Ο ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν ανακοίνωσε ότι 20 δισ. δολάρια θα επενδυθούν για την ανάπτυξη της οικονομίας των υπό κατοχή περιοχών στην Ουκρανία.
Πρόκειται για ένα πλάνο διάρκειας δυόμιση ετών που αφορά περιοχές που πέρσι η Μόσχα ανακήρυξε μονομερώς ως μέρος της επικράτειάς της. Είναι προφανές ότι το Κρεμλίνο θέλει να προλάβει τις – όποιες – εξελίξεις που μπορούν να οδηγήσουν σε μία διαπραγμάτευση με την Ουκρανία και τη Δύση, έχοντας στην φαρέτρα του μια σειρά τετελεσμένων. Εδώ και καιρό άλλωστε η ρωσική κυβέρνηση έχει εγκαθιδρύσει ένα νέο status quo στις κατακτημένες περιοχές, εισάγοντας το ρούβλι στην τοπική οικονομία, κάνοντας επενδύσεις και ανοικοδόμηση των καταστροφών από την -δική της- εισβολή και ορίζοντας φιλικά προσκείμενους πολιτικούς διοικητές.
Η επιτυχία αυτού του εγχειρήματος αμφισβητείται και κάπου εκεί έρχεται αυτό το τέραστιο για τα οικονομικά δεδομένα της Ρωσίας “πακέτο” να αλλάξει τις ισορροπίες. Αν – και αυτό είναι ένα μεγάλο “αν” – το Κρεμλίνο καταφέρει να δώσει γρήγορα οικονομική ανάσα στις διαλυμένες από το πόλεμο τοπικές κοινωνίες, τότε ευελπιστεί να καθησυχάσει τον ντόπιο πληθυσμό. Πρόκειται για πολίτες που σε μεγάλο μέρος τους είναι ρωσόφωνοι αλλά είδαν από τη μια μέρα στην άλλη τις πόλεις και τα χωριά τους να διαλύονται από τους ρωσικούς βομβαρδισμούς.
Έτσι με “καρότο” τα 20 δισ. και την οικονομική ανάπτυξη και “μαστίγιο” τα ρωσικά στρατεύματα, ο Πούτιν παίζει τα ρέστα του σε ένα θέμα που θα παραμείνει κεντρικό στην όποια επίλυση οδηγηθεί το Ουκρανικό, είτε πολεμική είτε διαπραγματεύσεων. Με την ουκρανική πλευρά να δηλώνει ταγμένη στην ανάκτηση όλων των εδαφών της, και εκείνων που έχουν κατακτηθεί τώρα από τη Μόσχα αλλά και της Κριμαίας που είχε “ενσωματωθεί” το 2014.