Σχετικά σύντομο το σημείωμα που ακολουθεί. Ας ξεκινήσουμε όμως με μια σαφή παραδοχή: Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι ένα σοβαρό έγκλημα σύμφωνα με τη διεθνή νομοθεσία και την κοινά αποδεκτή ηθική στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων. Όπως ήταν και πολλές ακόμη αντίστοιχες ενέργειες, και δυτικών χωρών.
Τι προκαλεί όμως ο Πούτιν με την εισβολή στην Ουκρανία, πέρα από την Ουκρανία;
1. Αναβιώνει την ψυχροπολεμική λογική, διαίρεσης εκ νέου της Ευρώπης σε δύο ισχυρούς πόλους, με μεγάλη καχυποψία μεταξύ τους. Μια εξέλιξη που χτυπά καίρια την συγχρονισμένη ανάπτυξη της ηπείρου μας, που προφανώς περιλαμβάνει και Ρώσους και Ουκρανούς και Λευκορώσους και όλους. Εξέλιξη που οδηγεί σε μεγάλες αμυντικές δαπάνες, σε εξοπλισμούς αντί για επενδύσεις σε χίλια άλλα καίρια ζητήματα και προβλήματα, που μεγιστοποιεί την ανασφάλεια μας, που πυροδοτεί την πολεμική αντιπαλότητα μεταξύ χωρών που διαθέτουν και ένα τεράστιο πυρηνικό οπλοστάσιο.
Αμυντικές δαπάνες στο ΝΑΤΟ: Γενική άνοδος στο 1,2 τρις δολάρια, 12η η Ελλάδα!
2. Υπονομεύει την ευρωπαϊκή αυτονομία και την ευρύτερη προσπάθεια δεκαετιών για συγκρότηση ομοσπονδιακής Ευρώπης. Που θα περιελάβανε και δικό της στρατό και εξωτερική πολιτική. Ουσιαστικά ο Πούτιν δίνει ξανά «πνοή» στο ΝΑΤΟ, το οποίο όμως είναι εσαεί «ατλαντικό», δηλαδή με άξονα τις ΗΠΑ και τη Βρετανία ως «ευρωπαϊκό εκπρόσωπο» της. Και είναι πλέον ενδεικτικό πως αρκετές χώρες της Ευρώπης στα ανατολικά, προσδοκούν και προσβλέπουν στην αμυντική τους προστασία από το ΝΑΤΟ και όχι από τους ευρωπαίους γείτονες τους.
Αυτό βέβαια είναι και σημαντική ευθύνη της Ενωσιακής γραφειοκρατίας και πολιτικής δυσκινησίας, αλλά και της άρνησης πολλών λαών στο να μετέχουν στο επόμενο βήμα του ευρωπαϊκού οράματος. Πλέον όμως με την ρωσική εισβολή, όλη αυτή η ελπίδα, όσο μακρινή και να ήταν, υποχωρεί και μικραίνει ακόμη περισσότερο. Και ακόμη και να αναβαθμιστεί η ευρωπαϊκή άμυνα, θα είναι υπό νατοϊκή σκιά, καθώς θα είναι αδύνατο για τις χώρες-μέλη της Ε.Ε. να συντηρούν διπλές δομές και διαφορετικές πολιτικές.
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 24 Μαρτίου 1999: Ξεκινούν οι βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ στη Σερβία
3. Αναβιώνει τη λογική των πολεμικών παρεμβατισμών εκτός ελέγχου. Όσο τραυματική ήταν π.χ. η επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία, ή των ΗΠΑ στο Ιράκ το 2003, τώρα έχουμε ένα πολλαπλάσιο σε μέγεθος παρόμοιο γεγονός, με τη διεθνή κοινότητα να εμφανίζεται -ξανά- χωρίς θεσμικό πλαίσιο περιορισμού τέτοιων συμπεριφορών. Παραδόξως όσοι έμμεσα αιτιολογούν τον Πούτιν λέγοντας «μα γιατί δεν μιλάτε για τη Γιουγκοσλαβία», δεν αντιλαμβάνονται πως με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι αντίστοιχες αμαρτίες όλων «ξεπλένονται» εκ νέου. Μιας και έχουμε τον πλήρη λογικό εκφυλισμό: «Τα ίδια εφαρμόζουν όλοι, άρα μένουμε παρατηρητές». Ότι χειρότερο για την παγκόσμια κοινωνία που εκτονώνεται σε διαδικτυακές σκιαμαχίες, χωρίς περιεχόμενο.
4. Η εισβολή καλλιεργεί τον εθνικισμό. Όλων. Ρώσων που «γιορτάζουν» γιατί η χώρα τους πολεμά τους Ναζί (αυτό είναι το επίσημο αφήγημα του Κρεμλίνου), Ουκρανών που αναθαρρούν γιατί αντιστέκονται στην εισβολή, οπότε θα είναι μετά έτοιμοι να συνεχίσουν στα ήδη δημοκρατικά κενά τους, Πολωνών που η παραδοσιακή φοβική τους για τη Ρωσία εμφανίζεται ως συσπειρωτική. Με παρόμοια να συμβαίνουν στις Βαλτικές χώρες, που επίσης θυμούνται το «αντιρωσικό» παρελθόν τους και κάποιες ομάδες πληθυσμού τη χειρότερη εκδοχή του ως εθνικιστική έξαρση. Πολλοί πλέον τρέχουν προς τη «σημαία» για κάλυψη, η οποία όμως -και δυστυχώς- χρησιμοποιείται έντεχνα για να σκεπάσει θεσμικά, δημοκρατικά, κοινωνικά ελλείμματα. Πλέον όποιος ασκεί κριτική εντός της χώρας του, εύκολα θα χαρακτηρίζεται «πράκτορας του εχθρού».
5. Καλλιεργείται και πάλι η λογική του «δικαίου του ισχυρού». Η αντίληψη αλλά και η πραγματικότητα που μοιράζει τον πλανήτη σε 3 κατηγορίες χωρών. Οι «επικυρίαρχοι», εκτός διεθνούς νόμου, θεσμών, αξιών, δεσμεύσεων. Οι «φιλικές τους χώρες», που απολαμβάνουν κάποια προνόμια και μετά οι «τρίτης κατηγορίας», κυρίως σε Αφρική και Ασία, προς εκμετάλλευση. Δεκαετίες δηλαδή προσπάθειών εξισορρόπησης του πλανήτη, δόμησης μιας πιο δίκαιης παγκόσμιας κοινωνίας (και με αποτελέσματα σοβαρά) τώρα υπονομεύονται ευθέως.
6. Πυροδοτούνται μια σειρά ειδικές κρίσεις. Επισιτιστική σε υποανάπτυκτες χώρες που τρέφονταν με φθηνό ρωσικό και ουκρανικό στάρι. Ενεργειακή με αύξηση των τιμών σε όλο τον πλανήτη. Υπάρχουν χώρες που αυτή την αύξηση θα τη «μεταφράσουν» ευθέως σε απώλειες πληθυσμού, καθώς δεν θα μπορούν να συντηρήσουν κρίσιμες υποδομές. Η ενεργειακή κρίση φέρνει στο προσκήνιο και παλαιές μορφές παραγωγής ενέργειας, όπως το λιγνίτη, την πυρηνική, το ντίζελ, γιατί ακριβώς «έχουμε απόθεμα». Έτσι μπλοκάρεται η -πράγματι κοστοβόρα και δύσκολη- στροφή προς την πράσινη ενέργεια, στην γενικότερη προσπάθεια για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, ακριβώς στο σημείο που είχε πάρει «μπρος». Άλλες κρίσεις; Έλλειψη κρίσιμων πρώτων υλών, σπάνιων γαιών, ειδικών μετάλλων, ηλεκτρονικών, ζητήματα δηλαδή που θίγουν ευθέως την παγκόσμια παραγωγή, την απασχόληση, την ανάπτυξη, την πρόοδο της τεχνολογίας.
Ουκρανία-Ρωσία: Πως θα «ξημερώσουν» αν λήξει ο πόλεμος αύριο
7. Έχουμε διάρρηξη των πολυεθνικών πρωτοβουλιών και συνεργασιών. Η διαστημική περιπέτεια ήδη βλέπει αναβολές και ακυρώσεις εκτοξεύσεων, γιατί ο πυραυλικός φορέας είναι ρωσικός. Το μέλλον του Διεθνούς Διαστημικού Σταθμού φαίνεται προβληματικό. Διεθνείς προσπάθειες ανακούφισης πασχόντων, ειρηνευτικές αποστολές, δράσεις του ΟΗΕ, της UNESCO, του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας θα φρενάρουν, θα σταματούν, θα υποβαθμίζονται, γιατί η πόλωση δεν θα επιτρέπει την συνεργασία.
8. Βλέπουμε ακύρωση μεγάλων επενδύσεων. Οι δυτικές εταιρίες αποσύρονται από τη Ρωσία, μια τεράστια αγορά, μεγάλες ρωσικές επενδύσεις στο εξωτερικό ακολουθούν, προς γενικότερη ύφεση.
9. Γενικεύεται η εξάρτηση και το μονοπωλιακό καθεστώς. Όταν οι παγκόσμιες αγορές πολώνονται γύρω από διεθνείς κρίσεις, αναδύονται νέα μονοπώλια που διαθέτουν και το «προϊόν» αλλά και την «σφραγίδα» ότι είναι «μαζί μας». Μιλάμε σήμερα για την εξάρτηση της βόρειας Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο, αλλά η περιοχή μας έχει και πικρές ιστορικές εμπειρίες από την εξάρτηση από το αραβικό πετρέλαιο.
10. Επιστρέφουμε στην παλαιάς κοπής, γεροντική και στενάχωρη ηθικά «γεωγραφική γεωπολιτική» και στο σκληρό ρεαλισμό ως άξονα ερμηνείας των διεθνών σχέσεων. Εκεί δηλαδή που η ισχύς μιας χώρας μετριέται με κατακτήσεις, με καθυπόταξη της περιφέρειας μέσω απειλής, με τοπικούς πολέμους που θα αποσπάσουν «υλικό από τον αντίπαλο», γενικότερα σε ένα βίαιο διαγκωνισμό δύναμης και αυτοεπιβεβαίωσης.
Όμως η θεωρία και η πρακτική των διεθνών σχέσεων είχε εξελιχθεί σημαντικά μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, με φιλελεύθερες λογικές, με κονστρουκτιβισμό, με αναφορά στο φεμινισμό κ.λπ. Και έδινε μεγάλο βάρος στις διεθνείς συμφωνίες, στους υπερκρατικούς θεσμούς, στις στενές οικονομικές και πολιτισμικές σχέσεις, στη μαλακή ισχύ (soft power), με επενδύσεις σε τεχνολογία, μέσω συσσώρευσης τεχνογνωσίας, μέσω έρευνας, γενικότερα ως ανταγωνιστική μεν αλλά και έντονα συνεργατική και βασικά ειρηνική ταυτόχρονη ανάπτυξη και πρόοδο. Τώρα πάμε πίσω (ελπίζουμε όχι ολοταχώς), σε μια «χαρτογραφία» σκληρής ισχύος όπου θα μετράμε πάλι άρματα, πυρηνικές κεφαλές και μαχητικά για να αξιολογήσουμε ένα κράτος.
11. Επανερχόμαστε σε μια προσωποπαγή αντίληψη πολιτικής και ιστορικής εξέλιξης, όπου ο –«ανώνυμος»- πολίτης περιορίζεται και εντάσσεται σε ένα πλήθος που ακολουθεί τον «ηγέτη». Ο οποίος ποδηγετεί (sic) το λαό μέσω εθνικιστικών κηρυγμάτων. Ο Πούτιν ενδεδυμένος σπορ να μιλά σε κατάμεστο στάδιο στη Μόσχα με χιλιάδες ρωσικές σημαίες να ανεμίζουν, είναι ανάμνηση άλλων εποχών, τύπου Sportpalast Βερολίνου του 1943. Αντίστοιχες εικόνες σε μικρότερο μέγεθος βλέπουμε πλέον στις ΗΠΑ, τηλεοπτικές εκεί, αλλά πάλι με το κοινό-θεατής να βομβαρδίζεται από μηνύματα εθνικοφροσύνης, περί «γης των γενναίων» και τα συναφή. Και τα βλέπουμε στην Ανατολική Ευρώπη, με τοπικούς ηγέτες και ηγετίσκους, που βρίσκουν την αφορμή να παρατείνουν την παραμονή τους στην επικαιρότητα, προσφέροντας «ασφάλεια» και «λύσεις».
Έτσι οι έννοιες «πατερούλης του έθνους» και «πεφωτισμένος ηγέτης» πλασσάρονται ξανά αλλά σε μεταμοντέρνα εκδοχή. Ο «αξύριστος και κουρασμένος» Μακρόν γίνεται σύμβολο της επίδοξης γαλλικής νεοβασιλείας, με την ίδια εικόνα να βρίσκει πολλούς μιμητές. Ο νεανίζων Μπάιντεν, που το κόμμα του θα σαρωθεί στις επερχόμενες εκλογές του αμερικανικού Κογκρέσου από την ανάκαμψη των Τραμπικών Ρεπουμπλικανών, η θλιβερή φιγούρα του Μπόρις Τζόνσον που βρήκε ευκαιρία στην ουκρανική κρίση να ξεπεράσει την δική του στη Βρετανία, όλα σημάδια μιας κοινής λογικής, εκείνης της υποβάθμισης της κοινωνίας των πολιτών, που πλέον πρέπει να συνταχθεί με τα «μεγάλα ιδεώδη» και να ετοιμάζεται για πόλεμο…
Έτσι ο, γεννημένος το 1952, Πούτιν τελικά γράφει ιστορία, αλλά ανάποδα από ότι νομίζει: σβήνοντας πολλές καλές μεταπολεμικές σελίδες για να μας φθάσει πίσω στον Ψυχρό Πόλεμο. Εκεί στην αποκορύφωση του, κάπου στα μέσα του 1960, όταν ο ίδιος ήταν έφηβος. Εποχή παγκόσμιας καχυποψίας, απειλής νέου παγκοσμίου πολέμου, γενικευμένου διχασμού, περιφερειακών πολέμων, κοινωνικής κρίσης. Χωρίς όμως το ρομαντισμό και την ελπίδα του τότε, για ένα καλύτερο αύριο.