από 1.134 που ήταν το Μάρτιο)! Οι πλέον δυσαναπλήρωτες, στην πράξη, πολεμικές απώλειες της Γερμανίας υπήρξαν εκείνες των πιλότων δίωξης, με τη «σφαγή» να κορυφώνεται πάνω από το Ράιχ το πρώτο εξάμηνο του 1944: ειδικά από το Μάρτιο έως και το Μάιο εκείνου του έτους η Luftwaffe έχανε σταθερά, κάθε μήνα, το 20-25% των χειριστών μαχητικών της (σε σχέση με ποσοστό 10,5% το Δεκέμβριο του 1943)!
Ενώ οι συνολικές απώλειες γερμανικών αναχαιτιστικών πάνω από το Ανατολικό Μέτωπο εντός της διετίας από 30/9/1942 έως 30/9/1944 (σ.σ. ημερομηνία μέχρι την οποία υπάρχουν ασφαλή στατιστικά στοιχεία για τη Luftwaffe) ήταν «μόλις» 3.779 αεροσκάφη και πάνω οι αντίστοιχες πάνω από τη Μεσόγειο/Βόρεια Αφρική 3.615, στη Δύση έφθασαν στον τρομακτικό αριθμό των 13.745! Μολονότι τα νούμερα αυτά δεν αφορούν μόνο τις απώλειες σε εναέρια μάχη, αλλά τις συνολικές (και από ατυχήματα), και πάλι δίνουν μια ιδέα της τραγικής κατάστασης που επικρατούσε για τα γερμανικά φτερά, ως συνέπεια της αεροπορικής υπεροχής των Αγγλοσαξόνων, ιδίως μετά την “Big Week” του Φεβρουαρίου 1944…
Συνεχίζεται…









