Είναι γνωστό πως ο τομέας των αερομεταφορών στην Πολεμική Αεροπορία πάσχει και μάλιστα σημαντικά. Η πολυετής οικονομική στενότητα λόγω της κρίσης, σε συνδυασμό με τον μη αποδοτικό προγραμματισμό συντήρησης των υφιστάμενων μέσων, όπως και προβλημάτων απόδοσης στην εγχώρια βιομηχανική βάση, έχουν δημιουργήσει ένα μεγάλο κενό στην επιχειρησιακή διάσταση των μεταγωγικών μας.
Πάντως τα τελευταία χρόνια έχουν εντατικοποιηθεί οι προσπάθειες επαναφοράς σε χρήση περισσότερων αεροσκαφών, ενώ παράλληλα διερευνάται η πιθανότητα προμήθειας ενός αριθμού νέας παραγωγής, με το C-130J να αποτελεί ένα ισχυρό υποψήφιο.
Η ΠΤΗΣΗ, μέσω του συντάκτη Γιάννη Ρέκκα, συζήτησε το θέμα με τον κ. Lawrence ”Larry” Gallogly, διευθυντή Air Mobility Customer Requirements, στην Lockheed Martin Aeronautics, ο οποίος μοιράστηκε μαζί μας τις εμπειρίες του και τις εξελίξεις γύρω από το C-130 Hercules.
Ο κ. Gallogly, είναι Σμήναρχος ε.α. της Πολεμικής Αεροπορίας των Ηνωμένων Πολιτειών, με περισσότερα από 30 χρόνια υπηρεσίας, και έχει διατελέσει διοικητής της 143ης Πτέρυγας Αερομεταφορών.

Η συζήτηση επικεντρώθηκε στο C-130, ένα αεροσκάφος που μετρά 70 χρόνια συνεχούς παραγωγής και εξέλιξης. Όπως ανέφερε ο κ. Gallogly, η πρώτη πτήση του C-130 πραγματοποιήθηκε το 1954, όταν η Lockheed ανέλαβε να κατασκευάσει δύο πρωτότυπα, τα οποία εξελίχθηκαν στον «Ηρακλή» που γνωρίζουμε σήμερα.
Από τότε, έχουν παραδοθεί περισσότερα από 2.700 αεροσκάφη σε χρήστες ανά τον κόσμο, ενώ η πιο σύγχρονη έκδοση, το C-130J, έχει παραγγελθεί σε 638 μονάδες, με 563 από αυτά να έχουν ήδη παραδοθεί. Το μυστικό της μακροζωίας του αεροσκάφους, όπως εξήγησε, βρίσκεται στη συνεχή του εξέλιξη. Από τα αρχικά μοντέλα C-130A μέχρι τα B, E, H και τώρα τα J, το αεροσκάφος συνεχώς προσαρμόζεται στις σύγχρονες ανάγκες με νέες τεχνολογίες και βελτιώσεις.
Ένα από τα κύρια θέματα της συνέντευξης ήταν οι διαφορές του C-130J σε σχέση με τις παλαιότερες εκδόσεις. Ο κ. Gallogly, που πέταξε το J από το 2001 έως το 2012, παραδέχτηκε ότι αρχικά δεν ήταν ενθουσιασμένος με τη μετάβαση, αλλά σύντομα ανακάλυψε πόσο πιο εύκολο ήταν να πετάξει και να συντηρηθεί.
Μία σημαντική αλλαγή είναι η μείωση του πληρώματος: το J απαιτεί μόνο δύο πιλότους και έναν υπεύθυνο φόρτωσης, εξαλείφοντας την ανάγκη για πλοηγό και μηχανικό πτήσης. Επιπλέον, η έκδοση C-130J-30, που είναι 15 πόδια (περίπου 5 μέτρα) μακρύτερη από το αρχικό μοντέλο, προσφέρει μεγαλύτερο χώρο φόρτωσης, επιτρέποντας τη μεταφορά επτά πλήρους μεγέθους παλετών. Αυτή η αύξηση της χωρητικότητας, σε συνδυασμό με την σημαντικά μειωμένη κατανάλωση καυσίμων, καθιστά το J πιο αποδοτικό, μειώνοντας τον αριθμό των αεροσκαφών που απαιτούνται για κάθε αποστολή.
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: KC-130J Harvest HAWK, το “μάχιμο βυτιοφόρο” των Αμερικανών Πεζοναυτών
Η αποδοτικότητα των κινητήρων ήταν ένα ακόμα σημείο που τόνισε ο κ. Gallogly. Το C-130J δεν φέρει εξωτερικές δεξαμενές καυσίμων, όπως τα παλαιότερα μοντέλα, καθώς οι σύγχρονοι κινητήρες του είναι 42% πιο αποδοτικοί ανά ώρα σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές του που φέρουν κινητήρες jet. Αυτό επιτρέπει στο αεροσκάφος να καλύπτει τις ίδιες αποστάσεις με λιγότερα καύσιμα, μειώνοντας το λειτουργικό κόστος. Παράλληλα, το J πετά ταχύτερα σε σχέση με τα παλαιότερα αεροσκάφη της οικογένειας, με μέγιστη ταχύτητα 365 κόμβων, και υψηλότερα, πάνω από 30.000 πόδια, αν και, όπως σημείωσε, στις αποστολές του συνήθως επιχειρεί σε χαμηλά ύψη για μεγαλύτερη προστασία σε εχθρικά περιβάλλοντα.

Εδώ να σημειώσουμε πως οι κινητήρες του C-130J διαθέτουν μια λειτουργία που άτυπα φέρει το όνομα Hotel Mode. Kατά την οποία όταν ένα αεροσκάφος προσγειώνεται και δεν πρέπει να σβήσει τους κινητήρες γιατί θα απογειωθεί σχετικά άμεσα, απεμπλεκεται ο έλικας και περιστρέφεται ελεύθερα. Μα αυτό τον τρόπο αποφεύγεται η δημιουργία ισχυρού ρεύματος αέρα, επιτρέποντας την ασφαλή μετακίνηση προσωπικού και φορτίου στον περίγυρο.

Η συζήτηση στράφηκε και στις ανάγκες της Ελλάδας, η οποία σήμερα διαθέτει 15 C-130, πέντε -B και δέκα τύπου -H. Ο κ. Gallogly σημείωσε πως λόγω της υψηλότερης αποδοτικότητας και αξιοπιστίας του J, η Ελληνική Αεροπορία θα μπορούσε να καλύψει τις αποστολές της με μόλις έξι έως οκτώ αεροσκάφη, εξοικονομώντας σημαντικά κονδύλια τόσο στην αγορά όσο και στη συντήρηση. Επιπλέον, τόνισε τη συμβατότητα μεταξύ των H και του J, που επιτρέπει τη χρήση μέρους του ήδη υπάρχοντος εξοπλισμού υποστήριξης, μειώνοντας το κόστος μετάβασης. Ωστόσο, σημείωσε ότι ορισμένα νέα συστήματα, όπως οι σύνθετες έλικες, θα απαιτήσουν πρόσθετη υποδομή.
Η συνεργασία της Lockheed Martin με την ελληνική βιομηχανία αποτέλεσε ακόμα ένα κρίσιμο θέμα. Ο κ. Gallogly επιβεβαίωσε ότι η Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία (ΕΑΒ) συμμετέχει ήδη στην παραγωγή εξαρτημάτων του J, μια σχέση που αναμένεται να ενισχυθεί από τις πωλήσεις του μοντέλου. Σήμερα 23 χώρες έχουν ήδη προμηθευτεί το C-130J, ενώ οι επιχειρησιακοί φορείς αγγίζουν τους 29. Όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα, ανέφερε ότι η παράδοση των πρώτων δύο αεροσκαφών, σε περίπτωση που η Ελλάδα προχωρήσει σε παραγγελία, θα xρειαστεί περίπου τρία χρόνια από τη σύναψη της σύμβασης.

Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία της συνέντευξης ήταν η αφήγηση του κ. Gallogly για τις εμπειρίες του σε εχθρικά περιβάλλοντα. Μοιράστηκε μαζί μας μια ιστορία από αποστολή στο Αφγανιστάν, όπου το C-130J δέχτηκε πυρά χωρίς το πλήρωμα να το αντιληφθεί, παρά μόνο μετά την προσγείωση, όταν εντοπίστηκαν τρύπες στην πτέρυγα. Η αντοχή του αεροσκάφους, χάρη στον σχεδιασμό του με αφρό καταστολής στις δεξαμενές καυσίμων και τα προηγμένα αμυντικά συστήματα, του επιτρέπει να συνεχίζει να πετά ακόμα και μετά από χτυπήματα. Επιπλέον, η ικανότητά του να απογειώνεται και να προσγειώνεται σε μικρούς, απροετοιμαστους διαδρόμους –χώμα, γρασίδι, ακόμα και πάγο– το καθιστά ιδανικό για αποστολές ανθρωπιστικής βοήθειας, όπως μετά το τσουνάμι στην Ιαπωνία ή τον τυφώνα Κατρίνα στις ΗΠΑ.
MC-130J ‘dirty ops’: Όταν λένε «Οπουδήποτε» το εννοούν – βίντεο
Κλείνοντας, ο κ. Gallogly εξέφρασε την ελπίδα να επιστρέψει στην Ελλάδα το 2025 για την Athens Flying Week, ίσως και για την έκθεση DEFEA 2025 και να γιορτάσει τα 50 χρόνια παρουσίας του C-130 στην Ελληνική Πολεμική Αεροπορία.